Διαβάζοντας αυτή την επιγραφή, απλώς ξεροκατάπιες και πέρασες στην επομένη φράση. Δεν έγινε τίποτα. Η σχεδόν τίποτα. Σίγουρα, κάποια σκέψη η απόσπασμα της πέρασε στον “ουρανό της σκέψης” σου, αφήνοντας πίσω της ένα μικρό συννεφάκι δυσάρεστης ομίχλης. Μετά το βλέμμα σου συνάντησε το όνομα “Σοπενχάουερ”, και ίσως να ήρθε ο κυματισμός μιας αίσθησης του σεβασμού, διότι είναι ένα πολύ σημαντικό όνομα – το όνομα ενός από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους στον κόσμο. Και τότε, ίσως να διάβασες την επιγραφή άλλη μια φορά, αφού πρώτον θα έπρεπε να περιέχει κάτι πολύ έξυπνο (ο συγγραφέας της – είναι ο κορυφαίος Σοπενχάουερ), και δεύτερον, αυτή την επιγραφή επέλεξε ο Μποντχ – και αυτός, μάλλον, δεν είναι κάποιος χαζός, αν και όχι τόσο σημαντικός, όπως ο Σοπενχάουερ. Και πάλι δεν συνέβη τίποτα. Μιλώντας περιγραφικά, οι λέξεις μπήκαν από ένα αυτί και βγήκαν από το άλλο. Και πάλι ένας παφλασμός δυσάρεστης ομίχλης. Έπειτα από αυτό πέρασες πια τελικά στην ανάγνωση του κειμένου μου.
Μα εγώ σου προτείνω να επιστρέψεις και πάλι σε αυτή τη σκέψη του μεγάλου διανοούμενου, με την οποία εκείνος ξεκίνησε τη διάσημη σειρά των διαλέξεων του το 1820 με γενικό τίτλο “Οι βάσεις της γενικής φιλοσοφίας”. Τι σημαίνει η λέξη “αληθινή”; Η λέξη “ουσία”; Η φράση “ουσία του κόσμου”; Η “αληθινή ουσία του κόσμου”;;; Ποιος ξέρει… Μα είναι ένας τίτλος, και θα ήταν παράξενο να σκεφτείς, ότι θα τα καταλάβεις όλα αμέσως, χωρίς να ακούσεις τις διαλέξεις. Αν οι διαλέξεις ονομάστηκαν “Οι βάσεις της μηχανικής των κβάντα”, και αυτό δεν σου λέει πολλά, – για να καταλάβεις τον τίτλο, πρέπει να ακούσεις τις διαλέξεις, όπου βήμα προς βήμα θα σου εξηγήσουν και τη σημασία των λέξεων και το νόημα των συνδυασμών τους.
Ενδιαφέρον, μα οι πολλοί άνθρωποι θα πουν με σιγουριά, ότι καταλαβαίνουν το νόημα αυτής της φράσης – όχι ακριβώς, βέβαια, εντάξει, στο περίπου. Κι τότε μπορείς να κάνεις μια μικρή πλάκα μαζί τους – πρότεινε να εξηγήσουν αυτή τη φράση γραπτώς. Ας εξηγήσουν με δικά τους λόγια – τι είναι η “αληθινή ουσία του κόσμου”. Έστω μερικές προτάσεις. Και μετά βάλε αυτές τις σημειώσεις δίπλα-δίπλα και συνέκρινε τα κείμενα. Θα δεις, ότι ο καθένας έγραψε κάτι δικό του, που διαφέρει αισθητά από άλλες εξηγήσεις, αλλά αυτό από μόνο του δεν είναι το καταπληκτικό – αν μερικοί άνθρωποι θα εξηγήσουν με δικά τους λόγια τον νόμο της διατήρησης ενέργειας, τότε, πιθανόν, θα επιλέξουν διαφορετικά παραδείγματα, διαφορετικές εικόνες, διαφορετική φόρα της σκέψης, η οποία θα είναι λίγο ή πολύ σαφής και συνεπής. Όμως, σε αυτούς, που καταλαβαίνουν αυτή τη φιλοσοφική φράση, θα υπάρξει και κάτι άλλο. Κάποιοι θα γράψουν τέτοιες εξηγήσεις, οι οποίες θα είναι εξίσου ακαταλαβίστικες με την αρχική “σκέψη” – ακόμα ένα σύνολο ανόητων λέξεων. Οι άλλοι, όμως, θα περιγράψουν το νόημα αυτής της φράσης με λίγο ή πολύ κατανοητές λέξεις, χρησιμοποιώντας ξεκάθαρες εικόνες. Και τότε θα δεις – όσο πιο σαφές είναι το νόημα του γραμμένου, τόσο πιο πολύ αυτό διαφέρει από άλλες εξηγήσεις. Και από αυτό βγαίνει ένα απλό συμπέρασμα: οι άνθρωποι νομίζουν μόνο, ότι καταλαβαίνουν, ενώ στην πραγματικότητα δεν καταλαβαίνουν τίποτα ή, τουλάχιστον, καταλαβαίνει κάποιος από αυτούς, και οι υπόλοιποι – όχι (μα ποτέ στη ζωή τους δεν θα έρθουν σε συμφωνία – ποιος από αυτούς έδωσε τη σωστή εξήγηση).
Εντάξει, ο τίτλος ακούγεται ωραία, ο Σοπενχάουερ είναι κορυφαίος φιλόσοφος, και σίγουρα μπορεί να εμφανιστεί η επιθυμία να διαβάσουμε τις διαλέξεις του, για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε όλα αυτά τα ασυνήθιστα πράγματα. Όμως, είναι μάλλον απίθανο να βρεις εκεί κάτι, που θα ρίξει λίγο φως στη σκοτεινή ψυχή σου. Το μόνο που θα βρεις θα είναι κάποιες “εξηγήσεις”, που θα μετατρέψουν την ελαφριά δυσάρεστη ομίχλη σε πυκνό σύννεφο της καθολικής αποχαύνωσης, στην οποία θα κάθεσαι, σαν φτυσμένος. Πράγματι – τι μπορούν να εξηγήσουν οι φράσεις του τύπου “… εκείνος ξεχωρίζει απόλυτα την εσωτερική ουσία του κόσμου (την κοσμική ψυχή) από την εκδήλωση της, την οποία ο ίδιος ονομάζει σκιά και αντανάκλαση της; αυτός λέει, ότι η πολλαπλότητα στα πράγματα δεν προέρχεται από την εσωτερική ουσία του κόσμου, μα μόνο από την εκδήλωση της, ότι αυτή η εσωτερική ουσία βρίσκεται εξ ολοκλήρου μέσα στο κάθε πράγμα της φύσης, διότι είναι αδιαίρετη; και το ότι στην εσωτερική ουσία του κόσμου η πιθανότητα και η πραγματικότητα – είναι το ίδιο πράγμα”.
Κάθεσαι λοιπόν, και σκέπτεσαι “πόσο έξυπνος είναι αυτός ο Σοπενχάουερ”, και το άλλο “δεν είναι για μένα ακόμα – πρέπει να διαβάσω βιβλία άλλου συγγραφέα”. Έτσι παίρνεις άλλο φιλοσοφικό βιβλίο, και αυτό έχει ακόμα πιο καταθλιπτική επίδραση πάνω σου. Τότε σκέπτεσαι αλλιώς: “όχι, η φιλοσοφία είναι πολύ δύσκολη επιστήμη, μάλλον – εξίσου δύσκολη, όπως και η φυσική των κβάντα, και για να την καταλάβω, πρέπει να τελειώσω πανεπιστήμιο”. Αν στα χέρια σου πέσει τελικά ένα βιβλίο της φιλοσοφίας, αυτό δεν θα σου φέρει καμία ικανοποίηση και ίσως θα σε οδηγήσει στη σκέψη, ότι απλώς δεν είσαι φτιαγμένος για τη φιλοσοφία και με αυτήν μπορούν να ασχοληθούν μόνο ικανοί για συγκεκριμένο σκοπό άνθρωποι, εξαιρετικά εύστροφοι, στους οποίους είναι ανοιχτή η κατανόηση ενός τέτοιου, για παράδειγμα, αριστουργήματος: “η εσωτερική ουσία είναι απρόσιτη για το χρονικό τέλος του οποιουδήποτε προσωρινού φαινομένου και συνέχεια συγκρατεί πίσω της μια τέτοια ύπαρξη, στην οποία δεν εφαρμόζονται οι έννοιες της αρχής, του τέλους και της συνέχειας».
Μα όλα τα αυτά – είναι απόλυτη βλακεία. Και η φράση, αναφερόμενη στην επιγραφή – βλακεία, και οι υποθέσεις σου για κάποια ανικανότητα της κατανόησης της φιλοσοφίας – είναι βλακεία, και οι σκέψεις περί του ξεχωριστού μυαλού των φιλοσόφων – απόλυτη βλακεία, και η ίδια αυτή φιλοσοφία – απόλυτη, πλήρης και ατέλειωτη βλακεία.
Θα φέρω εδώ ένα τσιτάτο από το βιβλίο του Φέινμαν, ο οποίος περιέγραψε την απόπειρα του να γνωρίσει μια ακόμα ανθρωπιστική επιστήμη – κοινωνιολογία.
«Στο συνέδριο υπήρξε ένας κοινωνιολόγος, που έγραψε ένα έργο, ώστε εμείς να το διαβάσουμε – το είχε έτοιμο από πριν. Άρχισα να διαβάζω αυτό το διαβολοχαρτο και τα μάτια μου πετάχτηκαν έξω – δεν καταλάβαινα γρι! Σκέφτηκα, ότι ίσως φταίει το ότι δεν διάβασα ούτε ένα βιβλίο από την προτεινόμενη λίστα. Δεν με άφηνε η δυσάρεστη αίσθηση της “ανικανότητάς μου” μέχρις ότου, επιτέλους είπα στον εαυτό μου: “Θα σταματήσω και θα διαβάσω μια πρόταση αργά, για να καταλάβω – τι στο διάολο αυτή σημαίνει”.
Λοιπόν, εγώ σταμάτησα, επέλεξα – τυχαία – και διάβασα την επόμενη πρόταση πολύ προσεκτικά. Δεν τη θυμάμαι κατά λέξη, μα έλεγε κάτι σαν: “Το μεμονωμένο μέλος της κοινωνικής κοινωνίας συχνά λαμβάνει πληροφορίες μέσω οπτικών, συμβολικών καναλιών”. Βασανίστηκα πολύ με αυτό, και μετά κατάφερα να το μεταφράσω. Ξέρετε, τι σημαίνει; “Οι άνθρωποι διαβάζουν”.
Έπειτα πέρασα στην επόμενη πρόταση και κατάλαβα, ότι μπορώ να τη μεταφράσω επίσης. Ύστερα αυτό μετατράπηκε σε μια ανούσια ασχολία: “Καμιά φορά οι άνθρωποι διαβάζουν; ενίοτε ακούν ράδιο”, – και τα λοιπά, και τα λοιπά. Όμως, όλα τα αυτά ήταν γραμμένα τόσο περίτεχνα, ότι στην αρχή δεν τα είχα καταλάβει, μα όταν κατάφερα, επιτέλους να τα αποκωδικοποιήσω, αποδείχθηκε, ότι είναι η απόλυτη ανοησία.
Σε εκείνο το συνέδριο έγινε ένα γεγονός, το οποίο απήλαυσα πραγματικά η τουλάχιστον μου φάνηκε πολύ αστείο. Η κάθε λέξη, την οποία έλεγε ο κάθε ομιλητής σε εκείνη την συνέλευση, ήταν τόσο σημαντική, ότι προσέλαβαν τον στενογράφο, που τύπωνε όλες αυτές τις αρλούμπες. Τη δεύτερη, μάλλον, ημέρα ο στενογράφος ήρθε σε μένα και ρώτησε: “Με τι ασχολείστε; Εσείς, προφανώς, δεν είστε καθηγητής”.
– Αντιθέτως, είμαι ένας καθηγητής.
– Της;
– Της φυσικής – επιστήμης.
– О! Αυτός πρέπει να είναι ο λόγος, – είπε εκείνος.
– Ο λόγος για ποιο πράγμα?
Ο άνθρωπος απάντησε: “Βλέπετε, είμαι στενογράφος και τυπώνω ο, τι λέγεται εδώ. Όταν μιλάνε όλοι οι υπόλοιποι, εγώ τα καταγράφω όλα, χωρίς να καταλαβαίνω ούτε μια λέξη. Όμως, κάθε φορά, όταν σηκώνεστε εσείς, για να κάνετε μια ερώτηση ή να πείτε κάτι, καταλαβαίνω τα πάντα, που εννοείτε – έτσι και σκέφτηκα, ότι εσείς απλώς δεν μπορείτε να είστε καθηγητής!!”»
Το πιο πιθανόν απ` όλα εκείνος ο στενογράφος θεωρούσε όλους αυτούς τους “ανθρωπιστές” πολύ έξυπνους – μα πως – αφού έχουν όλοι τον τίτλο των “καθηγητών”, έχουν αντίστοιχα παράσημα, όλοι οι άνθρωποι παραδέχονται το μυαλό τους, οι εκδοτικοί οίκοι τυπώνουν τα βιβλία τους και οι φοιτητές πληρώνουν, για να μάθουν από αυτούς. Όπως οι βασιλιάδες και οι στρατηγοί στολίζονται με διάφορα εξωτερικά διακριτικά, για να καταλάβουν όλοι – πόσο έξυπνες και σημαντικές προσωπικότητες είναι, έτσι και οι “επιστήμονες”- φιλόσοφοι, ψυχολόγοι και άλλοι εσωτερικοί στολίζονται με συνέδρια, τίτλους, διπλώματα και διάφορες άλλες μαλακίες, ώστε ο καθένας να καταλαβαίνει – είναι πάρα, πάρα πολύ έξυπνοι.
Είναι καταπληκτικό, ότι όλη αυτή η σαβούρα υπάρχει στην εποχή μας – στον εικοστό πρώτο αιώνα!! Καταπληκτικό, ότι εδώ και εκατό χρόνια η φυσική καταλαμβάνει τη θέση της “βασίλισσας των επιστήμων”. Ο κάθε διαολεμένος καρδινάλιος, κάθε βλαμμένος καθηγητής φιλοσοφίας χρησιμοποιεί τηλεόραση, κινητό τηλέφωνο, υπολογιστή και ασύρματο ιντερνέτ. Πάνω από αυτό – ήδη σχεδόν κάθε νοικοκυρά ξέρει να χρησιμοποιεί ο, τι έχω αναφέρει. Και αυτό δεν αλλάζει απολύτως τίποτα στις δεισιδαιμονίες. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να αποφεύγουν τον αριθμό 13, αν είναι Ευρωπαίοι, ή τον αριθμό 4, αν είναι Κινέζοι. Και ακόμα πιστεύουν στο θεό, μαύρες γάτες και φιλοσοφία. Οι Κινέζοι φοβούνται τον αριθμό 4 τόσο πολύ, ότι σε πολλά ξενοδοχεία των χωρών, όπου ταξιδεύουν πολλοί Κινέζοι τουρίστες, απλώς δεν υπάρχουν τέταρτοι και δέκατοι τέταρτοι όροφοι! Αντί αυτού, εκεί υπάρχουν όροφοι «3α» και «13α».
Πώς εξηγείται μια τέτοια κατάσταση; Μάλλον, υπάρχουν πολλές εξηγήσεις για αυτό, από την άλλη όμως – πως να απορήσουμε με την πίστη των ανθρώπων στη φιλοσοφία, αν ακόμα και σήμερα δισεκατομμύρια ανθρώπων πιστεύουν στο θεό! Παρόλα ταύτα, ο θεός είναι εκ των προτέρων αποσπασμένος από την επιστήμη. Στα σύγχρονα πανεπιστήμια δεν θα συναντήσεις πια την έδρα της θεολογίας, αλλά η φιλοσοφία επίμονα συνεχίζει να θεωρείται επιστήμη! Αυτό είναι πολύ περίεργο. Κάθε σχολιαρόπαιδο λαμβάνει τις απλές αντιλήψεις περί της επιστήμες από τα πρώτα του παιδικά χρόνια. Όταν τελειώνει το λύκειο, είναι ήδη γεμάτος με διάφορες μπούρδες από την φυσική, χημεία, γενετική και άλλες επιστήμες,. Πως γίνεται οι άνθρωποι μετά από όλα αυτά να πιστεύουν, ότι η φιλοσοφία – είναι επιστήμη;;
(Αργότερα φάνηκε το λάθος μου – μέχρι και σήμερα απίστευτος αριθμός εδρών θεολογίας υπάρχει στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, και πάλι όμως μόνο οι εντελώς ανεγκέφαλοι θα μπορούσαν να θεωρήσουν τη θεολογία επιστήμη, την ώρα που η φιλοσοφία θεωρείται επιστήμη πραγματικά παντού).
Νομίζω, ότι μια από τις κυριότερες εξηγήσεις αυτής της κατάστασης βρίσκεται συγκεκριμένα στο γεγονός, ότι ούτε στα σχολεία, ούτε στα πανεπιστήμια, ούτε στις έδρες διαφόρων επιστήμων, στην ουσία, κανείς ΔΕΝ ΔΥΔΑΣΚΕΙ ΤΙΠΟΤΑ. Οι άνθρωποι παπαγαλίζουν, επαναλαμβάνουν ανούσια, και δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Γι` αυτό και δεν είναι ανίκανοι να διαχωρίσουν την επιστήμη από την παράνοια, διότι, ξεκάθαρα μιλώντας, αυτοί δεν μπορούν να καταλάβουν ούτε το ένα, ούτε το άλλο! Τα απομνημονεύουν όλα, μα τίποτα δεν κατανοούν. Και όταν οι ίδιοι άνθρωποι συναντάνε την απόλυτη βλακεία στα έργα των “ουμανιστών”, το αντιμετωπίζουν με άνεση και ακόμα με σεβασμό – κοίταξε να δεις, πόσο δύσκολη είναι αυτή η επιστήμη – δεν μπορούμε να βγάλουμε μια άκρη. Δισεκατομμύρια ανθρώπων, που έχουν τελειώσει το σχολειό και ποτέ ξανά δεν επέστρεψαν στις εκμάθηση, ανακαλύπτουν στο κεφάλι τους ένα τρομερό κενό σε ο` τι αφορά τις επιστήμες. Ρώτησα πάρα πολλούς ανθρώπους ηλικίας από 20 μέχρι 35 χρονών, σχετικά με τα πιο απλά θέματα – στην ουσία, όλοι τους ανήκουν στους άλλους καιρούς, ζουν στην εποχή των δεινοσαύρων. Οι άνθρωποι αυτοί μπερδεύουν το ηλιακό σύστημα με τον γαλαξία, δεν γνωρίζουν – τι είναι το γονίδιο και τα ριβοσώματα, δεν καταλαβαίνουν – γιατί λάμπει ο ήλιος, τι είναι η χημική ένωση, και για ποιο λόγο το αίμα είναι κόκκινο, πως να μετατρέψεις υδράργυρο σε χρυσό. Δεν ξέρουν ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ. Απόλυτο, πλήρες κενό. Στην καλύτερη περίπτωση στα κεφάλια τους περιστρέφεται κάποια απομνημονευμένη φράση, μα είναι αυτή η περίπτωση «καλύτερη»; Αφού τους παραπλανεί. Εκείνοι νομίζουν, πως «ξέρουν» κάτι.
Πώς μπορούμε να το ανεχτούμε αυτό; Κοίταξε την προηγούμενη παράγραφο. Οι ταλαντούχοι άνθρωποι σε μεγάλο βαθμό φέρουν την ευθύνη για τέτοια κατάσταση, αφού αυτοί ήταν που αποσύρθηκαν από τις διοικητικές λειτουργίες, μεταβιβάζοντας τον έλεγχο αυτού του κόσμου στα χέρια των κάφρων. Και αν σε κάποιον από τους ταλαντούχους επιστήμονες θα πρότειναν μια θέση στο υπουργείο παιδείας, εκείνος θα είχε αρνηθεί, έχοντας ως κίνητρο και τέτοιους λόγους, όπως η υπεροψία, αδιαφορία, μεγαλομανία και αφέλεια.
Ο Φέινμαν περιγράφει την διαδικασία εκμάθησης ως εξής:
«Ένας επιστήμονας μαθαίνει την ελληνική γλώσσα και την αγαπά πολύ. Κάποια στιγμή του τυχαίνει ένα ταξίδι στο εξωτερικό, και στην χώρα αυτή εκείνος παρατηρεί με μεγάλη χαρά, ότι όλοι μαθαίνουν ελληνικά, ακόμα και τα παιδιά στο δημοτικό. Έρχεται λοιπόν στις εξετάσεις και ρωτάει τον φοιτητή, μελλοντικό ειδικό της ελληνικής γλώσσας:
– Πώς κατανοούσε ο Σωκράτης την σχέση της Αλήθειας με την Ομορφιά;
Ο φοιτητής δεν βρίσκει την απάντηση. Τότε ο επιστήμονας του κάνει άλλη ερώτηση: “Τι είπε ο Σωκράτης στον Πλάτωνα στην Τρίτη συζήτηση;”. Ο φοιτητής χαμογελά και αρχίζει, σαν κουρδισμένος, να επαναλαμβάνει στα άπταιστα ελληνικά λέξη προς λέξη τα λεγόμενα του Σωκράτη.
Μα στην Τρίτη συζήτηση ο Σωκράτης συγκεκριμένα αναλύει τη σχέση ανάμεσα στην Αλήθεια και την Ομορφιά.
Ο επιστήμονας μας ανακάλυψε λοιπόν, ότι στην χώρα αυτή η ελληνική γλώσσα διδάσκεται έτσι: στην αρχή μαθαίνουν τα παιδιά να προφέρουν τους ήχους, μετά τα λόγια, και μετά ολόκληρες προτάσεις και παραγράφους. Οι φοιτητές μπορούσαν να απομνημονεύουν, λέξη προς λέξη, τα λεγόμενα του Σωκράτη, χωρίς να κατανοήσουν ότι αυτές οι λέξεις σημαίνουν κάτι στην ουσία. Για αυτούς ήταν μόνο ήχοι. Κανείς δεν μετέφρασε αυτούς τους ήχους σε μια κατανοητή για τους φοιτητές γλώσσα.»
Ο Φέινμαν τα έγραψε αυτά μισό αιώνα πριν. Από τότε δεν άλλαξε τίποτα, και μάλλον, δεν θα αλλάξει ποτέ.
Θα ήθελα να κάνω την ερώτηση σε κάποιον πανεπιστημιακό χημικό, φυσικό, γενετικό, βιολόγο, μαθηματικό – πώς ανέχονται το γεγονός, ότι υπό την ίδια στέγη του εκπαιδευτικού τους ιδρύματος υπάρχει μια τέτοια επαίσχυντη χίμαιρα, όπως το “Τμήμα Φιλοσοφίας”; Γιατί, τουλάχιστον, δεν δίνουν ευγενικά και ανοικτά την δική τους προσωπική άποψη στους φοιτητές, σχετικά με το – τι είναι τούτη η “φιλοσοφία”; Η εγκρίνουν αυτή τη λέρα, που οδηγεί στο καρκίνωμα της κοινής λογικής; Η απλούστατα πουλάνε την ειλικρίνεια και τιμιότητα τους με αντάλλαγμα την καλή αντιμετώπιση ως προς αυτούς από τη μεριά των φιλοσόφων και άλλων κάφρων; Όχι, δεν είμαι κατά της πορνείας, αντιθέτως. Η πορνεία είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο, ένας άνθρωπος πουλάει τις υπηρεσίες της σεξουαλικής χρήσης του κορμιού του με ένα αποδεκτό για εκείνον αντίτιμο, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις απολαμβάνει κιόλας τη δουλειά του (κάτι, που δεν μπορούμε να πούμε για πολλά άλλα επαγγέλματα). Μα αν είναι πόρνη – πες το σε αυτούς, που υπολογίζουν στην τιμιότητα σου και σε πληρώνουν, επειδή εσύ είσαι ένα παρθένο κορίτσι. Οι φοιτητές πληρώνουν τα λεφτά τους, σπαταλούν τον χρόνο τους, αγοράζοντας τις υπηρεσίες των καθηγητών. Θεωρώ, ότι για αυτούς θα είχε σημασία να ξέρουν, ότι ο καθηγητής τους είναι μια πόρνη, η οποία υπονομεύει την ειλικρίνεια του συνηθισμένου στον ίδιο βαθμό, που υποτιμά και την επιστημονική ειλικρίνεια, που απαιτεί από τον επιστήμονα να διαχωρίζει ακλόνητα την επιστήμη από τη θρησκεία και διάφορες άλλες μπούρδες.
Εσύ θα ήθελες να κάνεις μια τέτοια ερώτηση σε κάποιον, ή θα περιοριστείς στην ανάγνωση του βιβλίου μου και σιωπηλή παραδοχή των σκέψεων μου;
Αυτά, που εγώ περιγράφω, φαίνονται κάπως αφηρημένα, μακρινά από τη ζωή. Εντάξει, φυσική, φιλοσοφία… είναι όλα αυτά τόσο σημαντικά; Στην τελική ανάλυση, οι φυσικοί κάπως θα τα βρουν και μόνοι τους με τα πειράματα, ενώ όσο αφορά τους φιλοσόφους – αφού τους αρέσει να λένε διάφορες αρλούμπες, ας είναι. Εντάξει, είναι και αυτό μια γνώμη. Με την πρώτη ματιά, σωστή. Με τη δεύτερη, όμως – όχι και τόσο σωστή. Με την τρίτη – καθόλου σωστή, όμως. Δεν θέλω να αρχίσω να επαναλαμβάνω τις κοινοτοπίες για τη σημασία της επιστημονικής προόδου για την ανταγωνιστική ανάπτυξη του κράτους, τι επίδραση έχει αυτό στον τρόπο ζωής των πολιτών του, – στο κάτω-κάτω, όπως και να έχει, και πάλι θα τα κλέψουν όλα ή θα τα επενδύσουν σε μια πολύ ηλίθια ιδέα, όσο στην εξουσία βρίσκονται οι κάφροι. Όμως, σκέψου κάτι άλλο. Όταν εσύ πονάς κάπου, το πρώτο πράγμα που θα κάνεις – είναι να τρέξεις σε έναν γιατρό, έτσι δεν είναι; Και τι λες – αυτοί οι γιατροί πήγαιναν σε κάποια άλλα σχολεία; Οι αρχές της εκπαίδευσης στις ιατρικές σχολές διαφέρουν σε κάτι από τις αρχές των άλλων σχολείων? Δυστυχώς – όχι. Έτσι λοιπόν από την παράγραφο μου μπορείς να βγάλεις τουλάχιστον ένα χρήσιμο συμπέρασμα – ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΕΜΠΥΣΤΕΥΕΣΑΙ ΓΙΑΤΡΟΥΣ, επειδή είναι το ίδιο χαζοί παπαγάλοι, όπως και οι υπόλοιποι. Στερούνται της κοινής λογικής με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως και η γιαγιά σου. Και αυτό είναι τρομερό, βέβαια, αλλά δεν είναι ανέλπιστο. Αναγκάζουν τους γιατρούς να μαθαίνουν τα πάντα παπαγαλία; Πολύ ωραία. Οι γιατροί δεν καταλαβαίνουν τίποτα στις αρρώστιες; Δεν είναι τρομερό. Δεν είναι, επειδή έχεις την δική σου διάνοια. Αφού πληρώνεις τον γιατρό, σωστά; Όταν κάνεις την επίσκεψη, πες του κατευθείαν, από την αρχή, ότι εφόσον εσύ έρχεσαι με σκοπό να αγοράσεις τις υπηρεσίες του, θέλεις να λάβεις ΑΚΡΙΒΩΣ τις υπηρεσίες, για τις οποίες πληρώνεις, και αν δεν του αρέσει ένας τέτοιος ασθενής – θα πας σε έναν άλλο γιατρό, και στο τέλος θα πληρώνεις μόνο σε αυτόν, που θα σου δώσει αυτό, που ζητάς. Τι σε συμφέρει να ζητήσεις, όμως; Σε συμφέρει να ζητήσεις τις πληροφορίες. Ο γιατρός είναι ΥΠΟΧΡΕΟΜΕΝΟΣ να σου εξηγήσει – πως εκείνος έκανε τη διάγνωση, και γιατί επέλεξε τη συγκεκριμένη θεραπεία. Μην ντρέπεσαι να ρωτάς “γιατί” κάθε φορά, όταν δεν καταλαβαίνεις κάτι. Όταν θα πάρεις αρκετές πληροφορίες από τον γιατρό, και θα λάβεις τις συγκεκριμένες συστάσεις, κάνε μια παύση – κάθισε και διάβασε στο διαδίκτυο ο, τι βρεις σχετικά με το θέμα. Εφάρμοσε την ΔΙΚΗ σου κοινή λογική, διότι οι γιατροί – για φαντάσου – πολλές φορές δεν την έχουν. Μπορείς να το καταλάβεις πολύ εύκολα, αν δεν τους αντιμετωπίζεις σαν ημίθεους, απρόσιτους και αθανάτους, στους οποίους μπορείς να απευθυνθείς μόνο μέσω προσευχών σου. (Αστείο, αλλά τις περισσότερες φορές αυτή ακριβώς την αντιμετώπιση έχουν οι άνθρωποι για τους γιατρούς – σε αυτούς “πιστεύουν”, εναποθέτουν τις ελπίδες). Είναι πολύ εύκολο να φτάσεις τους γιατρούς. Κοίταξε γύρω σου – θα έχεις έναν και στους δικούς σου γνωστούς, ή ανάμεσα στους φίλους φίλων. Πήγαινε μια επίσκεψη η συναντήσου με αυτόν με οποιαδήποτε πρόφαση, κάνε του τις πιο απλές ερωτήσεις – για παράδειγμα αυτές, που βρήκες στα βιβλία μου. Θα δεις την ίδια αβοήθητη απορία, ηλιθιότητα, δογματισμό, ανικανότητα και απροθυμία να σκεφτεί, απέχθεια για τη σαφήνεια και για την ίδια διαδικασία της νόηση, που είδες και νωρίτερα στην συμπεριφορά της γιαγιάς σου.
Πολλές φορές έχει νόημα εκ των προτέρων να διαβάσεις και να μάθεις περισσότερα, προτού απευθυνθείς στον γιατρό – τότε οι ερωτήσεις σου θα είναι πολύ πιο εύστοχες, ενώ οι απαντήσεις του – πιο κατανοητές. Εννοείται, ότι ποτέ δεν πρέπει να περιορίζεσαι σε έναν γιατρό – δες και δεύτερο και τρίτο, αν η κατάσταση είναι σοβαρή. Άκουσε την κάθε συμβουλή τους, προσπάθησε να καταλάβεις την άποψη σου και μετά ΜΟΝΟΣ σου επέλεξε την θεραπεία, η οποία σου φαίνεται περισσότερο λογική. Αυτή δεν είναι απλώς μια έκφραση – εδώ μιλάμε για την υγεία σου. Σε αυτό το ζήτημα η ηλιθιότητα σου, ευκολοπιστία και τάση να υποχωρείς μπροστά στην πίεση του κύρους μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στο θάνατο – ή στην αναπηρία! Και είναι σίγουρο, ότι οι γιατροί θα κάνουν τα πάντα για να σε εντυπωσιάσουν, αφού υποκρίνονται τόσο σημαντικούς και πολύξερους, όταν βάζουν τις λευκές ρόμπες τους – ίδιοι στρατάρχες, που βάζουν πάνω τους τις στολές με λαμπερά κουδουνιστά παράσημα, ή σαν τους ιερείς, που φοράνε τα φανταχτερά ράσα ή αντιθέτως επιτηδευμένα ασκητικά ρούχα, για να σε παραπλανήσουν. Αλήθεια – δεν είναι πολύ πρωτόγονος τρόπος να κάνεις την εντύπωση; Μα δουλεύει πάρα πολύ καλά, όμως!
Γράφω αυτά τα λόγια, ενώ κάθομαι στο εστιατόριο του ξενώνα στο Ναμτσέ – μεγάλης σύμφωνα με τα ντόπια δεδομένα πόλης κοντά στο Έβερεστ. Καμία φορά ανοίγουν την τηλεόραση, και τώρα είναι μια τέτοια στιγμή. Συνήθως δεν την παρατηρώ καν, διότι έμαθα να απορρίπτω την άχρηστη φασαρία, που υπάρχει εδώ, ειδικά το πρωί και το βράδυ. Όμως, τώρα έριξα μια ματιά στην οθόνη και είδα, πως δείχνουν τις ευρωπαϊκές ειδήσεις. Στο πλάνο ένας αυτάρεσκος για δέκα άνθρωπος, μεγαλόσωμος άντρας, που αναγγέλλει κάτι με ύφος προφήτη, ο οποίος έκανε την χάρη να κατέβει στους θνητούς, ενώ οι υπόλοιποι τον ακούν, λες και οι ασυναρτησίες του (δεν μπορώ να τις περιγράψω καν) έχουν τεράστια σημασία. Ο άνθρωπος αυτός φοράει γκρι σακάκι και κόκκινη γραβάτα. Έχω πάρα πολύ καιρό να δω ανθρώπους με γραβάτα, έτσι μπόρεσα να το δω με φρέσκια ματιά. Είναι ΠΟΛΥ απαίσιο! Πολύ αφύσικο και βάρβαρο. Ο άνδρας τελείωσε την ομιλία του και πήγε στο αυτοκίνητο, συνεπώς, η κάμερα, που τον ακολουθούσε, έδειξε και όλους τους άλλους ανθρώπους, που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στο σημείο. Προφανώς, ήταν επίσης πάρα πολύ σημαντικά πρόσωπα, αφού τα ρούχα τους ήταν εντελώς ανόητα! Και μια ολοκληρωτική λεπτομέρεια – όταν αυτός ο μεγαλόσωμος άντρας (θα ήταν πιο χρήσιμος στην οικοδομή!) πλησίασε το αυτοκίνητο, ο γλείφτης, που τον υπηρετούσε, άνοιξε την πόρτα. Το βόδι ήταν τόσο σημαντικό, ότι δεν άνοιγε ο ίδιος την πόρτα! Μήπως και στην τουαλέτα δεν σκουπίζει τον πισινό του;
Είναι καταπληκτικό, πόσο εύκολα μπορεί κανείς να κάνει εντύπωση σε έναν, φαινομενικά, μεγάλο και νοήμον άνθρωπο. Μάλλον, δεν θέλουμε να παραδεχτούμε, ότι δεν φύγαμε και τόσο μακριά από τους αγρίους της φυλής των μουμπο-γιουμπο, και όμως, αυτό είναι αλήθεια. Οι σημερινοί αγριάνθρωποι κρατάνε στα χέρια τους ένα κινητό και έχουν υπολογιστή στο γραφείο, μα στα υπόλοιπα πράγματα δεν έχουν αλλάξει πολύ.
Και σχεδόν κάθε γιατρός θα αντιμετωπίσει άκρως αρνητικά τις ερωτήσεις και τις διευκρινίσεις σου, μέχρι και απότομη και επιθετική ψυχολογική πίεση μπορεί να ασκήσει. Αν υποχωρήσεις, θέτεις τη ζωή σου στο κίνδυνο. Για να εξασκηθείς στην αντίσταση κατά μιας τέτοιας επικίνδυνης πίεσης, μπορείς να διαβάσεις το άλλο μου βιβλίο, την “Επιλογή των ελκυστικών καταστάσεων”.