Ο Μένγκες έδειχνε κάπως ανήσυχος, όταν όλοι μαζεύτηκαν μισή ώρα αργότερα στο ξέφωτο μπροστά από το σπίτι. Ο ήλιος ίσα-ίσα είχε φωτίσει την κοιλάδα, και η αυξανόμενη ζέστη σε μια στιγμή αντικατέστησε τη πρωινή δροσιά.
– Σύντομος πρόλογος. – ο Μένγκες ξερόβηξε και το πρόσωπο του για κάποιο λόγο πήρε μια λιγάκι κατάπληκτη έκφραση.
– Βρισκόμαστε στην αρχή. Όλοι το ξέρετε πάρα πολύ καλά. Φυσικά, γίνεται μεγάλη φασαρία γύρω από τις έρευνες μας, και μέσα σε αυτήν χάνεται κάπως το γεγονός, ότι εμείς έχουμε ξεκινήσει μόλις τώρα. Η ειδική ιστορία, σαν μια λίγο-πολύ καλοσχηματισμένη επιστήμη υπάρχει μόλις δεκαπέντε χρόνια, και τα δυο πρώτα χρόνια εμείς περάσαμε σχεδόν ακίνητοι, προσπαθώντας προσεκτικά να εισέλθουμε στα άγνωστα μέχρι τότε σύμπαντα των συνειδήσεων, δημιουργώντας τα κριτήρια της αξιοπιστίας, τον κώδικα ασφάλειας, τρόπους της ασφάλισης, της καταγραφής και της τακτοποίησης των παρατηρήσεων. Φτιάξαμε τη βάση δεδομένων, σχηματίσαμε τις πρώτες ομάδες των ερευνητών. Μιλώντας ειλικρινά, ακόμα και τώρα δεν έχουμε μια ξεκάθαρη αντίληψη – τι μελετάμε συγκεκριμένα, και δεν έχουμε παραμικρή ιδέα – ποιες προοπτικές μπορούν να ανοιχτούν μπροστά μας αύριο, η σήμερα ήδη! Είμαι σίγουρος, ότι η σαφήνεια αυτή θα αυξάνεται, όσο εμείς θα λαμβάνουμε τα νέα δεδομένα, ενώ για τη στιγμή το μόνο που μας μένει να κάνουμε – είναι απλώς να δουλέψουμε με απόλαυση και προσμονή, εκτελώντας τη μια κατάδυση μετά την άλλη, διότι όσο ακαθόριστα και να είχαν διατυπωθεί οι στόχοι, οι τρόποι, η ακόμα και ο ίδιος ο τομέας των ερευνών μας, αναμφισβήτητο παραμένει το ότι εμείς πετύχαμε την πρόσβαση στις απολύτως ασυνήθιστες αντιλήψεις, και η ρεαλιστικότητα αυτών τον αντιλήψεων, η συγκεκριμένη τους ουσία για τις ζωτικές μας προτεραιότητες, είναι αναμφισβήτητη.
Η ομιλία του Μένγκες γινόταν όλο και πιο δυναμική, οι συγκρατημένες χειρονομίες τόνιζαν την εσωτερική του ένταση. Καμιά φορά το βλέμμα του διέφευγε πάνω από τα κεφάλια των ακροατών, και τότε φαινόταν ιδιαίτερα ξεκάθαρα, ότι αυτός απευθύνεται σε ένα μεγαλύτερο κοινό, κάπου εκεί – πίσω από τις πλάτες των συνάδελφων του.
– Δυο άκρως ενδιαφέρον πράγματα ταυτόχρονα. – η φωνή του Μένγκες έχασε την επίσημη ένταση, το πρόσωπο απέκτησε μια συγκρατημένη έκφραση. – Ναι, δυο μαζεμένα, σχεδόν ταυτόχρονα κιόλας. Και… εκπληκτικό, αλλά είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους… θα το καταλάβετε και οι ίδιοι, όμως. Πρώτο – από την ομάδα του Τζέι Τσοκ, που δουλεύει στο Σιπαντάν, Βόρνεο.
– Ο Τζέι – είναι από τους κομάντος! – η χαρούμενη, λεπτή φωνή της Τόρα διέκοψε την κουβέντα του Μένγκες.
– Ναι. Αυτοί κατάφεραν να φτάσουν στην αρχή της επανάστασης. – Αυτό, φυσικά, έχει ενδιαφέρον και από μόνο του, μιας και τόσες προσπάθειες είχαν καταβληθεί, για να φτάσουμε σε εκείνες τις καταστάσεις, αλλά οι προσωπικότητες, οι οποίες όριζαν τη ροή της επανάστασης, που βρίσκονταν στις αρχές τις, είχαν δημιουργήσει μια τέτοια πληρότητα, τέτοια τσιμεντένια ομόνοια των επιθυμιών, ότι, κρίνοντας απ` όλα, αυτό έκτισε το εμπόδιο. Σε εκείνα τα χρόνια ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου, και του θανάτου πολύ πιο απαίσιου από έναν απλό σωματικό θάνατο. Μπροστά τους βρισκόταν η επιλογή, την οποία εμείς δεν αντιμετωπίζουμε πλέον – η να πολεμήσουν για το δικαίωμα τους να ζήσουν στις φωτισμένες αντιλήψεις, η να υποχωρήσουν, να αποδεχτούν, να σαπίσουν, να μετατραπούν σε εκείνη την πνιγερή- αηδιαστική -γεμάτη μίσος μάζα, η οποία ήταν στην ουσία ο συνηθισμένος ενήλικος άνθρωπος τότε, ο οποίος πεθαίνει από το πύον του πολύ καιρό προτού φτάσει στην ηλικία των εκατό χρόνων. Εμείς στην πλειοψηφία μας είμαστε πιο μαλακοί, διότι για μας δεν είναι τόσο επίκαιρο το πρόβλημα της επιβίωσης. Τώρα το κάθε σχολιαρόπαιδο γνωρίζει, ότι οι φωτισμένες αντιλήψεις συν η βεβαιότητα -500 παρατείνουν τη ζωή πολύ πιο πέρα από τα όρια, για τα οποία οι προγονοί μας δεν μπορούσαν καν να ονειρευτούν, και ο βασικός αντίπαλος μας είναι η επάρκεια, για αυτό, προφανώς, και δεν μπορούμε ακόμα να ενσωματώσουμε τις αντιλήψεις εκείνον των μαχητών. Έτσι δεν είναι παράξενο, ότι ακριβώς η ομάδα, αποτελούμενη από τους κομάντος, έφτασε πρώτη στην επιτυχία – στις βάσεις τους εκείνοι χτυπάνε πρώτα απ` όλα την επάρκεια. Ακόμα στην επιτυχία συνέβαλε το ότι αντί να προσπαθήσουν την είσοδο την εποχή, όταν η αντιπαράθεση μπήκε σε μια δραστική φάση, ο τονισμός είχε μετατοπιστεί σε πιο πρώιμες φάσεις, ουσιαστικά στην αρχή, όταν οι προσωπικότητες τους δεν είχαν σκληραγωγηθεί ακόμα τόσο πολύ.
Ο Μένγκες ανέπτυξε τον ιστό της ολογραφικής οθόνης, και συνέχισε να μιλάει, αναζητώντας τον σωστό κρύσταλλο πληροφοριών.
-Σαν αποτέλεσμα οι ερευνητές βγήκαν σε μια περίοδο ηρεμίας, όταν φαινόταν, ότι στις γενικές γραμμές ο πόλεμος είχε τελειώσει, και νικήσαν – τώρα ονομάζουμε αυτή την εποχή «η τελευταία παύση». Εκείνοι δεν ήξεραν ακόμα, ότι πλησιάζει η πιο αιματηρή περίοδος στην ιστορία της ανθρωπότητας, σε σύγκριση με την οποία η φρίκες του τρίτου παγκοσμίου πολέμου θα φανούν παιδικά παιχνίδια. Δεν γνώριζαν ακόμα, ότι η ηρεμία αυτή – είναι μόλις μια ενδιάμεση φάση, όταν οι μισάνθρωποι αποφάσισαν να μαζέψουν τις δυνάμεις τους για ένα τελευταίο, αποφασιστικό χτύπημα. Ήταν δύσκολο για αυτούς να φανταστούν – ναι, παρ` ότι ήδη ήξεραν για τον κόσμο των ανθρώπων, που μισούν – αδυνατούσαν να σκεφτούν, ότι είναι δυνατός ένας τέτοιος βαθμός του μίσους. Και εγώ δεν νομίζω, ότι θα μπορούσα να το φανταστώ… Και αυτό παραλίγο τους κατέστρεψε. Στον δεύτερο παγκόσμιο πέθαναν γύρω στα σαράντα εκατομμύρια, νομίζω? Κάτι τέτοιο, δηλαδή. Αλλά τότε συγκρούστηκαν ουσιαστικά δυο αρπακτικά, που αλληλοσπαράχτηκαν – οι φασιστές και οι κομμουνιστές, τους οποίους κατέβαλε εξίσου η δίψα της εξουσίας για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι άλλοι υπέφεραν λιγότερα. Έπειτα η επιδημία της στειρότητας, η οποία ξεκίνησε στην Ευρώπη στα μισά του εικοστού πρώτου αιώνα. Τότε η προσοχή των γιατρών ήταν συγκεντρωμένη στα προβλήματα τελείως διαφορετικού είδους – το AIDS, ο πυρετός του Ζαρτς και τα λοιπά, και ξαφνικά ανακαλύφθηκε, ότι τα παιδιά, που γεννήθηκαν μετά από το 2010, είναι σχεδόν όλα στείρα. Τώρα υποθέτουμε, ότι η αιτία βρίσκεται σε ένα σύνολο των παραγόντων – καταπιεσμένη (και όχι απομακρυσμένη) ανησυχία, εκνευρισμός, και η καλλιεργημένη με όλες τις δυνάμεις επάρκεια. Το γεγονός, ότι οι άνθρωποι, που ζουν τώρα και δημιουργούν τις ΦΑ, έχουν ξεχάσει για το πρόβλημα της υπογονιμότητας, υποστηρίζει αυτή την υπόθεση. Ουσιαστικά, οι άνθρωποι στη Δύση σταμάτησαν να είναι ένα είδος, που στοχεύει στο μέλλον – ήταν παχύσαρκοι, δίχως την παραμικρή αναλαμπή των δημιουργικών ένστικτων. Ακόμα και τα πρόσωπα και τα σώματα τους γίνονταν όλο και πιο παραμορφωμένα – καμπουριασμένοι, με δυσανάλογα άκρα, κοντούς λαιμούς, δηλαδή, το κορμί τους είχε μεταμορφωθεί σύμφωνα με το επικρατών αρνητικό φόντο, που είχαν. Δεν έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου – όχι, απλώς προσαρμόστηκαν στο ότι τους περιβάλλουν οι άσχημοι, σταμάτησαν εξ` ολοκλήρου να ξεχωρίζουν την ομορφιά και την ελκυστικότητα. Έχασαν απλά την ικανότητα να διακρίνουν – αν είναι όμορφος ένας άνθρωπος, η όχι. Οι νέες γενιές, που ακολούθησαν τους άσχημους, συσσώρευαν μόνο αυτές τις ατέλειες. Η Ευρώπη είχε σχεδόν αφανιστεί μέσα σε μόλις πενήντα χρόνια, και αυτό, με τη σειρά του, ενέτεινε τα προβλήματα με την ισλαμική εισβολή. Η σκληρότητα του τρίτου παγκοσμίου… – ο Μένγκες μισόκλεισε τα μάτια του, κοιτάζοντας στο αρχείο, σκέφτηκε για κάτι, τα δάχτυλα του έτρεχαν γρήγορα πάνω στην εικονική οθόνη. – Ναι… λοιπόν, αυτό ξεπέρασε την κάθε φαντασία, ο αριθμός των θυμάτων πλησίασε στο ένα δισεκατομμύριο, αν και ήταν αδύνατον να τους μετρήσουν όλους – δεν είναι παράξενο αυτό, διότι ο θρησκευτικός πόλεμος, που ξεκίνησε στην Ευρώπη, σχεδόν στιγμιαία κάλυψε όλον τον κόσμο. Η κάθε χώρα, κάθε πόλη, κάθε χωριό – τα πάντα άναψαν, σαν σπίρτο, όταν ο κόσμος βαρέθηκε την θρησκευτική τρομοκρατία. Όλα άρχισαν, όπως αυτό γίνεται πάντα, σαν μάχη για την ειρήνη, και έφτασε, όπως συνήθως, στο ότι δεν έμεινε ούτε μια πέτρα πάνω στην άλλη. Και μετά οι άνθρωποι κατάλαβαν, ότι και αυτός δεν είναι ο απόλυτος εφιάλτης – στη φωτιά του Μεγάλου Παιδικού Πόλεμου χάθηκαν οκτώ εκατομμύρια ζωές ! Σχεδόν ολόκληρη η ανθρωπότητα. Η ιστορία, ουσιαστικά, ξεκίνησε από το μηδέν. Μέχρι και σήμερα δεν έχουμε εξακριβώσει δεδομένα – πόσοι άνθρωποι έμειναν στη Γη, πιθανόν, 200-220 εκατομμύρια.
– Από την άλλη, αυτό διευκόλυνε την εγκατάσταση της νέας τάξης, όταν τα αρνητικά συναισθήματα και η δογματική ηλιθιότητα είχαν κηρυχθεί παράνομα, – είπε ο Μπράις.
– Αυτό είναι φυσικό, – αποκρίθηκε η Άρτσι. – Κάθε φορά, όταν σβήνει η επόμενη πυρκαγιά του πολέμου, μπορούμε να παρατηρήσουμε τις τάδε η εκείνες αλλαγές, που συνέβησαν στον κόσμο από εκείνες τις εποχές, ξεκινώντας από τις τεχνολογικές ανακαλύψεις, μέχρι την κοινωνική ανακατάταξη του κόσμου. Βέβαια, όσο μεγαλύτερος είναι ένας πόλεμος, τόσο πιο σημαντικές είναι οι συνέπειες. Το πιο απλό παράδειγμα – αν οι σοβιετικές αρχές δεν είχαν διαπράξει τα φρικτά εγκλήματα, τα οποία παρέσυραν με τη σκούπα του θανάτου εκατό εκατομμύρια ανθρώπους, αφάνισαν παντελώς τις εκατονταετίες της προηγούμενης πνευματικής ανάπτυξης μιας ολόκληρης ομάδας των εθνικοτήτων – είναι μεγάλη ερώτηση, αν θα είχε γεννηθεί αυτό, που σήμερα αποτελεί βάση του δικού μας κόσμου – η πρακτική του ευθύ δρόμου, οι πρώτοι πρακτικοί. Αυτοί ξεφύτρωσαν σε ένα έδαφος, καθαρισμένο από κάποια κουλτούρα, μιας και δεν μπορούμε να ονομάσουμε στα σοβαρά «κουλτούρα» τα δεσποτικά θανατηφόρα κομμουνιστικά και όμοια με αυτά καθεστώτα. Και έπειτα, όταν στον εικοστό πρώτο αιώνα αναγεννήθηκε η ΕΣΣΔ, μαζί με όλες τις χαρές της, με τις καταδιώξεις των ετερόδοξων, με τις φυλακές και τα στρατόπεδα, αυτό δεν έφερε την ουσιαστική πρόοδο στην κοινότητα των πρακτικών; Οι «κομάντος» έπαψαν να είναι μια «πτέρυγα» της πρακτικής, ένα «παρακλάδι» – αυτοί έγιναν η μοναδική μορφή, με την οποία οι πρακτικοί γενικώς κατάφεραν να επιβιώσουν. Και το άλλο, εξίσου σημαντικό – οι πρακτικοί τελικά είχαν εξορκιστεί στα άλλα κράτη. Αυτή η διαδικασία συνέβαινε και νωρίτερα, αλλά στην αναγεννημένη ΕΣΣΔ απέκτησε μαζικό χαρακτήρα, ως αποτέλεσμα η Ευρώπη πήρε όχι απλώς ένα βιβλίο, μεταφρασμένο στις ευρωπαϊκές γλώσσες, – αλλά είχε πια τους ζωντανούς φορείς της πρακτικής, και με τη σειρά του – αν δεν γινόταν αυτό – θα μπορούσε η Ευρώπη να αντέξει τους μελλοντικούς θρησκευτικούς πολέμους?
– Όλα τα αυτά είναι πολύ αμφιλεγόμενα, Άρτσι, – δεν άντεξε ο Μπράις.- Δεν μπορείς στα σοβαρά να σχετίζεις ένα τέτοιο συμβάν, όπως η εμφάνιση της ΠΕΔ, με έναν και μοναδικό παράγοντα. Και ύστερα – ναι, οι πόλεμοι έφερναν τις σημαντικές αλλαγές, και αυτές, τις οποίες ονόμαζαν «πρόοδο» επίσης. Ωστόσο – αν θα είχες τώρα την δυνατότητα να τον αποτρέψεις αυτόν τον πόλεμο, δεν θα τον είχες σταματήσει?
– Τα «αν» τέτοιου είδους στερούνται του ιστορικού νοήματος. Όσο για την ουσία της ερώτησης… είναι αμφιλεγόμενο, βέβαια. Αλλά όχι απίθανο. Μην ξεχνάς, ότι όχι μόνο η ΠΕΔ, όχι μόνο οι πρώτες ομάδες των πρακτικών, αλλά όλη η μετέπειτα ανάπτυξη της πρακτικής των πρώτων εκατό χρόνων πέρασε απολύτως απαρατήρητα για τη δυτική κουλτούρα, παρά το γεγονός, ότι οι μεταφράσεις των βιβλίων και των άρθρων είχαν γίνει στην συντριπτική πλειοψηφία των γλωσσών .
Ο Μένγκες βρήκε επιτέλους αυτό, που έψαχνε.
– Ας επιστρέψουμε στο θέμα μας. Εδώ. Αυτά τα έγγραφα είχαν παραληφθεί με τη μέθοδο της αντηχητικής κατάδυσης – οι αντιλήψεις αμέσως μετά από την ανακάλυψη τους είχαν απομονωθεί από τις άλλες μέσω κυκλικής διαλογής και εκκαθάρισης με αφοσίωση. Ο Τζέι κατάλαβε αμέσως την σημαντικότητα του ευρήματος και έστειλε όλη την ομάδα για ασφάλιση, την ώρα που η επικεφαλής ομάδα έμεινε ακίνητη, κρατώντας την αναπνοή της, κι με άκρως αδύναμο αντίκτυπο καθάρισε το εύρημα από την πνευματικό-συναισθηματική σκόνη. Αλλά το πιο αξιοθαύμαστο είναι …
– Προτείνω να δώσεις το υλικό στην ομάδα για ανάγνωση, Μένγκες. – Ο Κερτ σηκώθηκε απαλά, λύγισε την πλάτη του, για να ξεπιαστεί. – Έλα να τα διαβάσουμε όλα, αφού εγώ μέχρι στιγμής δεν έχω καταλάβει καλά-καλά – για ποιο πράγμα μιλάμε, και εσύ, απ` ότι φαίνεται, είσαι ήδη έτοιμος να βγάλεις κάποια συμπεράσματα. Είναι πολλά?
– Τι κρίμα, ο Τραππ και η Μπέρτα λείπουν! Μήπως να καλέσουμε μέσω VHS? Αυτοί μπορούν να συνδεθούν απευθείας – η Ριανα κοίταξε τον Μενγκες ερωτηματικά.
– Όχι, δεν θα τους αποσπάσουμε, δεν χρειάζεται βιασύνη, θα το μάθουν, όταν γυρίσουν. Αν κρίνω από τα μηνύματα τους, η Καλι Γκαντακι τους έφερε εκπλήξεις, ακόμα κι αν δεν έχει τραυματιστεί σοβαρά κανείς, το πιο πιθανόν, δεν θα έχουν χρόνο για τα δικά μας.
– Αφήστε με να πω και κάτι άλλο ακόμα – ο Μένγκες σήκωσε τις παλάμες του, ζητώντας προσοχή. – Τώρα θα διαβάσετε τα έγγραφα, περιμένετε μισό λεπτό, αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι – ελάτε, θέλω να το πω, το πιο ενδιαφέρον είναι – η ομάδα του Τσοκ πέτυχε την πρόσβαση στα αρχεία χάρη σε ένα τυχαίο γεγονός, και ξέρετε – ποιο? – ο Μένγκες γύρισε με το βλέμμα του τα πρόσωπα των παιδιών.
– Μένγκες, μην καθυστερείς! – η Άρτσι έξυσε ανυπόμονα με τα νύχια της την αγρία επιφάνεια του τραπεζίου, η οποία μύριζε όμορφα με τη ρετσίνα του ξύλου.
– Αυτοί δεν κατάφεραν να περάσουν, και είχαν σχεδόν ξεκινήσει την ολοκλήρωση της κατάδυσης. Ουσιαστικά, δεν κατάφεραν να διαστρωματώσουν τελείως τη δομή της εξωτερικής μεμβράνης, δεν μιλάμε καν για τη σταθεροποίηση της διάκρισης, και παρατηρούσαν εξ αποστάσεως…
– Τι είναι η «εξωτερική μεμβράνη»? – είπε ψιθυριστά η Τόρα, σκύβοντας στον Μάικ και αγγίζοντας το γόνατο του. – Με δυο λέξεις, εξήγησε – για ποιο πράγμα λένε.
– Τόρα, περίμενε…περίμενε, Μένγκες, μια στιγμή. – Ο Μάικ γύρισε προς το μέρος της. – Με δυο λέξεις αυτό γίνεται: όταν εσύ χαλαρώνεις την σταθερότητα της διακριτικής συνείδησης στην κανονική επαγρύπνηση, πιο απλά – πετάς το «στοιχειώδη δίκτυο», τότε πέφτεις ή σε έναν από τους τυφλούς τομείς, αν είσαι ένας σκοτισμένος άνθρωπος, ή στον τομέα των ελκυστικών ρεμάτων. Ποιο συγκεκριμένο στρώμα των ρεμάτων είναι προσιτό για σένα – αυτό εξαρτάται και από το – ποιες φωτισμένες αντιλήψεις κυριαρχούν τη δεδομένη στιγμή, και από το πόσο εγκλιματισμένο είναι το σώμα σου για τις συγκεκριμένες ΦΑ υψηλής έντασης, και από την αρχική σταθερότητα της πρόθεσης… εντάξει… αυτό, γενικά, αν και δεν είναι πολύ περίπλοκο, θα το προσπεράσουμε τώρα, θα δεις τις λεπτομέρειες αργότερα, όταν θα ξεκινήσεις τις καταδύσεις, – μιλώντας εν συντομία, όταν φτάνεις συγκεκριμένα στο αντικείμενο της έρευνας, είναι απαραίτητο, πρώτον, να βγεις από το ρέμα και να σταματήσεις – παρεμπιπτόντως, η Άρτσι ήταν αυτή, που συμμετείχε στην ανακάλυψη των λεγόμενων «ημιστατικών καταστάσεων» – μιας ειδικής στάσης στον δρόμο, μέρος για ξεκούραση. Έπειτα πρέπει να κάνεις μια πράξη ελέγχου της αυτοτάυτησης, να καταγράψεις την παρουσία των ξένων αντιλήψεων, αν υπάρχουν αυτές, να ελέγξεις την εντατικότητα του κίνητρου της επιστροφής, την ποιότητα της σύνδεσης με την εφεδρική ομάδα, και μόνο μετά από όλα τα αυτά να εστιάσεις την διάκριση στο αντικείμενο του ενδιαφέροντος σου. Εδώ και βρίσκεται μια ολόκληρη σειρά από λεπτομέρειες, ειδικά αν μιλάνε για την ενσωμάτωση των αντιλήψεων κάποιας προσωπικότητας – συγκαταλεγμένου και το ότι είναι αναγκαίο να ξεπεράσεις μια ειδική οθόνη, η διαπεραστικότητα της οποίας είναι συνήθως αντιστρόφως ανάλογη με την ύπαρξη του αντίκτυπου ανάμεσα στον δύτη και στην υπό μελέτη προσωπικότητα – οπωσδήποτε να διαβάσεις τη σχετική μελέτη του Μερκ «Ιδιαιτερότητες της αντηχητικής διαπεραστικότητας των εξωτερικών μεμβρανών». – ο Μάικ γύρισε ανυπόμονα στον Μένγκες και του έκανε σημάδι να συνεχίσει.
– Ολοκληρώνω και εγώ – το καταπληκτικό είναι, ότι εκείνοι κατάφεραν να περάσουν μόνο, αφού η επικεφαλής ομάδα ένοιωσε την επιρροή από μια άγνωστη δύναμη. Ταυτόχρονα μια σειρά από αντιλήψεις, τακτοποιημένη με ασυνήθιστο τρόπο, απρόσμενα όχι μόνο μετατράπηκε σε ένα ιδιότροπο ένζυμο, αλλά και από μόνο του αποκαλύφθηκε προσιτό για ενσωμάτωση. – Ο Μένγκες έτρεξε με τα μάτια του την οθόνη, ξεφυλλίζοντας το κείμενο. – Εκεί είναι κάποιες λεπτομέρειες… τελικά ο Τζει έδωσε την έγκριση (και τι άλλο, ουσιαστικά, θα μπορούσαμε εμείς να περιμένουμε από μια ομάδα, αποτελούμενη στην πλειοψηφία της από τους «κομάντος»), η ξενόφερτη ομάδα των αντιλήψεων ενσωματώθηκε, έπειτα εμφανίστηκε ο αντίκτυπος, και η πριν από αυτό τόσο αδιαπέραστη ασπίδα, διαλύθηκε σχεδόν από μόνη της. Οι επικεφαλείς δύτες δεν καταχράστηκαν την νέα δυνατότητα για ένα βραχυπρόθεσμο αποτέλεσμα – είναι πολύ πειθαρχημένοι, αυτοί οι «κομάντος» – είναι ικανοί να εκτιμούν αναλόγως την κατάσταση υπό συνθήκες, όταν οποιοσδήποτε άλλος με δυσκολία θα είχε θυμηθεί ακόμα και το όνομα του… Εκείνοι επεξεργάστηκαν προσεκτικά τη σήραγγα, αλλά δεν έφυγαν με άδεια χέρια – έτσι τελικά αποκτήθηκε ένα έγγραφο, το οποίο χρονολογήθηκε στη περίοδο με τη τελευταία παύση του Μεγάλου Παιδικού Πολέμου. Εδώ είναι κάτι ασήμαντο… τέλος πάντων. Άλλο είναι σημαντικό. Το βασικό είναι – εκείνοι κατάφεραν να μπουν στην «σκληρότητα» και να στερεωθούν εκεί. Θυμάστε τη θεωρία της «σήραγγας της σκληρότητας»? Βέβαια, τη θυμάστε… Εκείνοι την βρήκαν.
Όλοι, εκτός από τη Τόρα, έμειναν με το στόμα ανοιχτό, την ώρα που το μόνο, που αυτή μπορούσε να κάνει – είναι να πειράζει ανυπόμονα το γόνατο του Μπράις, αλλά εκείνος την αγνόησε. – Σε λίγο, Τόρα, περίμενε…
– Ακόμα, αποκαλύφθηκε τελικά, ότι ήταν δελφίνια. – κάρφωσε ο Μένγκες.
– Αποκαλύφθηκε σε ποιο μέρος? – Ο Μπράις προσπάθησε να ανασηκωθεί, για να κοιτάξει το κείμενο, αλλά ο Μένγκες είχε ήδη κλείσει το αρχείο.
– Εκείνη η ομάδα των αντιλήψεων, που δημιούργησε τον αντίκτυπο – ήταν δελφίνια, ήταν το έργο των δικών τους χεριών ή, μάλλον, πτερύγιων:) Απ` όσο θυμάμαι, αυτό είναι το τρίτο καταγεγραμμένο επίσημα γεγονός στους δυο τελευταίους μήνες, όταν οι αντιλήψεις των ζωντανών μουσούδων της Γης συμπεριφέρονται με έναν τέτοιο τρόπο, ότι θέλεις να πεις, «παίρνουν πρωτοβουλία». Υπενθυμίζω, ότι ακριβώς έξι μήνες πριν η έβδομη ομάδα του Άϊενγκερ άρχισε τα μαζικά πειράματα με την ενσωμάτωση των αντιλήψεων των μουσούδων της Γης. Χρησιμοποιώντας τις εργασίες του Τάρντεν, εκείνοι προοδεύουν αρκετά σταθερά. Αυτή την εποχή πάρα πολλοί ενδιαφέρονται για αυτή την κατεύθυνση, θα ξέρετε, μάλλον, ότι και εγώ ασχολούμαι με αυτό λιγάκι. Τι, αν αυτά τα τρία συμβάντα – είναι το σημάδι της τάσης? Τι, αν αυτή είναι μια … απάντηση? Πρωτοβουλία ανταπόκρισης? Έχουμε την απόλυτη σιγουριά για το ότι οι μουσούδες της Γης έχουν συνείδηση, αλλά δεν μπορείς να βασιστείς στη σιγουριά, ενώ οι υπάρχουσες πραγματικές μαρτυρίες δεν βγαίνουν πέρα από τα όρια των ερευνών, που είχαν πραγματοποιηθεί πεντακόσια χρόνια πριν ήδη – η αντίδραση των φυτών στη μουσική, η λάμψη του Κίρλιαν, εκπαίδευση των ζωών και τα λοιπά πρωτόγονα πράγματα. Μετά από πεντακόσια χρόνια δεν έχουμε κάνει ούτε ένα βήμα, και τώρα για πρώτη φορά πατάμε σε ένα πιο σταθερό έδαφος… απλώς κόβεται η αναπνοή, αν φανταστείς, ότι αυτό αληθεύει!
– Εμείς δεν προχωρήσαμε, – επενέβη ο Μάικ, – αλλά έχουμε σοβαρές αφορμές να υποθέσουμε, ότι οι λεγόμενες «μουσούδες» έκαναν εξαιρετική πρόοδο σε αυτόν τον τομέα, έτσι και εγώ, μιας και το λέμε, με μεγάλη μου χαρά θα πεταγόμουν στον Τσοκ να βοηθήσω.
– Μάικ…, – ο Μένγκες έκανε έναν μορφασμό, – μην ξύνεις τις πληγές μου. Τα παραμύθια για τις μουσούδες δεν έχουν θέση ανάμεσα στους σοβαρούς ερευνητές… Μάικ! – γρύλισε αυτός, ενώνοντας ικετευτικά τις παλάμες του – παράτα με, για το θεό. Τα ίχνη των μουσούδων χάθηκαν περίπου το 2370, μαινόταν ο Μεγάλος Παιδικός Πόλεμος, όταν η ερώτηση «ποιος θα κερδίσει» ήταν τόσο επίκαιρη, ότι δεν υπήρχε πλέον ούτε η λύπηση, ούτε το μέτρο και από τις δυο πλευρές. Τα «Καραϊβικά Χρονικά» μαρτυρούν πειστικά – αφού οι μουσούδες έγιναν σωματικά απρόσιτες το 2370, κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας επηρέασαν σημαντικότατα τη ροή των γεγονότων, αν και , πρέπει να παραδεχτώ, η φύση αυτής της επιρροής είναι υπερβολικά αντιεπιστημονική… και έχουν περάσει ήδη εκατό σαράντα χρόνια από τότε!
– Έλα, δεν έπρεπε να το πεις αυτό για την επιστήμη, – γέλασε ο Μάικ. – Από την άποψη της επιστήμης, που υπήρχε εκατό χρόνια πριν, όλα αυτά, με τα οποία εμείς ασχολούμαστε τώρα, δεν υπάρχουν και δεν μπορούν να υπάρχουν. Όσο για την εξαφάνιση των μουσούδων – αν αυτό θα είχε συμβεί μια φορά, με το ζόρι θα μπορούσα να δεχτώ την υπόθεση, ότι όντως δεν υπάρχουν πλέον. Δεν είναι αστεία – τα εκατό σαράντα χρόνια. Όμως, εκείνοι χάθηκαν το 2215. και εμφανίστηκαν ξανά έπειτα από τα ίδια εκατό σαράντα χρόνια, για να αλλάξουν την ισορροπία στη ζυγαριά του Μεγάλου Παιδικού Πολέμου. Ταυτόχρονα, Μένγκες, πρόσεξε – δεν εμφανίστηκαν κάποιες «άλλες» μουσούδες, για την ακρίβεια, – όχι μόνο άλλες. Ανάμεσα τους ήταν ΑΚΡΙΒΩΣ ΙΔΙΕΣ, οι οποίες εξάπλωναν την πρακτική στην αρχή του εικοστού αιώνα. Αυτό το ξέρουμε αναμφισβήτητα. – ο Μάικ ύψωσε τον τόνο, διακόπτοντας την αντίρρηση του Μένγκες. – Και ο Μπόντχι είχε εμφανιστεί το 2350, αυτό επίσης το ξέρουμε σίγουρα. Για αυτό, αν ανακαλύφθηκε τώρα, ότι μας ήρθαν ουρανοκατέβατα δελφίνια – σε μια τέτοια στιγμή, όταν χρειαζόμαστε τόσο πολύ, επιτέλους, τάξη στις γνώσεις μας, όταν αυτά τα δελφίνια, σαν από παραγγελιά, μας ανοίγουν τον δρόμο προς αυτό, για το οποίο μπορώ να σκεφτώ, μόνο κρατώντας την αναπνοή μου – για την ενσωμάτωση των αντιλήψεων του Πλανήτη μας… – ο Μάικ σώπασε, αλλά κανείς δεν θέλησε να χαλάσει την παύση. – Όταν όλα γυρίζουν έτσι, το μόνο που θέλω – είναι να δώσω όλες τις δυνάμεις μου, για να πετύχω το αποτέλεσμα, όσο ακαθόριστο και να φαίνεται αυτό.
– Και εγώ το θέλω! – η φωνή της Τόρα ακούστηκε εμπνευσμένη. – Μένγκες, ορκίσου στο πουλί σου, ότι θα με βοηθήσεις να καταλάβω τα πάντα σχετικά με αυτό το θέμα. Δεν αρνούμαι, φυσικά, τον σκοπό, για τον οποίο ήρθα εδώ, δεν μιλάμε καν για αυτό, αλλά θα έχω τον ελεύθερο χρόνο, τον οποίο μπορώ να χρησιμοποιήσω, όπως θέλω, και θέλω να ασχοληθώ ακριβώς με αυτό, το υπόσχεσαι?
– Ξέρεις κάτι, – ο Μένγκες, αφηρημένος, σκάλιζε ένα μεγάλο κουκουνάρι – εσύ βρίσκεσαι εδώ, επειδή εγώ χρειάζομαι έναν βοηθό, έναν ειδικό βοηθό για να λύσω ένα ιδιαίτερο πρόβλημα. – εκείνος τόνισε τη λέξη «ιδιαίτερο». – Το πρόβλημα αυτό δεν συνδέεται με το βασικό στόχο της ομάδας μας, ο οποίος βρίσκεται στην διαλεύκανση κάποιων κομβικών σημείων στην ιστορία της ανθρωπότητας. Εκτός από αυτό – είναι τόσο ασυνήθιστο, ότι αναγκάστηκα να παρουσιάσω άκρως σημαντικές δικαιολογίες, προτού πάρω την υποστήριξη του Επιστημονικού Κογκρέσου, και… και εγώ βρήκα και τους έδωσα τις απαραίτητες προϋποθέσεις, και βλέπω τώρα, ότι τα παιδιά δεν έκαναν λάθος, προτείνοντας συγκεκριμένα εσένα για αυτή τη δουλειά. – Ο Μένγκες πήγε κοντά στο παράθυρο, έβαλε τις παλάμες του πάνω στο λεπτότατο στρώμα από υδρογονικό νάνο-γυαλί. – Θα σου αρέσει αυτό το θέμα, και δεν θα χρειαστείς να βρίσκεις χρόνο από τις ελεύθερες σου ώρες, για να δουλέψεις με τους παλιούς σου φίλους από την ομάδα του Τσοκ, διότι μιλάμε τώρα συγκεκριμένα για την ενσωμάτωση των αντιλήψεων των μουσούδων της Γης. Ωστόσο, δεν μπορώ να μην παραδεχτώ, ότι τα νέα δεδομένα ήρθαν στην πιο κατάλληλη στιγμή και ταίριαξαν τέλεια, και αν έφταναν δυο μήνες νωρίτερα, δεν θα υπήρχε ανάγκη για μένα να σπαταλάω τόσο καιρό για τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
– Τέλεια! – Η Τόρα παραλίγο να πηδήξει από τη θέση της.- Θα ενσωματώνω τις αντιλήψεις των μουσούδων της Γης! Μένγκες, ποια συγκεκριμένα; Πεύκα, ξέφωτα, βουνά, σύννεφα, πέτρες – εδώ γύρω είδα κάτι πέτρες! Όλα τα θέλω! Μην νομίζεις, κάτι ξέρω ήδη, αν και αρκετά αφηρημένα – διάβασα τον Μοράν και Καρτιέ, υπάρχουν τόσα καταπληκτικά εκεί!
– Τα πάντα είναι πιο δύσκολα, πολύ πιο περίπλοκα από τις φαντασίες σου, Τόρα. Αλλά και πιο συναρπαστικά, πιο περίπλοκα και συναρπαστικά… Μην βιάζεσαι, κάθε πράγμα στον καιρό του. Θα γυρίσει ο Τραππ, και θα τα συζητήσουμε όλα.
– Όχι, δεν βιάζομαι! Μάικ, θα είσαι και εσύ μαζί?
– Μάλλον, όχι… όχι τώρα. – ο Μάικ άνοιξε τα χέρια του. – Θέλω να πετύχω έστω κάποιο σοβαρό αποτέλεσμα και στην δική μου εργασία. Ποτέ δεν ξέρεις εκ των πρότερων – από που θα βρεις την ανταπόκριση, έτσι και εμείς ίσως θα διασταυρωθούμε με τον πιο άμεσο τρόπο – γίνονται αυτά πολύ συχνά. Εσύ αλήθεια κατάφερες να διαβάσεις τον Μοράν?:)
– Ε…, – η Τόρα γέλασε, – φοβάμαι, πως όχι τελείως. Όπως καταλαβαίνεις, το να μάθεις να κολυμπάς χωρίς νερό… Αλλά κάποια αποσπασματικά πράγματα τα γνωρίζω ήδη. Παρεμπιπτόντως, η «σήραγγα της σκληρότητας» – έχω συναντήσει αυτή την έννοια στο βιβλίο του.
– Μάλλον, μόνο ως μια έννοια, – ο Μένγκες επέστρεψε στο τραπέζι και κάθισε. – Από τότε, που πρώτη φορά ακούσαμε για αυτό, η «έννοια » αυτή ανατάρασσε το μυαλό πολλών δυτών, και όμως, παρέμεινε στη θεωρία. Αντιγράψαμε στα τυφλά αυτό από τα σχόλια της Γιάρκα στο Δεύτερο Βιβλίο του Μπόντχι, κάποια στοιχεία για αυτή την έννοια έφτασαν σε μας και από τις «Εσωτερικές οδηγίες για τους κομάντος», για την ακρίβεια, από εκείνα τα απομεινάρια των «Οδηγιών», τα οποία βρέθηκαν στα χέρια μας. Η ουσία είναι, πως όταν εσύ εκτελείς την πρακτική «μη-ποταμού, μη-βουνού», και ταυτόχρονα κοιτάς στο «μη-βουνό», νιώθοντας αφοσίωση για τη Γη, και «κατάνυξη» για το βουνό, εμφανίζεται μια σωματική αίσθηση ιδιαίτερης σκληρότητας – στην περιοχή της κοιλιάς ή του στήθους, και το σημαντικό μέρος αυτής της αίσθησης εκδηλώνεται λίγο πιο έξω από τα ορατά σύνορα του σώματος. Κάθε σχολιαρόπαιδο το γνωρίζει αυτό στις μέρες μας, και ο σχηματισμός της δεξιότητας να δημιουργείς την αίσθηση της σκληρότητας συγκαταλέγεται στο υποχρεωτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αλλά μόνο λόγο της καταπληκτικής θεραπευτικής επίδρασης της. Πολύ λιγότεροι γνωρίζουν, ότι αν η ένταση της σκληρότητας φτάνει στην εντατικότητα-10, μετά από λίγο καιρό μπορεί να εμφανιστεί μια ξεχωριστή φωτισμένη αντίληψη, την οποία, ωστόσο, και πάλι εμείς ονομάζουμε «σκληρότητα». Αυτή η φωτισμένη αντίληψη έχει μελετηθεί πάρα πολύ πρόχειρα λόγο κάποιων ιδιαιτεροτήτων… αλλά από την γνωστή σε μας θεωρία βγαίνει, ότι η καλλιέργεια αυτής της ΦΑ οδηγεί σε συγκεκριμένες καταπληκτικές δυνατότητες, συνδεδεμένες άμεσα με την ενσωμάτωση των αντιλήψεων του Μεγάλου Κοριτσιού, της Γης μας. Εδώ υπάρχουν περισσότερα λόγια, παρά γεγονότα, αλλά εγώ ελπίζω – ο Μένγκες σηκώθηκε, σαν να τερμάτιζε την κουβέντα του, – ότι σε λίγο η κατάσταση θα αλλάξει ριζικά.
– Μιας και μιλάμε – τι συγκεκριμένα κατάφεραν να βγάλουν τα παιδιά? Είπες για κάποια έγγραφα? – θυμήθηκε ο Μπράις.
– Ναι. – Ο Μένγκες συγκέντρωσε τις σκέψεις του. Ας το δούμε και αυτό. Έχει πολύ ενδιαφέρον.
Ενεργοποιήθηκε η πλήρης θέαση στην οθόνη, παντού κυριάρχησε ηρεμία.
– Αυτά είναι τα αποσπάσματα από τον πρόλογο του βιβλίου, το οποίο είχε χαθεί σχεδόν εξ` ολοκλήρου, μόνο τα μικροσκοπικά κομμάτια είχαν φτάσει στα χέρια μας. Τώρα υπάρχει ελπίδα να το επαναφέρουμε, ο Τσοκ θα δουλέψει και άλλο με αυτό, αν και, όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι κάτι, που απασχολεί πλέον το μυαλό του. Τα αποσπάσματα έχουν αριθμηθεί αναλόγως.
*** 001: «Τώρα – ύστερα από το πως ξεκίνησε, και, δυστυχώς, δεν τελείωσε ποτέ αυτή η ακαταστασία, αδύνατον πια να καταλάβεις – πώς ακριβώς συνέβαιναν τα πάντα, πολύ συχνά αδύνατον να επαναφέρεις την χρονολογία των γεγονότων, αλλά γενικά δεν υπάρχει και ανάγκη για αυτό. Ο πιο σημαντικός σκοπός, τον οποίο εμείς θέτουμε για τους εαυτούς μας εμείς, οι συγγραφείς αυτού του βιβλίου – είναι να θυμηθούμε, να ανασυντάξουμε τα βασικά σταδία της μάχης μας, για να δούμε πιο ξεκάθαρα όλη την εικόνα των γεγονότων του παρελθόντος, για να αντιλαμβανόμαστε το μέλλον πιο καλά. Μάλλον, όχι – ο βασικός μας στόχος είναι να τελειώσουμε επιτέλους αυτόν τον καταραμένο πόλεμο. Να δείξουμε ξανά και ξανά σε εκείνους, που επέλεξαν να μετατραπούν στους αντίπαλους μας – δεν είμαστε οι εχθροί, είμαστε έτοιμοι να σταματήσουμε την μάχη την ίδια στιγμή, όταν εκείνοι συμφωνήσουν, πως δεν είμαστε απλά αντικείμενα, δεν είμαστε ανταλλακτικά για τη τηλεόραση, δεν είμαστε σκυλάκια για βόλτες – είμαστε άνθρωποι, οι οποίοι έχουν το πλήρη φυσικό δικαίωμα να ζήσουν ελεύθεροι, ακριβώς όπως και οι αντιπρόσωποι της «λευκής κάστας» – οι ενήλικες.
Θέλουμε επίσης να δείξουμε, ότι είμαστε αλύγιστοι. Είμαστε οργανωμένοι και σύσσωμοι πολύ περισσότερο, απ` ότι ο αντίπαλος μας. Είμαστε γεμάτοι με την επιδίωξη της ελευθερίας – με την ίδια, η οποία κάποτε οδήγησε στην κατάρρευση τις αρχαίες κοινωνίες, βασισμένες στη σκλαβιά. Σκεφτόμαστε πιο ξεκάθαρα, παρά την έλλειψη των γνώσεων, είμαστε πιο αποφασιστικοί, παρά την σωματική αδυναμία, και δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, διότι στην περίπτωση της ήττας μας περιμένει κάτι πολύ χειρότερο από τον θάνατο – η μεταμόρφωση στο τέρας με το όνομα «ολοκληρωμένος ενήλικος». Πολλοί από εμάς είναι έτοιμοι να πεθάνουν, αλλά να μην σαπίσουν με αυτόν τον φρικτό τρόπο»
002: «Το βιβλίο αυτό δεν είχε γραφτεί με τον καλύτερο λογοτεχνικό τρόπο – φαίνεται η ηλικία – πάρα πολλοί από εμάς απλώς δεν είχαν ακόμα αρκετό καιρό για αυτό. Ναι, δεν έχουμε χρόνο, ο χρόνος είναι λίγος, και για αυτό εμείς δεν θα γλείψουμε το κείμενο – δεν το ετοιμάζουμε για το λογοτεχνικό βραβείο, αλλά θέλουμε να φτιάξουμε κάτι σαν μείγμα από τα χρονικά και προκηρύξεις. Σκεφτείτε, ενήλικοι αναγνώστες μας – εμείς ξέρουμε τέτοιες λέξεις, όπως το «χρονικό» και η «προκήρυξη». Διαβάζουμε βιβλία, πάρα, πάρα πολλά βιβλία. Σπάνια ένας ενήλικας έχει τέτοιο βαθμό της μόρφωσης, που έχουμε εμείς – αφού όλοι σας είσαστε πάρα πολύ απασχολημένοι άνθρωποι – από το πρωί μέχρι το βράδυ έχετε βουνά από δουλειές, έγνοιες, πάθη, και δυο αστυνομικά μυθιστορήματα το χρόνο – αυτό είναι το όριο σας, και τώρα είναι ακόμα αυτός ο πόλεμος στη μέση, και εμείς – εμείς είμαστε απλώς παιδιά, τι να πάρετε από εμάς. Όμως, εμείς ξέρουμε – τι θέλουμε να πάρουμε. Και θα το πάρουμε – την ελευθερία μας.
Στο κείμενο του βιβλίου θα φέρνουμε συχνά τα τσιτάτα. Για συντομία της συγγραφής δεν θα βάλουμε στο κείμενο συνδέσμους – μπορείτε να μας πιστέψετε, ότι τα τσιτάτα έχουν αναφερθεί σωστά, και αν κάποιος θα έχει την όρεξη, ας ελέγξει την ακρίβεια τους, αυτό δεν είναι καθόλου δύσκολο – τα πάντα προήλθαν από ανοιχτή πηγή, η οποία (παρόλο που είχε κλειστεί επίσημα πρόσφατα), από τότε κατάφερε να πολλαπλασιαστεί με δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες αντίγραφα, διότι δεν ζούμε στον μεσαίωνα, μπορούμε να αντιγράψουμε οποιοδήποτε αρχείο μέσα σε ένα δευτερόλεπτο.
Μετάβαση από ένα θέμα στο άλλο, ασυνέπεια (χρονολογική) της διήγησης –όλα τα αυτά υπάρχουν μέσα στο βιβλίο μας. Μετά το τέλος του πολέμου θα φέρουμε όλες τις σημειώσεις σε τάξη – τώρα δεν έχουμε χρόνο για αυτό.»
003: «Αδύνατον να πούμε τώρα – πού και ποτέ άναψε η πρώτη οργανωμένη σύγκρουση. Δεν αποκλείεται, ότι ταυτόχρονα σε μερικά σημεία. Όπως και να έχει, μέχρι τον καιρό, όταν οι πήγες της αντίστασης άρχισαν να αναζητούν τους άλλους και να βρίσκονται μεταξύ τους, για να συντονίσουν τις προσπάθειες, η ποσότητα τους ήδη είχε φτάσει σε μερικές δεκάδες. Το πιο πρώιμο έγγραφο για τον σχηματισμό των μεθόδων και στόχων της από κοινού μάχης αναφέρει είκοσι τρεις έδρες. Σχεδόν αμέσως για τη θεωρητική βάση επιλέχθηκε η πρακτική του ευθύ δρόμου (ΠΕΔ). Προετοιμασμένη προσεχτικά μεθοδική, ακραία σαφήνεια των στόχων και των μέσων, αδιανόητη παλιότερα απλότητα και αξιοπιστία, αρκετά ευρέα βάση σχετικών υλικών, και – τέλος πάντων – άνθρωποι, οι φορείς του πνεύματος της πρακτικής, οι οποίοι αν όχι αμέσως, αλλά ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα μας, και με την ανεκτίμητη συμβουλή, συνέπραξαν και συνεχίζουν να συμπράττουν, εκπνέοντας μας με το δικό τους παράδειγμα, το οποίο σημαντικό στο οποίο (για εμάς) βρίσκεται στο ότι μπορείς να φτάσεις ένας διάολος ξέρει σε ποια ηλικία, και παρόλο αυτό να μην μετατραπείς σε «ενήλικα», να παραμείνεις φρέσκο, ειλικρινή, στοχευόμενο στην ελευθερία νέο πλάσμα – όσο εσωτερικά, τόσο και εξωτερικά.
Παρά το γεγονός, ότι το βιβλίο για την ΠΕΔ είχε γραφτεί τριακόσια πενήντα χρόνια πριν, το περιεχόμενο της για μας παρέμεινε υπερβολικά επίκαιρο. Δημοσιευμένο σε μια ξεχασμένη και από τον θεό ιστοσελίδα και στα αντίγραφα της, παρατημένο στη λήθη, το βιβλίο δεν καλύφθηκε με σκόνη. Έχουμε την εντύπωση, ότι αυτό γράφτηκε για το μέλλον, και εμείς πολεμάμε τώρα, για τον ερχομό αυτού του μέλλοντος. Αν και – αφού εμείς πολεμάμε τώρα για αυτό, ένα τέτοιο μέλλον έφτασε ήδη. Φαινόταν απίθανο για μια πρακτική, η οποία είχε μόλις γεννηθεί και σχεδόν εξαφανισμένη τριακόσια χρόνια πριν να παραμείνει ζωντανή έως την εποχή μας, και σχεδόν κανείς από εμάς δεν πίστευε πια στα σοβαρά, ότι μπορούμε να βρούμε ζωντανές μουσούδες και δρακακια. Και πώς να τις ψάχναμε?? Γνωρίζουμε, ότι το πρώτο στάδιο της ιστορίας ΠΕΔ τελείωσε ήδη δέκα χρόνια μετά από την αρχή της – το πρώτο κύμα των πρακτικών υποχώρησε γρήγορα. Σχεδόν όλοι από αυτούς, οι οποίοι θεωρούνταν πρακτικοί, επέστρεψαν στην αρχική τους κατάσταση, αποδείχθηκαν δραπέτες, δηλαδή, άνθρωποι, για τους οποίους το όριο των ονείρων ήταν η επάρκεια της σχετικής ελευθερίας από τα αρνητικά συναισθήματα. Άλλοι είχαν σαπίσει και τελείως, γέρασαν, δέχτηκαν τους σκοτισμούς και πέρασαν στην ανυπαρξία. Αλλά μετά από το πρώτο κύμα ακολούθησε το δεύτερο, μετά από το δεύτερο – τρίτο. Μια μετά την άλλη άρχισαν να εμφανίζονται μουσούδες, τα μουσούδο-σχέδια ανέβαζαν ισχύ, χτίζονταν μουσούδο-οικισμοί, μαζεύονταν μουσουδο -βιβλιοθήκες, οι πρακτικοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στις ενότητες σύμφωνα με τις προτιμήσεις τους για την πρακτική. Ποια ήταν η μοίρα του Μπόντχι? Τι έγιναν εκείνοι, από τα πρώτα κύματα, που πέρασαν και έγιναν δρακάκια – η Γιεζάτινα, Σονόρα, Τραιλάνγκ, Ρίπλι, Λομψάνγκ, Αϊτ, Γιάρκα? Πόσοι υπήρξαν γενικώς? Πέρασαν τριακόσια πενήντα χρόνια!!! Σαν να ήταν χίλια. Ειδικά αυτοί, οι οποίοι δεν είχαν ξεπεράσει ακόμα την πρώτη τους δεκάδα. Ξέρουμε, ότι οι μουσούδες και τα δρακάκια δεν κάθονταν με τα σταυρωμένα τα χέρια, αναζητούσαν ακούραστα και ετοίμαζαν τις νέες μουσούδες. Πόσοι πολλοί έγιναν συνολικά? Μπορούμε να πιστέψουμε σοβαρά τον μύθο για το ότι και στα τριακόσια τους οι μουσούδες έδειχναν, σαν να ήταν τριάντα χρονών? Οι Άππελ περιγράφουν τη συνάντηση τους με τις μουσούδες. Κάποιοι το θεωρούν αυτό μια πετυχημένη φαντασία, κάποιος πιστεύει αναμφισβήτητα, αλλά δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε, ότι ο Άππελ – είναι ο τελευταίος, τον οποίο θα μπορούσαμε να υποψιαστούμε για μυθοπλασία, αν και από την άλλη μεριά, θα μπορούσε να τον παρακινεί η ευγενική επιθυμία να υποστηρίξει πνευματικά τα παιδιά, που πολεμούν, να τους μεταδώσει την πίστη για το ότι οι μουσούδες βρίσκονται με το μέρος τους – ακόμα και μέσω μιας τέτοιας απάτης.
Εμείς παραμείναμε σε τέτοιες αμφιβολίες μέχρι τη στιγμή, όταν η ύπαρξη των μουσούδων δεν παρουσιάστηκε σε μας με έναν άκρως πειστικό τρόπο. Από αυτούς αρχίσαμε να λαμβάνουμε τις γνώσεις και δεξιότητες, οι οποίες, όπως εμείς πιστεύουμε, θα μας βοηθήσουν να νικήσουμε. .»
004: «Σε μας φτάσανε οι πρώτες μαρτυρίες για τους ακούσιους κυματισμούς της αντίστασης. Ουσιαστικά, αυτή δεν ήταν ακριβώς αντίσταση – μόνο οι πρώτες εκκλήσεις για την κατανόηση. Για παράδειγμα – αυτό το έγγραφο υπ` αριθμόν АМ-203, χρονολογημένο το έτος του 2014.
(Σημείωση: κάνουμε στα έγγραφα τις αναγκαίες γραμματικές και ορθογραφικές διορθώσεις, διότι τα παιδιά τότε πολύ συχνά ήταν τελείως αγράμματα – μόνο η Αντίσταση έβαλε τα θεμέλια της συστηματικής παιδικής αυθεκπαίδευσης. Τώρα είναι πολύ συνηθισμένο να συναντήσεις ένα παιδί – μέλος της Αντίστασης, περίπου 9-10 χρονών, το οποίο έχει διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, και λόγο αυτού είναι απολύτως μορφωμένο, όμως, τότε – σε εκείνες τις άγριες εποχές – αυτό θα ήταν αδιανόητο.)
«Με πρήξανε! Στο διάολο τέτοια ζωή! Νομίζουν, ότι μπορούν να κάνουν ο, τι θέλουν, οτιδήποτε! Νομίζουν, ότι είμαι ένα δικό τους πράγμα, ότι πρέπει να κάνω μόνο αυτό, που εκείνοι θέλουν, και τη στιγμή, όταν εκείνοι το θέλουν. Και πάλι θα είναι δυσαρεστημένοι με κάτι! Αν εγώ λέω «δεν θέλω», αυτό, κατά την άποψη τους, σημαίνει, ότι «έχω ξεφύγει», «συνέχεια με τα καπρίτσια και τα γούστα μου», «εγωίστρια», «δεν λυπάμαι καθόλου τη μάνα μου». Είμαι πάντοτε υποχρεωμένη σε όλους για όλα – πρέπει, οπωσδήποτε, να πηγαίνω στο σχολείο, να κάνω, βεβαίως, τα μαθήματα μου, πρέπει να σφουγγαρίζω και να πλένω πιάτα, να τρώω μαζί με τους άλλους στο τραπέζι, και μόνο αυτό, που «πρέπει να τρώω» – αν θέλω να φάω κάτι άλλο, και ο θεός φυλάξει – στην ακατάλληλη ώρα, ακούω αμέσως «μην χαλάς την όρεξη σου», «άντε, μην μπουκώνεσαι – κάτσε να φας κανονικά», «θα χαλάσεις το στομάχι σου», «και τι – εμείς τώρα πρέπει να φάμε χωρίς εσένα?!». Εκφοβισμός, απειλές, για να δοκιμάσω να φτύσω αυτό το καταραμένο σχολείο! Θα μου στρίψουν τα χέρια στην πλάτη, αλλά θα με αναγκάσουν. Και αυτό το καθίκι μου επαναλαμβάνει συνέχεια – «είναι για το δικό σου καλό, μετά θα μας πεις ευχαριστώ, και εγώ δεν ήθελα κάποτε να μαθαίνω – να` ναι καλά ο πατέρας μου – με έδειρε μια-δυο φορές με το ζωνάρι, και τώρα έχω δίπλωμα και καλή δουλειά». Καθίκι! Έχεις δει τη μούρη σου τελευταία στον καθρέφτη? Και της μητέρας? Ανακατεύομαι από τις μούρες σας!!! Στραβά, παραμορφωμένα μούτρα, όχι πρόσωπα. Κρεμασμένα, πάντοτε δυσαρεστημένα με κάτι, τρεμουλιάζεις με την κοιλάρα σου, αν τρέξεις μέχρι τον πέμπτο όροφο – την έχεις έτοιμη την ανακοπή. Έχει καλή δουλειά… έρχεται από εκεί, πίνει μπύρα, στο δείπνο λέει αρλούμπες για το γραφείο του, και εγώ είμαι αναγκασμένη να κάθομαι και να το ακούω. Την χρειάζομαι μια τέτοια σκατένια ζωή?»
Καμιά φορά οι αντιρρήσεις είχαν απολύτως αγαθή μορφή, και έτσι ακούγονται ακόμα πιο διαπεραστικές, όπως στο έγγραφο АΣ-35 του 2013 :
«Κάποτε εγώ αγαπούσα τα αδέρφια μου. Ήμουν έτοιμη να κάνω τα πάντα για αυτά. Και είχα τις σκέψεις, ότι δεν είναι και τίποτα το δύσκολο, αν κάνω κάποιο θέλημα τους, ήθελα να κάνω κάτι για εκείνους. Και έτρεχα, έβαζα τσάι, πήγαινα κάπου, έφερνα κάτι.
Μετά κατάλαβα, ότι αυτοί με χρησιμοποιούν. Μέχρι τα 11-13 μου τα έκανα όλα οικειοθελώς. Ύστερα άρχισα να το αρνούμαι, με πίεζαν, υποχωρούσα.
Μετά, όταν στο δωμάτιο τους υπήρχε τηλεόραση, εγώ ερχόμουν να δω ένα έργο. Το μόνο που έβλεπαν συνέχεια, ήταν οι τρομακτικές ταινίες. Εγώ μπορούσα να κάθομαι μόνο στο πάτωμα, και αυτοί ήταν ξαπλωμένοι στα κρεβάτια. Οι δικές μου προτιμήσεις δεν ένοιαζαν κανέναν, για παράδειγμα, εγώ ήθελα να δω το έργο, και εκείνοι με έστελναν να φέρω τσάι. Αν τύχαινε να μην είναι στο δωμάτιο κανείς, τότε εγώ καθόμουν ή ξάπλωνα στο κρεβάτι, και όταν ερχόταν ο αδερφός μου, με έδιωχνε στο πάτωμα. Δεν αντιστεκόμουν. Μου έλεγαν να φύγω από το κρεβάτι – εγώ έφευγα.
Και όταν τα αδέρφια γύρισαν από το στρατό, εγώ δεν ήθελα πια να τους φέρνω το τσάι, να τρέχω στο μαγαζί για τσιγάρα και μπύρα.
Όταν δεν ήθελα να κάνω κάτι, αυτοί μου έστριβαν τα χέρια, με έκαναν να πονάω, για να με αναγκάσουν. Μου έλεγαν, ότι έχω γίνει ατίθαση, έχω θράσος, έχω ξεφύγει, είμαι τεμπέλα, ότι δεν μου είναι και τίποτα, άντε τρέχα. Μου έλεγαν όλα αυτά με κακία, με ετοιμότητα να με δείρουν, με περιφρόνηση, θυμήθηκα, ότι το πρόσωπο του αδερφού μου παραμορφωνόταν και σχεδόν έσταζε αφρό το στόμα του, όταν μου φώναζε.
Εγώ δεν έτρεχα, δεν έκανα τίποτα, τα υπέμεινα όλα, δεν τους μαρτυρούσα στους γονείς (και αυτοί μεγάλωσαν τη σκλάβα μέσα μου, δεν θα άλλαζε τίποτα). Σταμάτησαν να ζητάνε από εμένα να τους φέρω το τσάι.
Όταν η τηλεόραση μεταφέρθηκε στο σαλόνι, εκεί υπήρχαν οι πολυθρόνες και ο καναπές. Αν εγώ ήμουν ξαπλωμένη στο καναπέ ή καθόμουν στην πολυθρόνα, και ερχόταν ο αδερφός μου να δει τηλεόραση, μου έλεγαν να σηκωθώ, επειδή αυτός, για παράδειγμα, θέλει να ξαπλώσει στο καναπέ. Αν εγώ έλεγα όχι, με έπιαναν και με πέταγαν, την επόμενη κιόλας στιγμή βρισκόμουν στο πάτωμα. Μετά, ας πούμε, πήγαινα να καθίσω στην πολυθρόνα. Ερχόταν ο άλλος μου αδερφός, και έλεγε, ότι θέλει να καθίσει εκείνος, και συνέβαινε το ίδιο πράγμα – με σήκωναν και με πέταγαν, και πάλι ήμουν στο πάτωμα στο πι και φι.
Μετά εκείνοι άρχισαν να στέλλουν τη μικρότερη αδερφή για τσάι ή για ψώνια. Και αν έρχονταν στο σπίτι κάποιοι συγγενείς, τους έλεγαν μπροστά μου, ότι με τίποτα δεν κάνω αυτό, που μου ζητάνε. Εγώ υποχώρησα, ένοιωσα ντροπή. Σιδέρωνα τα ρούχα τους. Δεν θυμάμαι ακριβώς, ίσως και να έφτιαχνα το τσάι και πήγαινα στο μπακάλικο.
Μια φορά ήρθα να σιδερώσω στο σαλόνι, και ο αδερφός μου έβλεπε τηλεόραση, δεν θυμάμαι καλά, αλλά τον ενόχλησα με κάτι, και εκείνος με έδιωξε. Δεν θυμάμαι, τι μου είπε.
Όταν εκείνος χρειαζόταν σιδερωμένα ρούχα, ερχόταν να με καλοπιάσει, έλεγε «αδελφούλα, σε παρακαλώ».
Ήμουν σκλάβα, όπως και τώρα, η οποία πρέπει να τα κάνει όλα στο σπίτι, και τα έκανα.
Όταν εγώ συγύριζα, και πάλι με μάλωναν, επειδή τους εμπόδιζα να βλέπουν τηλεόραση, επειδή βρήκα λάθος στιγμή, και με έδιωχναν.
Μετά από τα 11-12 μου, αν εγώ δεν υποχωρούσα σε κάτι, κάτι δεν έκανα, με έλεγαν εγωίστρια.
Και δεν είχα καμία επιθυμία να βοηθάω τους ανθρώπους, να κάνω κάτι για αυτούς.
Καμιά φορά έκανα κάτι, που το ήθελα η ίδια, όταν δεν μου το ζήταγε κανείς. Αλλά αυτό συνέβαινε, όταν εγώ αναζητούσα την φιλικότητα, ή από συμφέρον. Πάντα, μόλις έλεγα, ότι δεν θέλω να κάνω κάτι, μου έδειχναν μίσος (ενώ πριν μιλούσαν φιλικά), και έλεγαν: «γιατί, βαριέσαι?». Όλες οι χαρές για μένα αποδεικνύονταν επώδυνες, αντιλαμβανόμουν τον εαυτό μου σκλαβωμένο, τιποτένιο, υπάκουο.» ***
Η οθόνη έσβησε, αλλά δεν κουνήθηκε κανένας, όλοι ήταν βυθισμένοι στις δικές τους σκέψεις και συναισθήματα.
– Δεν θα το συνηθίσω ποτέ αυτό. Κάθε φορά, όταν διαβάζω τέτοια πράγματα, αναγκάζομαι να συγκεντρωθώ με όλες μου τις δυνάμεις στη συναισθηματική λείανση. – Η Ριάνα αναστέναξε βαριά, κοιτάζοντας συγκεντρωμένα μπροστά. – Είπες, ότι έχεις δυο νέα – τι άλλο υπάρχει?
– Αυτή τη φορά είναι κάτι από έναν διαφορετικό τομέα. Ας το πει μόνος του ο Κερτ – είναι δική του ανακάλυψη.
– Να γιατί είσαι τόσο μυστηριώδης σήμερα από το πρωί! – οι δύτες ζωήρεψαν, εν μέρει επίτηδες, προσπαθώντας να διώξουν μακριά τα φαντάσματα από το σκοτεινό παρελθόν.
– Έλα, λέγε.
– Το έχουν δημοσιοποιήσει ήδη στα «Μέσα»? Τέλεια, πόσες έχεις κάνει ήδη?
– Δεν θυμάμαι, μάλλον, αυτή είναι η δέκατη έκτη, – ο Κερτ έδειχνε λιγάκι ντροπαλός, αν και είχε συνηθίσει πια στα συγχαρητήρια τέτοιου είδους. – Από μόνο του δεν είναι και το κάτι άλλο, ένα μικρό κομμάτι, αλλά το περιεχόμενο του έχει αξία, επειδή ανήκει στο δρακάκια, και μιλάει για τις εκστατικές φωτισμένες αντιλήψεις και για τον Μπόντχι. – Ο Κερτ ξερόβηξε. – Παλιότερα μπορούσαμε να αντιμετωπίζουμε με αμφιβολίες για το ότι εκείνοι όχι απλώς «υπήρξαν», αλλά το ότι «υπάρχουν» ακόμα. Έπειτα από την εντελώς απρόσμενη για όλους σύμπραξη στα παιδιά-πολεμιστές του ΜΠΠ, και οι μουσούδες συνεισέφεραν σημαντικά στη νίκη, οι αμφιβολίες πλέον είχαν χαθεί. Δεν ξέρουμε, για ποιο λόγο αμέσως μετά τη νίκη αυτοί ξαναμπήκαν στη σκιά, δεν ξέρουμε – πού βρίσκονται και με τι ασχολούνται τώρα, αλλά βασιζόμαστε στην προϋπόθεση, ότι η δική τους συσσωρευμένη πείρα στις ΦΑ μπορεί να δώσει μια τεραστία ώθηση στις δικές μας μελέτες. Τους αναζητάμε, και εσείς γνωρίζετε, ότι κάποιοι από τους δύτες του Νόρτον κάνουν το ίδιο πράγμα. Η ομάδα τους είναι μια ομάδα της ελεύθερης αναζήτησης και πιλοτικών μελετών κάποιον περιοχών με προοπτική, αποτελείται εκατό τοις εκατό από κομάντος, και μερικοί από αυτούς συνεργάζονται με μας ήδη για αρκετό καιρό, ωστόσο, τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής δεν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακά. Εκείνα τα δυο αποσπάσματα, που εγώ έλαβα σήμερα, δείχνουν σαν μια αξιόλογη απόκτηση μόνο στο φόντο της γενικής φτώχειας των αποτελεσμάτων, έτσι ας μην τρέφουμε αυταπάτες, αυτά είναι μόνο ψυχούλα. – ο Κερτ αναδίπλωσε την οθόνη και άνοιξε το αρχείο.
«Όταν η τρυφερότητα για τον Μπο έφτασε στο 9, συνέβη η απώλεια της όρασης και μετά – σταθερή οπτική μορφή ενός πεδίου, γεμάτου με χρυσαφένια λάμψη, μπροστά μου μέχρι τον ορίζοντα – η πυκνή κεχριμπαρένια θάλασσα με βαρύ κολλώδη νερό. Αυτό δεν έδειχνε συνηθισμένο, θύμιζε το μάγμα. Η επιφάνεια της θάλασσας ήταν ανομοιόμορφη – είχε κύματα και στρογγυλά μαλακά μπουκλάκια, ταυτόχρονα τα κύματα κινούνταν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, το καθένα στη δική του μεριά. Αυτή η κίνηση έμοιαζε κάπως με τη κίνηση του σώματος της αμοιβάδας ή μέδουσας. Την ίδια στιγμή είχα σαφήνεια – ότι είναι ακριβώς μια θάλασσα. Στο κορμί μου ήρθε μια αντίληψη – αντανάκλαση της κίνησης των κυμάτων στη θάλασσα – με το ίδιο το σώμα μου (?), εγώ ένοιωσα, πως τα κύματα απομακρύνονται προς όλες τις πλευρές. Ήταν η αντίληψη της ενότητας με τη θάλασσα – αντίληψη του ενός σώματος για δυο, και ταυτόχρονα ήξερα ξεκάθαρα, ότι είμαστε δυο διαφορετικά πλάσματα.
Συνειδητοποίησα, ότι το πλάσμα, που βρίσκεται μπροστά μου – είναι ζωντανό, και ότι τώρα με κοιτάζει με όλη την επιφάνεια του. Εμφανίστηκε επιθυμία-10 να το κοιτάζω και εγώ αδιάκοπα. Πέρναγα το βλέμμα μου από το ένα κύμα στο άλλο, συγκεντρώνοντας την προσοχή σε κάθε ξεχωριστή λεπτομέρεια. Όσο το έκανα αυτό, εκδηλωνόταν ευδαιμονία στο όριο του αναπάντεχου σε διάφορα σημεία του σώματος – αναλόγως με το κύμα, που παρατηρούσα, ένοιωσα απόλαυση στο λαιμό, στο στήθος, στις πατούσες, στο μουνάκι, στην επιφάνεια του προσώπου μου και τα λοιπά. Ένοιωσα ανυπόφορη διαστολή στο θώρακα μου και πέρασε η σκέψη, ότι από στιγμή σε στιγμή μπορώ να σκάσω από την ευδαιμονία.
Μετά θέλησα να χαϊδέψω την επιφάνεια της θάλασσας, σαν να ήταν η πλάτη του σκύλου. Αφού κατέγραψα αυτή την επιθυμία, στην δεξί μου παλάμη άναψε μαλακή απόλαυση και θέρμη – η ίδια με αυτήν, η οποία εμφανίζεται στο μουνάκι κατά την έντονη ερωτική έλξη.
Σχηματιζόταν η αναγνώριση αυτού του πλάσματος και ομόνοια με αυτό. Απόλαυση λόγο του ότι το πλάσμα αυτό υπάρχει. Αντίληψη της τρυφερότητας για τον εαυτό μου στο μέρος της θάλασσας. Η μορφή της θάλασσας υπήρξε για περίπου τριάντα δευτερόλεπτα, αλλά μου φαινόταν, ότι τη κοιτάζω για ώρες ολόκληρες. Έπειτα επέστρεψε η όραση και η συνηθισμένη αντίληψη του δωματίου. Μετά από την επιστροφή παρατήρησα, ότι το κορμί μου τρέμει πολύ, και το πρόσωπο μου είναι υγρό από τα δάκρυα. Ταυτόχρονα ένοιωσα ηρεμία, αντίληψη του ακατάλυτου, σαφήνεια και σταθερό φόντο της υποκειμενικής τρυφερότητας.
Θυμήθηκα αμέσως, ότι είναι η τρίτη φορά, όταν μια τέτοια κατάσταση εκδηλώνεται μέσα μου. Η πρώτη συνέβη, όταν ένιωθα την εκστατική τρυφερότητα για τον Μπόντχι, ύστερα από την πρώτη συνάντηση μαζί του, τότε παρουσιάστηκε η αντίληψη του πεδίου, ζωγραφισμένου με χρυσαφένιες ελικοειδείς γραμμές, που απλωνόταν από αυτό το μέρος προς όλες τις κατευθύνσεις. Δεύτερη – όταν απομάκρυνα τη ζήλια για τον Μπο και ένιωθα εκστατική τρυφερότητα για εκείνον (υπήρχε αντίληψη του χρυσαφένιου πεδίου, όπου κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα βόλοι με κεχριμπαρένιο χρώμα (οι κυνηγοί). Τώρα είχα την αντίληψη του ίδιου πεδίου, αλλά αυτή τη φορά με τη θάλασσα. Θέλω να ονομάζω την αντίληψη αυτού του πεδίου – κεχριμπαρένιος κόσμος.
Γενικές ιδιότητες, χαρακτηριστικές για αυτές τις καταστάσεις:
1. Εμφανίζονται μετά από απομάκρυνση των έντονων αρνητικών συναισθημάτων (ΑΣ) και εκδήλωση της εκστατικής τρυφερότητας (ταυτόχρονα η τρυφερότητα έχει αντίκτυπο με την εικόνα του Μπο – συγκεκριμένα μετά από την τρυφερότητα για αυτόν εμφανίζονται αυτές οι αντιλήψεις).
2. Απώλεια της συνηθισμένης αντίληψης του κόσμου (αυτή τη στιγμή δεν αντιλαμβάνομαι το δωμάτιο, τα αντικείμενα γύρω μου, δεν αντιλαμβάνομαι το κορμί μου).
3. Η ευκρίνεια των μορφών του κεχριμπαρένιου κόσμου έχει την ίδια εντατικότητα, όπως και η ευκρίνεια των μορφών του συνηθισμένου κόσμου.
4. Φόντο της αναγνώρισης των πάντων, που βρίσκονται στο κεχριμπαρένιο κόσμο. Σαν να έζησα εδώ όλη μου τη ζωή, και μετά αναγκάστηκα να τον αφήσω.
5. Ικανότητα να αντιλαμβάνομαι ταυτόχρονα τα αντικείμενα προς όλες τις κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, μπορώ να αντιλαμβάνομαι έναν ορισμένο ήχο ή μια γεύση από κάτι, που ξέρω, ότι βρίσκεται μακριά από εμένα.
6. Ιδιαίτερη αντίληψη της ενότητας με το κεχριμπαρένιο κόσμο, και με ό, τι βρίσκεται μέσα σε αυτό. Αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι του, και την ίδια στιγμή συνειδητοποιώ, ότι είμαι ένα ξεχωριστό πλάσμα. Ωστόσο, υπάρχει σαφήνεια, ότι μπορώ, αν θέλω, να αλλάξω – μπορώ να διαλυθώ παντελώς και να γίνω μέρος αυτού του κόσμου, η αντιθέτως – να γίνω ένα ξεχωριστό, ανεξάρτητο ον.
7. Σιγουριά για αυτό, που συνέβη. Καμιά φορά, όταν εκδηλώνονται έντονες ΦΑ, περνάνε οι σκέψεις τις αμφιβολίας, ότι είναι αδύνατον να γίνει αυτό, ότι τα έχω φανταστεί όλα, αλλά αυτή τη στιγμή έχω σταθερή βεβαιότητα για το ότι όλα αυτά όντως είχαν συμβεί.»
– Έχουμε προσδιορίσει – σε ποιον ανήκει η συγγραφή και αυτού, και του επόμενου κομματιού με τη βοήθεια της σημασιολογικής εξέτασης. – Ο Κερτ άνοιξε και ξανά έσφιξε τη δεξιά γροθιά του, σαν να προσπαθούσε να εκφράσει αυτό, που ακόμα αποτύγχανε να διατυπώσει. – Εντάξει, τώρα θέλω να σας δείξω το δεύτερο απόσπασμα, και θα φύγω να συνεχίσω τη δουλειά.
«Θυμήθηκα, ότι ευχόμουν τον θάνατο για τους γονείς κι τους συγγενείς μου. Φανταζόμουν ακόμα, ότι τώρα θα μου πουν το τραγικό νέο για το θάνατο όλων των «αγαπημένων και οικείων ανθρώπων», θα βιώσω δυνατά ΑΣ, αλλά ταυτόχρονα θα νιώσω ανακούφιση. Ανακούφιση λόγο του ότι ποτέ ξανά κανείς τους δεν θα με πρήζει, δεν θα χρειαστεί να πηγαίνω ποτέ ξανά στις γιορτές τους, στα γενέθλια τους, δεν θα είναι ανάγκη καν να τους χαμογελάω και να χαιρετάω. Βέβαια, σχεδόν πάντοτε εγώ άρχιζα να κατηγορώ τον εαυτό μου για τόσο φρικτές σκέψεις. Έλεγα στον εαυτό μου, ότι όλοι τους είναι καλοί και με αγαπούν, απλώς έχω κουραστεί λιγάκι από την παρέα τους, και άλλα παρόμοια.
Ακόμα, μου έγινε ξεκάθαρο, για ποιο λόγο κρατούσα τη φιλία με την «κολλητή μου» – εκείνη με ζήλευε συνέχεια, και αυτό κολάκευε τόσο πολύ τη δική μου αίσθηση της αυτοσημαντικότητας (ΑΑΣ), ότι αδιαφορούσα παντελώς για το γεγονός, ότι αυτή με μισεί, είναι ζηλιάρα, κακισμένη και μνησίκακη, – εγώ εκτόπιζα όλα τα αυτά, εκείνη χάιδευε την ΑΑΣ μου, και αυτό ήταν αρκετό. Και εγώ ήμουν το αντικείμενο των εντυπώσεων και των αρνητικών συναισθημάτων για εκείνη, και αυτή είχε αρκεστεί σε αυτό, και ονομάζαμε τους εαυτούς μας «καλύτερες φίλες για πάντα», στα κρυφά μισώντας η μια την άλλη και περιφρονώντας, η μια δεν ήθελε την επιτυχία για την άλλη και το αντίστροφο. Ενώ η δεύτερη «καλύτερη μου φίλη» ήταν κάπως σιγανοπαπαδιά, είχε σχεδόν συνέχεια την αίσθηση της αυτοχωλότητας (ΑΑΧ), και σε αυτήν ρίχναμε εναλλάξ όλα τα παράπονα μας, τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες, τις υποσχέσεις μας. Αυτή λάμβανε έτσι τις δυνατές εντυπώσεις, ένιωθε σημαντική, και όλες ήμασταν οι «καλύτερες φίλες», «οι τρεις αχώριστες πιστές κολλητές». Προσπαθούσαμε τόσο σκληρά να δημιουργήσουμε την εικόνα των τριών κολλητών, για να προκαλέσουμε τη ζήλια των άλλων, ότι αρχίζαμε να τσακωνόμαστε δημόσια, και αφού ολόκληρο το ινστιτούτο έτρεχε να μας συμφιλιώσει, με μύξες και δάκρυα – τα ξαναφτιάχναμε.
Θυμήθηκα και το ότι δεν ήθελα να αλλάζω ποτέ τίποτα – ούτε το σχολείο, όπου πήγαινα, ούτε το παιδικό σταθμό, ούτε σπίτι, ούτε τον τρόπο, με τον οποίο ντυνόμουν – όλα αυτά μου φαίνονταν ανόητα, στερημένα κάθε σημασίας, και κάθε φορά, όταν αναγκαζόμουν να μετακομίσω, πάθαινα υστερίες.
Θυμήθηκα, ότι ήδη από την ηλικία των τεσσάρων-πέντε χρονών μισούσα τους γονείς μου, και ευχόμουν θάνατο η για μένα, η για αυτούς.
Έχεις δίκιο, Μπόντχι – όλοι μισούν τους πάντες, θέλουν να σκοτώσουν, αλλά είναι έτοιμοι να κάνουν τα αδύνατα και δυνατά, για να το κρύψουν ακόμα και από τον εαυτό τους, για να μην μάθει ποτέ κανείς για το μίσος, που νιώθουν για όλους, και για τον θάνατο, που επιθυμούν.
Μέσα σε κάθε άνθρωπο ζει ένας φονιάς, και για να το ξεπεράσεις αυτό, πρέπει πρώτα να το ανακαλύψεις στον εαυτό σου, να το παραδεχτείς, να σταματήσεις τον εκτοπισμό του οφθαλμοφανούς, και έπειτα να πάρεις μια αδιάλλακτη στάση και να απομακρύνεις αυτή την θανάσιμη επικίνδυνη ασθένεια.
Τώρα, όταν το θυμήθηκα αυτό, κατάλαβα, πόσα πολλά επινοώ για τον εαυτό μου και για τους άλλους γύρω μου, κατάλαβα, πόσο δυνατή είναι η μηχανική επιθυμία να λέω ψέματα, πόσο δυνατή είναι η επιθυμία να ξεχαστώ και να μείνω στην νεκρική ηρεμία. Αυτή η σαφήνεια έχει τεράστια σημασία για μένα, κατάλαβα, πόσο δυνατά και μακροχρόνια καλλιεργούσα μέσα μου την επιθυμία της νεκρικής ηρεμίας και απόλυτης αδιαφορίας. Τι ηλίθια, αυτάρεσκη χαζή είμαι τώρα, χαζή, που ελπίζει σε κάτι – αφού δεν αντιλαμβάνομαι κάθε ώρα και στιγμή, πόσο πελώρια είναι η ισχύ των σκοτισμών, ελπίζω, ότι «θα σταθώ τυχερή», δεν καταλαβαίνω, ότι τι στιγμή, όταν εγώ αναβάλλω την πρακτική για «αργότερα», οι σκοτισμοί γίνονται ακόμα πιο δυνατοί, και ότι δεν θα περιμένουν ποτέ να πάρουν τη νίκη «αργότερα», αυτοί δυναμώνονται το ίδιο δευτερόλεπτο, μόλις σε μένα πέρασε η σκέψη να αναβάλλω την απομάκρυνση τους για «αργότερα». Πώς μπορούσα να σκεφτώ, ότι ένας μη-απομακρυσμένος κυματισμός των ΑΣ – δεν είναι και τίποτα, σίγουρα θα απομακρύνω τον επόμενο? Πρώτον, η κάθε επόμενη φορά θα είναι όλο και πιο δύσκολη, εκτός από αυτό – τι, αν την επόμενη φορά εγώ δεν θα έχω απλούστατα την χαρούμενη επιθυμία να απομακρύνω τα ΑΣ, και τα πάντα θα τελειώσουν σε εκείνον το «ασήμαντο κυματισμό»?
Πόσοι πρακτικοί παραιτήθηκαν ήδη! Έγιναν δραπέτες… αζήλευτη επιλογή. Και κάποιοι από αυτούς πολεμούσαν αγρία, ειλικρινά στην αρχή, αλλά – παραδόθηκαν. Γιατί αυτό δεν με κάνει να τρομάζω, γιατί εγώ δεν θέλω να αντιληφθώ ξεκάθαρα, ότι οι σκοτισμοί δεν υποχωρούν έτσι απλά, ότι χρειάζεται μόνιμη, δυνατή, χαρούμενη αντιπαράθεση, για να φτάσεις στις εκστατικές ΦΑ?
Αυτή η σαφήνεια, που εμφανίστηκε μέσα μου, έχει δυνατό αντίκτυπο με την αποφασιστικότητα και απελπισία. Κατάλαβα καλά, ότι τίποτα, εκτός από τις προσπάθειες μου δεν θα με σώσει, ότι αυτό, που κάνω – μόνο αυτό έχω ενάντιων στους σκοτισμούς, και μόλις σταματήσω να το κάνω, δεν θα έχω καθόλου τοίχους προστασίας, ολοκληρωμένες μελέτες, ασφάλειες, πρακτικούς και άλλες φαντασίες, με τις οποίες καθησυχάζω τον εαυτό μου.»
– Αυτά είναι σχεδόν όλα. – ο Κερτ έκλεισε το αρχείο.
Οι δύτες έδειχναν ενθουσιασμένοι – κάποιος είχε γαντζωθεί στην άκρη του τραπεζίου, κάποιος άλλος δάγκωνε τα χείλη του αφηρημένα.
– Η γενική ερμηνευτική επαλήθευση έδειξε αρκετό βαθμό της αξιοπιστίας. Σημασιολογία, ρυθμική, δηλαδή… εγώ δεν είμαι καλός σε αυτά… τέλος πάντων – το κείμενο έχει αναγνωριστεί σαν έγγραφο εκείνης της εποχής, αυτό είναι φυσικό, όταν δουλεύεις ο ίδιος, διότι η διάκριση – δεν είναι ένα πληκτρολόγιο, δεν μπορείς να δακτυλογραφήσεις σε αυτό, ο, τι σου περνάει…
– Κερτ, πρέπει να υπάρχει η ερμηνευτική επαλήθευση, το ξέρεις και εσύ, ότι δεν μπορείς να δείξεις τη σαφήνεια σου, σαν ένα μήλο στη παλάμη, και πρέπει να υπάρχει κάποια ανεξάρτητη εκτίμηση μέχρι τη στιγμή, όταν η Γη θα κατοικείται από του ανθρώπους, οι οποίοι ζουν στις μόνιμες ΦΑ, και αυτό, απ` ότι φαίνεται, δεν θα γίνει και τόσο σύντομα… – ο Μπράις κουνήθηκε με φασαρία, σύρθηκε από την καρέκλα του και ξάπλωσε μπρούμυτα στο γρασίδι.
– Εντάξει, ουσιαστικά, αυτό δεν έχει σημασία, μίση ώρα παραπάνω δεν θα αλλάξει τίποτα – ο Κερτ σήκωσε το κεφάλι του, σαν να προσπαθούσε να διακρίνει κάτι πάνω από την κορυφή. – Έχει ενδιαφέρον και κάτι άλλο, όπως το είχατε παρατηρήσει, το κείμενο είναι δυνατό, αυτό φαίνεται, και η ειλικρίνεια, και αποφασιστικότητα – το ερμηνευτικό μηχάνημα θεωρεί, ότι το κείμενο ανήκει στη Γιάρκα – σε εκείνη τη Γιάρκα, που ήταν από τα πρώτα δρακακια, η οποία ίδρυσε το πρώτο σύστημα της εκπαίδευσης των κομάντος. Εννοείται, ότι ο Νόρτον και τα παιδιά είναι κατενθουσιασμένοι. Ο Τσοκ και τα δικά του παιδιά επίσης έστειλαν θριαμβευτικές επιστολές. Το έχει εγκρίνει και το Συμβούλιο… Είναι συναρπαστικό, βέβαια… θα δουλέψουμε…
– Τι σημαίνει «δραπέτες»? – ρώτησε η Τόρα. – Θυμάμαι, ότι χρησιμοποιούσαν αυτόν τον όρο παλιά, αλλά εμείς τώρα δεν τον χρησιμοποιούμε, και δεν θυμάμαι ακριβώς – σε τι διαφέρει, για παράδειγμα, ένας δραπέτης από κάποιον, που «συμπαθεί την πρακτική»;
– Δεν είναι δύσκολο. Είχα παρακολουθήσει αυτούς τους ανθρώπους στις καταδύσεις. Οι όροι είναι αρκετά ακαθόριστοι, βέβαια, για αυτό και δεν τους χρησιμοποιούμε τώρα, αλλά τότε, όταν ο πληθυσμός των πρακτικών αποτελείτο από εκατοντάδες, δεν υπήρχε ανάγκη για πιο συγκεκριμένη διάκριση, έτσι στον κατάλογό μου θα βρεις και κάποιες δικές μου προσθήκες, επαναλήψεις, και τα λοιπά. Λοιπόν, – ο Κερτ άρχισε να λυγίζει τα δάχτυλα στο χέρι του:
1. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του δραπέτη – η δυνατή επιθυμία της επάρκειας, και καταφέρνει να την αισθανθεί ακόμα και στις καταστάσεις, στις οποίες ο συνηθισμένος άνθρωπος εκείνης της εποχής θα βίωνε έντονα αρνητικά συναισθήματα – για παράδειγμα, κάποιος λέει στον δραπέτη, ότι είναι ανειλικρινής για δέκα, ότι η ευφυΐα του είναι ίδια με του ενός πεντάχρονου παιδιού, και αυτός, αντί να αντιληφθεί, ότι αυτό είναι αλήθεια, σκέφτεται, ότι ο συνομιλητής του υπερβάλλει, νιώθει επάρκεια, λόγο του ότι κάποιος τον πρόσεξε, άρα – δεν είναι αδιάφορος /ανέλπιστος και τα υπόλοιπα αυτό-παρηγορητικά. Ο δραπέτης σχηματίζει τη συνήθεια να βιώνει επάρκεια αντί τα αρνητικά συναισθήματα, και το κάνει μέσω εκτοπισμών και προσθέσεων.
2. Όταν κάποιος δείχνει στον πρόσφυγα τους σκοτισμούς, οι χαρακτηριστικές για εκείνον αντιδράσεις είναι:
*) αγνοεί την ερώτηση, δεν σχολιάζει.
*) μπορεί να συμφωνήσει με το ότι εκδήλωσε κάποιον σκοτισμό, αλλά το κάνει όχι επειδή ήρθε η σαφήνεια για τις αντιλήψεις του, η επειδή ένιωθε χαρούμενη επιθυμία να το πει, αλλά λόγο της έγνοιας, του φόβου, ότι θα τον πιάσουν με ανειλικρίνεια, λόγο της ΑΑΣ και επιθυμίας να υποστηρίξει την εικόνα του ως πρακτικού.
*) παίρνει αμυντική στάση, ταυτόχρονα υποκρίνεται και δηλώνει, ότι ενδιαφέρεται να αναλύσει την κατάσταση, θέλει να του κάνουν τις ερωτήσεις, αλλά μόλις κάποιος το κάνει, με όλες τις δυνάμεις υπερασπίζεται τους σκοτισμούς του. Λόγο της ανειλικρίνειας του δεν θέλει καν να αντιληφθεί ξεκάθαρα, ότι τρέφει αυταπάτη και δεν επιδιώκει ούτε τη σαφήνεια, ούτε την ειλικρίνεια.
*) προσπαθεί να αναλύσει τους σκοτισμούς, αλλά επιφανειακά – έπειτα από μερικές ερωτήσεις, επιδείξεις των σκοτισμών, κολλάει στην απάθεια, οκνηρότατα, ανειλικρίνεια, αποξένωση.
3. Υπάρχουν κάποια ευαίσθητα σημεία για τα οποία εκείνος προτιμά να μην μιλήσει, και αν του κάνεις ερωτήσεις – για ποιο λόγο δεν τα αναλύει, από την έγνοια η από δήθεν φιλαλήθεια μπορεί να αρχίσει να απαντά, αλλά δεν θα δώσει μια ειλικρινή απάντηση, επειδή η επιθυμία να μην αναλύει αυτούς τους σκοτισμούς είναι δυνατότερη της επιθυμίας να τους αναλύσει. Χαρακτηριστικές είναι οι απαντήσεις του τύπου «δεν ξέρω τι να πω», «δεν έχω χαρούμενη επιθυμία να το αναλύσω», «η ειλικρίνεια δεν αρκεί», «αντιλαμβάνομαι ξεκάθαρα, ότι αυτό είναι το ευαίσθητο σημείο μου, αλλά δεν θέλω να το αναλύσω ακόμα – υπάρχουν τόσοι πολλοί άλλοι σκοτισμοί» και τα λοιπά. Επίσης είναι χαρακτηριστική η «απαρατήρητη» αλλαγή του θέματος. Ο δραπέτης επιλέγει να πιστέψει στο ότι οι αλλαγές συμβαίνουν σταδιακά, και καλά, όχι όλα μαζί. Θέλει να παρηγορεί τον εαυτό του με ψευδαισθήσεις, ότι εκείνος αλλάζει σιγά-σιγά, καταβάλλει τις προσπάθειες, αν και νωθρές, άρα, δεν είναι και τόσο χαλιά τα πράγματα τώρα, και θα γίνουν πολύ καλύτερα στο μέλλον.
4. Καταβάλλει άκρως αδύναμες προσπαθείς στην καταπολέμηση των αρνητικών συναισθημάτων. Δεν αντιλαμβάνεται μάχη με αυτά σαν πόλεμο, σαν κάτι, που πρέπει να γίνει πάση θυσία. Για αυτόν η απομάκρυνση των ΑΣ – είναι ένας τρόπος να ομορφύνει λιγάκι τη ζωή, να διακοσμήσει τους τοίχους της φυλακής του – όχι να τους σπάσει. Δεν υπάρχουν δυνατά ΑΣ, πολύ ωραία, και αν βρίσκεται στην ανοιχτό-γκρίζα κατάσταση, στην ρουτίνα – ας είναι, δεν είναι και τόσο κακό αυτό. Η εντατικότητα των ΑΣ πέφτει, αλλά η απομάκρυνση τους δεν συμβαίνει ποτέ.
5. Δεν υπάρχει η μηδενική ανοχή για τους σκοτισμούς. Δεν αντιλαμβάνεται, ότι τα ΑΣ αδύναμης εντατικότητας – δεν είναι η απουσία των ΑΣ, απλώς είναι μια πιο αργή αποσύνθεση, λιγότερο βασανιστική, ωστόσο δεν είναι η ΑΠΟΥΣΙΑ της σήψης.
Λόγο του ότι δεν υπάρχει η αδιαλλαξία, δεν υπάρχει και επιθυμία για επιθέσεις. Ακόμα και αν μια φορά τον χρόνο ο δραπέτης θα προσπαθήσει να επιτεθεί σε κάποια ΑΣ, το κάνει πολύ νωθρά και το παρατάει γρήγορα, μένει μόνο η επάρκεια, επειδή «την έκανα, όμως, την επίθεση……», και ύστερα συνεχίζεται η αργόσχολη ζωή με τις ελπίδες για τις ερχόμενες αλλαγές. Τέτοιες ερωτήσεις, όπως «πού είναι η ανάλυση της επίθεσής μου;», «γιατί ακόμα δεν έχω αποτέλεσμα, και γιατί δεν είναι όπως την περίμενα», ή «τι να κάνω από` δω και μπρος, τι άλλαξε, για ποιο λόγο δεν υπάρχει η επιθυμία να καταπολεμώ και άλλο» δεν τον ενδιαφέρουν.
6. Διότι υπάρχει δυνατή επιθυμία της επάρκειας, μια από τις κυρίαρχες αντιλήψεις σε αυτήν είναι η νωθρότητα. Ως συνέπεια της νωθρότητας και της επάρκειας, η ποσότητα και εντατικότητα των χαρούμενων επιθυμιών μειώνεται. Από αυτό προέρχεται η ανία, γεροντίλα, απογοήτευση, φονική απάθεια και ηλιθιότητα.
7. Επιθυμία οποιωνδήποτε εντυπώσεων – έντονη και πολύ έντονη. Τα θετικά συναισθήματα φαίνονται τόσο ελκυστικά, ο πρόσφυγας σαν τοξικομανής αναζητάει τις ευκαιρίες να γεμίσει τον εαυτό του με αυτά. Εντυπωσιάζεται από τις συνομιλίες και συναναστροφές με τους άλλους δραπέτες, αποκτά συγγενικές σχέσεις, κολλάει μέσα στη δυνατή φιλικότητα. Συνέπεια μιας τέτοιας δυνατής επιθυμίας των ΘΣ – αύξηση της ηλιθιότητας, δημιουργία επικίνδυνων καταστάσεων για τον εαυτό του και για τους άλλους (κατά τη διάρκεια των έντονων ΘΣ εμφανίζεται η παράνοια, αφήνεται να εκδηλωθεί ένας σωρός από οικιακούς μαρασμούς).
8. Χρησιμοποιεί τις λέξεις, τους όρους της ΠΕΔ, πολύ συχνά χωρίς να γνωρίζει την ακριβή τους σημασία – αυτό υποστηρίζει την αίσθηση της αυτοσημαντικότητας του, τον κάνει να αισθάνεται, ότι ανήκει σε μια «κάστα» των ξεχωριστών ανθρώπων.
9. Μπορεί να συμμετέχει δραστικά στην αλληλογραφία/ συζήτηση για κάποιο ορισμένο θέμα, αλλά το κίνητρο για αυτό – η αδύναμη επιθυμία της ειλικρινείας, σαφήνειας και συμπάθειας, η έγνοια, επιθυμία να κάνει την εντύπωση, αρνητική αντιμετώπιση για τους σκοτισμούς, επιθυμία να αρκεστεί με το ότι κάποιος άλλος αποδείχθηκε πιο σκοτισμένος, απ` ότι ο ίδιος, λόγο της επινοημένης πεποίθησης, ότι αυτές οι αναλύσεις θα αλλάξουν κάτι. Πολύ πιο συχνά η «δραστηριότητα» του παρακινείται από τους σκοτισμούς, και όχι από συμπάθεια η από επιθυμία της σαφήνειας.
10. Οι αναφορές αποτελούνται επί το πλείστον από περιγραφές, συλλογισμούς, ομορφότητες, τελείως αφηρημένες διηγήσεις, και όχι από «σκέτες πληροφορίες» για το τι είχε γίνει και ποια αποτελέσματα επιτεύχθηκαν. Ο δραπέτης περιγράφει με έντονα χρώματα τη ζωή του, είτε αυτή είναι η περιγραφή της λύπησης για τον εαυτό του, του καυγά με τον γείτονα του, είτε για κάποιο πείραμα. Το κάνει, επειδή αν είχε γραφτεί μια μακριά αναφορά, εμφανίζεται επάρκεια λόγο του ότι τα πράγματα δεν φαίνονται και τόσο κακά, δεν είναι τόσο σκατένια η ζωή του – να, ασχολούμαι και με την πρακτική. Ο δραπέτης δεν θέλει να καταλάβει, ότι ούτε τα όμορφα λόγια, ούτε μακροχρόνια αναμασήματα των θεωριών δεν επηρεάζουν με κανέναν τρόπο την ένταση, την ποσότητα των σκοτισμών.
10. Ο δραπέτης αισθάνεται τύψεις λόγο του ότι δεν στέλνει τις αναφορές, ή αν νομίζει, ότι αυτές δεν δείχνουν αρκετά εντυπωσιακές – αυτό απειλεί την επάρκεια, την οικειότητα, εμφανίζεται ο φόβος της μοναξιάς, της απομόνωσης από το πλήθος.
11. Ο δραπέτης χρειάζεται τις ατελείωτες συζητήσεις, αμέτρητες συμβουλές – πολλές συμβουλές, κατά προτίμηση κάθε μέρα. Πάντοτε κάτι δεν του είναι αρκετό – οι φωτισμένοι παράγοντες, οι συνθήκες, σαφήνεια, πληροφόρηση, – πάντοτε υπάρχει κάτι, στο οποίο αυτός μπορεί να ρίξει το φταίξιμο για την ανικανότητα του.
12. Έντονη επιθυμία για αυταπάτη – «να βαρέσω ένεση και να ξεχαστώ».
13. Υπάρχει επιθυμία να ζήσουν, να κάνουν παρέα μαζί με του άλλους δραπέτες – υπό τον όρο, ότι κανείς δεν πρήζει κανέναν με τις ερωτήσεις για τις αντιλήψεις, τα κίνητρα των πράξεων του και τα λοιπά. Όταν αρχίζουν οι ερωτήσεις τέτοιου είδους – η ατμόσφαιρα σε μια στιγμή γίνεται ανυπόφορη για τον δραπέτη, εμφανίζεται αποξένωση μεταξύ τους.
14. Οι αλλαγές στην προσωπικότητα του συμβαίνουν ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ αργά, ενώ οι μόνιμες αλλαγές μπορεί και να μην συμβούν ποτέ.
15. Το αυτομαστίγωμα βρίσκεται στη λίστα των αγαπημένων καταστάσεων του δραπέτη. Όταν ασχολείσαι με το αυτομαστιγωμα δημιουργείται η εντύπωση, ότι είσαι ειλικρινής, ασχολείσαι με την πρακτική.
16. Κατά καιρούς καταβάλλει προσπάθειες για την αλλαγή κάποιων συνηθειών, απομάκρυνση και/η καταπίεση των ΑΣ, εκτελεί κάποιες έρευνες, κάνει πειράματα, αλλά όλα τα αυτά γίνονται νωθρά, αβίαστα, σαν να έχει πάρα πολύ καιρό μπροστά του. Όλες αυτές οι πράξεις μοιάζουν με επιφανειακή ανακαίνιση, διακόσμηση της βρομερής, κάκοσμης φυλακής. Ποτέ δεν καταβάλλει τις υπερπροσπάθειες.
17. Σπανίως βιώνει τις φωτισμένες αντιλήψεις, και λόγο του ότι θεωρεί γενικά τις ΦΑ ελκυστικές, και τα ΑΣ – ανεπιθύμητες, επίσης λόγο των έστω αδύναμων, αλλά προσπαθειών, σταδιακά – όμως, με πολύ αργό ρυθμό – μέσα του αυξάνεται το μερίδιο της σαφήνειας και των ΦΑ.
– Βασικά, κάπως έτσι – ο Κερτ ίσιωσε τους ώμους τους και τεντώθηκε.
– Ωραία. Όσο αφορά τα κομμάτια – είπες «σχεδόν όλα»? – ρώτησε ανυπόμονα ο Μπραις.
– Έχω ένα κομμάτι ακόμα, αλλά δεν έχουμε ορίσει την προέλευση, και είναι πολύ αποσπασματικό…
– Έλα, μην τσιγκουνεύεσαι.
– Εντάξει… εδώ είναι δυο κομμάτια ακόμα:
«Καλοκαίρι, ατελείωτο ταξίδι. Γιατί αυτό έχει τόσο δυνατό αντίκτυπο με την έρημο, όπου δεν υπάρχει τίποτα? Γιατί δεν γυρίζει η γλώσσα να το ονομάσεις όλο αυτό «πραγματικότητα»; και την ίδια στιγμή είναι σαφές, ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο ρεαλιστικό και επιθυμητό?
Το μοναχικό τέρας της θάλασσας, που αναδύεται μέσα στη θύελλα να κοιτάξει τον λαμπερό φάρο πάνω στην ακτή, ένας παφλασμός τύφλωσης από τον ήλιο, που χτυπάει πάνω στο πρόσωπο πίσω από την άσπρη κολόνα του μιναρέ.
Παράξενο – όλα αυτά φαίνονται σαν κομμάτια ενός γνωστού μέχρι πόνου παζλ, το οποίο εγώ μπορώ να συναρμολογήσω μόνο όταν δεν με νοιάζει τίποτε άλλο, εκτός από τα κομμάτια του; και έπειτα εμφανίζεται η προσμονή του ακόρντου του αγνώστου, ένας νέος συνδυασμός του παζλ, και μετά – η γρήγορα καταπιεσμένη από τις αμφιβολίες σκέψη για το – τι είναι εκεί, πίσω από τα όρια? Μάλλον, για αυτό η εικόνα της έρημου έχει τέτοιο δυνατό αντίκτυπο με το ατέλειωτο ταξίδι – η έρημος – είναι η υπενθύμιση για την ύπαρξη του κάτι, που μας καλεί σε αυτό το άγνωστο.
Αγαπώ τόσο πολύ αυτές τις καταστάσεις – ένας διάολος ξέρει, πού είσαι, σε μια περουβιανή έρημο – τίποτα δεν υπάρχει γύρω, εκτός από μονότονους αμμώδεις λόφους. Να το – θα γίνει τώρα. Ακόμα λίγο από αυτή την άγνωστη προσπάθεια, και το παραπέτασμα θα σκιστεί, ο αέρας θα σκάσει με τρίξιμο του κίτρινου χαρτιού της παλιάς εφημερίδας, και θα σε δω.»
«Σήμερα είναι η πέμπτη μέρα από τότε, που εγώ αποφάσισα να πετύχω το μόνιμο φόντο της προσμονής. Χτες συνάντησα ισχυρή και ακλόνητη δύναμη, η οποία στην αρχή οδηγεί τον άνθρωπο στην ενηλικίωση, μετά στην ωριμότητα, στο γήρας, και τελικά – στον θάνατο. Τις πρώτες δυο μέρες ήταν εύκολο να δημιουργώ την προσμονή, όλα ήταν υποταγμένα στον ενιαίο σκοπό, η προσοχή επέστρεφε εύκολα από τις χαοτικές αποσπάσεις, κρατιόταν σταθερά το φόντο της προσμονής, εντατικότητα 3-4, με κυματισμούς στο φόντο έως και 6. Την τρίτη μέρα οι προσπάθειες ήταν επεισοδιακές, το φόντο ασταθές, αλλά το θέμα είναι, ότι εγώ δεν καταπολεμούσα για κάθε δευτερόλεπτο αυτού του φόντου. Χτες ένιωθα για πρώτη φορά την δύναμη της αδράνειας επιστροφής στη συνηθισμένη κατάσταση, στη ρουτίνα. Πολλές προσπάθειες δεν έφερναν αποτέλεσμα, δηλαδή, δεν εκδηλωνόταν το φόντο της προσμονής. Σαν αποτέλεσμα των προσπαθειών 8-9 η ΦΑ υπήρξε πιθανότητα να μην εκδηλωθεί καν. Διέκρινα ξεκάθαρα εκείνη την κατάσταση, στην οποία βρίσκομαι – μιζέρια, ανία, καθημερινότητα, αίσθηση της αδιέξοδου, απάθεια και λύπηση για τον εαυτό μου, επάρκεια. Έκπληξη – δεν το πιστεύω το ότι ΣΥΝΕΧΕΙΑ βρίσκομαι σε αυτή την κατάσταση, δεν το παρατηρώ και νομίζω, ότι νιώθω χαρά, χαρούμενες επιθυμίες, και πώς μπορούν αυτά να περάσουν μέσα από όλα τα εμπόδια. Το φόντο της προσμονής εμφανιζόταν με εντατικότητα 1-2, κυματισμοί στο φόντο έως και 4. Το βράδυ ήρθε σιγουριά, ότι θα μπορέσω να υπερνικήσω αυτή τη δύναμη και να πετύχω την αδιάκοπη προσμονή, αλλά πιθανόν να μην είχα αντιμετωπίσει όλη την ισχύ αυτής της δύναμης. Είδα ένα όνειρο τη νύχτα, μέσα στο οποίο βίωσα τα ΑΣ τέτοιας εντατικότητας, την οποία δεν βίωνα πάρα πολύ καιρό, ίσως για 4-5 χρόνια. Ήταν αγανάκτηση + εκνευρισμός. Το πρωί ξύπνησα στη μιζέρια 100, αμέσως άρχισα να καταβάλλω τις προσπάθειες για την απομάκρυνση της και της αίσθησης της προσμονής, και δεν μπόρεσα να την απομακρύνω. Ήρθε η απελπισία 10, επειδή δεν μπορούσα να απομακρύνω αυτή τη μιζέρια. Και σχεδόν αμέσως εκδηλώθηκε ο κυματισμός της προσμονής 7 και φόντο της προσμονής 4. Ύστερα από κάμποσο καιρό οι προσπάθειες άρχισαν να ξαναφέρνουν αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει φόντο της προσμονής, παρά το ότι η εντατικότητα των προσπαθειών φτάνει στο 6-7. Ο Μπο πρότεινε να δοκιμάσω τη δημιουργία κάποιας άλλης ΦΑ, ίσως θα φανούν ενδιαφέρον αποτελέσματα. Άρχισα να δημιουργώ την αίσθηση της ομορφιάς. Φόντο της αίσθησης της ομορφιάς 2-3. Έπειτα από μια ώρα της δημιουργίας επέστρεψα ξανά στην δημιουργία της προσμονής και εκδηλώθηκε το φόντο της προσμονής 4. Κατά διάρκεια της ημέρας αρκετές φορές αντάλλαζα τη δημιουργία του φόντου της προσμονής και του φόντου της αίσθησης ομορφιάς. Τώρα, όταν το περιγράφω, έρχεται η χαρά της μάχης, η επιμονή, προσμονή, αποφασιστικότητα να συνεχίσω την επιδίωξη του μόνιμου φόντου της προσμονής και άλλο. »
– Θα ήθελα να διαβάσω περισσότερα τα γραπτά αυτού του ανθρώπου…
– Ας το διαλύσουμε για την ώρα. Τόρα – θέλω να σε βάλω στην ουσία των πραγμάτων, θα αρχίσουμε τις καινούργιες καταδύσεις σήμερα κιόλας. – Ο Μένγκες σηκώθηκε, ίσιωσε τους ώμους του. – Θα μαθαίνουμε τη θεωρία παράλληλα με την πρακτική, έτσι είναι πιο γρήγορα και πιο ξεκάθαρα. Θα τα καταφέρεις, αυτός είναι και ο λόγος της ύπαρξης σου εδώ, για να τα καταφέρεις. Πρέπει να το κάνεις, και εμείς θα σε βοηθήσουμε…
– Από ποιον να ξεκινήσουμε, Μένγκες, θέλω να πάω και απλώς να ζουλήξω εκείνη τη μουσούδα, τις αντιλήψεις της οποίας εγώ θα αρχίσω να λαμβάνω – θέλω απλά να τη πιάσω, όπως κάνουν τα παιδιά, να την αγκαλιάσω, να τρίψουμε τις παλάμες μας, τα στηθάκια, να γλύψουμε, να μυρίσουμε – η Τόρα δεν μπορούσε να μείνει ακίνητη στη θέση της και αναπηδούσε από τον ενθουσιασμό.
– Να γλείψεις και να μυρίσεις? – ο Μένγκες γέλασε, η Άρτσι ρουθούνισε, πλησίασε την Τόρα και με μια ξαφνική δύναμη την έσπρωξε τόσο πολύ, ότι εκείνη έπεσε κατευθείαν στο χώμα.
– Άντε να με πιάσεις, να ζουλήξεις, να γλείψεις, αν θέλεις:) – η Άρτσι χαχάνισε.- Εδώ είναι η πιο σημαντική μουσούδα – ακριβώς μπροστά σου.
– Τι, το γρασίδι? – Η Τόρα κοίταξε στο μικρό χορταράκι μπροστά από τη μύτη της.
– Όχι, δεν είναι το γρασίδι. Ούτε οι θάμνοι, ούτε δέντρα, ούτε σύννεφα και ούτε τα βουνά. – ο Μένγκες κάθισε δίπλα, έβαλε την παλάμη του στο χώμα, και με απρόσμενη για την αυστηρή του εμφάνιση τρυφερότητα είπε:
– Το αντικείμενο σου – είναι το Μεγάλο Τρυφερό Κορίτσι. Ο πλανήτης Γη.