Ξύπνησα από τον εκτυφλωτικό ήλιο. Δυο τοίχοι του σπιτιού στην ουσία ήταν δυο πολύ μεγάλα παράθυρα, για αυτό ο ήλιος σχεδόν όλη την ημέρα έμπαινε μέσα. Είναι μόλις εννιά, και ήδη καίει αρκετά … και είναι Νοέμβρης! Ίσως θα κατεβάσω τα στόρια και θα κοιμηθώ λίγο ακόμα… αλλάζοντας πλευρό, είδα κάτι, που στη στιγμή έδιωξε μακριά τον ύπνο– ο Καμ καθόταν δίπλα στον απέναντι τοίχο και κοιτούσε στο παράθυρο.
– Καμ!
– Φεύγω σήμερα, αλλά ήθελα να σου μιλήσω πρώτα.
– Πού θα πας; Μπορώ και εγώ να έρθω μαζί σου?
– Στη Σρι Λάνκα, όμως, εσύ δεν μπορείς να έρθεις μαζί.
– Γιατί?
– Επειδή εγώ δεν έχω τέτοια επιθυμία.
– Μπορώ να κάνω κάτι, για να εμφανιστεί η επιθυμία σου?
– Νομίζω, ναι.
– Να απομακρύνω τα αρνητικά συναισθήματα?:) – εγώ βγήκα έξω από το πάπλωμα και τεντώθηκα, μου άρεσε πολύ να κολυμπάω γυμνή μέσα στο βλέμμα του Καμ
– Φυσικά, τι άλλο. Ήρθες στην Ινδία, συνάντησες τους πρακτικούς, πήρες κάποιες πληροφορίες για το τι είναι η πρακτική του ευθύ δρόμου, και τώρα το μόνο, που σου μένει να κάνεις είναι η να ξεκινήσεις να ασχολείσαι με αυτήν, η να την απορρίψεις και να επιστρέψεις στην συνηθισμένη ζωή της νοικοκυράς η της δημοσιογράφου, η ταξιδιώτισσας – δεν έχει σημασία.
– Εγώ…
– Εσύ για την ώρα – είσαι ένα τίποτα. – Ο Καμ το είπε με μια τέτοια τρυφερότητα, ότι εγώ ούτε για ένα δευτερόλεπτο δεν ένοιωσα θυμό, αλλά… ακόμα κάτι γαργαλιστικό ξύπνησε μέσα στην καρδιά μου, πήδηξε μερικές φορές γλυκά και έφυγε στο αριστερό χέρι, όπου και διαλύθηκε. – Τώρα είσαι ένας άδειος ήχος, η απολογία του νεκροταφείου. Φύσηξε άνεμος, το φύλλο κόπηκε από το κλαδί, έπεσε στο γόνατο. Το τίναξες – και δεν υπάρχει πια. Οι άνθρωποι γεννιούνται, ζουν και πεθαίνουν, και όλα τα αυτά είναι μόνο το θρόισμα των ξερών φύλλων, και τίποτε άλλο από αυτό.
– Θα ασχοληθώ με την πρακτική, είμαι σίγουρη.
– Ενώ εγώ – όχι.
– Γιατί; Σου φαίνεται, ότι είμαι ανέλπιστη, ότι δεν θα το καταφέρω?
– Όχι, εγώ πολύ απλά δεν σκέφτομαι ποτέ σε μελλοντική κλήση, δεν συλλογίζομαι για το μέλλον, επειδή δεν υπάρχει κανένα μέλλον, το μόνο που υπάρχει είναι η τρέχουσα στιγμή, μόνο το παρόν, και εσύ είτε βιώνεις τώρα τις φωτισμένες καταστάσεις, είτε τις σκοτισμένες, και καμία λέξη δεν μπορεί να αλλάξει αυτό, που υπάρχει τώρα. Προς το παρόν εσύ δεν ασχολείσαι με την πρακτική, άρα, δεν έχω καμία αφορμή να υποθέσω, ότι θα το κάνεις κάποτε.
– Θα ασχοληθώ, καταλαβαίνω, ότι τα λόγια μου δεν σημαίνουν τίποτα, αλλά θα ασχοληθώ.
– Εγώ δεν είπα, ότι τα συγκεκριμένα λόγια σου δεν σημαίνουν τίποτα, Μάγια. Εκείνες οι λέξεις, τις οποίες είπες την πρώτη φορά, δεν σήμαιναν τίποτα. Τώρα επανέλαβες τις ίδιες λέξεις, όμως, ταυτόχρονα ένιωθες κάτι άλλο – δεν λες απλά αυτό, στο οποίο και η ίδια πιστεύεις με το ζόρι, έχεις περισσότερη απελπισία, αποφασιστικότητα. Και αυτό πλέον «σημαίνει» κάτι παραπάνω. Αν εσύ θα αρχίσεις ακόμα να καταβάλλεις τις προσπάθειες, να τις καταγράφεις, να πολεμάς για αυτό το λεπτό, για τούτη τη στιγμή, με την κάθε σου πράξη, τότε η ζωή θα έχει όλο και περισσότερη σημασία – όχι μόνο για μένα, αλλά πρώτα απ` όλα για σένα την ίδια.
– Το καταλαβαίνω. Θα πολεμήσω για να έχω αυτή τη κατανόηση.
– Πάλι «θα»? Δεν υπάρχει «θα», Μάγια. Ξεκίνα αμέσως τώρα – όχι αύριο, όχι το απόγευμα, αλλά αμέσως τώρα, έτσι και να πεις: «εγώ καταπολεμώ κάτι τώρα», ή «εγώ δεν καταπολεμώ κάτι αυτή τη στιγμή», όλα τα άλλα είναι αυταπάτη. Αν τώρα εσύ δεν καταπολεμάς, μην λες «θα το κάνω» – αυτές είναι μόνο οι γλυκές ομιλίες, με τις οποίες εσύ ξεγελάς τον εαυτό σου, επειδή το πιο σημαντικό πράγμα δεν είναι τα σχέδια σου, αλλά αυτό, που υπάρχει τώρα.
– Αυτή τη στιγμή δεν ασχολούμαι με τίποτα. Δεν φτιάχνω τη λίστα των αρνητικών συναισθημάτων μου, δεν καταγράφω – ποια ήταν η ένταση και η διάρκεια αυτών, δεν εκτελώ πραγματικά σημαντικές προσπάθειες για την απομάκρυνση τους, δεν αναφέρω καν τις υπερπροσπάθειες, δεν δοκιμάζω να ανταλλάξω τα αρνητικά συναισθήματα με τις αντιλήψεις, οι οποίες μου αρέσουν.
– Ναι, αυτό είναι τελείως διαφορετικό, – ο Καμ χαμογέλασε ευχαριστημένος. – Νιώθεις τη διαφορά, έτσι, δεν είναι?
– Διαφορά?
– Ναι, εσύ είπες στην αρχή «εγώ θα ασχοληθώ», και μετά – «εγώ δεν κάνω τίποτα». Κάποιος άσχετος παρατηρητής, ο οποίος δεν έχει καμία πείρα στην πρακτική, θα είχε υποθέσει, ότι η πρώτη φράση είναι πιο θετική, και η δεύτερη – είναι ηττοπάθεια. Εσύ ένιωσες τη διαφορά στο πως αισθάνεσαι?
– Ναι… ναι, το νιώθω. Στην πρώτη περίπτωση – κάποια αβεβαιότητα… δεν μπορώ να πω κάτι ορισμένο. Στη δεύτερη – περισσότερη συγκέντρωση, μεγαλύτερη επιθυμία, ναι, ακριβώς – μεγαλύτερη επιθυμία και… χαρά, μάλλον.
– Προσμονή?
– Ναι, και προσμονή… άκουσε, Καμ… πιθανόν, δεν έχει νόημα για μένα να μείνω εδώ. Ούτε στον οικισμό, ούτε στην Νταραμσάλα, ούτε στην Ινδία γενικά, και σίγουρα δεν έχει νόημα για μένα να πάω στη Σρι Λάνκα. Δεν μπορώ να μείνω στον οικισμό, είμαι ένα κλωσόπουλο ακόμα, και στην Ινδία… δεν βρήκα τίποτα το ενδιαφέρον εδώ, είναι απλώς μια άλλη χώρα, άλλοι άνθρωποι, όχι περισσότερα ή λιγότερα ζωντανοί απ` οποιοδήποτε άλλο μέρος. Ξέρεις τι θα κάνω… νομίζω, ότι θα πάω σπίτι μου. Εκεί θα βρω τεράστια ποσότητα των καταστάσεων, στις οποίες θα μπορέσω να ασχοληθώ με την πρακτική. Με το που φαντάζομαι, ότι και πάλι θα βυθιστώ σε αυτόν τον βάλτο, θα δω τους γονείς μου, τους γνωστούς, θα πάω για δουλειά… αμέσως βγαίνουν τόσα αρνητικά συναισθήματα!! Δεν φαντάζεσαι!!:)
– Φαντάζομαι:) – ο Καμ γέλασε δυνατά, κούνησε το κεφάλι του, – φαντάζομαι πάρα πολύ καλά, και εγώ δεν ήρθα απ` το πουθενά, έχω περάσει τον δρόμο μου από την πλήρη βύθιση στους σκοτισμούς μέχρι σήμερα. Ναι, μου άρεσε αυτή η απόφαση σου.
– Νομίζεις, ότι είναι σωστή?
– Ξέχνα τις λέξεις «σωστή», «έχει νόημα» και άλλες παρόμοιες. Μου αρέσει να σκέφτομαι, να φαντάζομαι, ότι εσύ γύρισες σπίτι, και βούτηξες με το κεφάλι στον δικό σου βάλτο – ακριβώς δικό σου, Μάγια, επειδή τα αρνητικά συναισθήματα, που εμφανίζονται μέσα σου, είναι συγκεκριμένα δικά σου, έτσι μην λες «αυτόν τον βαλτό», πες «δικό μου βάλτο!» Μου αρέσει να φαντάζομαι, πως εσύ, σαν μια τίγρη αρχίζεις να μάχεσαι με τους σκοτισμούς, να τους νικάς, να πεθαίνεις από αυτούς, να πνίγεσαι στην απελπισία, να λάμπεις από χαρά. Κάποια στιγμή θα πάρεις την απόφαση να τα παρατήσεις όλα – την πρακτική, τον Σαρτ, εμένα, τους άλλους…
– Καμ, …
– Ξέρω, τι σου λέω. Εσύ θα ΠΑΡΕΙΣ μια τέτοια απόφαση, και ίσως παραπάνω από μια φορά. Μια θα βυθίζεσαι, μια θα ανεβαίνεις, και αυτό μου αρέσει, επειδή αυτή είναι μια μάχη, στην οποία εσύ έχεις πιθανότητα να νικήσεις. Η απουσία αυτής της μάχης είναι εκ των προτέρων απόλυτη ήττα.
– Δεν μπορώ να φανταστώ, ότι θα μπορούσα να πάρω την απόφαση να στείλω την πρακτική… εσένα… εντάξει, μα εσύ μου είπες, ότι έχει σημασία μόνο αυτό, που συμβαίνει τώρα, γιατί τότε μου λες, πως σου αρέσει να φαντάζεσαι κάτι, το οποίο ίσως θα γίνει, ίσως και να μην γίνει ποτέ?
– Είσαι πολύ ψείρας, – Ο Καμ χαμογέλασε. – Αυτό το χαρακτηριστικό θα σου είναι πολύ χρήσιμο, αν καταφέρεις να το στρέψεις εναντίον στους σκοτισμούς σου, και καθ` αυτόν τον τρόπο να το φέρεις με το μέρος σου. Δεν σου λέω, ότι θα γίνει κάτι, λέω, ότι μου αρέσει να το φαντάζομαι, και αυτές οι αντιλήψεις υπάρχουν αυτή τη στιγμή – και η επιθυμία να σε βλέπω, σαν μια οργισμένη τίγρη, που κατασπαράζει τα αρνητικά της συναισθήματα, και η χαρά μου από αυτή την αντίληψη. Αλλά εδώ δεν βρίσκονται ρίζες καμίας πλάνης – δεν γεννιέται φόβος του ότι όλα μπορεί να γίνουν διαφορετικά, δεν έρχονται οι έγνοιες, η δυσαρέσκεια λόγο του ότι έχεις έναν πολύ δύσκολο στόχο μπροστά σου και τα λοιπά. Μια φωτισμένη αντίληψη γεννάει μόνο τις φωτισμένες αντιλήψεις. Η επιθυμία να σε φανταστώ σαν μια μανιασμένη τίγρη εκδηλώθηκε μαζί με τον κυματισμό της συμπάθειας για σένα, και από που ήρθε αυτός ο κυματισμός? Δεν έχω ιδέα… δεν ξέρω. Πιθανόν, εκείνη τη στιγμή, όταν άρχισες να μου λες, τι ΔΕΝ κάνεις, την ίδια στιγμή έκανες μια προσπάθεια, απαρνήθηκες την αποχαυνωτικό καθησυχασμό, έκανες μια πράξη ειλικρίνειας, ένιωθες την επιδίωξη – και όλα αυτά τα πράγματα είναι επίσης φωτισμένες αντιλήψεις, μια σπίθα άναψε την άλλη, και αυτή, με τη σειρά της – επόμενη, διότι οι αντιλήψεις δεν ανήκουν στον κανένα, – είναι κάτι, που βρίσκεται πέρα από τα όρια του «εγώ» και «εσύ», έτσι η δική σου ειλικρίνεια δημιούργησε την δική μου χαρούμενη φαντασία, συνοδευόμενη με την αύξηση της Ευδαιμονίας, και αυτή, με τη σειρά της, οπωσδήποτε θα ανταποκριθεί μέσα σου κάποτε, η σε κάποιον άλλο, και όποτε θα είσαι σε μια δύσκολη κατάσταση, σχεδόν νικημένη από τους σκοτισμούς, ξαφνικά αυτή θα λάμψει μέσα σου για μια στιγμή, θα σου δώσει μια ευκαιρία ακόμα να μαζέψεις τις δυνάμεις και να νικήσεις. Η αντιθέτως, – όταν θα κοιτάς χαρούμενη πάνω στο πεδίο της μάχης, καθαρισμένο ακόμα και από τα πτώματα των σκοτισμών, εκείνη θα αναζωπυρωθεί μέσα στην ψυχή σου σε μια λάμψη της απεραντοσύνης, η με την ακάθεκτη σκληρότητα, η με την κολλώδη ευδαιμονία – με οτιδήποτε, ποιος ξέρει, έτσι ούτε μια πράξη της ειλικρίνειας, ούτε μια δική σου προσπάθεια δεν θα πάει χαμένη, για αυτό πολέμησε για την κάθε σου στιγμή, διότι αυτή η στιγμή μπορεί να περάσει είτε μέσα στις φωτισμένες αντιλήψεις, είτε στις σκοτισμένες αντιλήψεις, είτε στη μάχη με τους σκοτισμούς – δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
– Η Ταιγκά με προσκάλεσε εδώ γα του χρόνου, και αυτή θα είναι εδώ?
– Εκείνη θέλει να βρεθεί εδώ, τι θα γίνει και πως θα είναι τα πράγματα – αυτό, όπως καταλαβαίνεις, είναι άγνωστο. Και εγώ θέλω πολύ να τη δω εδώ, και αυτό, που θα συμβεί ανάμεσα σε όλους εμάς και μέσα στον καθένα από εμάς, εξαρτάται απόλυτα από το πώς θα περάσει ο καθένας τη χρονιά του.
Εντάξει, τα κατάλαβα όλα, τι άλλο μπορείς να πεις εδώ… μόλις εμφανίζεται μια ερώτηση, αμέσως κόβεται, λες και περνάει ένα ξυράφι – και τι έκανα εγώ, για να βρω την απάντηση για αυτή την ερώτηση? Ακόμα τίποτα, έτσι για ποιο λόγο να ρωτήσω? Τι μπορώ να καταλάβω εγώ τώρα σε αυτή την ηλίθια κατάσταση? Θέλω να εξαγνιστώ από τις βλακείες, να καταστρέψω τα αρνητικά συναισθήματα, και μου αρέσει τόσο πολύ να σκέφτομαι, ότι το επόμενο καλοκαίρι θα έρθω εδώ, θα έρθω τελείως διαφορετική, τελείως ΑΛΛΗ – όχι επειδή θα έχω τέτοια διάθεση, αλλά επειδή δεν θα υπάρχει πλέον ο παλιός μου εαυτός, επειδή εγώ θα γίνω ένας άλλος άνθρωπος… και όταν σκέφτομαι, ότι τότε ο Καμ, ο Σαρτ, και ακόμα «εκείνος ο άνθρωπος» θα μπορέσουν να μου διδάξουν πολλά… εμφανίζεται μια τέτοια… τέτοια αίσθηση… όλη η ζωή είναι μπροστά μου, μια πραγματική ζωή! Δεν είχα ζήσει καθόλου ακόμα, αλλά θα πολεμήσω για μια νέα αρχή, να αρχίσω να ζω, θα χρησιμοποιήσω την ευκαιρία μου.
– Θέλω να πάω μια βόλτα μαζί σου, Καμ. Πάμε; Έχω μια ερώτηση ακόμα, και θέλω να την ξεκαθαρίσω.
– Ποια ερώτηση?
– Για τα αρνητικά συναισθήματα σαν «αυτό», το οποίο βρίσκεται πίσω από αυτά – θέλω να πετύχω τη σαφήνεια, όσο γίνεται τώρα.
– Εντάξει, θα συναντηθούμε στην πόρτα σε είκοσι λεπτά, θα πάμε πάνω στα βουνά και θα μιλήσουμε.
Κατεβήκαμε στην Μακλεοντ Γαντζ και πήγαμε προς τον καταρράκτη. Δίπλα στο «Green Hotel» μια αδέσποτη αγελάδα παραλίγο να με σουβλίσει με τα κέρατα της, και δεν ξέρω μέχρι τώρα – τι σήμαινε αυτό:) Το νιώθεις αρκετά έντονα, όταν προσπαθούν να σου χώσουν ένα σκληρό κόκαλο κάτω από το παΐδι… σκύλα… τι την έχει πιάσει με μένα; Ο ήλιος έγλυφε τους ώμους μας, αδιαφορώντας παντελώς για τα βλέμματα τον περαστικών.
– Δηλαδή, τι έβγαλα από την προηγούμενη συζήτηση… Ότι ο άνθρωπος έχει την μαθησιακή ικανότητα να δημιουργεί αρκετά περίπλοκες συνήθειες, είναι ικανός για θαύματα, αν θέλει, αλλά τα πράγματα είναι διαφορετικά με τα αρνητικά συναισθήματα – πρώτον, κανένας δεν θέλει να τα ξεφορτωθεί, και δεν εμφανίζεται καν η σκέψη, ότι είναι δυνατόν να γίνει κάτι τέτοιο. Δεύτερον, ακόμα και αν το θελήσει, τότε δεν θα πετύχει τίποτα χωρίς τις υπερπροσπάθειες, πρέπει κυριολεκτικά μέχρι τα κοκάλα να γυρίσεις από την ανάποδη, για να απομακρύνεις τον πιο απλό εκνευρισμό, αυτό το ξέρω καλά… Και όταν αυτοί, που μπορούν να δουν, βλέπουν τη διαδικασία της αίσθησης του αρνητικού συναισθήματος μέσα σε έναν άνθρωπο, βλέπουν, ότι κάποια πλάσματα τον καταβροχθίζουν, έτσι?
– Εκείνοι βλέπουν κάτι, που ερμηνεύουν ως καταβρόχθιση.
– Μα αν αυτό είναι καταβρόχθιση, τότε στον άνθρωπο μένει κάτι λιγότερο, και στα πλάσματα – περισσότερο?
– Βέβαια, έτσι είναι, ωστόσο, η «καταβρόχθιση» – είναι συγκεκριμένα μια ερμηνεία, επειδή αν εσύ στο μπάνιο γίνεσαι πιο καθαρή, και φεύγει βρομιά από πάνω σου, τότε μπορείς να το ερμηνεύσεις ως καταβρόχθιση του εαυτού σου από το νερό, διότι πάνω σου μένει λιγότερη βρόμα, και μέσα στο νερό – περισσότερη.
– Απ` ότι καταλαβαίνω, με τα αρνητικά συναισθήματα τελικά είναι κάπως διαφορετικά τα πράγματα, τουλάχιστον επειδή εγώ μετά από ένα μπάνιο νιώθω πολύ καλύτερα, ενώ μετά από τα αρνητικά συναισθήματα – απαίσια.
– Ναι, αλλά και πάλι εγώ προτιμώ να μην ξεχνάω, ότι η «καταβρόχθιση» – είναι μόλις μια ερμηνεία, και δεν υπάρχει καμία εγγύηση, ότι με τον καιρό δεν θα φανούν κάποιες νέες λεπτομέρειες των δικών σου αντιλήψεων, οι οποίες θα περιγράφονται πιο καλά με μια άλλη ερμηνεία, αρχίζοντας από το «αυτά μας σώζουν από ένα μεγαλύτερο κακό», μέχρι το «αυτά μας μετέτρεψαν σε ισόβιους σκλάβους».
– Και τι να κάνουμε, αν όλα είναι τόσο εξ αρχής ακαθόριστα? Αφού η εμπειρία συνεχίζεται, και ποτέ δεν θα έχουμε ένα ολοκληρωμένο σύνολο των αντιλήψεων, πάντοτε κάτι νέο θα βρίσκεται μπροστά, κάτι, που μπορεί να αλλάξει ακόμα και μια κατάλληλη ερμηνεία… τι να κάνουμε, Καμ; Πώς μπορούμε να κάνουμε κάτι γενικά, αν δεν υπάρχει βεβαιότητα, ότι εκτιμάμε σωστά αυτό, που συμβαίνει;
Ο Καμ με αγκάλιασε από τους ώμους, περπατούσαμε αργά στον δρόμο για το Μπαγκσού.
– Μάγια, επαναλαμβάνω άλλη μια φορά – δεν υπάρχει καμία τελική ερμηνεία, και δεν μπορεί να υπάρξει. Υπάρχει μόνο αυτή, η οποία εσένα σου φαίνεται κατάλληλη υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, με τις αντιλήψεις, τις οποίες εσύ έχεις τώρα. Για παράδειγμα, εσύ βλέπεις, ότι κάποιος σκοπεύει να σε μαχαιρώσει. Θα συλλογίζεσαι – αν θέλει να σε σκοτώσει, ή να σε τρομάξει μόνο, ή ίσως ούτε καν εσένα, αλλά θα δει τώρα, ότι εσύ – είσαι εσύ, και όχι κάποιος άλλος, και τη τελευταία στιγμή θα κατεβάσει το χέρι του; Αφού στην πραγματικότητα πάντοτε μπορεί να γίνεται οτιδήποτε, αλλά αυτό δεν σε εμποδίζει να πάρεις κάποια δραστικά μέτρα – να χτυπήσεις και να τον κάνεις να χάσει το μαχαίρι, να αποφύγεις την επίθεση, και μετά να ξεκαθαρίζεις. Έτσι για την ερώτηση «πώς να κάνω κάτι, όταν δεν υπάρχει μια απολύτως αληθινή ερμηνεία» η απάντηση είναι παρά πολύ απλή – κάνε αυτό, που θέλεις. Ο, τι θελήσεις να κάνεις υπό τις συνθήκες της υπάρχουσας ερμηνείας.
– Και αν μετά ανακαλυφθεί, ότι η δική σου ερμηνεία ήταν λανθασμένη?
Ο Καμ με κοίταξε με ειρωνικό χαμόγελο.
– Μάγια, μου θυμίζεις τη μαμά, η οποία τρέμει πάνω από τα παιδάκια της, και καλά, και αν γίνει κάτι… αν βγει, ότι σαν αποτέλεσμα των πράξεων σου θα βρεις τις νέες λεπτομέρειες, τότε θα αλλάξεις την ερμηνεία σου, ή θα αλλάξουν οι επιθυμίες σου. Με αυτόν τον τρόπο εσύ θα μαθαίνεις, πώς αλλιώς θα γινόταν αυτό; Δεν γίνεται αλλιώς.
– Όχι, όχι, Καμ, μου αρέσει στ` αλήθεια αυτή η προσέγγιση, αλλά σκόπιμα θέλω να πάρω τη στάση μιας τέτοιας μαμάς, για να τα ξεκαθαρίσω όλα. Μήπως τα πράγματα πάρουν μια τέτοια τροπή, στην οποία εγώ θα βλάψω τον εαυτό μου, σαν αποτέλεσμα αυτών των ερευνών?
– Ναι, και αυτό μπορεί να γίνει. Όταν προσπαθήσεις να μάθεις να τρέχεις με πατίνια, και σου τύχει να κάνεις καρούμπαλο, θα σε στενοχωρήσει πολύ αυτό; Αν ναι – θα σταματήσεις τα μαθήματα και θα ασχοληθείς με κάτι άλλο, και η εικόνα των ανθρώπων, που κάνουν πατινάζ δεν θα προκαλεί πια θλίψη μέσα σου: «καλά, αυτοί ξέρουν να το κάνουν, και εγώ όχι», επειδή θα ξέρεις πλέον – το ήθελες, δοκίμασες και το άφησες – δεν σε τράβαγε. Δεν πρέπει να αντιμετωπίσεις το ενδιαφέρον, τις επιθυμίες σου σαν κάτι τυφλό. Οι επιθυμίες, το ενδιαφέρον, η προσμονή – όλα τα αυτά είναι ζωντανές αντιλήψεις. Είναι ατροφικά όλα σε έναν συνηθισμένο άνθρωπο, διότι από την πιο μικρή παιδική ηλικία αυτός έχει μάθει να κάνει όχι αυτό που θέλει, αλλά αυτό, που είναι αποδεκτό, επιτρεπτό, και όταν αρχίζει να βγάζει τον εαυτό του από αυτήν την φυλακή, ανακαλύπτει, ότι οι επιθυμίες του είναι ατελείς, αντιφατικές, σπάνια συνοδεύονται με την προσμονή και πολύ συχνά – με αρνητικά συναισθήματα, αλλά μπορείς να μεγαλώσεις ένα παιδί μόνο με έναν τρόπο – αφήνοντας το να μεγαλώσει. Επέτρεψε στις επιθυμίες σου να εκδηλωθούν, απελευθέρωσε αυτές από τις σκοτισμένες αντιλήψεις, δημιούργησε αντιλήψεις φωτισμένες, και πολύ γρήγορα οι επιθυμίες θα ενδυναμωθούν, με έναν τελείως ακατανόητο για το νου σου τρόπο θα σε οδηγήσουν στις αποκαλύψεις.
– Ναι, το ξέρω! Αυτό το έχω ανακαλύψει τόσες φορές! Τα περιέγραψες με απόλυτη ακρίβεια, Καμ:) Δηλαδή, παρά το ότι εγώ καταλαβαίνω, ότι η ερμηνεία των αρνητικών συναισθημάτων ως αντιλήψεις, οι οποίες συνοδεύουν την καταβρόχθιση μας από τα άλλα πλάσματα μπορεί να μου φανεί αργότερα ατελές, η ακόμα και δυσανάλογη, ωστόσο τα αρνητικά συναισθήματα είναι μια κατάσταση, την οποία εγώ δεν θέλω να βιώνω, και θέλω να σταματήσω να τα αισθάνομαι, έτσι χρησιμοποιώ αυτή την ερμηνεία, επειδή τώρα έχει ως βάση κάποιες αφορμές, και επειδή αυτό μου επιτρέπει να εντατικοποιήσω τις προσπάθειες.
– Ναι, τώρα το κατάλαβες απολύτως σωστά.
– Τέλεια… μου αρέσει να συζητάω μαζί σου, μοιάζει με το κούρδισμα του πιάνου με το διαπασών:) Εγώ κάνω έναν ήχο (δηλαδή, γεννιέται η σκέψη), μέσα σου αυτή η σκέψη αντανακλάται, συγκρίνεται με το μέτρο (ξεκάθαρη κατανόηση), επιστρέφει σε μένα με σημείωση – εδώ είναι φάλτσα, και εδώ, ενώ εδώ – είναι σωστός. Είναι παράξενο, ξέρεις…. κάθε φορά εκπλήσσομαι – γιατί δεν το κατάλαβα μόνη μου αυτό αμέσως? Γιατί δεν μπόρεσα μόνη μου να δω αυτή την φάλτσα και να τη διορθώσω? Αφού δεν παίρνω με τυφλή πίστη τις εξηγήσεις σου, τις καταλαβαίνω!
Σφηνωμένοι, περάσαμε μέσα από τη στενή μεταλλική περιστρεφόμενη πόρτα, φτάσαμε στον λιθόστρωτο δρόμο, που οδηγούσε στον καταρράκτη και, ξεπερνώντας μια ομάδα των θιβετιανών μοναχών, πήγαμε προς τα πάνω.
– Εντάξει, Καμ. Μπορείς τώρα να μου πεις λιγάκι ακόμα για αυτή την ερμηνεία των αρνητικών συναισθημάτων? Τι να προσέξω, για να κάνω πιο ξεκάθαρη την κατανόηση του ότι αυτή η ερμηνεία είναι τελείως πιθανή; αφού εγώ δεν έχω εκείνες τις ιδιαίτερες αντιλήψεις, έτσι το μόνο, που μου μένει είναι… τι μου μένει, αν δεν έχω αντιλήψεις; Δεν θέλω να φτιάξω μια νέα θεωρία, και δεν υπάρχουν αντιλήψεις, και γι` αυτό μπορώ να βασιστώ μόνο στις υπάρχουσες αντιλήψεις, δεν τις έχω, όμως, λοιπόν, τι να κάνω?
– Μπορείς να εξετάσεις ειλικρινά εκείνα τα γεγονότα, τα οποία έχεις. Στην πραγματικότητα κανένας δεν το κάνει αυτό
– Και τι κάνουν όλοι τότε?
– Φιλτράρουν τις πληροφορίες τους, λογοκρίνουν τις σκέψεις τους. Αν συγκρίνεις ειλικρινά όλα τα δεδομένα, που έχεις, τότε θα φτάσεις σε πολύ ενδιαφέρον συμπεράσματα. Καλά, θα κάνω αυτή την εργασία για σένα. Κοίτα, τι θα γίνει.
Ο Καμ έβγαλε τη μπλούζα του, και εγώ με μεγάλη ευχαρίστηση χάιδεψα με την παλάμη μου την κοιλιά και την πλάτη του, μπροστά στα μάτια των κατάπληκτων τουριστών-Ινδών, οι οποίοι κατέβαιναν. Για εκείνους ήταν μια σκέτη χυδαιότητα
– Πρώτο. Βλέπουμε, ότι πάρα πολλοί άνθρωποι μαθαίνουν τα πιο δύσκολα πράγματα – να λύνουν περίπλοκες εξισώσεις, να κάνουν ποδηλασία με μονόκυκλο και τα λοιπά. Αλλά το να απομακρύνεις ακόμα και το πιο στοιχειώδη αρνητικό συναίσθημα… θα λέω απλά «ΑΣ» – για συντομία, λοιπόν, το να απομακρύνεις ΑΣ αποδεικνύεται πολύ δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο πράγμα. Παρόλο που στην πραγματικότητα κάθε άνθρωπος έχει την εμπειρία του ότι σε κάποιες παρόμοιες καταστάσεις τα ΑΣ μπορεί να εμφανιστούν, μπορεί και όχι, όμως. Ο καθένας έχει την πείρα των φωτισμένων αντιλήψεων – της τρυφερότητας, του έρωτα, της συμπάθειας, χαράς, έτσι έχει από τι να επιλέξει. Ως εκ τούτου εμφανίζεται μια υπόθεση, ότι υπάρχουν κάποιες τρίτες δυνάμεις, οι οποίες εμποδίζουν τον άνθρωπο να κάνει αυτές τις προσπάθειες, και οι δυνάμεις αυτές δρουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις.
– Δεύτερον. Πρόσεξε μια τέτοια παράξενη λεπτομέρεια. Με το που εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, αμέσως δημιουργήθηκαν οι αιρέσεις. Μόλις φτιάχνεται μια θεωρία, αμέσως βρίσκονται κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι αρχίζουν να τη σκαλίζουν, να την μελετάνε, να προσπαθήσουν να τη διαψεύσουν. Στη Γη δεν υπάρχει μια ενιαία θρησκεία – έχουμε καμία δεκάδα «βασικών», και χιλιάδες ερμηνείες αυτών. Οι άνθρωποι δεν περπατάνε σε στρατιωτικές παρατάξεις, τους αρέσει να πηγαίνουν εκεί, όπου τραβάει η ψυχή τους. Αν μια κυβέρνηση αποφασίζει να εκτελέσει κάποιο σχέδιο ανάπτυξης για τη χώρα, αμέσως βρίσκονται οι συνήγοροι, δικηγόροι, οι οποίοι για τα δικά τους συμφέροντα αρχίζουν να το «θάβουν» αυτό το σχέδιο, να το αλλάζουν. Αν είναι κοινώς αποδεκτό, ότι δεν υπάρχει η Αμερική, αμέσως βρίσκονται άτομα, έτοιμα να περάσουν τον ωκεανό για να τη βρουν. Αν θεωρείται, ότι το σεξ σε δημόσιο χορό – είναι «κακό», την ίδια στιγμή εκατοντάδες διαδηλωτές γυμνώνονται επιδεικτικά στους δρόμους. Και μόνη σου μπορείς να φέρεις με τη μια εκατοντάδες παραδείγματα τέτοιου είδους, και τώρα κοίταξε στα ΑΣ. Με έναν παράξενο τρόπο ΟΛΟΚΛΗΡΗ η ανθρωπότητα πιστεύει, ότι είναι αδύνατον να ζήσεις χωρίς αυτά, είναι αδύνατον να τα απομακρύνεις, και ότι οι ιδέες αυτού του είδους θα αντιμετωπιστούν στην καλύτερη περίπτωση με αμφιβολία, και στην χειρότερη – με επιθετικότητα, και στην Αυστραλία, και στην Ιαπωνία, και οπουδήποτε αλλού. Είναι μια παγκοσμίως απλωμένη θρησκεία, κατά της οποίας δεν διαδηλώνει κανείς! Για το δίκαιο της οποίας δεν αμφιβάλει κανένας! Δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος, που να δηλώνει, ότι έχει βάλει σκοπό στον εαυτό του την πλήρη απελευθέρωση από τα ΑΣ! Απόλυτη κοινωνική ανοχή! Αυτό είναι πολύ, πολύ περίεργο. Τώρα σκέψου, ότι εσύ είσαι ένας βοσκός, πας τις αγελάδες για βοσκή. Ο καλύτερος τρόπος να φυλάξεις το κοπάδι σου – είναι να κάνεις έτσι, ώστε οι αγελάδες να μην μπορούν ούτε καν να σκεφτούν, πως υπάρχει κάποια άλλη ζωή έξω από το μαντρί. Τότε αυτές όχι μόνο δεν θα προσπαθήσουν να ρίξουν τον φράχτη, αλλά δεν θα το αναζητήσουν καν, δεν θα σκεφτούν για αυτό καν, απλώς θα το ακουμπήσουν με το μέτωπο και θα στρίψουν αλλού. Και αν κάποια αγελάδα από «βλακεία» της θα το βάλει στόχο, αμέσως της επιτίθεται ένας ολόκληρος στρατός από ενσωματωμένα ινστιτούτα, αρχίζοντας από την ηθική, και τελειώνοντας με τη ξεκάθαρη βία.
– Πάμε παρακάτω. Τρίτον. Κοίταξε, πως αντιδρούν οι άνθρωποι στις επιδημίες, στους πολέμους. Ας πούμε, ότι μια ολόκληρη πόλη αρρώστησε με γρίπη – όλοι είναι πολύ χάλια, άνθρωποι υποφέρουν συνέχεια, χάνουν τη λογική τους από το πόνο, η υγειά τους επιδεινώνεται, αρχίζουν άλλες ασθένειες… Ποια μέτρα θα πάρει ο πληθυσμός; Θα συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις, θα κηρύξει τον αναγκαστικό εμβολιασμό, θα αποκλείσει τους άρρωστους από τους υγιείς, και γενικώς θα σηκωθεί τεράστια φασαρία. Και δες εδώ τώρα – τα ΑΣ έχουν πλήξει ολόκληρο τον κόσμο, οι άνθρωποι τα βιώνουν συνέχεια ταυτόχρονα, ο βαθμός της πλήξης με αυτή την ασθένεια είναι τρομακτικός. Δεν πρέπει να εξηγείς σε κανέναν, ότι τα ΑΣ – είναι βασανισμός, όλοι το ξέρουν από μόνοι τους. «Με πλήγωσες» – αυτή είναι μια τυπική αντίδραση, απάντηση σε μια πράξη, μετά από την οποία άνθρωπος ένοιωσε θυμό, ζήλια, κακία, οποιοδήποτε ΑΣ. Οι άνθρωποι καταλαβαίνουν, ότι τα ΑΣ – είναι πάθη, αλλά ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ ΤΙΠΟΤΑ, έστω για να δοκιμάσουν να σκεφτούν – πώς να λύσουν αυτό το πρόβλημα, πώς να σταματήσουν να υποφέρουν, πώς να κλείσουν την πηγή του πόνου. Δεν είναι παράξενο αυτό; Δεν είναι παράξενο, ότι οι άνθρωποι, που επιδιώκουν τόσο πολύ την επάρκεια, την άνεση, την υγειά, δεν κάνουν ΤΙΠΟΤΑ κατά του ενός από τα πιο βασικά πάθη τους? Τέλος, φαντάσου για άλλη μια φορά τον εαυτό σου βοσκό. Αν η διαδικασία του αρμέγματος θα φέρνει στις αγελάδες πόνο, εσύ θα προσπαθήσεις να κάνεις κάτι, το οποίο θα τις πείθει να αντιμετωπίζουν αυτόν τον πόνο ως κάτι αυτονόητο, να μην περνάει καν η σκέψη από τα κεφάλια τους, ότι μπορούν να κάνουν κάτι με αυτό.
– Επόμενο. Τέταρτον. Κοίταξε τη δική μας κουλτούρα, βιβλία, ταινίες. Δεν υπάρχει ούτε ένα βιβλίο, στο οποίο δεν καλλιεργείται κάποια μορφή των ΑΣ, δεν παρουσιάζεται ως κάτι, που κάνει τη ζωή μας βαθύτερη. Θεωρούνται καλύτερα εκείνα τα βιβλία, εκείνα τα έργα, στα οποία πετυχαίνεται η πρόκληση όσο πιο γίνεται περισσότερων συναισθημάτων, όμως, κοίταξε στη σύσταση αυτών των συναισθημάτων? Στην καλύτερη περίπτωση πέντε τοις εκατό χαρά και τρυφερότητα, και τα υπόλοιπα – ΑΣ. Αν θα ήσουν ένας βοσκός – σίγουρα θα φρόντιζες οι αγελάδες σου να έχουν κουλτούρα, η οποία να απαγορεύει να κοιτάνε πέρα από τον φράχτη, που τις προσκαλεί να αισθάνονται την πίστη στον αγαπημένο τους στάβλο, να υποφέρουν μόνο με μια σκέψη, ότι θα μπορούσαν να τον αφήσουν.
– Πέμπτο. Κοίταξε σε μια τέτοια επιστήμη, όπως η ψυχολογία. Φαινομενικά – ποιος, αν όχι οι ψυχολόγοι θα έπρεπε να μελετήσουν, να αναζητήσουν τους δρόμους για την ευτυχία, για την ελευθερία; Αυτοί το ψάχνουν, μα πώς? Δες – πώς το κάνουν και πού το αναζητούν? Ένας έξυπνος βοσκός οπωσδήποτε θα φτιάξει μια «ψυχολογία», η οποία θα αναζητήσει την ελευθερία από τον στάβλο… μέσα στον ίδιο στάβλο, φυσικά. Θα σου δώσω μόνο ένα παράδειγμα – στη Μεγάλη Βρετανία κάτω από την αιγίδα όχι όποιου και όποιου, αλλά της Βασιλικής Επιστημονικής Κοινότητας διοργανώνεται σεμινάριο των επιστημόνων-ψυχολόγων για τα προβλήματα της ανθρώπινης ευτυχίας, και συγκεκριμένα συζητάνε την «επική» ανακάλυψη του κάποιου Μάρτιν Σέλιγκμαν (Αμερικανού ψυχολόγου από το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια) – τη θεωρία της «θετικής ψυχολογίας». Εκείνος δημιούργησε αυτή τη θεωρία, δουλεύοντας τριάντα χρόνια πάνω στην έρευνα των καταθλιπτικών καταστάσεων, και κατά τη διαδικασία της έρευνας κατάλαβε, ότι πρέπει να βασίζεσαι στην καλή διάθεση, και όχι στην κακή. Κατά τη γνώμη του, μελετώντας αυτό, που αισθάνεται ένας ευτυχισμένος άνθρωπος, μπορείς να καταλάβεις τα κριτήρια της ευτυχίας. Αυτά τα κριτήρια, σύμφωνα με αυτόν, μπορούμε αργότερα να τα προβάλλουμε στους δυστυχισμένους ανθρώπους, εκπαιδεύοντας τους, πώς μπορούν να γίνουν ευτυχισμένοι. Μετά από την δημοσίευση της θεωρίας του ο Σέλιγκμαν πήρε τριάντα εκατομμύρια δολάρια επιδότηση για τη μελέτη του, και τώρα σε συνεργασία με τους συνάδελφους από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ σκοπεύει να προωθήσει τη θεωρία του στην Ευρώπη. Και ποιο είναι το αξιοσημείωτο σε αυτό? Εσύ, Μάγια, βλέπεις κάτι καχύποπτο στη δική του θεωρία?
– Μάλλον, όχι… όχι, ο άνθρωπος ψάχνει συνταγές για την ευτυχία:)
– Α, βλέπεις, και εσύ δεν πρόσεξες τίποτα το καχύποπτο σε αυτό. Ενώ η ουσία είναι, ότι ο συνηθισμένος άνθρωπος, διαβάζοντας αυτά, θα σκεφτεί: «α, επιτέλους, δόξα το Θεό, σε λίγο αυτοί θα βρουν τη συνταγή για την ευτυχία, και θα με κάνουν και εμένα ευτυχισμένο, θα προβάλλουν πάνω μου τη σωστή διάθεση». Σαν αποτέλεσμα αυτός κάθεται και περιμένει, – πότε θα βρουν το χάπι της ευτυχίας. Και φυσικά, δεν θα περάσει καν από το μυαλό του να αναζητήσει κάτι μόνος του. Πώς να γίνει αυτό! Αφού να, και εκείνοι οι μέγα επιστήμονες από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια δεν μπορούν να σκεφτούν – πώς να γίνει κάποιος ευτυχισμένος, τι να λέμε για μένα…. Όλοι περιμένουν τα χάπια της ευτυχίας, και κανείς δεν σκέφτεται καν, ότι τα πάντα είναι αποκλειστικά στα χέρια του. Με αυτόν τον τρόπο η τέτοια «επιστήμη» απλώς κόβει την κάθε δραστηριότητα της αναζήτησης μέσα στους ανθρώπους.
– Μα αυτό, όχι… περίμενε, θέλεις να πεις, ότι αυτά τα πλάσματα υποκρίνονται, ντύνονται σαν άνθρωποι και χρηματοδοτούν τις αδιέξοδες κατευθύνσεις…
– Όχι, βέβαια:). Δεν είναι, όμως, καθόλου παράξενο, ότι ακόμα και τώρα μέσα στο μυαλό σου έρχεται η πιο ανόητη εκδοχή, εκ των προτέρων φανταστική. Γιατί το χρειάζονται? Αυτά τα πλάσματα έχουν την πιο άμεση επιρροή στον οποιονδήποτε άνθρωπο, αφού ελέγχουν τα συναισθήματα του! Τι νομίζεις, ότι δεν ελέγχουν τις σκέψεις του, δένοντας τις στα συναισθήματα, περιορίζοντας την ελευθερία της νόησης με τα σκληρά όρια των καθορισμένων από ένας θεός ξέρει – ποιον – θεωριών? Σκέψου, ότι έχεις μια τέτοια ευκαιρία – να γίνεις ο βασιλιάς του κόσμου! Σε έναν άνθρωπο να περάσεις το μίσος για τους ανεπιθύμητους για σένα ανθρώπους και θεωρίες, στον άλλο – κάτι άλλο και ούτω καθεξής. Έτσι κάθονται όλοι αυτοί οι επιστήμονες και ακούνε τον ομιλητή, και δεν τον ακούνε απλά, εκείνοι νιώθουν συναισθήματα, Μάγια. Οι σκέψεις τους είναι περιορισμένες με τις θεωρίες. Πάρε στα χέρια σου τον έλεγχο αυτών των θεωριών, και θα λάβεις όλα τα υπόλοιπα.
– Συμφωνώ για τα συναισθήματα, αλλά για τις θεωρίες… οι επιστήμονες είναι αυτοί που…
– Οι επιστήμονες – είναι οι συνηθισμένοι σκοτισμένοι άνθρωποι. Μπορούν να λύνουν εξισώσεις, ή να μελετήσουν τα ίδια συναισθήματα, αλλά ρώτησε οποιονδήποτε από αυτούς – γιατί πρέπει να σέβεσαι τους μεγαλύτερους, και θα σου πει με γουρλωμένα μάτια : «αυτό είναι προφανές», «τι είσαι, παιδάκι και δεν καταλαβαίνεις?», «αυτές είναι οι βάσεις της κοινωνίας» και τα λοιπά. Και ρώτησε τον – γιατί αυτός ζει με τη γυναίκα του, ποιες είναι οι αντιλήψεις της, που του αρέσουν πολύ? Εδώ όσο κορυφαίος και να είναι, θα σου δώσει μια μερίδα επιθετικότητας και ανόητων φράσεων. Έχεις πολλές παραισθήσεις σχετικά με τους επιστήμονες. Κάνε παρέα μαζί τους. Ο καθένας έχει το δικό του σκληρό σύνολο των θεωριών, και όχι μόνο δεν μπορεί να βγει πέρα από τα σύνορα αυτών, δεν τολμάει να σκεφτεί καν κάτι τέτοιο. Και εφόσον για τους διαφορετικούς ανθρώπους το σύνολο αυτών των σκληρών σχημάτων διαφέρει, δε θα βρουν ποτέ κατανόηση μεταξύ τους. Πραγματικός βαβυλώνιος συνωστισμός. Αν θα ήμουν θεός, απασχολημένος με την κατάρριψη του πύργου, ποτέ δεν θα έκανα μια τέτοια βλακεία, όπως η αλλαγή της γλώσσας σε διαφορετική για τον κάθε άνθρωπο – για ποιο λόγο; Εκείνοι αμέσως θα δημιουργούσαν τα λεξικά, η θα μάθαιναν μια κάποια επιλεγμένη γλώσσα. Θα τους έδινα τις διαφορετικές θεωρίες, κάτω από την φρουρά των ΑΣ, και τότε θα πετύχαινα τον σκοπό μου, γιατί αντί τις συζητήσεις και συλλογισμούς αυτοί απλώς φτύνουν ο ένας τον άλλον με τις θεωρίες τους, χωρίς να έχουν την παραμικρή επιθυμία να σκεφτούν – για πιο λόγο θεωρούν τις θεωρίες τους αναμφισβήτητα σωστές.
– Όσο πιο πολύ μιλάς, τόσο λιγότερα άνετα αισθάνομαι…
– Ας προχωρήσουμε, Μάγια. Φαντάσου, ότι κάποια αγελάδα τρελάθηκε, ξεμέθυσε και θέλει να βγει έξω, στην σαβάνα, αρχίζει να σπρώχνει με τα κέρατα τον φράχτη και να τον χαλαρώνει, και γενικώς φέρεται ακατάλληλα. Εσύ, ως βοσκός, τι θα έκανες; Έλα να σκεφτούμε για αυτό μαζί.
– Εμ… πρώτα απ` όλα θα είχα στεριώσει πιο καλά τον φράχτη.
– Σωστά. Αν αρχίσεις να ασχολείσαι με την πρακτική του ευθύ δρόμου, θα ανακαλύψεις, ότι τα ΑΣ γίνονται ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ, ότι αυτά εκδηλώνονται πιο δραστήρια, δυνατά, και νομίζεις καμιά φορά – τι πρακτική είναι αυτή, σαν αποτέλεσμα της οποίας τα ΑΣ όλο και πληθαίνουν! Αν αρχίσεις να ασκείς την πρακτική της παύσης στο όριο του οργασμού – και πάλι θα δεις την ίδια επίδραση! Τον πρώτο καιρό αρχίζεις απλώς να σκίζεσαι από τα ΑΣ και από την επιθυμία να τελειώσεις! Όλο αυτό είναι η ίδια διαδικασία της στερέωσης του φράχτη μπροστά από την δική μας τρελή αγελάδα…
– Καμ… καταλαβαίνω, ότι δεν επινοείς τίποτα από όλα αυτά, και απλώς μου δείχνεις αυτό, που ούτως η αλλιώς το ξέρει ο καθένας, αλλά… αρχίζω να φοβάμαι πραγματικά.
– Τι άλλο θα έκανες εσύ με αυτή την αγελάδα, αν αυτή συνεχίζει παρόλα ταύτα να σπρώχνει τον φράχτη, και δεν φτάνει, ότι από στιγμή σε στιγμή θα φύγει η ίδια, αλλά θα τραβήξει και τις άλλες μαζί της?
– Δεν ξέρω… σε ό, τι αφορά εμένα, μάλλον, θα την άφηνα να φύγει:) Γιατί να ταλαιπωρούμαι τόσο πολύ μαζί της… ή θα τη σκότωνα… οχ…
– Ακριβώς.
– Καμ, νομίζεις, ότι υπάρχει πραγματική απειλή για τη ζωή εκείνων, που προσπαθούν να απομακρύνουν τα ΑΣ??
– Όχι, δεν το νομίζω αυτό. Δεν έχω αφορμή να το σκεφτώ, επειδή όλοι αυτοί, που ασχολούνται με την πρακτική όχι μόνο δεν πεθαίνουν, αλλά είναι εξαιρετικά υγιείς. Αυτό, παρεμπιπτόντως, είναι και η αιτία για το ότι δεν υποστηρίζω εξ ολοκλήρου την ερμηνεία αυτών των πλασμάτων ως εχθρικών ως προς εμάς δυνάμεων. Ας πούμε, πήγαινες εσύ στον δρόμο, είδες την αγελαδίτσα, το γαλατάκι της είναι νόστιμο … σκέφτεσαι – θα της περάσω το λουρί στο λαιμό, θα τη πάρω μαζί μου, πόσο μάλλον, αν αυτή δεν διαφωνεί… α, διαφωνεί; θα τη τραβήξουμε πιο δυνατά… διαφωνεί πάρα πολύ; εντάξει, ας προχωρήσουμε. Αυτήν την ερμηνεία υποστηρίζω εγώ. Όταν το σκοινί τεντώνει πάρα πολύ, μας αφήνουν.
– Μα είναι πιο εύκολο να σκοτώσουν, γιατί δεν σκοτώνουν τότε; Θα είναι μάθημα και για τους άλλους. Να και εμείς τώρα σερνόμαστε σε έναν βράχο – σπρώξε με λιγάκι, – και τέλος, πάει ένας πρακτικός:)
– Σκέφτεσαι παράξενα, Μάγια… και εσύ ακολουθείς αυτή την προσέγγιση – «είναι πιο εύκολο να σκοτώσεις», όταν συναντάς κάτι, το οποίο εμποδίζει τα σχέδια σου?
– Όχι, δεν το κάνω.
– Έτσι και αυτά δεν το κάνουν. Εκτός από αυτό, μην ξεχνάς, ότι δε μπορούν να σπρώξουν, μπορούν μόνο να προκαλέσουν μίσος σε κάποιον, και μετά αυτός να σε σπρώξει. Και δεν το αποκλείω, ότι κατά καιρούς προσφεύγουν σε τέτοια μέτρα… και αυτά μπορεί να είναι πολύ διαφορετικά, όπως και εμείς, οι άνθρωποι. Αυτός είναι ένας από τους λόγους, για τον οποίο εγώ προτιμώ να είμαι κοινωνικά προσαρμοσμένος. Αν τώρα θα με βάλεις σε μια σειρά με άλλους τυχαίους ανθρώπους, και να κάνεις διαγωνισμό για «κανονικότητα», θα τον κερδίσω, θα δείξω τον εαυτό μου σεβαστό και αξιόλογο κύριο, επειδή ξέρω πάρα πολύ καλά τους μηχανισμούς, οι οποίοι διευθύνουν τους σκοτισμένους ανθρώπους.
– Με εκπλήσσει, ότι από τη μια μεριά είσαι κάτι το απολύτως μυστηριώδες, η επαφή με σένα γεννάει μέσα μου τόσα…ασυνήθιστα…, και ταυτόχρονα μπορείς να μιλάς τελείως ανάλογα για την επιστήμη, και όσο εμείς περπατούσαμε στην Νταραμσάλα, δεν σε αναγνώριζα καθόλου, όντως έγινες τελείως διαφορετικός – συνηθισμένος ξένος τουρίστας, μόνο στα μάτια σου έβλεπα εσένα, τον οποίο γνώρισα στην Μποντγκάγια, εσένα-στοιχείο.
– Αυτή είναι μια τέχνη. Η τέχνη της επιβίωσης. Δεν θα σου έκανε έκπληξη, αν ένας άνθρωπος, που πηγαίνει στα βουνά, μαθαίνει πρώτα να σκαρφαλώνει, να χειρίζεται το σκοινί και τον άλλον εξοπλισμό. Έτσι και εγώ, όταν πάω στην ανθρώπινη κοινωνία, φροντίζω να έχω τον εξοπλισμό μου και να επιβιώνω σε αυτό το περιβάλλον.
Φτάσαμε πια στις πέτρες, στις οποίες εγώ καθόμουν με τη Λέσσυ μερικές μέρες πριν. Ένιωθα, ότι έφτασε η ώρα να μείνω μόνη, ότι έμειναν μόλις λίγες στιγμές, και θα τελειώσει ακόμα ένα στάδιο της ζωής μου. Τι θα γίνει μετά? … Ο καταρράκτης φεύγει στην κοιλάδα, χάνεται μέσα της, σαν μικρό ασημένιο φιδάκι… Ο Καμ κάθεται με κλειστά τα μάτια, το πρόσωπο του προκαλεί έξαρση και μια παράξενη, άγνωστη ένταση σε όλο το κορμί μου. Αυτή περνάει σε σχεδόν άπιαστη βοή, επαναλαμβάνοντας το θορυβώδη στοιχείο του νερού και των βράχων. Το σώμα μου αρχίζει να κουνιέται απαλά πέρα-δώθε χωρίς την παραμικρή συμμετοχή μου. Η εικόνα πάλλεται, όπως σε ένα όνειρο… Απότομη κρίση υπνηλίας, με το ζόρι ανοίγω τα μάτια μου… Καμ! … Αυτό είναι αδύνατον! Καμ!!! Δεν μπορούσα να κοιμηθώ τόσο πολύ, ώστε εκείνος να πρόλαβε να φύγει, δεν κοιμόμουν καν! Καμ! Τα δάκρυα πετάχτηκαν από τα μάτια μου, – δεν ήθελα να αποχωριστούμε έτσι, δεν ήθελα απλώς να κοιμηθώ… Όμως, αυτός θέλησε να φύγει ακριβώς έτσι, ακριβώς έτσι… Καμ, γιατί; Κάθισα και πάλι στην πέτρα, και έβαλα τα κλάματα, δεν ήξερα και η ίδια, γιατί. Ένιωθα μια ατελείωτη λύπηση για τον εαυτό μου, δεν ήθελα να μείνω μόνη και να επιστρέψω σπίτι… Στοπ! Χτύπημα, άλλο ένα, τράβηγμα, κόβω, άλλο ένα χτύπημα, στερεώνομαι, κόβω, και πάλι χτύπημα, στερεώνομαι και πάλι, ανάπαυση… Ένα μικρό νησάκι της ελευθερίας.
Το θιβετιανό μοναστήρι! Σηκώθηκα και έτρεξα κάτω, πατώντας στα βράχια… Ο ουρανός, τα σύννεφα, η κοιλάδα, τα πεύκα, πουλιά – όλα γύριζαν σε μια δύνη, που με έπιασε στην παρόρμηση μου για την ελευθερία. Κουδουνιστή έξαρση, γέλιο σε όλο τον κόσμο, πόσο αγαπάω τη ζωή! Μπήκα στο μοναστήρι, σαν μια μικρή τίγρη, έτοιμη να παρασύρει στο παιχνίδι της τον καθένα, που θα βρει στο δρόμο της… Μονότονος ψαλμός, χρυσός Βούδας, συγκέντρωση, γαλήνη.
Κάθισα σε μια γωνία, έγειρα στον τοίχο… Αρνητικά συναισθήματα. Μόλις τώρα απομάκρυνα ξανά τα αρνητικά συναισθήματα. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και πίσω από αυτήν την πραγματικότητα κρύβονται οι κόσμοι, ακόμα και η μικρή σκιά των οπίων φαίνεται μεγαλειώδη. Πόσο λεπτός είναι αυτός ο τοίχος! Πρέπει μόνο να απομακρύνω τα αρνητικά συναισθήματα! … Μα πόσο πάθος, απελπισία, αποφασιστικότητα, γενναιότητα πρέπει να δώσεις σε αυτό το «μόνο»!
Κάποτε είχα ένα χάμστερ, το οποίο κάθε μέρα ροκάνιζε το σιδερένιο του κλουβί. Αυτό προκαλούσε θολά συναισθήματα μέσα μου, πάντοτε ήθελα να τα διώξω. Εκείνο πηδούσε στο κλουβί του, έτρεχε στη ρόδα, γυρίζοντας τη στη μια και στην άλλη μεριά, και μετά ξεκίναγε και πάλι να ροκανίζει τις σιδερένιες βέργες. Ήξερα σίγουρα, ότι αυτό ποτέ, ΠΟΤΕ δεν θα βρει την ελευθερία του… Τι αν και εγώ είμαι ένα τέτοιο χάμστερ? Και αν??? !!! αυτό δεν αλλάζει τίποτα. Θα ροκανίζω το κλουβί μου, και δεν θα αποδεχτώ ποτέ τη ρόδα.
Με σκυμμένο το κεφάλι, σφίγγοντας τις μπουνιές μου, έδιωξα αυτή τη σκέψη, αυτόν τον αιώνιο σκεπτικό, ο οποίος πάντοτε μπαίνει με την ρινόφωνη κουβέντα του σε οποιαδήποτε αρχή, σε όλα, όπου υπάρχει έστω μια σπίθα της απελπισμένης γενναιότητας. Μανιασμένα άλματα, πάθος για τη ζωή. Θα ορίσω σε αυτήν την χώρα άλλους νόμους. Δεν θα επιτρέψω στο χάος να μου αποσπά την προσοχή. Θα κηρύξω τον ΔΙΚΟ μου νόμο σε αυτό το μέρος, κάθε ώρα και λεπτό. Ο νόμος της Ήπιας Χαράς. Ο Νόμος της Ανεμελιάς. Ο Νόμος του Στοιχείου.
– Τασι ντελεκ!
– Τασι ντελεκ!
Με έκπληξη κοιτάζω σε έναν μικρό όμορφο μοναχό… Παράξενες οπτικές αντιλήψεις… ηλεκτρική θέρμη σε όλο το κορμί, βοή, ελαφριά δόνηση…
– Έλα μαζί μου:)
– Πού? .. Πάμε, βέβαια!
Σηκώνομαι με περίεργη δυσκολία, κάτι, που προκαλεί φιλικό γελάκι του αγοριού με ένα τόσο ζωηρό βλέμμα, παράξενο, ότι εκείνος μπορεί να είναι μοναχός… Ασυνήθιστες σωματικές συναισθήσεις… Όλο το σώμα λες και έχει μουδιάσει, νιώθω σαν αστροναύτης με βαριές μπότες και τεράστια στολή, την οποία δεν έμαθα ακόμα να χειρίζομαι καλά. Δεν μπορώ να πω, ότι είναι ευχάριστες αισθήσεις. Δεν είχα ποτέ πριν κάτι τέτοιο! Αποδέχτηκα αυτή τη σκέψη με ενθουσιασμό, και έτρεξα μπροστά. Με τελείως ακατανόητο τρόπο, σαν ένα μπαλόνι μεταφέρθηκα στην αυλή του μοναστηριού, όπου καθόμουν στο σκαμνάκι μερικές μέρες νωρίτερα.
… Το ελαφρύ φθινοπωρινό αεράκι γυρίζει κίτρινα φύλλα σε μια άδεια μικρή αυλή… Τα δέντρα λαμπυρίζουν και κουνιούνται σιγά-σιγά… Αν κοιτάξεις σε αυτά κατευθείαν, γίνονται συνηθισμένα, ενώ με την περιφερειακή, πλαϊνή όραση – και πάλι αρχίζουν να λαμπυρίζουν. Μαγεμένη, χάζευα σε αυτά μια έτσι και μια αλλιώς, έχοντας ξεχάσει τελείως, ότι πήγαινα κάπου. Οι σκέψεις δεν υπάρχουν.
– Έλα, πάμε, μας περιμένουν!
– Ποιος? – μόλις τώρα θυμήθηκα, ότι ακολουθούσα τον μικρό μοναχό.
– Θα δεις τώρα, πάμε πια.
Η πύλη δεν είναι στη θέση της! Απίστευτο… Αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι ένα όνειρο.
– Άκουσε, τι είναι αυτό – ένα όνειρο?
– Όνειρο? Τι εννοείς?
– Τι εννοώ? Εννοώ ένα όνειρο.
– Εγώ δεν ξέρω, τι είναι αυτό – από το πρόσωπο του κατάλαβα, ότι όντως δεν καταλαβαίνει, για ποιο πράγμα μιλάω.
– Δηλαδή, εσύ δεν κοιμάσαι ποτέ?
Το αγοράκι συγχύστηκε τόσο πολύ, ότι μάλλον, ξέχασε και αυτό, πως πηγαίναμε κάπου. Με κοιτάει με μάτια, γεμάτα απορία…
– Αλήθεια, δεν σε καταλαβαίνω.
– Α, τότε όντως είναι ένα όνειρο:)
– Είσαι ένα καταπληκτικό πλάσμα! – γέλασε εκείνος και έτρεξε εκεί, όπου θα έπρεπε να υπάρχει η πύλη. Αλλά τώρα είδα μόνο τα δέντρα με μεγάλα κλαδιά, γεμάτα κιτρινισμένα φύλλα.
Γύρισα να κοιτάξω το μοναστήρι, και μόνο σε μερικά δευτερόλεπτα η οπτική εικόνα απέκτησε την ευκρίνεια. Ούτε μια ψυχή γύρω μου, ενώ όταν εγώ πήγαινα εδώ, υπήρξαν τόσοι πολλοί άνθρωποι! Και όμως, δεν είναι ένα όνειρο, είναι κάτι άλλο. Τι; γαμώτο, και πάλι παραλίγο να ξεχάσω το αγόρι. Σαν να είμαι μεθυσμένη. Δεν μπορώ να γυρίζω καν το κεφάλι μου πίσω! Όχι, όχι, όχι αυτό, οτιδήποτε, εκτός από αυτό… Μα πώς να το γυρίσω?
– Βοήθησε με! – φώναξα με όλη μου τη δύναμη, και ένιωσα αμέσως, ότι κάποιος με έπιασε από το χέρι και με παρέσυρε μαζί του, σαν ένα άβουλο γατάκι.
Αυτό μου θύμισε ακριβώς την κατάσταση, όταν κάποιες φορές είχα μεθύσει μέχρι λιποθυμίας, και οι φίλοι αναγκάστηκαν να με σύρουν μέχρι το σπίτι, η σαφήνεια επέστρεφε τότε μόνο με σπάνιες αναλαμπές… Είχα κουραστεί πάρα πολύ, νύσταζα.
Και πάλι αναλαμπή! Είμαστε σε ένα μικρό άνετο δωμάτιο, κοιτάζω γύρω μου… Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι? Όλοι με κοιτάνε… Μοναχοί… Χρυσαφένια γαλήνη, ηλιόλουστη ανεμελιά, ήπια χαρά, ακάθεκτη εμπιστοσύνη – γίνονται όλα αυτά?
– Με το ζόρι την έφερα εδώ! – η δυνατή φωνή του αγοριού διασκορπίζεται σε σπίθες στην πλάτη μου.
– Έλα-έλα, μικρέ, μην τα παίρνεις πάνω σου! Αυτό το κορίτσι μπορεί να σου μάθει πολλά, αν δεν θα είσαι τόσο χαζούλης.
Μάλλον, αυτός είναι ο Λάμα, εκπέμπει μια τέτοια ισχύ, και ταυτόχρονα όλες οι κινήσεις του είναι γεμάτες με ηρεμία, απαλότητα, βραδύτητα.
– Είναι ένα όνειρο? – θέλω τόσο πολύ να καταλάβω, τι συμβαίνει.
– Εξαρτάται από το – τι εσύ ονομάζεις όνειρο, – μπήκε στη συζήτηση ψηλός Λάμα με μεγάλα και όμορφα χαρακτηριστικά του προσώπου… Πόσο πολύ μοιάζει με Λομψάνγκ! Ακριβώς έτσι τον φανταζόμουν!
– Είσαι ο Λομψάνγκ?
Εκείνος χαμογέλασε ελαφρά.
– Ναι, και ήθελα να σε συναντήσω. Ήξερα, ότι με ψάχνεις.
– Ποιος σου είπε για αυτό?
– Τον γνωρίζεις με το όνομα Τάι.
– Τάι??? Είναι εδώ?
– Όχι, δεν είναι εδώ τώρα..
– Τώρα? Λομψάνγκ, τι σημαίνει «τώρα»? Θέλω τόσο πολύ να τον δω! Πώς να το κάνω?
– Αυτό το ξέρεις και χωρίς εμένα. Απομάκρυνε τα αρνητικά συναισθήματα, πέτυχε την αδιάκοπη συνειδητοποίηση του εαυτού σου στον ύπνο, και θα τον βρεις… Τι προκαλεί τη θλίψη σου; Νομίζεις, ότι αυτός ο στόχος παραείναι δύσκολος για σένα; Όσο πιο πολύ θα σκέφτεσαι έτσι, τόσο πιο μακριά θα είσαι από την ολοκλήρωση του σκοπού σου. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, μόνο οι προσπάθειες. Αδιάκοπες, συνεχόμενες προσπάθειες. Θέλεις κάποια άλλη ζωή?
– Όχι!
– Τότε πάψε να γκρινιάζεις και πιάσε τη δουλειά. Τι σε εμποδίζει αυτή τη στιγμή να σταματήσεις να αισθάνεσαι τα αρνητικά συναισθήματα?
Σφιγμένες γροθιές, μανιασμένο γρύλισμα, ακόμα, και άλλο, και άλλο! Να το! Απομάκρυνα.
– Κοίταξε, μικρέ, κοίταξε προσεκτικά, πως το κάνει αυτό. Έτσι μπορείς να ανταλλάξεις όλες τις αντιλήψεις σου, όλες, χωρίς καμία εξαίρεση.
– Σε δυο-τρία χρόνια επίμονης εργασίας θα είσαι πλήρως απελευθερωμένη από τα αρνητικά συναισθήματα, όταν θα ξανασυναντηθούμε, και θα σε βοηθήσω να θυμηθείς αυτό, που θα σε βοηθήσει στην μετέπειτα πρόοδο σου προς το σταυροδρόμι των συναισθήσεων.
– Πού?
– Το σταυροδρόμι συναισθήσεων – έτσι εμείς ονομάζουμε ένα πλάσμα, το οποίο έχει απελευθερωθεί από τα αρνητικά συναισθήματα, χαοτικές σκέψεις, μηχανικές επιθυμίες, διακριτική τυφλή συνείδηση και συνηθισμένη αντίληψη του σώματος.
– Δεν τον ονομάζετε Βούδα?
– Ναι, μπορείς να το πεις και έτσι.
Η κάθε λέξη του ρέει μέσα μου σαν χρυσαφένιο νέκταρ. Λέξη; … Όχι, αυτό συμβαίνει και τώρα, όταν εκείνος είναι σιωπηλός. Η κατανόηση γεννιέται, όπως ανοίγει ένα λουλούδι, τα πάντα μπαίνουν στη θέση τους, μέσα στο στήθος μου κυματίζει ένας ωκεανός της χαράς. Καταλαβαίνω, πώς μπορείς να μην είσαι αδιάφορος, αλλά και να μην έχεις ούτε μια σκιά του πόνου. Καταλαβαίνω… οι λέξεις είναι άχρηστες, με καθυστερούν μόνο, αφήνομαι στα μάτια του Λομψάνγκ, κοιτάζω μαγεμένη το πρόσωπο του, και η κατανόηση κυλάει, σαν ένα πλατύ αργό ποτάμι… Τι δρόμο πέρασε αυτός, τι ΑΛΛΟ επιδιώκει; Και ο Τάι; Ο Καμ, ο Σαρτ;… Τα πρόσωπα του στοιχείου, στο κάλεσμα του οποίου είναι αδύνατον να αντισταθείς.