Ελληνικα change

Error

×

Κεφάλαιο 25

Main page / Μάγια 1: Φορς-Μινόρ / Κεφάλαιο 25

Περιεχόμενα

    Δυνατά, δυνατά, πιο δυνατά – το φως γίνεται εκτυφλωτικό. Λιώνει μέσα στη δαντέλα των βλεφαρίδων μου – μια ανεπαίσθητη κίνηση, και μέσα από τον λαμπερό ωκεανό διακρίνεται το δωμάτιο, λίγο πιο κάτω ακόμα – τα απέραντα πεδία του φωτός, αεικίνητα συμπλέγματα, σαν περίτεχνα σχέδια, αλλάζουν με φανταστική ταχύτητα… Τώρα είναι πρωί ή είναι η μέρα ήδη? Δεν νυστάζω πια, νιώθω τόσο ξεκούραστη και συγκεντρωμένη, και ταυτόχρονα δεν θέλω να ξυπνήσω καθόλου. Να μείνω έτσι και να γλιστρήσω, σαν λεπτό χρυσαφένιο νηματάκι μέσα στα φωτεινά λιβάδια… Είναι τόσο ήσυχα, έλα να δεις…

    Αφήνω την κουβέρτα μου, το δωμάτιο δεν είναι ούτε ζεστό, ούτε κρύο, είναι ωραίο να περπατάω ξυπόλυτη. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο – δυο όχι πολύ ψηλοί λόφοι, βαθύς ουρανός, σαν της θάλασσας το γαλάζιο, μια μικρή λίμνη… Δεν υπάρχει τίποτα το φανταστικό, εξωπραγματικό σε όλα ταύτα, αλλά εγώ κρατάω την αναπνοή μου, σαν να μπήκα σε μια άλλη διάσταση. Νομίζω… όχι, είμαι σίγουρη, ότι αυτό το μέρος είναι ΔΙΚΌ μου, ότι δεν ήταν κανένας άλλος, εκτός από εμένα εδώ. Δεν ξέρω καν, αν θέλω να βγω και να πλησιάσω τη λίμνη, η οποία λες και φτιάχτηκε από τα όνειρα μου. Δεν καταλαβαίνω τίποτα στα αισθήματα μου, θέλω να μιλήσω με τον…

    Ανατριχιάζω και μαζεύομαι ολόκληρη, προσπαθώντας να καλύψω το σώμα μου.

    – Δεν σε άκουσα να μπαίνεις.

    Εκείνος σαν να μην με άκουσε.

    – Τι έχεις πάθει? Κράμπα?

    – Ε, βασικά, εγώ…

    – Καλή αρχή:)

    Ναι, ακριβώς, πολύ καλή… Αφήνω τα χέρια μου, ισιώνω τη πλάτη, σηκώνω το κεφάλι μου.

    – Σου αρέσει? – το παιχνιδιάρικο θηλυκό ξυπνάει μέσα μου…

    – Μου αρέσει, – συνεχίζει να στέκεται εκεί, που ήταν.

    Προσπαθώ να κινηθώ στο δωμάτιο, σαν να μην τρέχει τίποτα. Το σώμα μου είναι λίγο σφιγμένο ακόμα, λες και είναι σφηνωμένο σε έναν λεπτό ατσάλινο κορσέ. Οι κινήσεις γίνονται λιγάκι επιτηδευμένες, αλλά μου αρέσει να ξεπερνάω αυτά τα εμπόδια, – έπιασα ήδη την μυρωδιά της ελευθερίας, και συντονίζομαι σε αυτήν, το σώμα μου ελαφραίνει, αρχίζει να ζει, όπως αυτό επιθυμεί… Εκείνος με παρατηρεί με ένα μικρό χαμόγελο. Έρχομαι πολύ-πολύ κοντά, τον κοιτάω στα μάτια, το βλέμμα του μέσα σε μια στιγμή με καλύπτει, σαν ένα ζεστό κύμα… Δεν μπορώ να αντέξω, και εκείνος το ξέρει.

    – Τρόμαξες όλα τα φαντάσματα τη νύχτα:) – ίσα-ίσα άγγιξε μα το χέρι του τον ώμο μου, και αυτό άρχισε να βουίζει, σαν μελίσσι.

    – Με κρυφοκοίταζες?

    – Δεν χρειάστηκε να το κάνω, – έκανες τόση φασαρία, τι έγινε εδώ?

    – Πολεμούσα με τον φόβο μου για το σκοτάδι.

    – Το πέτυχες?

    – Όχι και πολύ…

    – Στην υπερνίκηση των φόβων, όπως και σε όλα τα άλλα, χρειάζεται προπόνηση.

    – Ο ώμος μου βουίζει από το χέρι σου…

    – Αυτός είναι ένας σχετικά εύκολος στόχος. Το πιο δύσκολο σε αυτό – να ξεπεράσεις το κόλλημα και να πας εμπρός στον φόβο σου, ύστερα τα πάντα γίνονται από μόνα τους… Σίγουρα θα είχες παρατηρήσει αυτή την αντίδραση στις καταστάσεις σου?

    – Ναι, όντως.

    – Σε αυτόν τον τομέα έχεις ακόμα μεγάλο περιθώριο για τα πειράματα. Επειδή μέχρι τώρα έκανες μόνο αυτό, που θεωρούσες δίκαιο?

    – Ε, ναι.

    – Και τώρα φαντάσου, ότι πλησιάζεις στον δρόμο έναν αντιπαθή για σένα άνθρωπο, και του λες, ότι δεν σου αρέσει, ότι το πρόσωπο του σου φαίνεται χαζό και τι αισθάνεσαι ταυτόχρονα?

    – Μα αυτό είναι μια αληθινή αυθαιρεσία!

    – Τι σημαίνει η αυθαιρεσία?

    – Σημαίνει, ότι έτσι, για πλάκα δημιουργώ προβλήματα στους άλλους ανθρώπους.

    – Μα πόσο χαζή είσαι πια! …Ντύσου και έλα στο μεγάλο δωμάτιο, θα μιλήσουμε.

    Καταπληκτικό! Αυτή τη φορά δεν ήρθε κανένα παράπονο, επειδή με είπε χαζή. Μάλλον, έχω συνηθίσει ήδη, ότι είμαι χαζή και δεν το αντιλαμβάνομαι ως ετυμηγορία. Ωστόσο, εάν ο τόνος του θα ήταν λιγότερο φιλικός, τότε, ίσως και να είχα τσαντιστεί ξανά.

    Μόλις μπήκα στο μεγάλο δωμάτιο, αμέσως ένοιωσα με όλο μου το δέρμα, – που είναι η θέση μου. Πράγματι, με το που έκατσα ανάμεσα στα μαξιλάρια, ένιωθα συγκεντρωμένη, με αυτοπεποίθηση. Στο κέντρο του μετώπου μου άρχισε μια ελαφριά αίσθηση, έμοιαζε με μακρινή δόνηση, σαν να πίεζε κάτι απαλά από μέσα προς τα έξω. Οι αισθήσεις μου οξύνθηκαν. Μύριζε σαν πευκοδάσος, ζεσταμένο από το ήλιο. Παράξενο, δεν ακούω τα πούλια, – είναι τόσο ήσυχα εδώ, όπως γίνεται μόνο σε υψόμετρο. Είναι μια τέτοια ξεχωριστή ηρεμία, η οποία σαν γεφυράκι ενώνει ο, τι ανθρώπινο με την άπλα του αμίλητου στοιχείου.

    – Άρα, νομίζεις, ότι με τις πράξεις σου προκαλείς στους ανθρώπους τα αρνητικά συναισθήματα?

    – Μα βέβαια!

    – Πειστικός τόνος:)

    – Εσύ σκέφτεσαι αλλιώς?

    – Σκέφτομαι, και όχι απλώς σκέφτομαι, ξέρω, ότι ο κάθε άνθρωπος επιλέγει, τι θα αισθάνεται.

    – Επιλέγει?! Μόνο εκείνος μπορεί να επιλέξει, ο οποίος ξέρει, ότι υπάρχει η επιλογή, και ο συνηθισμένος άνθρωπος δεν έχει επιλογή.

    – Και γιατί αυτό?

    – Επειδή σε όλους τους ανθρώπους στις ίδιες καταστάσεις εμφανίζονται περίπου τα ίδια αρνητικά συναισθήματα, και όλοι ξέρουν, ότι έτσι και πρέπει να είναι. Για να υπάρξει αυτή η επιλογή, ο άνθρωπος πρέπει να ξέρει, ότι είναι δυνατόν να γίνει αλλιώς.

    – Λες ψέματα. Παρά τα λεγόμενα σου, στην πραγματικότητα ξέρεις πολύ καλά, ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τις ίδιες αντιδράσεις στις ίδιες καταστάσεις. Κάποιος μπορεί να σε μισήσει λόγο του ότι μίλησες για την αντιπάθεια σου για αυτόν, και κάποιος άλλος θα χαρεί την δυνατότητα να ενδυναμωθεί ψυχικά. Η σε μια σπάνια περίπτωση – κάποιος μπορεί να εκπλαγεί με την ασυνήθιστη, και όμως, ειλικρινή συμπεριφορά σου, να προσπαθήσει να σε γνωρίσει καλύτερα, και μελλοντικά να μάθει κάτι από εσένα! Δεν αποκλείεται αυτό, διότι ο άνθρωπος, που σου φάνηκε τόσο αντιπαθής στην αρχή, μπορεί να τραβήξει το προσοχή σου έστω και σε ελάχιστο βαθμό, εάν η ανταπόκριση του θα σου δείξει όχι την απέχθεια, αλλά την συμπάθεια και ενδιαφέρον. Όλα αυτά εξαρτώνται από τον ίδιο τον άνθρωπο.

    – Είναι αλήθεια, είπα ψέματα… Δεν ξέρω, πως έγινε αυτό.

    – Πολύ απλά. Εάν πάρεις υπ `όψιν σου, ότι ο άνθρωπος έχει ευθύνη, για το τι αισθάνεται, βγαίνει, ότι τώρα μπορεί να κάνει τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα – αυτό δεν σκέφτηκες?

    – Ναι, ακριβώς αυτό.

    – Και η σκέψη αυτή προκάλεσε την αγανάκτηση, η οποία σε τύφλωσε, έτσι εκφώνησες την προφανή ακόμα και τον εαυτό σου βλακεία, επειδή το συναίσθημα βγήκε σε πρώτο πλάνο. Το μυαλό σου κοιμόταν, όταν το έλεγες αυτό, απλούστατα απενεργοποίησες ο, τι σε εμπόδιζε να εκδηλώσεις το αρνητικό συναίσθημα, που φαινόταν τόσο δίκαιο εκείνη τη στιγμή.

    – Μάλλον, ναι… ακριβώς έτσι έγινε! – με κατέπληξε τόσο πολύ μια τέτοια λεπτομερή ανάλυση του δικού μου σκοτισμού, ότι ξέχασα, πως μιλάμε για τον εαυτό μου και δεν μπήκα σε έγνοιες. – Ξέρεις, μου αρέσει πολύ η ιδέα, ότι οι σκοτισμοί μου – δεν είμαι εγώ. Εάν το καταλάβω με απόλυτη σαφήνεια, θα μπορέσω να μάθω να τους βρίσκω και να τους μελετώ με ίδια με τη δική σου προσοχή και ακρίβεια.

    – Ναι, αυτή είναι μια εποικοδομητική στάση. Φαντάσου τώρα, ότι η προσωπικότητα σου – είναι ένα περιβόλι, και εσύ πρέπει να το φυλάξεις. Εμφανίζεται ένα αγριόχορτο – το ξεριζώνεις, ελέγχεις – αν είναι όλα καθαρά. Συνεχίζεις να κοιτάς και άλλο, να ψάχνεις για άχρηστα φυτά, να μελετάς νέες ελκυστικές αντιλήψεις, οι οποίες εμφανίζονται στη θέση τους.

    – Έχω τώρα την αίσθηση, σαν να διχάστηκα, και αυτό δεν αντιλαμβάνεται, σαν φαντασία, ξέρεις…. Είναι τόσο ευχάριστο – έτσι να καταλαβαίνω τον εαυτό μου! Τώρα δεν θέλω να κρύψω ή να ομορφοποιήσω κάτι, διότι όλα αυτά – δεν είμαι εγώ!

    – Όσο περισσότερα συναισθήματα θα νιώσεις τώρα, τόσο πιο γρήγορα θα χάσεις αυτήν την προσοχή, η οποία σε κάνει τόσο χαρούμενη – με το ίδιο σταθερό ύφος παρατήρησε εκείνος.

    Εγώ κόπηκα και σταμάτησα να μιλάω, απορώντας, πως θα πρέπει να φερθώ.

    – Η κατανόηση είναι κάτι, που δεν συμβαδίζει καλά με τα συναισθήματα, και με τα θετικά επίσης. Η τα συναισθήματα, ή η κατανόηση. Η κατανόηση – είναι κάτι, που σαν τεκτονικές διαδικασίες στο βάθος μπορεί να γυρίσει τη ζωή σου σε μια άλλη κατεύθυνση, και τα συναισθήματα της επάρκειας, τα οποία εμφανίζονται αυτόματα γύρω από την κατανόηση – είναι οι σαπουνόφουσκες, μάλλον, όχι – είναι οι βδέλλες! Για αυτό το χειρότερο πράγμα, που θα μπορούσες να κάνεις με τη κατανόηση – είναι να αφήσεις τις βδέλλες να κολλήσουν σε αυτήν. Ωστόσο, ο καθένας επιλέγει μόνος του, φυσικά, τι θα είναι το πιο ελκυστικό για τον εαυτό του. Σε κάποιους αρέσει να βιώνουν τα αρνητικά συναισθήματα…

    – Αδύνατον να γίνει κάτι τέτοιο!

    – Ε, βέβαια, δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο! – εκείνος γέλασε, σηκώθηκε και πήγε κοντά στο παράθυρο. – Τίποτα από αυτά, που εγώ λέω, δεν μπορεί να είναι αληθινό, επειδή κανένας δεν θέλει να το δει, δεν θέλει να παρατηρεί, δεν θέλει να σκεφτεί και να βγάλει συμπεράσματα. Σου φαίνεται ανόητο, το ότι σχεδόν όλοι οι άνθρωποι γουστάρουν να υποφέρουν? Αυτό ακούγεται ανόητο μόνο για αυτόν, που δεν έχει κάνει ούτε ένα βήμα στην καταπολέμηση των αρνητικών συναισθημάτων, αλλά είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός για οποιονδήποτε, που είχε ασχοληθεί έστω δυο φορές με αυτή την πρακτική. Έτσι και εσύ η ίδια έχεις την πιθανότητα να το διαπιστώσεις. Σκέψου – οι άνθρωποι μόνοι τους επιλέγουν, τι να αισθανθούν, και επιλέγουν τα πάθη, επειδή τους αρέσει να τα αισθάνονται. Απλώς λάβε το υπ` όψιν σου, δεν σε αναγκάζω να συμφωνήσεις μαζί μου. Θα μπορέσεις να το ελέγχεις, αλλά όχι πρώτου αποκτήσεις την κατανόηση – σαν αποτέλεσμα της συσσώρευσης εμπειρίας.

    – Μα πώς το επιλέγουν?

    – Πως, πως… Αντί να συμβιβαστούν με το ότι τα αρνητικά συναισθήματα εμφανίζονται συνέχεια, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να επαναστατήσουν εναντίον σε αυτό, να κηρύξουν πόλεμο στους σκοτισμούς τους, να αρχίσουν να επιδιώκουν κάτι άλλο – την συμπάθεια, χαρά, τρυφερότητα, στην πρόθεση για βοήθεια, πρόοδο.

    – Και εάν αυτοί δεν γνωρίζουν, τι είναι η συμπάθεια και η χαρά?

    – Πρώτα απ` όλα, δεν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι – ο καθένας είχε αισθανθεί πολλές φορές και τη συμπάθεια, και τη χαρά, και τρυφερότητα σε έναν η άλλο βαθμό, πρόσφατα ή πολύ καιρό πριν. Η παιδική ηλικία είναι μια ανεξάντλητη πηγή τέτοιων αντιλήψεων. Και όμως, αυτό δεν κάνει τα αρνητικά συναισθήματα λιγότερα δηλητηριώδη. Οι άνθρωποι συμβιβάστηκαν με το ότι είναι άρρωστοι με αυτή την επίμονη ψυχική ασθένεια, η οποία εκδηλώνεται πάντοτε, αδιάκοπα. Φαντάσου, ότι κάτι σε πονάει συνέχεια, μόνιμα…Τα αρνητικά συναισθήματα – είναι ο ίδιος πόνος, με τον οποίον οι άνθρωποι συνήθισαν να ζουν. Είναι μια αληθινή τρέλα, ένας αληθινός πόνος. Θυμήσου, πως σε μια στιγμή έγινες αλλοπρόσαλλη, εκτός εαυτού, όταν ένοιωσες την αγανάκτηση.

    Τα αρνητικά συναισθήματα – είναι μια ψυχική νόσος! Μα όντως – και εγώ τα είχα αποδεχτεί, και εγώ συνήθισα, ότι είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μου, ότι είναι κάποιες φυσιολογικές εκδηλώσεις του ανθρώπου… Ακόμα και όταν εγώ η ίδια θέλω να τα ξεφορτωθώ, το αντιλαμβάνομαι, σαν μια τρέλα, σαν καπρίτσιο, και όχι σαν έναν και μοναδικό τρόπο να τα αντιμετωπίσω. Δεν μπορώ να το πιστέψω! Πόσο πολύ κόλλησα με αυτά, και τώρα βλέπω τόσο ξεκάθαρα, ότι αυτή η αρρώστια δεν είναι λιγότερα σοβαρή, απ` ότι η βλεννόρροια, ή η μηνιγγίτιδα. Απλώς οι άνθρωποι έμαθαν να ζουν με αυτήν, μπορούν κα λειτουργούν σε αυτή την παραμορφωμένη κοινωνία, την οποία έχουμε τώρα… Ίσως αυτός είναι και ο λόγος της ασχήμιας της, διότι αυτή «προσαρμόστηκε», «λύγισε», για να ταιριάξει με τα αρνητικά συναισθήματα? Θα ήθελα να μάθω, τι υπήρχε πριν – η ηθική, ή τα αρνητικά συναισθήματα?

    – Ο καθένας έχει την επιλογή. Ο άνθρωπος τα κάνει όλα μόνος του – δημιουργεί και υποστηρίζει τα πάθη του. Πρότεινε σε οποιονδήποτε να σταματήσει να νιώθει, για παράδειγμα, τη ζήλια – δεν θα είναι αναγκασμένος να κάνει τίποτα, απλώς να χτυπήσει τα δάχτυλα του και δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά η ζήλια. Νομίζεις, ότι θα συμφωνήσει με μεγάλη του χαρά?:) Βλέπω στο πρόσωπο σου, ότι ακριβώς έτσι σκέφτεσαι.

    – Ε ναι, περίπου έτσι.

    – Δοκίμασε… καμία σχέση. Θα κάνει πίσω και θα πει, ότι δεν θέλει μια τέτοια ευτυχία, ότι δεν θέλει να γίνει ασυναίσθητος, σαν κούτσουρο. Οι άνθρωποι θεωρούν, ότι αν σταματήσουν να ζηλεύουν, να φθονούν, να νευριάζουν και τα λοιπά και τα λοιπά, θα μοιάζουν με ασυναίσθητα κούτσουρα! Σκέψου – σε τι βαθμό αποσύνθεσης πρέπει να φτάσεις, για να γαντζώνεσαι τόσο πολύ στα πάθη σου, σε όλη αυτή την σαπίλα, η οποία εμποδίζει φωτισμένα συναισθήματα να εμφανιστούν?

    – Οπωσδήποτε θα το ελέγξω αυτό. Θα ρωτήσω τους ανθρώπους.

    – Συμβαίνει κάτι, και κάθε άνθρωπος αμέσως το ερμηνεύει σαν αρνητικό ή θετικό γεγονός. Ο ίδιος υποστηρίζει αυτή την ερμηνεία, όλες τις σκέψεις, οι οποίες εμφανίζονται σε σχέση με το συμβάν, την ώρα που ο ίδιος θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιες άλλες ιδέες, οι οποίες δεν θα είχαν αντίκτυπο με τις αρνητικές καταστάσεις, αλλά με τις φωτισμένες αντιλήψεις. Το πρόβλημα είναι, όμως, ότι και τις ίδιες σκέψεις, και τα αρνητικά συναισθήματα, εμφανιζόμενα παράλληλα με αυτές, ο άνθρωπος τα θεωρεί δίκαια, κατάλληλα για την περίσταση, και τα δικά του, και προερχόμενα απ` έξω. Πολλοί βλέπουν του εαυτούς τους ως θύματα των αρνητικών καταστάσεων, και όχι ως αιτία αυτών – αυτή είναι η ουσία του προβλήματος. Μα τους αρέσει να είναι θύματα, επειδή είναι πιο απλό, διότι δεν πρέπει να καταβάλλεις προσπάθειες, δεν υπάρχει ανάγκη να πολεμήσεις, – μπορείς απλώς να πηγαίνεις με το ρεύμα και να αναζητάς τη λήθη. Αν ο άνθρωπος παραδεχτεί, πως ο ίδιος δημιουργεί και διατηρεί όλα τα πάθη του, πώς θα ζήσει μετά? Το μόνο, που θα του μείνει να κάνει – είναι να κρεμαστεί, ή να αρχίσει τη μάχη εναντίον «στον ίδιο τον εαυτό του». Και εδώ συμβαίνει το ίδιο – αυτός ΕΠΙΛΈΓΕΙ να είναι το θύμα, επειδή αυτό είναι βολικό και συνηθισμένο.

    Τον άκουγα, συμφωνούσα, σκεφτόμουν με κατάκριση για τους ανθρώπους, που ψάχνουν μπελάδες για τα κεφάλια τους, και μετά φορτώνουν σε αυτούς τα πάντα, και δεν ξέρω γιατί, δεν κατάλαβα αμέσως, πως όλα αυτά αφορούν και εμένα επίσης! Ότι και εγώ επιλέγω να είμαι θύμα των αρνητικών συναισθημάτων, μιας και τα βιώνω, και αυτή τη στιγμή προσπαθώ να θάψω αυτό το γεγονός πολύ βαθιά στο υπόγειο, και να το καλύψω με τα θετικά συναισθήματα. Δεν θα ήθελα καθόλου να με αφορά και εμένα αυτό… Ο κόσμος όλος αποτελείται από καθίκια και πνευματικά ανίκανους, αλλά εγώ είμαι διαφορετική – θέλω να βάλω μια τελεία σε αυτό και να πάω μια βόλτα στους λόφους.

    – Έτσι και δεν έπιασα, για ποιο λόγο να πλησιάσω τους αθώους ανθρώπους και να τους προκαλέσω να νιώσουν τα αρνητικά συναισθήματα?

    – Πρώτα απ` όλα, επειδή αυτό θα σε αναγκάσει να κοπιάσεις αρκετά, προσπαθώντας να υπερνικήσεις τους φόβους σου. Άλλο να αισθάνεσαι τον εαυτό σου δίκαιο, προστατευμένο με την ισχύ όλων των κοινώς αποδεχόμενων συνηθειών, και τελείως διαφορετικό – να κάνεις ο, τι θέλεις, όταν δεν ξέρεις, αν έχεις δίκαιο η όχι, όταν δεν υπάρχει καμία υποστήριξη με τη μορφή των νομών, συνηθισμένης ηθικής και τα λοιπά, για τα οποία θα μπορούσες να πολεμήσεις.

    – Ναι, το κατάλαβα αυτό. Η καταπολέμηση του φόβου σε μια απευθείας αντιπαράθεση. Υπάρχει και το δεύτερο?

    – Ναι, υπάρχει. Το κίνητρο σου μπορεί να είναι όχι μόνο η επιθυμία να τελειώσεις τους κοινωνικούς σου φόβους, αλλά και να πραγματοποιείς τις χαρούμενες επιθυμίες. Για παράδειγμα – η επιθυμία να εκφράσεις συμπάθεια.

    – ? Πώς το είπες? Να εκφράσω συμπάθεια, λέγοντας, ότι ο άνθρωπος μου είναι αντιπαθής?:)) Είσαι απίστευτος!:)

    – Ναι, φαντάσου!

    Είναι ωραία να παρατηρώ, ότι το γέλιο μου δεν τον τσάτισε καθόλου, η έκφραση του προσώπου του δεν έγινε συννεφιασμένη η προσβεβλημένη, το βλέμμα του δεν έγινε απόμακρο, γελάει τόσο ειλικρινά – είναι τόσο ασυνήθιστο, τελικά, τόσο καλό… σαν να πέταξε μέσα μου ένας κυματισμός απότομης τρυφερότητας, επειδή βλέπω, πως αυτός γελάει ευχαρίστως μαζί μου, και ιδιαίτερα χαίρομαι, επειδή καταλαβαίνω, ότι αυτός δεν γελάει απλώς μαζί μου, αλλά και με μένα, με τη βλακεία μου, και αυτό δεν με αποξενώνει, ξέρω, ότι και αυτός το βλέπει και το καταλαβαίνει… εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ξεκάθαρα, ότι εάν δε θα υπήρχαν οι τσιμεντένιοι τοίχοι των απορρίψεων, εντάσεων, ανησυχιών, θα μπορούσα πάντα να νιώθω αυτή την απέραντη ανοιχτοσύνη, η οποία με τις πλευρές της αντανακλά τις αμέτρητες αποχρώσεις των φωτισμένων αντιλήψεων…

    – Μα και εγώ δεν σου προτείνω να εκφράζεις την δυσαρέσκεια σου, ακολουθώντας την επιθυμία να συντηρήσεις την αντιπάθεια. Σκέψου, τι μπορεί να τύχει – μέσα σε όλον αυτόν τον κόσμο να βρεθεί ένας, για τον οποίον η συμπάθεια σου θα φανεί ακριβώς με αυτόν τον τρόπο – με τη μορφή της επιθυμίας να πας εκεί και να του πεις, πως βλέπεις μέσα του την κοκαλιασμένη ηλιθιότητα και λύπηση για τον εαυτό του. Αυτή θα είναι μια ευκαιρία για εκείνον, και μπορεί να τη χρησιμοποιήσει ή να την πετάξει.

    Εγώ είχα κουραστεί λιγάκι από αυτή την συζήτηση, και μέσα μου εμφανίστηκε μια θολή δυσαρέσκεια, επειδή φοβόμουν να του το πω στ` ανοιχτά. Καθόμουν για λίγη ώρα ακόμα σε αυτή την χαζή κατάσταση, σκεφτόμουν, τι πρέπει να κάνω, πώς να συμπεριφερθώ – να πω, ότι κουράστηκα, και να ρισκάρω να χάσω το ενδιαφέρον του για μένα, ή να συνεχίσω να μιλάω, χωρίς να αισθάνομαι πια την αληθινή χαρά από αυτό? Μέσα στην κοιλιά μου ένοιωσα, ότι κάτι περνάει επίμονα, όμως, οι έμμονες ανησυχίες το χτυπάνε στο κεφάλι, αυτό, σαν το χτυπημένο σκυλί κάνει πίσω, και μετά πάλι βρίσκει τον δρόμο του και ανεβαίνει κοντά στο στήθος. Κόβω όλους τους φόβους, όσους μπορώ, και ανοίγομαι σε αυτή την αίσθηση. Μαζεύει τις δυνάμεις αστραπιαία, απορρίπτει όλες τις φλούδες και εκρήγνυται μέσα στην καρδιά μου, σαν ένα μελωδικό φρέσκο σιντριβάνι. Ειλικρίνεια! Αυτό είναι το αληθινό κριτήριο, για να καταλάβω, τι θέλω τώρα συγκεκριμένα, ποια ψέματα υποστηρίζω μέσα μου, τι ουσιαστικά είμαι.

    – Θέλω να πάω μια βόλτα… Με ενδιαφέρει πολύ ο, τι μου έχεις…

    – Στοπ! – ψυχρό και ευθύ βλέμμα, αυστηρός τόνος.

    Ανατρίχιασα, και η ανησυχία με πλημμύρισε ξανά – σίγουρα θα έχω κάνει κάποιο λάθος πάλι.

    – Νομίζεις, ότι για να μου δείξεις το ενδιαφέρον σου, πρέπει να μου το πεις? Πιστεύεις, πως μπορείς να δημιουργήσεις την ψευδαίσθηση του ενδιαφέροντος? Μπορείς, βέβαια, αλλά μόνο για τους ηλίθιους, σαν και σένα. Και εμένα δεν με ενδιαφέρουν όλες οι ευγενικές σου φράσεις, οι οποίες στην πραγματικότητα προορίζονται μόνο για ένα πράγμα: με αυτόν τον τρόπο αποφεύγεις την απομάκρυνση των αρνητικών συναισθημάτων, κρύβοντας τα μέσα στην θολή δυσαρέσκεια.

    – Να πάρει!!!

    Παίρνω μια μεγάλη ανάσα, βγαίνω από το σκαρί του τρομαγμένου τίποτα, και λέω δυνατά και σίγουρα:

    – Θέλω να πάω βόλτα!

    – Έτσι μπράβο, – γέλασε εκείνος, λες και δεν ήταν ψυχρός και αυστηρός μαζί μου μόλις τώρα.

    Πόσο γρήγορα αλλάζουν τα πάντα… καμιά φορά δεν προλαβαίνω καν να τσαντιστώ μαζί του. Το παράπονο μόλις αρχίζει να φαίνεται, αυτός αλλάζει ξαφνικά, και ξεχνάω τελείως, ότι πριν από ένα δευτερόλεπτο σκόπευα να του φέρω αντίρρηση, να των κατηγορήσω για αδικία, ή για την αρνητική αντιμετώπιση, και με γεμίζει το ενδιαφέρον. Ο κυματισμός του ενδιαφέροντος δημιουργεί συμπάθεια για εκείνον, και συνορεύει ή με τον θαυμασμό, ή με σεξουαλική διέγερση. Παλιά οι μέρες μου είχαν ένα ρυθμό, από το ξύπνημα μέχρι τον ύπνο είχα περίπου την ίδια διάθεση, και αν αυτή άλλαζε, αυτό γινόταν μια, άντε δυο φορές την ημέρα. Μου είναι άγνωστο αυτό, που συμβαίνει τώρα. Αφού δεν πέρασε και πολλή ώρα από τότε, που ξύπνησα, όμως, έχω την εντύπωση, σαν να ήταν δώδεκα ώρες πριν… Η διάθεση μου άλλαζε σχεδόν κάθε λεπτό – ένα πυροτέχνημα από αισθήσεις, σκέψεις, συναισθήματα, ανακαλύψεις.

    Μικρό πέτρινο μονοπάτι, γυρισμένο διαβολικά ανάμεσα στους θάμνους με φθινοπωρινά λουλούδια, με βγάζει κοντά στη λίμνη. Με τίποτα δεν μπορώ να πιστέψω, ότι βρίσκομαι σε αυτό το μέρος. Και πάλι δεν γίνεται πιο ρεαλιστικό, δεν με αφήνει η αίσθηση, ότι είναι κάποια άλλη πραγματικότητα, ή εγώ έχω αλλάξει? Πόσο περίπλοκο είναι αυτό… «Πραγματικότητα» και «εγώ η ίδια», «πραγματικότητα» και «εγώ η ίδια»… Μπορεί να υπάρχει «πραγματικότητα», αν δεν υπάρχει ο εαυτός μου? Είχα σκεφτεί κάποτε για αυτό, μα και τώρα δεν έχω καμία κατανόηση. Οπωσδήποτε θα μιλήσω για αυτό με τον… Ακόμα δεν ξέρω, πως τον λένε!

    Η λίμνη φαίνεται τόσο… ελαφριά, να το πω, σαν να είναι αέρινη, δεν βρίσκεται κάτω, μα μόλις αγγίζει το έδαφος. Ξέρω ακριβώς, πως είναι το νερό της – κρύο, αλλά όχι παγωμένο. Εγώ κολυμπάω πάρα πολύ καλά, όμως, φοβάμαι συνήθως να το κάνω σε αγρία μέρη – με τρομάζει το βάθος και ο πυθμένας. Από που προήλθε αυτός ο τρόμος? Μέσα από τον όγκο των χρόνων περνάει μια ακαθόριστη ανάμνηση, αλλά είναι ακόμα σαν προαίσθηση, κάποιος θόλος φόβος, κολλημένος με τη μορφή του τρομακτικού και άγνωστου εδάφους… Συγγενείς… Γιαγιά, παππούς, γονείς, κάποιοι άλλοι άνθρωποι – όλοι τους λένε κάτι, τρέχουν πέρα-δώθε, και για μένα είναι κάποια απρόσωπη φασαρία, φόντο, απολύτως αδιάφορο. Μοιάζουν με κουρδιστές κούκλες – όλοι με την ίδια γεύση, σαν να φτιάχτηκαν από ίδια πάστα… Λίμνη… Λίμνη… Λίμνη! Ναι, όντως, είμαστε στην όχθη της λίμνης! Τρέχω κατευθείαν στο νερό με τα ρούχα μου, θέλω να μπω εκεί με φόρα, είναι τόσο χαρούμενη και συναρπαστική επιθυμία! …Η όχθη αποδείχθηκε βαλτώδη και γλιστερή, μα το κατάλαβα μόνο, όταν τα πόδια μου ήταν ήδη στο νερό, και είχα βουλιάξει ως τη μέση μου, με έπιασε η μαμά, με έσφιξε στην αγκαλιά της δυνατά-δυνατά… Τη στιγμή της πτώσης σαν να βρέθηκα στο κενό, δεν ένιωθα τίποτα – ούτε φόβο, ούτε χαρά, δεν ήξερα, πως να αντιδράσω, δεν ήξερα ακόμα , τι είναι ο φόβος. Διάολε – έπρεπε να θυμηθώ, τι είναι αυτό, αλλά όντως δεν ήξερα μέχρι τότε, τι είναι ο φόβος! Και όταν αυτή, πιάνοντας με σπασμωδικά, με έσφιξε, κάτι νέο με πότισε, – χιλιοστό προς χιλιοστό το σώμα μου γέμισε με ένα πράγμα τσιμεντένιο, σκούρο-γκρίζο, καθολικό, πνιγερό…

    Πετώντας μαζί με τον φόβο τα ρούχα μου, τρέχω και σκίζω το νερό με τα χέρια μου, σαν δελφίνι, βουτάω στο βάθος. Πόσο ωραία είναι να νιώθω τον εαυτό μου απολύτως άγριο, ελεύθερο, ατρόμητο! Αυτός είναι ο κόσμος μου – δάση, βράχια, νυχτερινά μονοπάτια, φεγγαρόλουστα ξέφωτα, φλογισμένα ηλιοβασιλέματα, λίμνες…. Απλώθηκα, σαν αστέρι στην επιφάνεια του νερού, και μετά βουτάω σαν γοργόνα και πάλι. Οι παφλασμοί του νερού ανεβαίνουν με λεπτή ηχώ ψηλά στα βράχια, καλυμμένα με χαμηλά πεύκα στους πρόποδες. Έκανα αρκετές βουτιές, χόρτασα με τα παιχνίδια, βγήκα στην όχθη και ξάπλωσα πάνω σε μια μεγάλη, ζεσταμένη από τον ήλιο πέτρα. Ησυχία.

    Όταν γύρισα στο σπίτι, εκείνος δεν ήταν ούτε στο δωμάτιο, ούτε στην κουζίνα, όλες οι άλλες πόρτες ήταν κλειστές, όπως και πριν, και δεν ένιωθα άνετα να τις ανοίξω, αν και ήμουν, βέβαια, περίεργη να μάθω, τι βρισκόταν πίσω από αυτές. Από την κουζίνα ερχόταν μυρωδιά νόστιμου φαγητού, και βρήκα ζεστές πίτες, μαρμελάδα από μπανάνα και καρύδα και τσάι. Άρα, αυτός μόλις πριν από λίγο ήταν εδώ! Μου αρέσει η παρουσία του. Μέσα στις δικές μου αντιφατικές και ορμητικά ασταθείς αντιλήψεις όλο και πιο συχνά άναβε ένας αληθινός έρωτας, που προκαλούσε έντονη σεξουαλική έλξη. Και τώρα φαντάστηκα ξανά, πως εκείνος μπαίνει μέσα μου, αμέσως άρχισαν να χτυπούν τα πάντα, να υγραίνουν… Θεέ μου… από που παίρνω αυτές τις κοινές λέξεις …μπαίνει… γεμίζει… υγραίνεται… αλλά και πώς να το πω? Το χώνει? Γλιστράει? Καρφώνει? Φούσκωσε? Συγκρατημένο, άρχισε να με πνίγει το γέλιο, όσο εγώ προσπαθούσα σπασμωδικά να επιλέξω τις λέξεις, για να εκφράσω τα αισθήματα μου. Η πλούσια ρωσική γλώσσα, το βλέπω… αυτή δεν είναι καν γλώσσα ακόμα, καλύτερα να πω – έμβρυο…

    Θα ήθελα να μάθω, αυτός ξέρει, ότι τον θέλω? Δεν μπορείς να κρύψεις τίποτα από εκείνον, όμως, δεν θέλω να κρύψω τίποτα τώρα… Θέλω να γδυθώ και να περπατήσω στο σπίτι γυμνή. Τι θα σκεφτεί αυτός για μένα τότε? … Τη μανά σου, και πάλι αυτή η βλακεία βγαίνει από μέσα μου. Εγώ. Θέλω. Να περιφέρομαι. Γυμνή. Αυτό είναι αρκετό, για να γδυθώ και να απολαύσω επιτέλους το ότι μπορώ να κάνω ο, τι θέλω.

    Στο σπίτι ήταν πάντοτε ένα μεγάλο πρόβλημα. Δεν αντέχω διάφορα σπιτίσια ρούχα, ειδικά τις πιτζάμες, τις ρόμπες και τα νυχτικά… Όταν ήμουν μικρή, συνέχεια με ανάγκαζαν να τα φοράω, και κάθε φορά ένιωθα, ότι γίνομαι ένας άλλος άνθρωπος, μόλις φορέσω αυτά τα σάβανα. Πριν από ένα λεπτό ήμουν ένα δραστήριο κορίτσι, και τώρα έγινα ξεμωραμένη συνταξιούχα…. Μέχρι την πιο τελευταία μέρα, όσο ζούσα στο σπίτι, μου απαγορευόταν ακόμα και να κοιμηθώ γυμνή, δεν μιλάμε καν να περπατήσω έτσι στο διαμέρισμα. «Ο μπαμπάς μπορεί να μπει ανά πάσα στιγμή, και είναι άνδρας… Μάγια, το κορίτσι πρέπει να κοιμάται με τις πιτζάμες του, αλλιώς μπορεί να αρρωστήσει στα γυναικεία της, και δεν ίνα υγιεινό…». Όταν άρχισα να ζω πια μόνη μου, πρώτα από όλα πέταξα στο διάολο όλες τις ρόμπες και παντόφλες, τις οποίες η μαμά μου έβαλε προσεκτικά πακεταρισμένες στη βαλίτσα. Η βαλίτσα – να ένα ακόμα φρικαλέο φαινόμενο:) Κάτι τόσο το ανθρώπινο μέχρι το βάθος, – η οικογένεια, γονείς, παιδιά, εξοχικό, δουλειά, παντόφλες, σερβίτσια, γενέθλια, διακοπές, βαλίτσα, σύνταξη… – πολύ εύκολα φτιαγμένη περιγραφική σειρά. Ποτέ, ποτέ, ΠΟΤΈ δεν πρέπει αυτό να γίνει η περιγραφή της ζωής μου. Αυτό είναι χειρότερο και από τον θάνατο, αυτή η αργή αποσύνθεση, σαπίλα, βρομιά… Στο διάολο και η βαλίτσα.

    – Μα και εσύ ένα ωραίο πρωί μπορεί να ξυπνήσεις και να καταλάβεις, ότι είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, και δεν θέλεις πια τίποτε άλλο από μια ζεστή οικογενειακή φωλίτσα με έναν αξιοπρεπή σύζυγο και συμπαθητικά παιδάκια.

    Αυτός πάλι λες και φύτρωσε από τη γη, και πάλι ήξερε με απόλυτη ακρίβεια, για ποιο πράγμα εγώ σκεφτόμουν.

    – Όχι! Αυτό δεν μπορεί να μου συμβεί! Είναι αδύνατον.

    – Γιατί είσαι τόσο σίγουρη για αυτό?

    – Επειδή αρρωσταίνω από όλα αυτά. Καλύτερα να πεθάνω.

    – Ίσως να είναι και καλύτερα, μα τι έχεις κάνει εσύ, για να μην συμβεί αυτό?

    – Αλήθεια θεωρείς, ότι είναι πιθανό?

    – Πάνω από αυτό – θεωρώ, ότι έτσι και θα είναι. Επειδή η πιθανότητα να βγει από τα πάθη παραείναι μικρή για οποιονδήποτε. Μάλλον, νομίζεις, ότι αρκεί απλώς να το θελήσεις… Όμως, όχι, δεν είναι έτσι, είναι πιο περίπλοκο από οτιδήποτε θα μπορούσες να φανταστείς. Ακόμα και το πρώτο βήμα – η απομάκρυνση των αρνητικών συναισθημάτων θα απαιτήσει από εσένα έναν τέτοιο γιγαντιαίο κόπο, για τον οποίο μέχρι στιγμής, δυστυχώς, δεν είσαι ικανή. Πιθανόν να σκέφτεσαι, ότι εάν εσύ έχεις την επιθυμία να απελευθερωθείς, αν απεχθάνεσαι την καθημερινότητα, αυτό σου δίνει κάποια εγγύηση? Όχι, Μάγια, αυτή είναι μόνο η ευκαιρία να πάρεις μια ευκαιρία. Δεν ξέρεις, πως έγινε, ότι εσύ το θέλησες, έχεις κάνει κάτι για αυτό? Όχι, είναι ένα μυστήριο, για ποιο λόγο την έχεις. Αλλά το μυστήριο αυτό δεν υπόκειται σε κανέναν από τους γνωστούς σε σένα νόμους, και ανά πάσα στιγμή η επιδίωξη της ελευθερίας σου μπορεί να πάει κάτω από το νερό, και τέλος. Θα πεθάνεις, και ίσως δεν θα το καταλάβεις καν. Θα συνεχίσεις να ζεις, όπως όλοι οι άλλοι, θα θυμάσαι τις αναζητήσεις σου, σαν μικρές ωραίες παραξενιές, σαν περιπέτειες της νιότης σου

    Με την κάθε του λέξη με έπιανε η αληθινή φρίκη, άρχισα να τραντάζομαι ακόμα από την παγωμένη της ανάσα… Εγώ λιάζομαι, κάνω φαντασίες για διάφορα, τρώω νόστιμο φαγητό, ενώ εδώ … Τι μπορεί να είναι πιο φρικαλέο από τον ήσυχο, απαρατήρητο θάνατο? Σαν ανώδυνο δάγκωμα του φιδιού, σαν άγευστο δηλητήριο, και δεν θα καταλάβω καν, πως θα συμβεί αυτό, απλώς θα ξυπνήσω ένα πρωί… Όχι. Σαν παλούκι καρφώνω μέσα στο μουντό λάκκο των αναμνήσεων, στερεώνω έναν αλύγιστο άξονα σε αυτό το μέρος, – Εγώ δεν θα παραδοθώ έτσι απλά, προσπάθησε να με λυγίσεις.

    Προκαλώ αυτόν τον αθόρυβο θάνατο. Δεν θα τρέχω από αυτόν, ο φόβος σε ωθεί στην φυγή, και ο φόβος σε παραλύει, δεν σε αφήνει να δράσεις, σε κοιμίζει, αραιώνει την προσοχή σου. Θέλω να αντιμετωπίσω το καθίκι πρόσωπο με πρόσωπο, θέλω να δω τα μάτια του, και ακριβώς έτσι θέλω να το νικήσω – σε απευθείας αντιπαράθεση, χωρίς ίχνος φόβου και αμφιβολίας. Είναι παντού γύρω μου, νιώθω την γλυκιά του βρώμα παντού. Μπορεί να ρίξει το δηλητήριο του ανά πάσα στιγμή, όταν δεν θα το πολεμώ. Πόσο χαζό είναι να φοβάσαι τον θάνατο του σώματος, την ώρα που σε κάθε σου βήμα σε περιμένει αυτό το τέρας, δαγκώνει ασταμάτητα, και το κάθε δάγκωμα μπορεί να είναι το τελευταίο! Και έπειτα δεν θα υπάρξει τίποτα, – ούτε πόνος, ούτε φόβος, αφού εγώ θα έχω πεθάνει ήδη…

    – Ακόμα και οι υπερπροσπάθειες στην πρακτική δεν σου εξασφαλίζουν τίποτα. Θέλω να απορροφήσεις αυτό μέσα σου, για να καταβάλλεις το μέγιστο στις προσπάθειες σου, να καταλάβεις αυτό που σου λέω τώρα. ΤΊΠΟΤΑ δεν σου δίνει καμία εγγύηση. Εάν κάποτε θα γίνεις ελεύθερη, αν βγεις από αυτή τη φυλακή – αυτό θα είναι ένα θαύμα, και όχι η λογική ανάπτυξη των γεγονότων, όπως εσύ θέλεις να σκέφτεσαι.

    – Μα πώς γίνεται αυτό??? – σχεδόν ικέτευσα εγώ – και τι γίνεται με όλες τις αρχαίες πρακτικές, που οδηγούν στην φώτιση? Αυτές δεν είναι ο δρόμος, με τον οποίον θα φτάσει κάθε άνθρωπος, που προσπαθεί ειλικρινά?

    – Αυτή είναι μόνο η ευκαιρία να λάβει την ευκαιρία.

    – Όμως, γιατί είναι έτσι?

    – Από που να ξέρω εγώ? Γιατί ο ήλιος ανεβαίνει, γιατί δεν υπάρχει τώρα, γιατί εδώ μεγαλώνει ένα δέντρο, γιατί αυτή η αντίληψη, την οποία εσύ ονομάζεις εαυτός σου, βρίσκεται συγκεκριμένα σε αυτό το σώμα και υπό αυτές τις συνθήκες…. Εγώ δεν έχω απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις.

    – Εσύ δεν έχεις? – και εγώ είχα σκεφτεί, ότι αυτός γνωρίζει τα πάντα…

    Εκείνος γέλασε, γυρίζοντας το κεφάλι του πίσω, σαν παιδί.

    – Έχεις υπερβολικά καλή γνώμη για τον νου. Κάποτε θα αναγκαστείς να συμβιβαστείς με το ότι το μυαλό – είναι ένα εργαλείο με αρκετά περιορισμένες δυνατότητας. (εντάξει… αμφιβάλω, ότι αυτό αφορά εσένα… και εμένα?) Το στοιχείο δεν έχει κατανοητούς για το μυαλό κανόνες, αυτό, που συμβαίνει πέρα από τα ανθρώπινα, του μοιάζει αφάνταστο χάος… Ίσως κάποτε θα το καταλάβεις και μόνη σου.

    …Σκοτεινιάζει. Στο σπίτι δεν άναψαν τα φώτα ακόμα, και έτσι αυτό γίνεται λίγο τρομακτικό, και ταυτόχρονα μαγευτικό. Το σκοτάδι σέρνεται μέσα, σαν σκούρα ομίχλη, δροσίζει. Δεν έχει σβήσει τελείως η κόκκινη ρωγμή του ηλιοβασιλέματος και πάνω από τους δυο λόφους αρχίζουν να λάμπουν τα αστέρια. Ο άνεμος… λες και παίζει ανάμεσα στις κορυφές των δέντρων. Κάνει κύκλους γύρω από το σπίτι, σαν ανέμελο και ελεύθερο πλάσμα φεύγει στο πυκνωμένο γαλάζιο του ουρανού. Θέλω τόσο πολύ να καβαλήσω την ελευθερία, σαν ένα γρήγορο δελφίνι και να φύγω, ξεπερνώντας τον άνεμο!

    Τυλίγομαι στη κουβέρτα μου και κάθομαι λίγη ώρα ακόμα, χωρίς φως. Σήμερα για κάποιο λόγο δεν φοβάμαι, το σπίτι με προστατεύει, μπορώ να κλείσω τα μάτια και να αφεθώ στο σκοτάδι. Αυτό με τυλίγει, σαν ένα ελαφρύ και άνετο πάπλωμα – πώς μπορούσα να τρομάξω πριν? Είναι τέλεια να κάθομαι στο σκοτεινό δωμάτιο!

    Καταπληκτικό – δεν βαριέμαι καθόλου, δεν θέλω να πάω πουθενά, να κάνω τίποτα. Δεν θέλω ούτε να σκεφτώ για κάτι, είναι όλα τόσο γεμάτα και γαλήνια… Δεν καταλαβαίνω, πως ζούσα πριν. Δεν μπορούσα στιγμή να περάσω μόνη μου, έπρεπε να έχω κάποιον, η έστω κάτι, τέλος πάντων, δίπλα μου. Βιβλία, τηλεόραση, μουσική, τηλέφωνο, φαντασίες, τσάι, γλυκά, γειτόνισσα, φίλο – οι κρίκοι του αυστηρού λουριού, το οποίο μου φόρεσε η ανία. Υπάρχει περίπτωση να ζήσεις αλλιώς? Τώρα δεν θέλω τίποτα, έχω τέτοια άπλα, τέτοια πληρότητα ζωής, μέσα στην οποία μπορώ να ταξιδέψω αιώνια.

    Μακρινή μουσική… σαν να έρχεται από τα βουνά… μαζί με τον άνεμο, μαζί με το φως του φεγγαριού, μαζί με την ανάσα ενός άλλου κόσμου… πέρα από τον ανθρώπινο… Ανοίγω τα μάτια μου, εκείνος κάθεται απέναντι μου και χαμογελάει… Δεν τον ρώτησα, πως τον λένε, τελικά…

    – Τάι.

    Απλώς κάθεται εκεί σιωπηλά. Δεν είναι καθόλου αυστηρός τώρα, τα μάτια του λάμπουν και μοιάζουν παιδικά. Έχει πολύ πυκνά μαλλιά… πώς να είναι, όταν τα ακουμπήσεις, άραγε? Μελαψά χέρια, σαν τα πόδια της τίγρης, όμορφες και δυνατές πατούσες, το στήθος του μέσα στο άνοιγμα του λινού πουκάμισου – όλα είναι μεθυστικά… Δεν μοιάζει με άνθρωπο, – ένας θεός του ήλιου, που δεν γνωρίζει τον χρόνο… Μπορώ να λιώσω από την επιθυμία να τον αγγίξω… Αυτός απλώς κάθεται και με κοιτάει… Πόσο ωραία είναι τα πόδια του!

    – Φίλησε τα.

    Να φιλήσω? Αυτό μου φαίνεται τόσο φυσικό, τόσο φωτισμένο, και όμως… να φιλήσω?…ακουμπώ τη πατούσα του στο μάγουλο μου, και έχει ένα άρωμα – σαν πεσμένα φύλλα στον ήλιο. Την ρουφάω με τη γλώσσα, τα χείλη μου, τη γλείφω, μπαίνω ανάμεσα στα δαχτυλάκια, που τρέμουν από τα χάδια μου, τα δαγκώνω, τα πιπιλάω, σαν μικρά πέη… Σηκώνω την μεθυσμένη μου μουρίτσα από τα πόδια του και πέφτω πάνω στο φουσκωμένο πέος του, τον νιώθω μέσα από το παντελόνι. Ένας αδύναμος αναστεναγμός, θέλω να το πιάσω με τα χείλη μου… Εκείνος με σταματά, με σηκώνει από τον γιακά, από τα μαλλιά μου, κρατάει δυνατά, κοιτάζοντας με κατευθείαν στα μάτια… Το βλέμμα του παρασέρνει τα πάντα μέσα μου με δυνατές αναλαμπές του φωτός, – μέσα σε δευτερόλεπτα, από όσα θεωρούσα εαυτό μου δεν μένει τίποτα και δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να αντισταθώ σε αυτό. Δεν υπάρχει κανείς να αντισταθεί, και δεν έχει από τι να κρατηθεί… Ένα άδειο δοχείο με διάφανα τοιχώματα… Δεν μένει ούτε και αυτό, όταν ανάβει το κάτι… φιλί. Δυο πύρινα σπιράλ λυγίζουν σε μια χορευτική παρόρμηση του στοιχείου, που ανοίγεται, η έξαρση καίει όλα τα λεπτότερα νηματάκια, τα οποία συνδέουν Αυτό με την ανθρώπινη μορφή. Πτώση στο βάθος της απόλαυσης… Πώς μπορώ να το αντέξω?…

    – Έλα πιο κοντά μου… θα κινηθώ πάρα πολύ αργά… Να με σταματάς, όταν σχεδόν φτάσεις στον οργασμό… έτσι… έτσι… κορίτσι μου:) … μάθε, μάθε να συγκρατιέσαι…

    Αγκαλιάζω τον δυνατό λαιμό του, σφίγγω σταθερά με τα πόδια μου… έχει απίστευτο δέρμα… πτώση, περιστροφή, πτώση… δεν καταλαβαίνω τίποτα… μια βγαίνω στην επιφάνεια του κάτι απερίγραπτου, μια διαλύομαι μέσα σε αυτό, και κάθε μου κύτταρο καίγεται μέσα στη πυρά της ευδαιμονίας, οι σκέψεις καίγονται, πριν γεννηθούν καν. Η καύση και η δροσιά, ο πόθος και η λήθη… Ολίσθηση στο όριο του οργασμού – πάνω στην κορυφή ενός τεράστιου, ισχυρού κύματος… Οι δύνες τις τρυφερότητας φέρνουν έναν ψίθυρο…. Τάι, σε αγαπώ…

    – Κοριτσάκι:) Έξυπνη, όμορφη μου τίγρη, τα καταφέρνεις όλα τόσο καλά… ναι, έτσι, μάθαινε να με αντέχεις… Κάποτε θα σε κάνω να τελειώσεις, μα όχι τώρα, κάνε υπομονή. Και άλλο? … Πες μου, ότι θέλεις και άλλο… Έτσι, έτσι…

    Πώς Αυτό δεν με κατέστρεψε ακόμα?

    …Δεν ξέρω, πόση ώρα πέρασε, – ο χρόνος, που φαινόταν τόσο σταθερός και απαράλλακτος, σκίστηκε, σαν λεπτό ύφασμα, πέρα από τα όρια του οποίου τα πάντα καίγονται… Εγώ δεν υπάρχω πια.

    Γελάω! Και το γέλιο μου, σαν ήχος του νερού, με αγγίζει με δροσιά. Είναι τόσο εκπληκτικό, – μπορώ να κουνήσω το χέρι, το οποίο δεν νιώθω πια. Γοργά ηχηρά νερά, γυρίζουν σαν μια μοβ δύνη μέσα στο κέντρο του στήθους μου, – κάποτε σε αυτό το μέρος ήταν το σώμα μου. Ο αέρας έπαψε να είναι κενός, σαν να είναι και ο Τάι μέσα σε αυτόν, όλες οι κινήσεις του αντηχούν μέσα στο κορμί μου και έξω από αυτό με στροβιλισμούς του σπινθηροβόλου πάθους και χαράς… Είμαι η ίδια – χαλαρά νερά της ευδαιμονίας, διαλύομαι στον χώρο, ο οποίος η μπαίνει μέσα στο στερνό μου, η βγαίνει μέσα από αυτό. Αυτό είναι αδύνατον να συμβεί, και όμως, αυτό συμβαίνει.

    – Τάι! Τάι!

    Τρέχω γυμνή έξω από το σπίτι και τον καλώ ξανά. Λεπτό, σαν μετάξι, κορμί σκίζει τον αέρα, σαν μαλακό βούτυρο, οι αντανακλάσεις των σύννεφων μέσα σε δροσοσταλίδες… Πόσο ζωντανά είναι όλα! Διαποτισμένα με τρυφερή, αθώα δόνηση, σαν υγρό δέντρο, που τράβηξε μέσα του τη βροχή, ξεχειλίζει με πληρότητα. Τα πάντα αναπνέουν, χαμογελούν, λες και ολόκληρος ο κόσμος κάνει έρωτα. Αυτό μοιάζει τόσο πολύ με το σεξ!

    – Τάι.

    Εκείνος κάθεται στην όχθη της λίμνης και μου χαμογελάει ελαφρά. Τρέχω κοντά του και τον αγκαλιάζω… Και δεν νιώθω ούτε το δικό του σώμα, ούτε το δικό μου, – είμαστε μια ασημένια σφαίρα, και δεν μπορώ να καταλάβω, που είμαι εγώ, και που είναι αυτός… Τα μάτια μας – είναι μόνο ένα βλέμμα, και το μόνο που υπάρχει – είναι Αυτό.

    – Από πότε αυνανίζεσαι?

    […Λογοκρίνονται…] 

    – Λάγνο θηλυκό:) – με έσφιξε πάνω του, – τότε άρχισες και να τελειώνεις?

    – Ναι. Κάθε μέρα. Δεν ήξερα, τι μου συμβαίνει, αλλά ήταν σίγουρα η πιο συναρπαστική ασχολία για πολλά χρόνια. Κάθε βράδυ κλεινόμουν στο μπάνιο και έβαζα το νερό να τρέχει έτσι, ώστε να χαϊδεύει την κλειτορίδα μου. Σκεφτόμουν, πως κάνω κάτι φρικτό, και φοβόμουν πάρα πολύ, ότι κάποιος θα το μάθει. Κάθε φορά μετά από έναν οργασμό ορκιζόμουν στον εαυτό μου να μην το ξανακάνω ποτέ, αλλά μέχρι το επόμενο βράδυ η επιθυμία ανακτούσε και πάλι την ισχύ της, όλα επαναλαμβάνονταν ξανά και ξανά…[…Λογοκρίνονται…] η μητέρα μου με φώναξε στο δωμάτιο της, έκλεισε τη πόρτα και χωρίς να σηκώσει τα μάτια της, άρχισε να μου λέει, πως […Λογοκρίνονται…] Αλλά αυτό τους φέρνει πολύ κακές συνέπειες…» Δεν ανέφερε, ποιες συγκεκριμένα συνέπειες, αλλά τότε δεν σκεφτόμουν για αυτό, επειδή πίστευα τυφλά ο, τι μου έλεγαν οι γονείς μου. Ύστερα από αυτή τη συζήτηση τα βράδια μετατράπηκαν σε εφιάλτη. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα με την αρρώστια μου, και τελείωνα, πεθαίνοντας από τον φόβο, ενοχή και αίσθηση αυτοχωλότητας.

    – Και τι έγινε με τα αγόρια?

    […Λογοκρίνονται…σκεφτόμουν για το σεξ, όμως, δεν μπορούσα με τίποτα να βρω το σωστό αγόρι, και πάλι – ντρεπόμουν για τις ορμές μου, φοβόμουν να χάσω την παρθενιά μου… Και όταν βρέθηκε ένα τέτοιο αγόρι, το έβαλε μέσα μου, τελείωσε ένα λεπτό αργότερα, και εγώ δεν ένοιωσα τίποτα, εκτός από τον πόνο και απορία. Το περίμενα τόσα χρόνια, είχα πέντε φορές την ημέρα οργασμό, φανταζόμουν το παθιασμένο σεξ… Μέχρι τότε είχα ήδη την ακαθόριστη αντίληψη για το σεξ από τις φωτοτυπίες της Κάμα Σούτρα, τις οποίες βρήκα βαθιά στο συρτάρι στο γραφείο του αδερφού μου. Ύστερα από το πρώτο σεξ δεν ήθελα απολύτως τίποτα για πάρα πολύ καιρό, – ούτε να αυνανιστώ, ούτε να πάω με άλλα αγόρια… Τα επόμενα δέκα αγοράκια έκαναν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Δεν ξέρω καν, γιατί πηδήχτηκα μαζί τους. Αυτή ήταν μια σκέτη ηλιθιότητα, επειδή δεν ένιωθα τίποτα μαζί τους, καμία απόλαυση… Μετά εγώ συνάντησα ένα αγόρι, με το οποίο κατάφερα να τελειώσω πρώτη φορά την ώρα του σεξ. Ήμουν […Λογοκρίνονται… Όταν συνέβη αυτό, άρχισα να επιλέγω τα αγόρια αλλιώς – όχι με το κεφάλι και τα κόμπλεξ μου, αλλά με αυτό! – του έδειξα με το δάχτυλο μου το μουνάκι.

    – Ναι, πολύ συχνά αυτό είναι πιο έξυπνο από το κεφάλι σου:)

    – Και πάλι, φυσικά, υπήρχαν πολλές και διάφορες βλακείες…

    – Και τώρα τι γίνεται, έμεινε κάτι στο σεξ, που δεν έχεις κάνει ακόμα και θα ήθελες να το κάνεις ?

    – Ναι, νομίζω πως έμεινε. Τώρα το σεξ είναι πολύ ελκυστικό, αν και δεν ξέρω, πως να το κάνω πια…. Εσύ ανέτρεψες τα πάντα.

    – Θα δούμε, πως θα συμπεριφέρεται η σεξουαλικότητα σου. Έχεις την συγκεκριμένη επιθυμία να σταματήσεις τους οργασμούς η τουλάχιστον να τους βιώνεις όχι κάθε φορά, αλλά, ας πούμε, μια φορά στις δυο-τρεις εβδομάδες, μια φορά το μήνα?

    – Ναι. Έχω χορτάσει από οργασμούς… Και είναι ΤΌΣΟ ωραίο, – να κάνεις σεξ και να μην τελειώνεις. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί, ότι το σώμα μου είναι τόσο αισθησιακό, ότι μπορώ να νιώθω μια τέτοια απόλαυση. Καταπληκτικό, αλλά δεν μπορώ ούτε τώρα, ούτε τότε, την ώρα που εμείς κάναμε έρωτα να περάσω μια γραμμή ανάμεσα στην σεξουαλική διέγερση και τρυφερότητα. Λες και τα δυο… ενώθηκαν, έφτιαξαν μια ενιαία οντότητα, σαν λαμπερή κλωστή, πάνω στην οποία περάστηκαν όλες οι ξεχωριστές στιγμές.

    – Τρυφερότητα για τον εαυτό μου?

    – Φυσικά για σένα, για ποιον άλλον:)… κάτι δεν πάει καλά? Είπα κάτι λάθος?

    Ο Τάι συνέχισε να με κοιτάζει, σαν να έκανε μια ερώτηση, και δεν έλαβε την απάντηση.

    – Τρυφερότητα για τον εαυτό μου?

    Με έβαλε σε σκέψεις. Πρέπει να θυμηθώ – πως ήταν όλα, να γυρίσω πίσω. Δεν είναι δύσκολο, αφού οι αισθήσεις ήταν τόσο… δυνατές… τα μάτια… λαμπερά, όπως της λεοπάρδαλης…μιας τρυφερής λεοπάρδαλης…όχι, δεν είναι αυτό ακόμα… μπήγω τα νύχια στην πλάτη του, το κεφάλι μου γέρνει πίσω… όχι, όχι ακόμα… ξαφνικά θέλω να κλάψω, και κλαίω με λυγμούς, από το πάθος, από την τρελή ανοιχτοσύνη… εδώ! Εδώ είχε ξεκινήσει το κάτι. Τρυφερότητα… ενός παράξενου είδους… φυσικά και την αισθάνομαι για τον εαυτό του, για ποιον άλλο… όχι, εδώ επεμβαίνει το μυαλό, κάπως χαζό, σάπιο… άλλη μια φορά – άρχισα να κλαίω, λάθος λέξη… μοιάζει με υστερία, αλλά όχι επώδυνη, αλλά σαν να ξεχύθηκε μία λίμνη του βουνού μέσα στην κοιλάδα, η ευτυχία της απελευθέρωσης, της διάσπασης του κάτι, που με περιόριζε, με έπνιγε… εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται η τρυφερότητα… διαπεραστική, θέλω να γελάσω, να ανοίξω τον εαυτό μου κα να αφήσω να μπει μέσα ο κόσμος ολόκληρος… τα βουνά… η ίδια ηλιόλουστη λαμπρότητα του πάγου, το φως φτάνει σε μια τέτοια ένταση και πυκνότητα, ότι φαίνεται, πως τώρα όλα θα λάμψουν… όλος ο κόσμος… αλλαγή των εικόνων… τι ήταν εκεί… τώρα δεν θυμάμαι τόσο καλά πια… σίγουρα υπήρχαν βουνά… θάλασσα, τα δελφίνια… η μούρη του σκύλου στην αυλή… ο γέρος, που πουλάει τα λουλούδια στην παραλιακή… παράξενη σειρά από εικόνες… πολύ παράξενη!

    Συγκλονισμένη με την ανακάλυψη μου, εγώ πάγωσα με ανοιχτό το στόμα, δεν ξέρω , τι να πω, πώς να το καταλάβω, τι σημαίνει αυτό?

    – ?

    – Δεν ξέρω, ακόμα, γιατί, αλλά εγώ τώρα… για να είμαι απολύτως ειλικρινής, πρέπει να πω, ότι ανάμεσα στις εικόνες, οι οποίες συνόδευαν την έκρηξη της τρυφερότητας μου, που γέμιζαν με αυτήν…

    – Λέγε.

    – …δεν είμαι σίγουρη, ότι ανάμεσα σε αυτές τις εικόνες υπήρχε η μορφή σου! Μάλλον, υπήρχε, τελικά, και όμως σε αυτήν προσκολλούσε μια ολόκληρη σειρά από άλλες… και δεν μπορώ να πω, ότι ήταν απλώς κάποια παρασιτική δραστηριότητα του μυαλού μου, όχι, το καθετί, ακόμα και η πιο ασήμαντη μορφή έλαμπε με αυτή την τρυφερότητα, με έφερνε στην εκστατική κατάσταση. Δηλαδή, ένιωθα την τρυφερότητα, αλλά όχι για σένα? Η όχι μόνο για σένα? Για τον σκύλο? Για τον γερο? Για τα βουνά, δελφίνια… Για ποιον τελικά??

    – Εμείς χρησιμοποιούμε τη γλώσσα για τον ορισμό των πολύ διαφορετικών εννοιών. Το λεξιλόγιο μας είναι άκρως ατελές. Έχει πάρα πολλές λεπτομέρειες σε ο, τι αφορά την κατασκευή των πλοίων ή την τεχνολογική διαδικασία, μα σε ο, τι αφορά τα συναισθήματα, πρακτικά σχεδόν δεν έχουμε γλώσσα, στα χέρια μας είναι μόνο ένα σύνολο των λέξεων με φανταστικά ακαθόριστη σημασία. Αυτό οδηγεί στο ότι εμείς δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τις αντιλήψεις, και αυτό, με τη σειρά του, έχει ως συνέπεια την απουσία της επιλογής, δεν εμφανίζεται η γνώση της κατεύθυνσης, την οποία θα έπρεπε να πάρουμε, έτσι ο άνθρωπος απλώς περιφέρεται από ένα άκρο στο άλλο, σαν ένα ανόητο κλαδί.

    – Ναι, πρόσφατα, όταν άρχισα να ασχολούμαι με την πρακτική, ανακάλυψα, ότι δεν βρίσκω τις σωστές λέξεις, δεν μπορώ καν να καταγράψω την πείρα μου!

    – Ακριβώς. Και όταν αυτή η πείρα ξεχνιέται, ουσιαστικά παύει να είναι κάτι τέτοιο. Εκείνη η τρυφερότητα, την οποία εσύ ένοιωσες, – είναι μια αίσθηση, που δεν έχει συγκεκριμένο στόχο, για τον οποίο αυτή να προοριζόταν. Ναι, ναι… φαντάσου αυτή δεν στοχεύει σε κανέναν συγκεκριμένο. Με τι να το συγκρίνω… σαν να αιωρείται μια χρυσόσκονη στον αέρα, και όταν κοιτάς τον κόσμο μέσα από αυτήν, τα πάντα γεμίζουν με αυτήν την χρυσαφένια λάμψη. Θα σου πω και κάτι ακόμα, για να εκπλαγείς τελείως :) Μ` όλα τα άλλα, αυτή η τρυφερότητα δεν προέρχεται από κανέναν.

    – Μα πώς? Αυτή προέρχεται από εμένα.

    – Από εσένα?

    – Ε, ναι, θα μπορούσε να είναι αλλιώς?

    – Αν δεν θα ήσουν τόσο σίγουρη για το ότι δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, και θα ήσουν ευαίσθητη για το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, θα μπορούσες τότε να δεις αυτό, που σου περιέγραψα. Αργότερα επέστρεψε για άλλη μια φορά σε αυτές τις αναμνήσεις, και άφησε το νου σου να καθίσει δεμένο πάνω στο χαλάκι της πόρτας, μην του επιτρέπεις να τρέχει ανεξέλεγκτο και να χέζει, όπου του έρθει.

    – Τι εννοείς…

    – Εννοώ, ότι δεν έχεις ιδέα για το τι μπορεί να γίνει, και τι δεν μπορεί να γίνει στον κόσμο των φωτισμένων αντιλήψεων. Μάθε να αντιμετωπίζεις όλη την εμπειρία σου, την οποία θα αποκτάς μέσω της πρακτικής της απομάκρυνσης των αρνητικών συναισθημάτων, ως κάτι, που δεν έχει ανάλογο πουθενά γύρω σου – απλούστατα, κανένας άλλος δεν το είχε ζήσει αυτό. Όλη η εμπειρία, την οποία έχουν οι άνθρωποι – είναι η πείρα της ζωής, γεμάτης ως τις άκρες με σκοτισμούς.

    – Θα προσπαθήσω οπωσδήποτε να θυμηθώ τα πάντα ξανά.

    – Μπορώ να σου δώσω και μια συμβουλή ακόμα. Όταν ζεις κάτι, που είναι πολύ σημαντικό για σένα, προσπάθησε να το καταγράψεις μόλις έχεις την δυνατότητα, ώστε να μην θολώσει, σαν ένας λεκές στο παρελθόν.

    – Να το καταγράψω?

    – Στο χαρτί. Περιέγραψε ο, τι σου είχε συμβεί σε αυτή την εμπειρία, μέχρι την πιο μικρή λεπτομέρεια, και θα δεις τη διαφορά.

    – Μου αρέσει να ακούω τις συμβουλές σου. Είναι… ιδιαίτερες, έχουν την σαφήνεια, την απόλυτη σαφήνεια! Ναι είναι πολύ, πολύ σημαντικό το ότι έζησα ένα τέτοιο πράγμα, μάλλον, δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό για μένα τώρα.

    – Αυτή είναι μόνο η αρχή… ίσως.

    – Τι θέλεις να πεις?

    – Ότι για τη δεδομένη στιγμή δεν είσαι ακόμα τίποτα, και ο, τι σου συμβαίνει τώρα – είναι τα δώρα μου. Αυτό σημαίνει, πως μετά από λίγο καιρό εσύ θα επιστρέψεις στο μέρος, απ` όπου σε είχα μαζέψει, αλλά αυτό δεν θα σημαίνει, πως θα ξεχάσεις αυτή την εμπειρία. Θα θυμάσαι για αυτό, θα το επιδιώξεις, θα ψάξεις να το βρεις ξανά και ξανά. Και μόνο από εσένα εξαρτάται – αν θα επιστρέψεις σε αυτή την συναίσθηση η όχι. Αν θα επιστρέψεις, αυτή θα είναι η αρχή της από κοινού πρακτικής μας. Αυτό θα σημαίνει, ότι δεν είσαι μια ονειροπαρμένη, που ψάχνει τους θεούς και δάσκαλους, για να τους κλαφτεί στον ώμο, αλλά μια πολεμίστρια, η οποία είναι έτοιμη να κάνει τα πάντα για την ελευθερία. Θα χρειαστούν όλες οι δυνάμεις σου, όλη η εξουσία, για να γυρίσεις εκεί, όπου εγώ σε είχα φέρει τώρα για λίγα λεπτά.

    – Γιατί, όμως, έτσι? Γιατί θα αναγκαστώ να επιστρέψω?

    – Επειδή έτσι έχουν τα πράγματα. Εγώ έχω την εμπειρία, την οποία εσύ δεν έχεις, έτσι εγώ μπορώ να το κρίνω αυτό, και εσύ όχι, και δεν θέλω να συζητάω αυτό το θέμα μαζί σου, αλλιώς θα με πιστέψεις θρησκευτικά, ή θα με απορρίψεις θρησκευτικά, και εγώ θέλω να βασίζεσαι μόνο στην δική σου πείρα, και σε τίποτε άλλο, εκτός από αυτήν.

    – Ξέρεις, δεν έχω τώρα καμία ανησυχία, και όταν αυτές δεν υπάρχουν, αρχίζω να καταλαβαίνω, πόσο φριχτά γεμάτη ήμουν με αυτές παλιά. Όλα άλλαξαν τόσο πολύ, είναι ένας διαφορετικός κόσμος…

    – Εγώ ξέρω, ότι δεν έχεις τώρα τα αρνητικά συναισθήματα, επειδή βρίσκεσαι σε ένα μέρος, όπου αυτά απλούστατα δεν εμφανίζονται. Αλλά αυτό δεν είναι το αποτέλεσμα της δικής σου δουλειάς, μην έχεις ελπίδες, ότι έτσι θα είναι πάντα. Αυτό θα τελειώσει, Μάγια, και θα χρειαστείς να ανεβάσεις τα μανίκια σου και να αρχίσεις την σκληρή εργασία, κάθε δευτερόλεπτο, στην αναζήτηση και απομάκρυνση των σκοτισμών. Η θα πεθάνεις, ή θα νικήσεις αυτή την μάχη, δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

    Ο άνεμος φυσάει στην ανοιχτή μου πλάτη, τεντώνοντας την ευδαιμονία και απομόνωση μέσα σε μοβ κρατήρα με άκρες, τρυφερές, σαν ροδοπέταλα. Μόλις τώρα συνειδητοποίησα την εκτυφλωτική ουσία του δώρου του… Δεν θα μπορέσω ποτέ ξανά να ξεχάσω για Αυτό, δεν θα γυρίσω ποτέ ξανά σε εκείνες τις μικρές χαρές και έγνοιες αυτού, που κάποτε θεωρούσα ζωή μου… Οι ανακαλύψεις με περιμένουν ήδη σε κάθε στροφή της σκέψης… Μα εγώ δεν έχω μέρος να επιστρέψω! Και όχι επειδή έχω μαλώσει με κάποιον και δεν με αφήνουν να μπω κάπου, αλλά επειδή δεν έχω πια τις συνηθισμένες αντιλήψεις, οι οποίες ήταν στην ουσία «εκείνα» τα μέρη και «εκείνοι» οι άνθρωποι. Έμειναν οι ίδιες οπτικές μορφές, ίδιες απτικές αισθήσεις, όμως, όλα τα άλλα – τα συναισθήματα, οι σκέψεις, οι επιθυμίες – άλλαξαν. Και αυτή είναι η συγκεκριμένη αιτία, για το ότι δεν έχω μέρος να επιστρέψω. Ο Τάι με έβαλε στην κόψη του ξυραφιού – από την μια μεριά ο θάνατος, και από την άλλη – η ελευθερία… Τι είναι η προσωπικότητα μου σε αυτό το ατελείωτα περίπλοκο και άψογα όμορφο μοτίβο των γεγονότων?

    – Όσο έχουμε ακόμα καιρό για κουβέντα, θέλω να σου πω, ότι στην περίπτωση με τους οργασμούς δεν μπορείς να κάνεις λάθος.

    – Όσο έχουμε καιρό? Βιάζεσαι να πας κάπου, φεύγεις?

    – Όχι, δεν είναι αυτό, απλώς τώρα έχω την επιθυμία να σου μιλήσω, μου αρέσει να σου δίνω συμβουλές, μ` αρέσει να σε βοηθάω να ξεκαθαρίζεις τα πράγματα, όμως, σε λίγο η επιθυμία αυτή θα χαθεί.

    – Γιατί? Είναι τόσο αναπόφευκτο?

    – Είναι απολύτως αναπόφευκτο. Δεν έχεις πείρα στην άσκηση της πρακτικής, και για αυτό είμαι σίγουρος, ότι δεν θα μπορέσεις να ξεκινήσεις την εκτέλεση των συμβουλών μου αμέσως, δεν θα μπορέσεις έτσι μεμιάς να σταματήσεις να γεμίζεις τη ζωή σου με τους σκοτισμούς, δεν θα αρχίσεις αμέσως τώρα και χωρίς καθυστερήσεις να καταστρέφεις τις μηχανικές συνήθειες, και αυτός είναι ο μοναδικός λόγος, για τον οποίο η επιθυμία μου αναπόφευκτα θα εξαντληθεί σύντομα, και αν αυτή θα εμφανιστεί ξανά – εξαρτάται μόνο από την πρακτική σου. Εγώ θέλω να βοηθάω μόνο τους ανθρώπους, οι προσπάθειες των οποίον προκαλούν τη συμπάθεια μου. Υπάρχει συμπάθεια – εμφανίζεται και η επιθυμία να βοηθήσω, δεν υπάρχει συμπάθεια – η θέληση δεν εκδηλώνεται. Αυτή δεν είναι η «απόφαση» , δεν είναι κατεβασμένη από «ψηλά» οδηγία, συμβαίνει έτσι απλά, και εγώ είμαι η απόδειξη αυτού. Όταν ο ήλιος ανεβαίνει, ανοίγει και το λουλούδι, έτσι το διαπιστώνουμε και εμείς.

    – Τότε μην σπαταλάς τον χρόνο! Τι άλλο ήθελες να μου πεις για τους οργασμούς?

    – Αυτή η επιθυμία – επιθυμία να τελειώσεις, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να καταπιεστεί. Η αποχή από τους οργασμούς πρέπει να είναι μια φυσική συνέπεια της ανάπτυξης των σεξουαλικών σου επιθυμιών, και όχι η υποστήριξη της θεωρίας του ότι είναι ωφέλιμο ή πρέπει να γίνει έτσι, όχι ακολουθία της άποψης του κάποιου άλλου… Η επιθυμία πρέπει να είναι χαρούμενη, και μόνο σε αυτήν την περίπτωση η σεξουαλικότητα θα αρχίσει να αναπτύσσεται και άλλο. Απλώς κάθε φορά, όταν η σεξουαλική έλξη μόλις ξυπνάει, και όταν φτάνεις σε οργασμό, ρώτησε τον εαυτό σου – θέλεις να ολοκληρώσεις η προτιμάς να απομακρύνεις λιγάκι τη στιγμή, η πιο πολύ σε προσελκύει να βιώνεις τα αισθήματα, που έχεις τώρα. Αν απατήσεις τον εαυτό σου και καταπιέσεις τις επιθυμίες σου για οποιοδήποτε πιθανό λόγο, η σεξουαλικότητα σου θα πεθάνει… Κανένα «πρέπει», μόνο το «θέλω».

    – Η ίδια πράξη μπορεί να εκτελείται διαφορετικά, άλλος λόγος, άλλο κίνητρο, και από τη διαφορά αυτή εξαρτώνται πάρα πολλά… το καταλαβαίνω.

    – Από αυτό εξαρτώνται τα πάντα, βασικά. Φαινομενικά, είναι η ίδια πράξη, και τι σημασία έχει, για ποιο λόγο σταματάς τον οργασμό? Και όμως, η διαφορά είναι τεράστια. Στην περίπτωση, αν έχεις την χαρούμενη επιθυμία να σταματήσεις στο όριο του οργασμού και να μην το περάσεις, φτάνεις στην ανακάλυψη των νέων σεξουαλικών αισθήσεων και των αποχρώσεων τους, νέες και νέες περιοχές θα μετατρέπονται σε ερωτογενείς ζώνες, ωσότου ολόκληρο το κορμί δεν γίνει μια μεγάλη πηγή των πιο ποικιλόμορφων και βαθιών σεξουαλικών αισθήσεων, και όχι μόνο σεξουαλικών πλέον … Σε αντίθετη περίπτωση, αν θα ντρέπεσαι το ότι τελειώνεις, αν θεωρήσεις, ότι ο οργασμός – είναι «κακό», άχρηστο πράγμα, δεν θα φτάσεις σε τίποτα, εκτός από τα νέα αρνητικά συναισθήματα, αρρώστιες και απογοήτευση. Είμαι σίγουρος, ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων, που είναι τώρα τόσο εμπνευσμένη με διάφορες σεξουαλικές πρακτικές, σε πολύ λίγο καιρό θα συναντήσει μια κρίση, διότι η μηχανική αποχή από τον οργασμό ή γενικώς οποιαδήποτε απόπειρα της εμπλοκής στην σεξουαλικότητα τους, η επιβολή των κανόνων, οι οποίοι δεν έχουν οριστεί από εσένα μέσω της φυσικής αλλαγής των επιθυμιών σε αυτήν – δεν είναι μια χαρούμενη πράξη, που σε οδηγεί στο βάθος της ζωής, είναι η ακολουθία της επόμενης θεωρίας, συνοδευόμενη με τον φόβο να μην «ξανακυλήσεις». Και πού μπορεί να σε φέρει μια πράξη, δημιουργημένη από την θεωρία και δηλητηριασμένη από το αρνητικό συναίσθημα?

    – Περίμενε, θέλω να σε ρωτήσω για άλλη μια φορά, για να μην κάνω λάθος. Δηλαδή, μου λες, ότι η μηχανική αποχή από τον οργασμό – είναι όταν διαβάζεις ένα βιβλίο, όπου γράφει «πρέπει να απέχεις από τον οργασμό, και όλα θα πάνε καλά», και αρχίζεις να συγκρατιέσαι από αυτό ΠΑΡΆ το ότι θέλεις πάρα πολύ να χύσεις και νιώθεις μετάνοια, δυσαρέσκεια και τα λοιπά, λόγο του ότι δεν έχεις οργασμό.

    – Ναι.

    – Και μια τέτοια άρνηση, η οποία σε οδηγεί κάπου – αφορά την περίπτωση, όταν εγώ έχω πια χορτάσει οργασμούς μέχρι λιποθυμίας, και την επόμενη φορά, όταν θα είμαι με ένα αγόρι, ΘΈΛΩ να περιμένω λίγο με τον οργασμό, επειδή μου αρέσει αυτό, που αισθάνομαι τώρα…

    – Ναι. Εάν η επιθυμία να μην τελειώσεις τη δεδομένη στιγμή υπερβαίνει την επιθυμία να τελειώσεις – δεν τελειώνεις, όμως και οι δυο αυτές επιθυμίες πρέπει να είναι συγκεκριμένα θέληση να λάβεις την μέγιστη απόλαυση, και όχι κάτι άλλο.

    – Είναι απλό… απλό για μια αφηρημένη κατανόηση:) Εσύ πόσο καιρό έχεις να τελειώσεις?

    Χαμογέλασε, ένας διάολος ξέρει, τι σκέφτεται τώρα.

    – Πολλά χρόνια.

    – Πολλά χρόνια?

    – Πάρα πολλά χρόνια. Θέλεις να μου κάνεις φιλοφρόνηση και να μου πεις, πόσο νέος δείχνω?:) Δείχνω, όσων χρονών θέλω.

    Απλώς παίζει μαζί μου?… Όχι, όχι. Εδώ, με αυτόν τον άνθρωπο μπορεί να είναι οτιδήποτε, και δεν νιώθω καμία γεύση της υποκρισίας.

    – Πες μου για τον εαυτό σου.

    – Όχι αυτή τη φορά.

    Θα έδινα τα πάντα, ο, τι έχω, για να υπάρξει η άλλη φορά. Έτσι σκέφτομαι τώρα, αλλά τι θα γίνει αύριο? Πώς θα είμαι αύριο?..

    – Δεν είμαι σίγουρη ακόμα, ότι είμαι έτοιμη να αρνηθώ τελείως τους οργασμούς, όμως, έχω τουλάχιστον την απόλυτη σαφήνεια για το ότι τη δεδομένη στιγμή δεν θέλω να τελειώνω.

    – Μολαταύτα μπορείς να κάνεις σεξ ή να αυνανίζεσαι, όσο θέλεις. Να φτάνεις στο όριο του οργασμού και διακόσιες φορές την ημέρα… Πρόσεξε επίσης και τους μικροοργασμούς. Όταν έχεις ανάψει πάρα πολύ, είναι δύσκολο να πιάσεις έναν τέτοιο οργασμό – σου ορμάει, σαν άγριο ζώο, και ορίστε, έχεις τελειώσει λιγάκι. Να ξέρεις, όσο περισσότερη τρυφερότητα υπάρχει στο σεξ, περισσότερος ερωτάς και άλλες φωτισμένες αντιλήψεις, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα ενός τέτοιου ατυχήματος. Αυτό δεν είναι τόσο καταστροφικό, όσο οι πλήρεις οργασμοί, και όμως, οδηγεί στην αποδυνάμωση των σεξουαλικών και όλων των άλλων συναισθήσεων. Θα δεις τη διαφορά και μόνη σου. Όπως και να έχει, έρχεται μια πτώση σε όλα, και στην ένταση και στην χαρά των επιθυμιών, και οι επιθυμίες είναι τα ρυάκια, από τα οποία γεννιέται η επιδίωξη του στόχου. Χωρίς την επιδίωξη είσαι ένα πτώμα.

    Ποτέ πριν δεν είχα δει τόσο όμορφο ουρανό και τόσο υπέροχο νερό… και δέντρα, και γρασίδι, και πέτρες! Δεν ξέρω, ποια είμαι… Το ρίγος στο νερό – έτσι η ευδαιμονία απλώνεται από αυτό το μέρος προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο συνηθισμένος κόσμος τον αντιλήψεων είναι το λεπτό γυαλί, μέσα από το οποίο όλο και πιο ξεκάθαρα διακρίνεται το Κάτι… Αυτό είναι το αληθινό, αυτό είναι και το… ένα βασανιστικό κενό, δεν έχω να πω τίποτα για το Τι υπάρχει. Χαμογελαστός, σοφός γέροντας με τα μάτια, γεμάτα ευδαιμονία, ένα παιδί χωρίς σκέψεις και φόβους, ένας εραστής με τα χέρια της αιωνιότητας, που χαϊδεύει το ηλιοβασίλεμα και την αυγή ταυτόχρονα…

    Δεν υπήρχε ούτε το χτες, ούτε το σήμερα, δεν υπήρχε ούτε χρόνος, ούτε η απουσία του χρόνου, δεν υπήρχε καν το παρόν, επειδή αυτό θα μπορούσε να υπάρξει μόνο ανάμεσα στο χτες και το αύριο. Τα πρόσωπα της νύχτας και της ημέρας με δυνατές αναλαμπές φωτίζουν την συνείδηση μου, η οποία ξεγλίστρησε και από τον ύπνο, και από το ξύπνιο, μια αποκτά κάποια μορφή, μια διαλύεται σε κομματάκια – πέρα από τον ορίζοντα, και πιο ψηλά, και πιο … Χείλη, ψίθυρος, – μέσα σε έντονο κενό ανάβουν τα ιερογλυφικά… Το σεξ, που ανοίγει στην συμφωνία των δυο στοιχείων, σε έναν τέλειο ήχο, πέρα από όλα τα σχήματα και ονομασίες… Αυτό δεν θα τελειώσει ποτέ.

    – Πες μου, πόσος χρόνος πέρασε από τότε, που ήρθα εδώ?

    – Βιάζεσαι κάπου?:)

    – Όχι, – για πρώτη φορά είτε σε μέρες, είτε σε εκατοντάδες χρόνια εμφανίστηκε κάποιος ίχνος της ανησυχίας, – όχι, μην το λες αυτό. Δεν το ξέρεις, ότι εγώ δεν μπορώ να βιαστώ πουθενά, και ότι εάν εσύ με φώναζες μαζί σου κάπου, θα άφηνα τα πάντα και θα σε ακολουθούσα?

    – Το ξέρω.

    – Τάι, εγώ θέλω να μείνω.

    – Αυτό δεν θα αλλάξει τίποτα στη ζωή σου. Νομίζεις, ότι η ρουτίνα θα σε προσπεράσει εδώ? Δεν μπορείς να ξεφύγεις από αυτήν . Δεν θα επιστρέψεις εδώ, πριν απελευθερωθείς από τα αρνητικά συναισθήματα. Δεν είναι δικός μου όρος αυτό, όμως θα γίνει έτσι, και όχι αλλιώς.

    – Μα δεν εξαρτάται από εσένα, αν εγώ μπορώ να μείνω εδώ η όχι?

    – Δεν θα καταλάβεις τώρα την εξήγηση μου. Το μόνο που σου μένει να κάνεις, είναι να δεχτείς αυτό, που σου λέω τώρα.

    Η θλίψη εμφανίστηκε απρόσμενα και κάλυψε τα πάντα με μια γαλανό-γκρίζα ομίχλη. Θέλησα να μείνω μόνη μου για λίγο, πρώτη φορά σε όλον τον καιρό, που πέρασα μαζί του. Ήμασταν συνέχεια μαζί… όχι, εμείς ήμασταν ένα.… Και τώρα εγώ φεύγω να καθίσω στην όχθη της λίμνης, και αυτός δεν θα με σταματήσει καν… Δάκρυα… σφιγμένες γροθιές… σύννεφα, σκισμένα με τον ήλιο, η ο ήλιος, σκισμένος με τα σύννεφα… η φθινοπωρινή απομόνωση… Τα πάντα επιστρέφουν.

    Γυρισμένα ανάποδα – αντί για σπίτι ένας σορός από πέτρες. Όχι έτσι, τελείως διαφορετικά φανταζόμουν εγώ τον δρόμο προς την ελευθερία. Οι φαντασίες μου ζωγράφιζαν ένα χαρούμενο και συναρπαστικό παιχνίδι, το έπαθλο στο οποίο θα είναι η φώτιση… Φώτιση… πολυχρησιμοποιημένη λέξη, δεν μ` αρέσει τώρα να την κρεμάω σε Αυτό… τώρα πια σε Εκείνο… ήδη σε Εκείνο…απίστευτο, ήδη σε Εκείνο? …αυτήν την ταμπέλα. ΠΏΣ???? Πώς να ζήσω τώρα? …Κλαίω… πάλι, πάλι, πάλι αυτή η απαίσια, στενή φυλακή, σήμερα είδα ένα όνειρο ακόμα, – με έγνοιες, με μιζέρια, με καθημερινότητα… Και πάλι θα έχω αυτά τα όνειρα, που δεν αφήνουν μετά τίποτα, εκτός από την ερήμωση και απογοήτευση? Και πάλι θα είναι ο γκρίζος ουρανός, κρύο, η Μόσχα… Είναι αναπάντεχο. Δεν ξέρω, πως μπορώ να αντέξω έναν τέτοιο πόνο.

    – Όταν μπαίνεις στην περιοχή του μη-ανθρώπινου, τα πάντα εκεί είναι μη-ανθρώπινα – και το σεξ, και η ζήλια, και τα πάθη, και άλλα πολλά, για τα οποία δεν υπάρχει καν θέση στον συνηθισμένο κόσμο. Συγκεκριμένα αυτό το ταξίδι πρέπει να το συνοδεύσει τεράστια αποφασιστικότητα, για να μπορέσεις να παίρνεις τις αποφάσεις και να τις εκτελείς.

    Ποιος είναι? Παγώνω, ξεχνώ ακόμα και τα κλάματα μου… Γυρίζω και βλέπω ένα καταπληκτικό πλάσμα. Με τα χαρακτηριστικά του προσώπου της και τις αναλογίες δεν μοιάζε σε τίποτα με τον Τάι, και όμως, ταυτόχρονα σαν να είναι ο ένας η αντανάκλαση του άλλου. Κάθεται πάνω σε μια πέτρα, μικρούλα, όμορφη, μελαψή. Δεν χαμογελάει, αλλά το πρόσωπο της μοιάζει να λάμπει εσωτερικά.

    Μάλλον, εαυτό είναι και το αληθινό χαμόγελο.

    – Με λένε Κιάρα.

    – Πώς βρέθηκες εδώ?

    – Αυτό είναι το σπίτι μου:)

    – Δηλαδή, όλη την ώρα ήσουν εδώ???

    – Μπορείς να το πεις και έτσι.

    – Και εσύ είσαι ελεύθερη από τα αρνητικά συναισθήματα?

    – Ναι. Για αυτό μπορώ να έρχομαι σε αυτό το μέρος, όταν το θέλω.

    – Πες μου, και εσύ ήσουν έτσι, όπως είμαι εγώ τώρα?

    Στα καστανά μάτια της πέρασε ψύχρα – ακριβώς όπως στα δικά του!

    – Μην προσπαθείς να προκαλέσεις την λύπηση, δεν υπάρχει κάτι τέτοιο μέσα μου, – και όμως, είναι πιο μαλακή από εκείνον.

    – Εγώ θέλω να μάθω, ότι είναι δυνατόν αυτό – δυνατόν να βγεις και να γυρίσεις σε αυτό, που υπήρχε… Επειδή Αυτό – είναι το πιο σημαντικό… μα τι βλακείες τις λέω. Δεν είναι το πιο σημαντικό… μόνο αυτό είναι το αληθινό.

    – Ο μοναδικός τρόπος να γυρίσεις – είναι να αφιερωθείς στην πρακτική εξ` ολοκλήρου. Όπως γίνεται με το άλμα πάνω από έναν πανύψηλο βράχο στη θάλασσα: εάν πηδήξεις αποφασιστικά και αφεθείς στην πτώση – θα πετάξεις, αν όμως, θα αρχίσεις να αμφιβάλλεις και να τραβιέσαι – το άλμα σου θα αποτύχει, θα πιαστείς από μιαν άκρη και θα συρθείς πίσω στη φωλιά, γδαρμένη και τρομαγμένη, κρατώντας μαζί σου μόνο δυο-τρία σποράκια, όσα προλάβεις να μαζέψεις. Αδύνατον να καθίσεις σε δυο καρέκλες. Πρέπει να αποφασίσεις για τον εαυτό σου απολύτως ξεκάθαρα – αν είσαι έτοιμη να δώσεις όλη τη ζωή σου χωρίς οποιαδήποτε «αλλά» στην αναζήτηση της ελευθερίας, η όχι. Δεν είναι ένα καπρίτσιο – είναι η ζωή. Δεν υπάρχουν οι ενδιάμεσες λύσεις, πιο συγκεκριμένα, όλη η καθημερινή ζωή – είναι στην ουσία οι ενδιάμεσες αποφάσεις, έτσι η οποιαδήποτε τέτοια απόφαση θα σε γυρίσει αλύπητα στον κόσμο των κοιμισμένων ανθρώπων, και δεν θα σε βοηθήσει η λύπηση του κανενός.

    Αυτή μοιάζει με μικρό κορίτσι έντεκα-δώδεκα ετών, μα κοιτάει και μιλάει σαν γέροντας, που έζησε μερικές εκατοντάδες χρόνια.

    – Πάμε στο σπίτι – αυτή γλίστρησε από την πέτρα και τα γυμνά της πόδια έτρεξαν στο μονοπάτι, σχεδόν χωρίς να το αγγίζουν.

    Πόσο ελαφριά είναι! Σαν φύσημα του άνεμου. Δεν την αντιλαμβάνομαι, σαν ανθρώπινη παρουσία. Κοιτάζω μαγεμένη, πως το κορίτσι περπατάει στις πέτρες, πόσο όμορφες και μικρές είναι οι πατούσες της, σαν τα ποδαράκια της μικρής τίγρης.

    Το δωμάτιο. Ο Τάι κάθεται στην θέση του, κοιτάζοντας με περιέργεια. Σιωπηλές, καθόμαστε απέναντι του, και το τραβηγμένο κενό μέσα μου γεμίζει με ηρεμία… Όχι, δεν είναι ηρεμία αυτό. Είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Σταθερότητα… Όχι, και πάλι λάθος. Απόσπαση. Ναι, αυτό είναι πιο κοντά. Δεν υπάρχει πια φόβος. Δεν υπάρχει και η χαρά, αλλά αυτό δεν είναι και μιζέρια, ή η αδιαφορία. Πλατό. Καμένη από τον ήλιο, απέραντη πεδιάδα, που απλώνεται με τις ρωγμές της πέρα από τον ορίζοντα. Εδώ δεν υπάρχει χώρος για λύπηση, είναι το σημείο, όπου εγώ απαρνούμαι αυτό, που λέγεται «ζεστασιά», το πετάω στη φωτιά, η οποία θα κάψει την προσωπικότητα μου. Ο μοναχικός πολεμιστής στη μέση της σκοτεινής και σκληρής ερήμου, – εδώ υπάρχει μέρος μόνο για χαρά της μάχης ή των νέων ανακαλύψεων, εδώ μπορείς να κινηθείς μόνο μπροστά.

    – Κοίταξε με στα μάτια, – η φωνή του ξαφνικά ακούστηκε πολύ δυνατά.

    Είναι δύσκολο να εστιάσω το βλέμμα μου, σαν να ξύπνησα μόλις τώρα. Ζαλάδα, μικρή ναυτία, – το ξεπερνάω και κοιτάζω στα μάτια, πίσω από τα οποία – η ηλιοκαμένη πεδιάδα…

    – Γύρνα πίσω, Μάγια.