Ελληνικα change

Error

×

Ξεκάθαρη λογική όηση (ΞΛΝ)

Main page / Главная / Επιλογή-2005: “τρόπος για να καθαρίσετε τη συνείδηση” / Σκέψεις / Ξεκάθαρη λογική όηση (ΞΛΝ)

«Θα χρειαστούμε όλη την ενέργεια και τον χρόνο εξ` ολοκλήρου, για να κερδίσουμε ολότελα αυτήν την ανοησία μέσα μας».

 Δον Χουάν

Περιεχόμενα

    Περιεχόμενα:

    02-02-01) Η ΞΛΝ είναι απαραίτητη για την επίτευξη των αδιάκοπων ΦΑ.

    02-02-02) Η απελευθέρωση από τις λέξεις –παράσιτα. Παράδειγμα με τη λέξη – παράσιτο «όφελος».

    02-02-03) Οι αρχές της εκπόνησης της σημασίας των λέξεων.

    02-02-04) Η χρησιμοποίηση των λέξεων, παραδείγματα των ορισμών και των απομακρύνσεων.

    02-02-05) Τα τέσσερα στάδια της επίτευξης της ΦΑ – διαύγειας.

    02-02-06) Η ελευθερία από το δηλητήριο των αναλογιών.

     

     

    02-02-01) Η επίτευξη της ΞΛΝ είναι μια από τις χαρούμενες επιθυμίες, που εμφανίζονται με την απομάκρυνση των ΑΣ. Εκτός αυτού, είναι απαραίτητη για την σταθερή παρουσία των ΦΑ, και για την αίσθηση της Διαύγειας. Εάν εσύ σκέφτεσαι με βάση τις θεωρίες, χρησιμοποιώντας τις λέξεις, οι οποίες δεν ορίζουν τα συγκεκριμένα σύνολα των αντιλήψεων, τότε δεν έχεις τον ξεκάθαρο διαχωρισμό, δεν μπορείς να χωρίσεις τις αντιλήψεις σε επιθυμητές και ανεπιθύμητες, οι δυνατές χαρούμενες επιθυμίες δεν θα μπορέσουν να παρουσιαστούν, δεν θα γίνουν αλλαγές.

    Ο άνθρωπος, που επιδιώκει την ΞΛΝ, αντιμετωπίζοντας τα επιχειρήματα υπέρ η κατά κάποιας άποψης, θα τις εξετάσει η όχι ανάλογα με την παρουσία της χαρούμενης επιθυμίας τη δεδομένη στιγμή, θα απομακρύνει τα ερχόμενα ΑΣ. Ο ηλίθιος άνθρωπος θα αισθανθεί και θα εκδηλώσει την αγανάκτηση, επιθετικότητα, ακαταμάχητη τάση για αντίρρηση, αποξένωση. Ο άνθρωπος, που επιδιώκει την ΞΛΝ, ενδιαφέρεται για την απογραφή των θεωριών του, δείχνει πρωτοβουλία για αυτή την εργασία, εξετάζει κριτικά την βασιμότητα των απόψεων του.

    Ρώτησε τον συνηθισμένο άνθρωπο για το οτιδήποτε, και δεν θα ακούσεις την απάντηση τύπου «πρέπει να σκεφτώ», η «δεν έχω αρκετές πληροφορίες για να σχηματίσω μια ουσιαστική άποψη», η «έχω σκεφτεί για αυτό, άλλα δεν κατάφερα να το καταλάβω», η έστω «την δεδομένη στιγμή, νομίζω, ότι … επειδή έχω αυτές της γνώσεις». Θα ακούσεις μια έτοιμη και κατηγορηματική άποψη επί παντός, ξεκινώντας από τη ζωή στον Άρη, και τελειώνοντας με την αποτελεσματικότητα της τριχομονάδας για την καταπολέμηση των ζιζανίων και στα ερωτήματα για το νόημα της ζωής. Εάν προσπαθήσεις να αμφισβητήσεις την γνώμη του, και με επιχειρήματα κιόλας, σίγουρα θα συναντήσεις μια δυνατή ΑΑ.

    Οι άνθρωποι πάντοτε «ξέρουν» τα πάντα για το οτιδήποτε, το σύνολο αυτών των αντιλήψεων συνιστά τον κόσμο, στον οποίο αυτοί ζουν. Δεν είναι καθόλου εύκολο να διαλύσεις τις θεωρίες, επειδή η καθεμία από αυτές είναι ένα αόρατο στήριγμα για την επάρκεια, καθησύχαση, επιθετικότητα και για άλλες συνηθισμένες αντιδράσεις. Η διάλυση των θεωριών μοιάζει με σκισμένο καλτσόν: αρκεί να κάνεις μια τρύπα, και από αυτήν αρχίζουν να τρέχουν οι ρωγμές σε όλο το σύνολο των ορισμένων αντιλήψεων, κάτι που προκαλεί τον άγριο φόβο, διότι χαλάει ο κόσμος! Οι άνθρωποι φοβούνται πολύ να σκεφτούν ειλικρινά και με συνέπεια, επειδή τότε θα χρειαστεί να αποχωριστούν όλα τα δόγματα, όλες τις “ακριβείς γνώσεις” και θα μείνουν μόνο με τις λίγο-πολύ δικαιολογημένες απόψεις, οι οποίες μπορούν να αλλάξουν ανα πάσα στιγμή, εφόσον εμφανιστεί η αντίστοιχη επιπλέον πληροφορία. Ο κόσμος παύει να είναι σταθερός και ορισμένος, μετατρέπεται σε μυστήριο, γύρο από το οποίο έχει κτιστεί ένα ευκίνητο σύστημα των αντιλήψεων, βασισμένων στις παρατηρήσεις, και εσύ νιώθεις εκδιωγμένος από το ζεστό σου κρεβατάκι. Μονό απορρίπτοντας τις θεωρίες, αρχίζεις να καταλαβαίνεις, ότι παλιότερα δεν ήταν το ζεστό κρεβατάκι, μα ένας σκοτεινός τάφος.

    Στην απόλυτη πλειοψηφία τους οι άνθρωποι βαριούνται να σκέφτονται για αυτό, δεν έχουν την επιθυμία της διαύγειας, θέλουν μόνο την επόμενη δόση του ναρκωτικού (τηλεόραση, φαγητό, οργασμός η τσακωμός), να μεθύσουν με μπύρα και να πέσουν στην λήθη μέχρι το επόμενο πρωί, και τότε, δόξα συ ο Θεός, δεν θα υπάρχει χρόνος για σκέψη, πρέπει να σηκωθείς και να τρέξεις για σχολείο -σπουδές -δουλειά. Έτσι οι άνθρωποι καλλιεργούν την βλακεία και την ηλιθιότητα. Η βλακεία είναι η ανικανότητα για τη λογική νόηση λόγο ανεπάρκειας της συγκέντρωσης, η των δεξιοτήτων. Η ηλιθιότητα είναι μια επίμονη απροθυμία για τον συλλογισμό (ακόμα και για το θέμα, για το όποιο του αρέσει να συζητάει), συνοδευόμενη με την επιθετικά-αμυντική στάση, κυματισμό των ΑΣ, φράσεις «δεν έχω διάθεση να συλλογίζομαι τώρα», «εσύ ο ίδιος δεν σκέφτεσαι, απλώς παίζεις με τις λέξεις», «όλοι με καταλαβαίνουν, μόνο εσύ δε θέλεις με τίποτα», και ούτω καθεξής. Όταν ο ηλίθιος άνθρωπος συμφωνεί με την άποψη σου, δεν το κάνει, επειδή απέκτησε την διαύγεια, αλλά επειδή θέλει να αποφύγει τη σύγκρουση – μπορείς να το αποκαλύψεις εύκολα, μελετώντας τις έπειτα πράξεις του.

    Είναι μια πολύ κοινώς διαδεδομένη άποψη, ότι η ζωή είναι μπερδεμένη και πολύπλοκη, ότι είναι πρακτικά αδύνατον να την καταλάβεις. Και όταν πας στην βιβλιοθήκη και ανοίγεις ένα βιβλίο του δημοφιλή φιλόσοφου, τι βλέπεις; Μονάδα, έμφυτο, μοντέλα, δίκαιο, συνείδηση, υποσυνείδητο, υπερσυνείδητο, προέλευση, θεός, καλό, όφελος, κακό… – ορολογικό όργιο. Οι όροι στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλο δίχως καμία ξεκάθαρη εξήγηση – ποιο συγκεκριμένο σύνολο των αντιλήψεων υπονοεί ο καθένας από αυτούς.

    Ο άνθρωπος, που επιδιώκει την ΞΛΝ, στην αρχή καταγράφει κάποια αντίληψη η το σύνολο των αντιλήψεων, και μετά την ονομάζει με ορισμένο όρο. Ο ηλίθιος χρησιμοποιεί τους όρους, χωρίς να αναρωτηθεί ποτέ – ποια συγκεκριμένα σύνολα των αντιλήψεων αυτός ο όρος αντιπροσωπεύει. Στο τέλος βγαίνει ένας χυλός, ανέξοδο μπέρδεμα, ονομαζόμενο «η συγγραφή των φιλόσοφων», μια γενική βεβαιότητα, ότι οι νόμοι της ανάπτυξης της ψυχολογικής ζωής είναι διαολεμένα περίπλοκοι. Στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι. Είναι εξαιρετικά απλοί. Οι άνθρωποι μπερδεύονται μόνο και μόνο επειδή πιστεύουν στο αναπόφευκτο της περιπλάνησης, και οι «χάρτες» (τα βιβλία για τον εσωτερισμό, ψυχολογία και φιλοσοφία) τους μπερδεύουν ακόμα πιο πολύ. Να ξεκινήσεις να συλλογίζεσαι μόνος σου, έχοντας ως βάση αποκλειστικά την ανάλυση των δεδομένων αντιλήψεων είναι τρομακτικό, πώς – θα σκεφτώ μόνος μου ?? Εφόσον είναι τόσο απλά τα πράγματα, πώς δεν το βρήκαν τα λαμπρά μυαλά; Τι συμβαίνει – εγώ είμαι τόσο έξυπνη, η αυτοί είναι ηλίθιοι; Ναι, αυτοί είναι τόσο ηλίθιοι. Αυτοί δεν μπόρεσαν να βρουν τον δρόμο, αλλά εσύ θα μπορέσεις, τουλάχιστον επειδή διαβάζεις αυτό το βιβλίο- την πρακτική καθοδήγηση για την Καθαρή συνείδηση. Έχεις μια ευκαιρία, και πως θα την αξιοποιήσεις, εξαρτάται από εσένα.

    Ως εκ τούτου, στον δρόμο για την ΞΛΝ πρέπει να ψάχνεις για την βασιμότητα των ισχυρισμών. Φαίνεται σαν κάτι τόσο κοινότυπο! Είναι ξεκάθαρο για όλους, ότι εφόσον διατυπώνεις μια άποψη, θα έπρεπε αυτή να βασίζεται σε κάτι. Αλλά όχι, όλοι θεωρούν τους εαυτούς τους λογικούς, και το να αρχίσει κανείς μια τέτοια επεξεργασία, ισούται με την παραδοχή, ότι είναι ένας άνθρωπος, που δεν γνωρίζει τα «στοιχειώδη» πράγματα. Εδώ και ο Βάσια ξέρει, τι είναι η «βια», πήγαινε ρώτησε και την Τανια, και θα σου πει – τι είναι «καλός», μήπως είμαι πιο χαζός από όλους? Έχω συζητήσει με πολλούς επαγγελματίες διανοούμενους – μαθηματικούς, φυσικούς, οικονομολόγους, νομικούς, ψυχολόγους, και άλλους. Ποιοι, εάν όχι αυτοί θα έπρεπε να φέρουν το λάβαρο της ξεκάθαρης νόησης; Το παράδοξο είναι ότι οι διανοούμενοι, όποτε θέτεις μπροστά τους τα ζητήματα, που θέτω και εδώ – «γιατί φταίει ο άντρας, που παράτησε τη γυναίκα του;», «το «δίκαιο» – τι είναι;», οργίζονται, λυσσομανούν. Και όλο αυτό επειδή δεν είναι καθόλου διανοούμενοι, απλώς πορεύονται στο ρεύμα των συνηθισμένων συμφωνιών, όπως και όλοι άλλοι άνθρωποι.

    Πάρε οποιοδήποτε βιβλίο του αναγνωρισμένου διανυομένου. Ποιος σου αρέσει πιο πολύ; Χειδεγγερ; Χέγκελ; Χοσέ Ορτέγα ι Γκασέτ; Καντ; Σοπενάουερ; Μπορείς να βρεις σε αυτά έστω μια παράγραφο χωρίς τρομάρες σαν το «έμφυτο» και «μεταφυσικό»; Κοίταξε στο λεξικό, όπου περιγράφονται οι έννοιες αυτών των λέξεων. Μοιάζει με ηλεκτρική καρέκλα! Παθαίνεις σοκ από τον ποταμό των ακαταλαβίστικων λέξεων. Φυσικά, εάν θέλεις να περάσεις τις εξετάσεις στην φιλοσοφία, μην πεις στον καθηγητή, ότι δεν καταλαβαίνεις τις λέξεις «έμφυτο» και «μεταφυσικό», και ότι η εξήγηση από το βιβλίο: «έμφυτος – εσωτερικός, προερχόμενος φυσικά, μια ιδιότητα του φαινομένου, του αντικειμένου, της διαδικασίας», και «ο μεταφυσικός- απρόσιτος για την κατανόηση, βρισκόμενος στην άλλη πλευρά της πείρας» δεν σου εξηγεί απολύτως τίποτα, επειδή δεν έχεις την αντίληψη για το «εσωτερικό έμφυτο» και για το «από την άλλη πλευρά της πείρας» – σίγουρα θα σε περιμένει η ετυμηγορία «χαζός και χωρίς προοπτική». Ξέρεις τι είναι η «μεταφυσική» αντίληψη? Είναι μια από τις λεγόμενες «άκρως γενικευμένες έννοιες» – η «αλήθεια», η «καλοσύνη», το «ουσιώδες» και αλλά παρόμοια. Αντί να αποκαλέσουν τέτοιες λέξεις ανόητες, δηλαδή αυτές, που δεν καθορίζουν τα συγκεκριμένα σύνολα των αντιλήψεων και να πάψουν να τα χρησιμοποιούν, ονόμασαν αυτές «άκρως γενικευμένες», και για να καταπνίξουν τον συλλογισμό, κάρφωσαν το μυαλό τους με τον όρο «μεταφυσικό».

    Κοίταξε – με πόση ευλάβεια αντιμετωπίζουν την «φιλοσοφία», τον «εσωτερισμό»! Όποτε βλέπεις ένα τρελό μείγμα των άγνωστων λέξεων, αντί να ρωτήσεις με απορία: «Πού είναι οι κατανοητές εξηγήσεις των εννοιών αυτών των λέξεων;», εσύ κλείνεις το βιβλίο με τη σκέψη «ναι…γίγαντας… δεν θα το καταλάβω…». Και στο βιβλίο της φυσικής υπάρχουν πολλές άγνωστες λέξεις, αλλά η φυσική φτιάχνεται με βάση τα λογικά συμπεράσματα και αναλύσεις της παρατήρησης, και ο κάθε όρος της είναι οπωσδήποτε καθορισμένος – εάν όχι σε αυτό το βιβλίο, τότε στο προηγούμενο. Φαντάσου μια τέτοια φράση στο βιβλίο της φυσικής: «το μόριο – όταν η ουσία όπως είναι παρουσιάζεται μπροστά μας με την έμφυτη ιδιότητα της». Παράλογο? Αλλά στην φιλοσοφία η ομίχλη στους συλλογισμούς έγινε κανόνας, έχει υψωθεί στο επίπεδο του νόμου της φύσης.

    Εμείς έχουμε γεμίσει μούχλα από τις ακαταλαβίστικες λέξεις, καλυφθήκαμε με ψώρα των ατελείωτων θεωριών, και όλα ταύτα πνίγουν την εμφάνιση της ΞΛΝ και των ΦΑ.

     

    02-02-02) Η απελευθέρωση από τις λέξεις-παράσιτα είναι απαραίτητη για την επίτευξη της ΞΛΝ, διότι η χρήση των λέξεων, οι οποίες δεν ορίζουν ένα συγκεκριμένο σύνολο των αντιλήψεων, είναι κατηγορηματικά ασύμβατη με την ΞΛΝ. Σκέψου τον μηχανικό, που χειρίζεται τα σύμβολα, η έννοια των οποίων του είναι άγνωστη. Δεν θα κτίσει τίποτα ποτέ.

    Η απομάκρυνση των λέξεων-παράσιτων μπορεί να συνοδεύεται με λύπηση, αίσθηση της απώλειας, επειδή η εξαίρεση αυτών καθιστά αδύνατη την υποστήριξη των θεωριών, που έχουν αυτές τις λέξεις στη σύσταση τους. Πέραν αυτού, η χρήση των λέξεων με αόριστη σημασία δίνει την πιθανότητα να παίξεις με αυτές, να βρίσκεις αμέτρητες αντιφάσεις, να μπερδεύεσαι στους συλλογισμούς, και όλα τα αυτά φέρνουν τις εντυπώσεις, τις οποίες εσύ τώρα στερείσαι. Την εργασία με τις λέξεις-παράσιτα εγώ θα εξετάσω πιο αναλυτικά παρακάτω, ενώ τώρα θα φέρω το παράδειγμα της ανάλυσης της λέξης «όφελος».

    Μπορούμε να δούμε αυτή την έννοια από τις δυο απόψεις – ως «όφελος» γενικά, και ως όφελος εντός των ορίων μιας συγκεκριμένης διαδικασίας. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τον όρο και στις δυο περιπτώσεις.

    Μιλώντας για το όφελος γενικά, υποθέτουμε, ότι κάποια διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί τελείως και δίχως συνέπειες. Αλλά οποιαδήποτε διαδικασία έχει τις συνέπειες, για τις οποίες δεν μπορούμε να ξέρουμε τίποτα, για αυτό η έννοια «γενικό όφελος» είναι άνευ σημασίας. Αυτό είναι παρά πολύ απλό, έτσι θα φέρω μόνο δυο παραδείγματα.

    Π.χ., έχω βγάλει πολλά λεφτά, και θεωρώ, ότι είναι «καλό», «ωφέλιμο», επειδή μπορώ να τα ξοδέψω για τις ευχάριστες και «ωφέλιμες» πράξεις. Ωστόσο δει είναι έτσι. Εάν θα αγοράσω σπίτι η θα πάω ταξίδι, εάν τα δωρίσω η τα καταθέσω στην τράπεζα, η ζωή μου θα αλλάξει αναπόφευκτα και θα δημιουργηθούν προϋποθέσεις για τα μελλοντικά γεγονότα. Λέγοντας, ότι είναι ωφέλιμο να λάβεις πολλά λεφτά, εμείς υποθέτουμε, ότι τα μετέπειτα γεγονότα θα είναι εξαιρετικά ευχάριστα, επιθυμητά, η τουλάχιστον ότι η ευχαρίστηση που θα μου προσφέρουν θα είναι μεγαλύτερη, απ` ότι στην περίπτωση που δεν έπαιρνα τα χρήματα ποτέ. Εάν τα πράγματα θα ήταν έτσι, οποιοδήποτε γεγονός, «γενικώς ωφέλιμο», θα ήταν το μέσον για την μόνιμη αλλαγή της ζωής προς το καλύτερο. Οι πλούσιοι θα ήταν πιο δυστυχισμένοι από τους φτωχούς, αν τα λεφτά θα ήταν «γενικώς ωφέλημα». Δεν χρειάζεται να είσαι μέντιουμ, για να καταλάβεις, ότι τα πράγματα είναι αλλιώς. Η αλλαγή της ζωής δεν βελτιώνει την ποιότητα της – κάποιες έγνοιες και στενοχώριες αλλάζουν με άλλες, πολύ συχνά ακόμη μεγαλύτερες.

    Άλλο παράδειγμα – άρχισα να τρέχω, να κολυμπώ, το σώμα μου δυνάμωσε, η υγειά σταθεροποιήθηκε, αυξήθηκαν οι αντοχές. Ο καθένας μπορεί να πει, ότι είναι «ωφέλιμες» αλλαγές, και όμως αυτό είναι λάθος. Εάν θα ήταν έτσι, οι άνθρωποι, που έχουν την άψογη υγεία, θα ήταν πιο ευτυχισμένοι από τους πιο επιρρεπείς στις ασθένειες. Προφανώς, δεν είναι αλήθεια. Έτρεχες στο δασός και έσπασες το πόδι σου. Έγινες πιο δυναμικός, άνοιξες την δική σου επιχείρηση και χρεοκόπησες. Έγινες πιο υγιής, πήγες ταξίδι στην Ινδία, και κόλλησες τύφο. Πήγες στο δασός, αντί για σινεμά, δεν συνάντησες την κοπέλα, με την οποία θα περνούσες τόσο καλά … και τα λοιπά. Δεν ξέρουμε ποτέ – ποιες συνέπειες θα έχει η κάθε κατάσταση. Βρήκες λεφτά – «όφελος». Άνοιξες την επιχείρηση και χρεοκόπησες – «ζημιά». Από απελπισία πήγες στο δασός να κρεμαστείς και συνάντησες την αγαπημένη σου – «τελικά ήταν για καλό». Η κοπέλα φέρθηκε σαν σκύλα – «όχι, κακώς τα ξεκίνησα όλα αυτά». Ο πατέρας της, όμως ήταν πολύ καλός άνθρωπος, και σε πήρε να δουλέψεις στην έδρα του – «παρόλα ταύτα, ήταν καλό». Ως επιστήμονας είσαι παντελώς άχρηστος, σε έδιωξαν από το πανεπιστήμιο – «κακό». Φτύνοντας τις επιστήμες, ανακαλύπτεις, ότι απολαμβάνεις κάτι άλλο – «καλό», και έτσι συνέχεια – ο κύκλος των γεγονότων είναι ατελείωτος, και δεν υπάρχει ούτε ένα από αυτά, για το οποίο θα γνωρίζαμε εκ των προτέρων, πως θα οδηγήσει στην ευτυχία, επειδή η ευτυχία δεν είναι – τι και πως είναι φτιαγμένα γύρο μας, αλλά βρίσκεται στην αίσθηση των αντιλήψεων που μας αρέσουν.

    Δεν υπάρχει και κανένα «όφελος», όταν εμείς προσπαθούμε να τον καθορίσουμε εντός των συγκεκριμένων ορίων.

    Ας αναλύσουμε την έννοια «το όφελος για την υγεία». Εάν είσαι άρρωστος, τότε θεωρείται «ωφέλιμο» να αρχίσεις να παίρνεις τα φάρμακα, που σου πρότεινε ο γιατρός σου. Και εγώ ο ίδιος θα πάρω ένα χάπι, όταν αρρωστήσω, επειδή θεωρώ, ότι αυτό θα αυξήσει την πιθανότητα της ανάρρωσης. Αλλά είναι λανθασμένο να το θεωρείς ωφέλιμο για την υγεία, επειδή αυτό υπονοεί, ότι έχεις την απόλυτα πλήρη και αξιόπιστη πληροφόρηση για το ποια αντίδραση συγκεκριμένα σε σένα θα έχουν τα χάπια τώρα, και ότι δεν θα υπάρξουν ανεπιθύμητες παρενέργειες μετά. Και τέτοια πληροφόρηση δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει ποτέ.

    Η παρακεταμόλη επί σειρά ετών θεωρείτο αποτελεσματικό φάρμακο ενάντια στα κρυολογήματα, και μόλις πριν από λίγο καιρό αποκαλύφθηκε, ότι έχει αρνητική αντίδραση στο συκώτι. Η σκωληκοειδής απόφυση και οι αμυγδαλές για πολύ καιρό αντιμετωπίζονταν σαν ένα άχρηστο κομμάτι του σώματος, και τα αφαιρούσαν στην βρεφική ηλικία πριν δημιουργήσουν πρόβλημα. Αργότερα αποδείχθηκε, ότι και το ένα και το άλλο έχουν σημαντικό ρόλο στο ανοσοποιητικό σύστημα. Κανένα φάρμακο δεν έχει μελετηθεί πλήρως. Μια γιγαντιαία φαρμακευτική εταιρία μπορεί για δεκαετίες να βγάζει το προϊών, διανέμοντας το σε όλο τον κόσμο, και μετά θα ανακαλυφθεί, ότι αυτό προκαλεί την ανάπτυξη του καρκίνου – υπάρχουν αρκετές τέτοιες περιπτώσεις. Αυτό δεν αλλάζει τίποτα στο ότι εσύ παίρνεις την ασπιρίνη για να ρήξεις τον πυρετό, και με την χλωραμφαινικόλη πολεμάς την δυσεντερία: επέλεξες να πράξεις έτσι και λαμβάνεις το αποτέλεσμα, το οποίο σε ικανοποιεί, αλλά είναι άγνωστο, «ωφέλιμο» είναι αυτό η όχι, επειδή η λέξη «όφελος» σημαίνει κάποιο «καλό», και είναι επίσης άγνωστο, ποιο πράγμα είναι «καλό» για το σώμα σου στην συγκεκριμένη περίπτωση, και πως να το εκτιμήσεις. Το σώμα που παραγεμίζεται με φάρμακα, χάνει την ικανότητα για την ανεξάρτητη αντίσταση, απαιτεί όλο και πιο συχνά τα χάπια, έτσι όποτε έχεις υψηλό πυρετό, πρέπει να αποφασίσεις – θα το ρήξεις με αντιβίωση (που θα χαλαρώσει το ανοσοποιητικό, θα δηλητηριάσει το στομάχι, θα χτυπήσει στο συκώτι), η θα το ξεπεράσεις μόνη σου, ρισκάροντας να επιδεινωθείς, η να έχεις πιο αργή ανάρρωση. Ο κοινός άνθρωπος παίρνει την απόφαση ανάλογα με αυτό, που βάση θεωρίας νομίζει «ωφέλιμο». Ο άνθρωπος, που έχει απομακρύνει τη θεωρία, υπολογίζει, βασιζόμενος στην πληροφόρηση, και μετά θα πράξει σύμφωνα με τη χαρούμενη επιθυμία Στο τέλος σαν αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ανακαλύπτεται, ότι αυτό, που εμείς ονομάζουμε “φυσικό σώμα”, δεν είναι το αβοήθητο και χαζό κούτσουρο, το οποίο πρέπει να προσέχεις, σαν τη τρελή μαμά που προστατεύει το παιδί της, κανονίζοντας την κάθε κίνηση του.

    Ακολουθώντας τις χαρούμενες επιθυμίες, ανοίγεις για τον εαυτό σου έναν νέο κόσμο των εξαιρετικά ευχάριστων αισθήσεων, που έχουν αντίκτυπο με τις ΦΑ.

    Θα εξετάσουμε τώρα το «όφελος για τη δουλειά». Μάλλον είναι κατανοητό για όλους, ότι για την επιχείρηση είναι «ωφέλιμο» να έχει κέρδος. Η στατιστικές, όμως, λένε, ότι το 80% των χρεοκοπιών γίνονται ως αποτέλεσμα της επέκτασης της εταιρίας, επειδή η ίδια γίνεται όμηρος της ανάπτυξης της: η μικρή εταιρία είχε το δικό της μερίδιο της αγοράς, ενώ για την μεγαλύτερη ίσως και να μην υπήρχε χώρος, οι διευθυντές, όντας ειδικοί σε μικρή κλίμακα, μπορεί να μην τα καταφέρουν τόσο καλά σε άλλη, είναι απαραίτητο να αλλαχθεί η δομή της επιχείρησης, να γίνει η πρόσληψη και η εκπαίδευση του νέου προσωπικού, να ενοικιαστεί νέο κτήριο, να διευρυνθεί η λογιστική κάλυψη, να μεταφερθεί στο νέο φορολογικό σύστημα, η εταιρία θα πρέπει να παλέψει με τους νέους – πιο δυνατούς ανταγωνιστές, θα τεθεί και το ζήτημα της διοίκησης, γραφειοκρατίας, και άλλων, αυτών που περίμεναν, και αυτών, για τα οποία δεν είχαν ιδέα, ενώ δεν υπάρχει πια δρόμος για επιστροφή. Ακόμη, οι ιδιοκτήτες ίσως να επαναπαυτούν στην επιτυχία τους και η επιχείρηση θα διαλυθεί με ταχύτατους ρυθμούς.

    Δεν υπάρχει το «όφελος για τη δουλειά», επειδή, μιλώντας για αυτό, εννοούμε, ότι μόλις βγει το «όφελος», η «δουλειά» θα παραμείνει στην καλύτερη κατάσταση, κάτι το οποίο η πείρα διαψεύδει. Οποιαδήποτε πράξη, την οποία εμείς θεωρούμε «ωφέλιμη» θα φέρει ένα σορό πολύ διαφορετικών συνεπειών, και αναφέροντας την “ωφελιμότητα” της, ισχυριζόμαστε, ότι και όλες οι συνέπειες θα είναι εξίσου «ωφέλιμες». Δηλαδή, εάν η εταιρία μου θα βγάλει λίγα χρήματα, σύμφωνα με αυτή τη λογική, το κέρδος θα επιφέρει την ανάπτυξη της, ο, τι και αν γίνει. Πώς, όμως, μπορούμε να ονομάσουμε κάτι «ωφέλιμο», όταν μόνο ο θεός ξέρει, ποιες θα είναι τελικά οι συνέπειες;

    Θα μελετήσουμε τώρα το όφελος στα όρια ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Μπορούμε να πούμε, ότι εγώ δεν γνωρίζω, πως θα είναι τα πράγματα στο μέλλον, αλλά ξέρω, ότι τη δεδομένη στιγμή είναι «ωφέλιμο» για την εταιρία να βγάλει πιο πολλά λεφτά, για αυτό δεν θα συλλογιστώ για τις ανώτατες ύλες, αλλά να κάνω αυτό, που αμέσως τώρα θα επιφέρει στην εταιρία μου περισσότερα κέρδη – θα αυξηθεί ο τραπεζικός λογαριασμός της, η φερεγγυότητα της, θα ανέβει το κύρος, θα στερεωθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών για το σήμα κατατεθέν, θα μεγαλώσει η τιμή των μετοχών, και όλα αυτά στην ουσία θα είναι τα κριτήρια για να αποδειχθεί η κίνηση μου «ωφέλιμη». Κάνοντας την μια «ωφέλιμη- τώρα» κίνηση μετά από την άλλη, θα φέρω την εταιρία στην ανάπτυξη και την ευημερία. Έτσι γίνεται – προσδιορίζουν τα κριτήρια της «ωφελιμότητας» και πράττουν, ξεχνώντας, ότι αυτά τα κριτήρια είναι απλώς τα εργαλεία, που επιτρέπουν να εντοπίζεις την αντιστοιχία αυτής της κίνησης με την καθιερωμένη θεωρία του «οφέλους», αλλά τέτοιες θεωρίες δεν είναι κάτι το αιώνια-αληθές, βρίσκονται σε συνεχή κίνηση. Το ένα μοντέλο της οικονομικής αποτελεσματικότητας αντικαθιστά το άλλο, για αυτό δεν βγαίνει ούτε και εδώ κανένα «όφελος», υπάρχει μόνο η εκτέλεση των κινήσεων, που στοχεύουν στην επίτευξη των ορισμένων στόχων.

    Η στάση του ανθρώπου, απελευθερωμένου από τη θεωρία του «οφέλους», έχει ως εξής: θέλω να πετύχω κάποιο στόχο, λαμβάνω υπ` όψιν την τάδε πληροφορία, και θέλω να κάνω κάποιες πράξεις. Αυτή η στάση προσφέρει την απόλυτη ευλυγισία, σαφήνεια για τις χαρούμενες επιθυμίες, και δίνει την ευκαιρία να τις ακολουθήσεις, όπως και την ελευθερία από τις μηχανικές, άχαρες πράξεις.

     

    02-02-03) Εμείς χρησιμοποιούμε τις λέξεις, η σημασία των οποίων είναι τόσο αόριστη, ότι στο τέλος σπάνια εμφανίζεται η αμοιβαία κατανόηση και αυτοκατανόηση. Εγώ δεν θέλω να προσδίδω στις λέξεις μιαν απόλυτα ακριβή σημασία, επειδή αυτό είναι α) εξ` αρχής αδύνατον λόγο της συμβατικότητας των οποιωνδήποτε ορίων, β) δεν είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων μου. Το μόνο που θέλω είναι να διευκρινίσω την σημασία των λέξεων σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μου επιτρέπεται η πραγματοποίηση των επιθυμιών μου, όπως της επιθυμίας της σαφήνειας, επιθυμίας της ανταλλαγής της πείρας με τους άλλους πρακτικούς, κτλ. Όσο η «γλώσσα των πτηνών» αφήνει την θέση της για την γλώσσα, η οποία περιγράφει τις αντιλήψεις με μεγαλύτερη ακρίβεια, εμφανίζεται η επιθυμία για την περαιτέρω εκκαθάριση του λεξιλογίου.

    Η μέθοδος της εκπόνησης της σημασίας των όρων:

    1) Δίνω τον ορισμό στον όρο.

    2) Συντάσσω μια η δυο δεκάδες των λεξικών συνδυασμών, στους οποίους νωρίτερα είχα χρησιμοποιήσει αυτόν τον όρο.

    3) Βάζω στη θέση του όρου τον ορισμό μου και ελέγχω – είχε εκφραστεί με αρκετή ακρίβεια το νόημα της φράσης, όπως ήθελα να το μεταφέρω;

    4) Εάν στην απόλυτη πλειοψηφία το νόημα των φράσεων γίνεται πιο σαφές, τότε θεωρώ, ότι η χρήση του όρου με αυτή τη σημασία είναι δικαιολογημένη. Στην υπόλοιπη μειοψηφία των φράσεων, όπου το νόημα έγινε λιγότερα σαφές, θα χρησιμοποιήσω άλλους όρους.

    Για παραδείγματα βλέπε παρακάτω.

    Μπορεί να εμφανιστεί το ερώτημα – με ποιο τρόπο ορίζω, π.χ., τη λέξη «επιχείρημα», χρησιμοποιώντας τις ακαθόριστες λέξεις «αποτέλεσμα», «παρατήρηση»; Βγαίνει, ότι ορίζω μέσω ακαθόριστου; Εγώ δεν ασχολούμαι με τα μαθηματικά και φυσική, εγώ ασχολούμαι με την μηχανική των αντιλήψεων. Δεν έχω σκοπό να κάνω διδακτορικό, να λάβω βραβείο, να γίνω «επιστήμονας», λόγο αυτού δεν με ενδιαφέρει η επίτευξη των αφηρημένων στόχων, η λύση των αφηρημένων προβλημάτων, η κατασκευή των ωραίων θεωριών και αξιωματικών συστημάτων. Με ενδιαφέρει ένας πολύ συγκεκριμένος σκοπός – η λήψη της μεγαλύτερης απόλαυσης, και της απόλαυσης από την διαύγεια επίσης, και παίρνω την μεγαλύτερη ικανοποίηση όποτε αρχίζω να χρησιμοποιώ τη λέξη, η οποία ως αποτέλεσμα των δικών μου μελετών απέκτησε σημαντικά μεγαλύτερη σαφήνεια. Το τονίζω – όχι την «απόλυτη», την «πλήρης», αλλά την «σημαντικά μεγαλύτερη». Εκείνοι, οι οποίοι δήθεν αναζητούν την «απόλυτη σαφήνεια» και περιφρονούν τα ουσιαστικά βήματα για την επίτευξη όλο και μεγαλύτερης ενδιάμεσης διαύγειας, στο τέλος παραμένουν ανέλπιστα ηλίθιοι, όπως και εκείνοι, που δεν θέλουν να απομακρύνουν τα ΑΣ, αλλά «ψάχνουν την απόλυτη φώτιση», και στο τέλος παραμένουν μια μισητή φούσκα από σαπισμένη βιομάζα.

    Όταν έδωσα στον όρο τον ορισμό και άρχισα να τον χρησιμοποιώ, ανακάλυψα, ότι:

    α) εμφανίζεται σημαντικά μεγαλύτερη σαφήνεια, ακρίβεια στις εκφράσεις, αυξάνεται το επίπεδο της αμοιβαίας κατανόησης με τον ακροατή, δεν απαιτείται η προσφυγή στις ατελείωτες διευκρινίσεις, επιστροφές στα προαναφερόμενα και τα λοιπά.

    β) πετυχαίνεται πιο εύκολα η περιγραφή των αντιλήψεων, η κατασκευή των μη-αντιφατικών μοντέλων, ανακάλυψη (!) και περιγραφή των αλληλένδετων.

    γ) πετυχαίνεται πιο εύκολα η ανάλυση και η σύνθεση, δηλαδή η διαδικασία της ελεύθερης διάσπασης του φαινομένου κατά τα σύνολα των στοιχείων, και η διαδικασία της ανακάλυψης των αλληλένδετων ανάμεσα σε αυτά (κάτι που φανερώνει την θετική επίδραση της λογικής σαφήνειας στην εξέλιξη της διακριτικής συνείδησης).

    δ) εγώ λαμβάνω περισσότερη ικανοποίηση από την διαδικασία της νόησης, εμφανίζεται πιο δυνατός αντίκτυπος της ΞΛΝ και διαφορετικών ΦΑ.

    ε) εγώ λαμβάνω μεγαλύτερη ικανοποίηση από τις συνέπειες της παρουσιαζόμενης σαφήνειας, όπως η ικανότητα για τον πιο συγκεκριμένο σχεδιασμό και πραγματοποίηση των χαρούμενων επιθυμιών, και αυτό οδηγεί στην εμφάνιση, ενδυνάμωση, εξέλιξη τους.

    ζ) η εργασία για την εκκαθάριση της γλώσσας συμπεριλαμβάνεται στην πρακτική της «συμπύκνωσης» – για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε το κεφάλαιο «Στρατηγική της αποτελεσματικής πρακτικής».

    Εάν, υπό την οδηγία του επιχειρήματος με «ακαδημαϊκό» χαρακτήρα, θα ξεκινούσα, δίνοντας τον ορισμό στις λέξεις «εγώ», «αποτέλεσμα», «απόλαυση», στο τέλος δεν θα μπορούσα να δώσω έναν πιο συγκεκριμένο ορισμό στην λεξη, την οποία χρησιμοποίησα, θα έπεφτα στην αδράνεια, αλλά τελικά ΚΑΙ ΠΑΛΙ θα συνέχιζα να χρησιμοποιώ τη λέξη με την παλιά, ακαθόριστη σημασία της, επειδή δεν πήγαν πουθενά οι επιθυμίες μου, μαζί με τις χαρούμενες ( για παράδειγμα, η επιθυμία για συζήτηση), και για την πραγματοποίηση των οποίων είναι αναγκαία η χρήση αυτών των λέξεων. Για αυτό κινούμαι από την μικρότερη σαφήνεια προς την μεγαλύτερη, από την μικρότερη απόλαυση προς την μεγαλύτερη. Ως συνέπεια του ότι εγώ δίνω έναν πιο σαφή ορισμό στην λέξη που χρησιμοποιώ, παίρνω το επιθυμητό αποτέλεσμα, παρόλο που ο ίδιος ο ορισμός με τη σειρά του περιέχει τις ακαθόριστες λέξεις. Εάν στο μέλλον εμφανιστεί η επιθυμία να δώσω ορισμό στη λέξη «αποτέλεσμα», θα επιστρέψω στον ορισμό της λέξης «επιχείρημα», τον οποίο η θα διορθώσω, η θα τον καταλάβω με ακόμη περισσότερη σαφήνεια. Δεν μπορούμε να ορίσουμε ούτε τη λέξη «καρέκλα», διότι δεν υπάρχει καμία ξεκάθαρη γραμμή ανάμεσα στην καρέκλα και το οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο – πουλιούνται καρέκλες-«πουφ», για παράδειγμα, η μπορείς να φτιάξεις μια «καρέκλα» τόσο διαφορετική από το πλαίσιο με τέσσερα ποδιά, ότι σε έναν άσχετο άνθρωπο δεν θα του περνούσε καν από το μυαλό να το ονομάσει «καρέκλα». Ωστόσο, όποτε λέμε «καρέκλα», εννοώντας τη σανιδούλα με ποδαράκια, φανταζόμαστε πολύ πιο συγκεκριμένα – για πιο πράγμα μιλάμε, από ο, τι εννοούμε, όταν μιλάμε για την «Θεία πρόνοια». Η λέξη «ρούχα» είναι πολύ πιο κατανοητή, απ` ότι είναι κατανοητή η λέξη «άνετος», όταν αυτή χρησιμοποιείται όπου να` ναι, και όχι μόνο για την περιγραφή των δυσάρεστων σωματικών αισθήσεων, για αυτό, ορίζοντας τη λέξη «άνετος», όπως το έκανα εγώ παρακάτω, κατέβασα το επίπεδο της ασάφειας της λέξης «άνετος» στο επίπεδο ασάφειας της λέξης «ρούχα», κάτι που είναι απόλυτα ικανοποιητικό για μένα, διότι δεν με εμποδίζει να πραγματοποιώ τις χαρούμενες επιθυμίες.

    Κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης της γλώσσας, φυσικά, παρουσιάζονται τα εμπόδια, όπως:

    α) αρχική αδράνεια – θέλεις να «προσπεράσεις» αυτό το ερώτημα, να το αναβάλλεις για αργότερα, επειδή δεν θέλεις να προσέχεις την ομιλία, να καταβάλλεις προσπάθειες και να σέρνεσαι εκτός της ηλιθιότητας, μα θέλεις να ακολουθείς την συνηθισμένη πορεία της χρήσης των λέξεων, βαριέσαι να εστιάσεις την προσοχή σου, διότι θα αναγκαστείς να πιάνεσαι συνέχεια στις κουβέντες σου.

    β) οι σκέψεις της αμφισβήτησης τύπου:

    *) «αυτή είναι η εργασία δίχως τέλος» (αυτός ο σκεπτικισμός μειώνεται, όσο προχωράει η εργασία, και η μια λέξη μετά την άλλη αποκτά πιο συγκεκριμένη σημασία και μπαίνει στο λεξιλόγιο σου με την νέα έννοια, έτσι γίνεται ξεκάθαρο, ότι ανεξάρτητα από τον χρόνο της ολοκλήρωσης της εργασίας τα αποτελέσματα έρχονται αμέσως τώρα – αρχίζεις να απολαμβάνεις περισσότερα την διαδικασία και τα λοιπά προαναφερόμενα).

    *) «είναι αδύνατον να πετύχεις την σαφήνεια – ούτως η αλλιώς τα πάντα παραμένουν ακαθόριστα» (και αυτός ο σκεπτικισμός αποδυναμώνεται κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της πρακτικής).

    *) «όπως και να έχει, οι άλλοι άνθρωποι δεν θα με καταλαβαίνουν, επειδή αυτοί δεν έχουν σκοπό να χρησιμοποιήσουν τους ορισμούς μου» (αυτός ο σκεπτικισμός στερείται βασιμότητας, διότι η μέθοδος της επιλογής των ορισμών υπονοεί, ότι οι άνθρωποι, με τους οποίους εσύ συζητάς, θα σε καταλαβαίνουν όπως και παλιότερα, σύμφωνα με το επίπεδο της σαφήνειας που έχουν σε σχέση με αυτόν τον όρο, και καθόλου χειρότερα, εάν τους εξηγήσεις – τι εννοείς, έτσι θα τους δόσεις την ευκαιρία να σε καταλάβουν πιο καλά).

     

    02-02-04) Κάποιες λέξεις έχουν τον 100% παρασιτικό χαρακτήρα, δηλαδή εκφράζουν της ηθικές κατηγόριες δίχως κάποια συγκεκριμένη έννοια. Τέτοιου είδους λέξεις θέλω να αποκλείσω τελείως από το λεξιλόγιο μου – για παράδειγμα, τις λέξεις «κακό» και «καλό». Χρησιμοποιώντας αυτές τις λέξεις, οι άνθρωποι ποτέ δεν εννοούν κάτι συγκεκριμένο, απλώς εκφράζουν την θετική η την αρνητική αντιμετώπιση. «Έκανες κάτι κακό» – τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Ότι ήθελα να είναι αλλιώς; Ότι έχασα κάτι, που ήθελα να έχω; Ότι νιώθω τώρα τον σωματικό πόνο; Ότι άρχισα να αισθάνομαι κάποια ΑΣ; Οτιδήποτε – κανένας δεν έχει αναρωτηθεί για αυτό.

    Άλλες λέξεις, παρόλο που έχουν ακαθόριστη σημασία και χρησιμοποιούνται συχνά, απερίσκεπτα, όμως, ενίοτε οι άνθρωποι εννοούν με αυτές κάτι συγκεκριμένο, έστω και εάν είναι κάθε φορά κάτι διαφορετικό – σε μερικές από αυτές τις λέξεις μπορεί να δοθεί ο ορισμός, εφόσον περιοριστεί η χρήση τους σε κάποιον τομέα: για παράδειγμα κοίτα τον ορισμό της λέξης «άνετος» – εγώ προσδιόρισα τον τομέα της χρήσης αυτής της λέξης στη σφαίρα της εμφάνισης των δυσάρεστων [σωματικών] αισθήσεων, ενώ σε όλους τους άλλους τομείς θα βρω άλλους όρους, και στο τέλος θα αποκτήσω την επιθυμητή ελευθερία από την σύγχυση.

    Βεβαίως και θέλω να απομακρύνω από την ομιλία μου τις κλασσικές λέξεις-παράσιτα («λ- παράσιτα»), τα επικοινωνιακά παράσιτα («ε- παράσιτα»), και τις λέξεις-αργκό, οι οποίες εξυπηρετούν τα ΑΣ.

    Μιλώντας για τις λ- παράσιτα εννοώ όλο το σύνολο των επίμονων συμπληρωμάτων: «άντε», «έλα», «να πούμε», «τύπου», «δηλαδή», «τέτοιο», «περίπου», «λοιπόν», «κάποιος», «βασικά», «κάπως», «απλώς», «γενικά», μαζί με της δήθεν επιστημονικές λέξεις-αργκό: «στην ουσία», «συνοπτικά», «θα ήθελα να επισημάνω, ότι…», «ναι, αλλά…», «κάπως έτσι», «ας θεωρήσουμε, ότι…» και τα λοιπά.

    Υπό την έννοια των ε- παράσιτων έχω συγκεντρώσει το σύνολο των επίμονων συμπληρωματικών επιφωνημάτων, που δεν ειναι στην ουσία λέξεις. Κατά κανόνα, ο ίδιος ο άνθρωπος δυσκολεύεται όχι μόνο να τις απομακρύνει, αλλά και να τις ανακαλύψει ακόμα. Οι πολλές μουσούδες

    μετά από έναν χρόνο έντονης πρακτικής μπορούν με έκπληξη να ανακαλύψουν, ότι παρ` όλη την πρόοδο στην ανάπτυξη της προσοχής δεν είχαν ιδέα, ότι συνέχεια χρησιμοποιούν τα επικοινωνιακά παράσιτα. Παράδειγμα:

    *) ελαφρύς διπλασιασμός του αρχικού φθόγγου της πρώτης λέξης της φράσης: «ττο πράγμα, που σου έλεγα…»,

    *) πιο δυνατό του συνηθισμένου κλείσιμο τον ματιών με τα βλέφαρα στην αρχή της φράσης,

    *) πιο μεγάλο από το συνηθισμένο, άνοιγμα (γούρλωμα) των ματιών,

    *) τράβηγμα του τελευταίου φωνήεντα ανάμεσα στις λέξεις της φράσης : «νομίζω, ότιιιι…σήμερα εγώ…»,

    *) διάφορα «ε…», «μ…» ανάμεσα στις φράσεις,

    *) ειλικρινά ατελείωτη λίστα των διαφορετικών επίμονων κινήσεων κατά τη διάρκεια της ομιλίας – ποικίλες διαστρεβλώσεις της μιμικής, ξυσίματα, τεντώματα, γενικώς διάφορες κινήσεις με τα μέλη του σώματος και πολλά άλλα.

    Οι λέξεις-αργκό είναι αντικαταστάτες των συνηθισμένων λέξεων, οι οποίες συνοδεύουν την έκφραση του κάποιου ΑΣ, που στο τέλος «κολλάει» τόσο πολύ με τη λέξη, ότι δεν ξεχωρίζει πια. Για παράδειγμα, αντί για «όνομα» μπορούμε να πούμε «παρατσούκλι», κοπέλα – «γκόμενα», να φάω (να τραφώ δηλαδή) – «να πλακωθώ» και τα λοιπά. Στην ίδια κατηγόρια συγκαταλέγονται διάφορα «κουλά», «σούπερ», «καυτά» και άλλα παρόμοια.

    Οι αρνητικές συνέπειες της χρήσης των παράσιτων δεν περιορίζονται στην ηλιθιότητα και την ανικανότητα για τον διαχωρισμό των αντιλήψεων (ένας από τους λάτρεις του αργκό έγραψε για το πρόβλημα του έτσι: «…έπεσα σε αδράνεια μετά από προσπάθεια της καθημερινής καταγραφής, συνειδητοποίησα, ότι απλώς δεν καταλαβαίνω τίποτα για τις αντιλήψεις και δεν ξέρω, τι να καταγράψω. Όλα ξεχύνονται σε έναν γρήγορο χείμαρρο, σε έναν σκοτεινό βαλτό»). Αποτελεί πρόβλημα, ότι το ΚΑΘΕ παράσιτο αναπόφευκτα συνδέεται με την αναλαμπή του ΑΣ, το οποίο είναι υποχρεωμένο να εξυπηρετεί και να συντηρεί. Συγκεκριμένα τα ΑΣ είναι η αιτία για την χρήση των παράσιτων από τον άνθρωπο, για αυτό η αδιάλλακτη απομάκρυνση των παράσιτων θα είναι το σοβαρό χτύπημα κατά της σειράς των «μικρών» κυματισμών των ΑΣ, υπαίτιων για το πυκνό, μόνιμο, και κατά κανόνα αόρατο, λόγο συνήθειας, αρνητικό φόντο, που δηλητηριάζει τα πάντα.

    Η απομάκρυνση των παράσιτων οδηγεί στην δυνατή επίδραση με τη μορφή της επίτευξης της μεγαλύτερης σαφήνειας. Η λίστα των όρων είναι στο κεφάλαιο “Όροι”.

    Παραδείγματα των λέξεων, που πάνε κατευθείαν στα σκουπίδια:

    «Όφελος». Δεν υπάρχει τρόπος να μάθεις, τι θα γίνει στο μέλλον ως συνέπεια της πράξης, η οποία θεωρείται ωφέλιμη, και κάποιες από τις συνέπειες μπορει κάποτε να αρχίσουν να αναγνωρίζονται από εσένα σαν ανεπιθύμητες. Ενίοτε η λέξη «ωφέλιμος» χρησιμοποιείται με την έννοια «θετικός» η «σκόπιμος», και συγκεκριμένα αυτούς τους όρους εγώ επιλέγω να χρησιμοποιήσω στις παρόμοιες περιπτώσεις, έστω επειδή δεν έχουν τόσο σκληρή αναλογία με τις ηθικές κατηγορίες, δηλαδή με τις λέξεις, που εκφράζουν κάποια απόλυτη «αρετή» η την «ασχήμια». Τα παράγωγα επίσης πάνε στα άχρηστα: «ωφέλιμος», «ανώφελος» (παρά το ότι η λέξη «ανώφελος» συνήθως δεν σημαίνει «απόλυτα, κυριολεκτικά κακός», αλλά συγκεκριμένα άσκοπος, όμως, και πάλι αρνούμαι την χρήση της, για να μην φτιάχνω αντίγραφα, όταν δεν υπάρχει ανάγκη για κάτι τέτοιο, και να μην επαναφέρω ακόμη και τη σκιά αυτής της επίμονης λέρας – της λέξης «όφελος»).

    «Βοήθεια». Αυτή η λέξη επίσης χρησιμοποιείται με την απόλυτη έννοια της «αρετής», και όποτε άνθρωπος «βοηθάει», νομίζει, ότι κάνει κάποια αναμφισβήτητα «καλή» πράξη. Εάν θέλω να σκάψω το λάκκο, και κάποιος έρχεται να βοηθήσει, αυτό σημαίνει, ότι αυτός έβαλε στόχο να σκάψει το λάκκο μόνο και μόνο επειδή εγώ το σκάβω. Μολαταύτα δεν τον ενδιαφέρει – μήπως μου αρέσει να σκάβω μόνος μου, η το αντίθετο, δυσκολεύομαι πολύ και στα μισά θα αναρωτηθώ – αλήθεια θέλω να σκάψω, η απλώς αναγκάζω τον εαυτό μου χάρη σε κάποια θεωρία κτλ. Ακόμα, η «βοήθεια» πολύ συχνά παραπέμπει σε κάποιο ακαθόριστο «όφελος».

    Για παράδειγμα, κάποιος θέλει να πιει βότκα, μα εσύ πετάς το μπουκάλι, δηλαδή πας κόντρα στις επιθυμίες του, αλλά ονομάζεις και αυτό «βοήθεια». Οι σοβιετικές στρατιές το 1939 μαζί με Γερμανούς φασίστες διέσπασαν σε δύο κομμάτια την Πολωνία, κήρυξαν τον πόλεμο στην Φιλανδία, μετά πολέμου εισέβαλαν στην Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία, έβαλαν υπό κατοχή τις Βαλτικές χώρες – και όλα τα αυτά επίσης ονομάστηκαν «βοήθεια». Οι ρουφιάνοι «βοηθούσαν» τις σοβιετικές αρχές να κλείνουν στα στρατόπεδα τους ετερόδοξους, οι σοβιετικοί κομμουνιστές «βοηθούσαν» τους «αδερφικούς λαούς», υποστηρίζοντας το δικτατορικό καθεστώς στην Γιουγκοσλαβία, στην Κούβα, ενώ οι Κινέζοι έως και τώρα «βοηθούν» τον θιβετιανό λαό να απελευθερωθεί από το δηλητήριο του βουδισμού – το αίμα του ενάμιση εκατομμυρίου των δολοφονημένων θιβετιανών μοναχών δεν τους έχει χορτάσει ακόμα. Επίσης, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τη λέξη «βοήθεια» επειδή αυτή δεν έχει ξεκάθαρη σημασία, και μπορείς να ονομάσεις την οποιαδήποτε πράξη «βοήθεια» στην προσπάθεια να προκαλέσεις την θετική αντίδραση για τον εαυτό σου, διότι υπάρχει η θεωρία, ότι «η βοήθεια είναι καλό».

    Προτείνω να χρησιμοποιούμε τη λέξη «σύμπραξη». Είναι απόλυτα κατανοητό, τι εστί «σύμπραξη». Ο άνθρωπος κάνει κάτι, δηλώνει, πως το κάνει και για ποιο λόγο θέλει να το κάνει, και θέλει να λάβει το αποτέλεσμα, και εσύ από τη πλευρά σου πράττεις έτσι, ώστε αυτός να μπορέσει να λάβει αυτό το αποτέλεσμα. Εδώ είναι όλα αρκετά ξεκάθαρα.

    «Πρέπει». Πρώτης τάξης λέρα! Τα συνώνυμα – στα σκουπίδια: «απαραίτητο», «υποχρεωμένος», «καθήκον» [να κάνεις κάτι], «αξίζει», «αναγκασμένος».

    «Αλληλεπίδραση». Με αυτή τη λέξη συνήθως εννοούν ένα άκρως ακαθόριστο σύνολο των πιθανών και απίθανων τρόπων της ανταλλαγής της πληροφορίας – τόσο ακαθόριστο, ότι είναι αδύνατον να το χρησιμοποιήσεις. Η απομάκρυνση αυτής της λέξης δεν θα προκαλέσει προβλήματα της συνεννόησης, επειδή ο καθένας από τους πιθανούς τρόπους της ανταλλαγής έχει δικό του ορισμό, και είναι πολύ εύκολο να τους ξεχωρίσεις ανα τάξεις, να τους δόσεις δικούς τους ορισμούς και να τους χρησιμοποιήσεις. Τα συνώνυμα – επίσης στα σκουπίδια: «παρέα» («κάναμε παρέα με αυτόν» – πώς να το καταλάβεις; Μιλήσατε; Ανταλλάξατε κουβέντες «γεια- καλημέρα»; Κάνατε σεξ? Μοιραστήκατε τα τελευταία αποτελέσματα της μελέτης των θεωριών; Κοιτάξατε ο ένας τον άλλον λοξά;) Τα παράλληλα – «να σχετίζομαι», να «επικοινωνώ».

    «Κακός». Το αντίθετο επίσης στα σκουπίδια: «καλός». «Κατάλληλος» – το ίδιο.

    «Λειτουργικός». Ακούγεται πολύ της επιστήμης, είναι συνώνυμο της λέξης «σκόπιμος».

    «Φίλος», «φιλία», «οικείος [άνθρωπος]», «οικειότητα». Λέξεις που δεν έχουν καμία σαφήνεια. Σαν να σημαίνουν κάποιο άκρως ακαθόριστο βαθμό της αφοσίωσης μεταξύ των ανθρώπων, αλλά συνήθως εκφράζουν μια απλή συνήθεια, συνοδευόμενη με κάθε άλλο παρά τη συμπάθεια και αφοσίωση, μα πολύ συχνά με αντιπάθεια, ακόμα και μίσος.

    «Ουδέτερος». Συνώνυμο της λέξης «αδιάφορος».

    «Εντυπώσεις». Ο αντικαταστάτης του όρου «θετικά συναισθήματα», για αυτό πάει κατευθείαν στα σκουπίδια. Όποτε ο άνθρωπος λέει, ότι παίρνει τις εντυπώσεις από τα ΑΣ, από τα πάθη, αυτό σημαίνει, ότι βιώνει τα ΑΣ, εναλλάξ με τα ΘΣ. Για παράδειγμα, ένας άντρας μπορεί να υποφέρει από ζήλια και να φαντάζεται, πόσο θα λυπηθεί μετά η πρώην κοπέλα του, όταν θα καταλάβει – ποιον παράτησε για τον ηλίθιο, που έχει τώρα, δηλαδή θα αισθάνεται την χαιρεκακία, επιθυμία για εκδίκηση. Εάν κάποιος λέει, ότι λαμβάνει τις εντυπώσεις από το σκάκι, αυτό σημαίνει ότι νιώθει αυταρέσκεια, η προσπαθεί να καλύψει το γκρίζο και τα λοιπά.

    «Απόλαυση» –- ο όρος, που καθορίζει πολύ μεγάλο φάσμα των αντιλήψεων από τα ΘΣ έως την σεξουαλική ηδονή, για αυτό φεύγει για χωματερή με τη χρήση εκτός του συγκεκριμένου συγκείμενου. «Αρέσει» – στα σκουπίδια μαζί του.

    «Σημαντικό». Εκφράζει κάποια απόλυτη σπουδαιότητα, όπως και η λέξη «όφελος». Στα σκουπίδια.

    «Συνετό». Αντιστοιχεί στους κανόνες της ευπρεπείας; Συμφωνεί με τις υπάρχουσες υποθέσεις και γνώσεις; Μα για αυτό έχουμε το «ανάλογο». Αντιστοιχεί στις θεωρίες του συνομιλητή – συνήθως. Στα σκουπίδια. «Δικαιολογημένο» – το ίδιο.

    «Ευχάριστος». Αυτή η λέξη επίσης εκφράζει ένα ατελείωτα αόριστο φάσμα των νοημάτων – σωματική ευχαριστήσει, άσχετη με το σεξ, σχετιζόμενη με τη σεξουαλική ηδονή, τα ΘΣ, τις ΦΑ – οτιδήποτε, για την αίσθηση του οποίου ο άνθρωπος έχει την ΘΑ (θετική αντιμετώπιση) τη συγκεκριμένη στιγμή. «Δυσάρεστος» – και αυτή η λέξη φεύγει.

    «Νόημα» – στα σκουπίδια. Εάν μιλάμε για τη σημασία της λέξης η της πρότασης, μπορούμε να πούμε «που σημαίνει, που καθορίζει». «Ανόητο» – πάει στην ίδια χωματερή.

    Μια ξεχωριστή στάση – η απομάκρυνση των συνδυασμών, παράλογων από την άποψη της πρακτικής, δηλαδή, τέτοιων, που στερεώνουν την λανθασμένη ερμηνεία. Όταν η μουσούδα συνεχίζει να χρησιμοποιεί παρόμοιες εκφράσεις στο λεξιλόγιο της, η ίδια τραβάει τον εαυτό της από την ουρά πίσω στο βάλτο. Στους συνδυασμούς αυτούς βρίσκονται:

    «Προκαλεί το ΑΣ». Τυπική έκφραση: « η αγένεια του μου προκάλεσε εκνευρισμό». Άλλη εκδοχή: «ήταν πολύ αγενής, και εγώ ένοιωσα εκνευρισμό». Ακόμα πιο συγκεκριμένα: «ήταν αγενής, και εγώ ήθελα να νιώσω και ένοιωσα τον εκνευρισμό».

    «Το ΑΦ κρατάει». Τυπική έκφραση: «Το ΑΦ κράτησε πολύ». Στο τέλος βγαίνει, ότι δεν υποστηρίζω εγώ το ΑΦ, αλλά «το ίδιο» κρατιέται δίχως την συμμετοχή μου, και είμαι το θύμα του. Άλλη εκδοχή: «ένιωθα το ΑΦ για πολύ καιρό», η και ακόμα πιο συγκεκριμένα: «ήθελα να νιώθω για πολύ καιρό το ΑΦ και το ένιωθα».

    «Δεν πέτυχα» [να απομακρύνω το ΑΣ, κτλ.]. Όποτε δεν πέτυχες κάτι, δεν κατάφερες να απομακρύνεις το ΑΣ, το μόνο που σημαίνει αυτό στην πραγματικότητα, είναι ότι δεν το ηθελες αρκετά δυνατά, και η επιθυμία για την αίσθηση του ΑΣ ήταν ισχυρότερη από την επιθυμία της απομάκρυνσης του. Εκδοχή: «η επιθυμία να νιώθω το ΑΣ ήταν πιο δυνατή από την επιθυμία να το απομακρύνω».

     

    02-02-05) Θεωρώ σκόπιμο να ξεχωρίσω τα τέσσερα σταδία της επίτευξης της ΦΑ-διαύγειας (παρακάτω – απλώς «Διαύγειας»):

    1) Απομνημόνευση

    2) Εξάσκηση στο συλλογισμό

    3) Τυπικές πρακτικές

    4) Ένταξη στη συμπεριφορά

    1) Απομνημόνευση συνίσταται στο ότι ο πρακτικός διαβάζει την πληροφορία και την συγκρατεί – για παράδειγμα, προσπαθεί να θυμηθεί, ότι μπορούμε να ξεχωρίσουμε τέσσερα σταδία της επίτευξης της διαύγειας, ποια είναι, ποιες τυπικές πρακτικές υπάρχουν, τι είναι η ένταξη στη συμπεριφορά και τα λοιπά.

    2) Μπορούμε να διαβάσουμε για το ότι δεν υπάρχει η αντίληψη του «εγώ», να συμφωνήσουμε με αυτό και… να συνεχίσουμε τη ζωή μας όπως και νωρίτερα. Έτσι κάνει η απόλυτη πλειοψηφία των ανθρώπων – διαβάζουν, συμφωνούν η διαφωνούν και συνεχίζουν να ζουν, χωρίς να αντιληφθούν, ότι τίποτα δεν άλλαξε. Η εξάσκηση στο συλλογισμό ευνοεί την πολύπλευρη ανάλυση αυτού του ζητήματος. Έχει ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα να την εκτελέσεις μαζί με τον έμπειρο πρακτικό, αλλάζοντας τις θέσεις – ο ένας υποστηρίζει την θεωρία «υπάρχει το εγώ», ο άλλος τη διαψεύδει. Η συμμετοχή του εμπείρου πρακτικού επιτρέπει να πραγματοποιήσεις γρήγορα αυτό το στάδιο, επειδή πολύ συχνά η εξεταζόμενη θεωρία περνάει τόσο βαθιά στον άνθρωπο, ότι δεν του έρχεται καν η ιδέα να δει το ζήτημα από κάποια ασυνήθιστη οπτική γωνία.

    3) Οι τυπικές πρακτικές στερεώνουν την ερχόμενη λογική σαφήνεια. Ανάμεσα σε αυτές τις πρακτικές είναι:

    α) πολλαπλή, πολύωρη επανάληψη μεγαλόφωνα της φράσης, που εκφράζει την πετυχημένη σαφήνεια.

    β) ανάγνωση της πορείας των συλλογισμών, μετατροπή αυτών σε ευκολοανάγνωστη, καλά ταξινομημένη περιγραφή.

    γ) στην περίπτωση με τη θεωρία του «εγώ» μπορεί να είναι η πρακτική της διαλογής των αντιλήψεων μια μετά την άλλη και καταγραφή: «αυτή είναι μια σκέψη, δεν είναι κάποιο «εγώ» και τα λοιπά.

    δ) η πρακτική της επιβράδυνσης του δυνατού εσωτερικού διάλογου ενδυναμώνει την επίδραση – για παράδειγμα, θέτεται ο στόχος να σταματήσεις σε 5 δευτερόλεπτα την οποιαδήποτε δυνατή σκέψη κατά τι διάρκεια μιας ώρας: έχεις 2-3 δευτερόλεπτα για να αντιληφθείς, τι είναι η δυνατή σκέψη, και ακόμα 2 δευτερόλεπτα για να τη σταματήσεις.

    4) Είναι πιθανό να πετύχεις την ενδιάμεση λογική σαφήνεια, αλλά να συνεχίσεις να ζεις, σαν να μην υπάρχει, λες και η παλιά θεωρία έχει την απόλυτη εξουσία. Για να περάσει η λογική σαφήνεια βαθιά στην συμπεριφορά, καλό είναι να εκτελείς ειδικές πρακτικές. Π.χ., εάν πέτυχες την λογική σαφήνεια πως δεν υπάρχει τέτοιο σύνολο των αντιλήψεων, στο οποίο εμείς προσθέτουμε τον ορισμό «παρελθόν» και «παρόν», μπορείς να εκτελέσεις την πρακτική της αλλαγής της βεβαιότητας του «παρελθόντος». Όταν κάθομαι στο χορτάρι δίπλα σε μια λίμνη, δεν υπάρχει ανάγκη να υποστηρίζω την βεβαιότητα για το πως με λένε, σε ποια πόλη βρίσκομαι, μπορώ να απομακρύνω τις σκέψεις με τις λέξεις «ήταν» και «θα είναι», να ασκήσω την κυκλική ανταλλαγή της βεβαιότητας – «βρίσκομαι στο Ιρκούτσκ» – «βρίσκομαι στα Ιμαλάϊα» με την καταγραφή της έντασης και στις δυο περιπτώσεις. Όποτε σαν αποτέλεσμα των ασκήσεων της κυκλικής ανταλλαγής της βεβαιότητας θα ανακαλύψεις, ότι η βεβαιότητα της σκέψης «είμαι στο Ιρκούτσκ» και η βεβαιότητα της σκέψης «είμαι στα Ιμαλάϊα» είναι ίδιες, θα βρεις, ότι και οι υπόλοιπες μηχανικές βεβαιότητες (για την ύπαρξη του «εγώ», του «παρελθόντος» και άλλες) θα αποδυναμωθούν σημαντικά, και θα μπορέσεις να τις ελέγχεις όπως επιθυμείς. Στη δουλεία υποστηρίζεις την βεβαιότητα για το τι έχεις να κάνεις στο μέλλον, τις συμφωνίες που έκανες στο παρελθόν, επειδή αυτό σου επιτρέπει να πετύχεις το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στο ξέφωτο δίπλα στη λίμνη υποστηρίζεις μια άλλη βεβαιότητα, κάτι που σου επιτρέπει να φτάσεις στις δυνατές ΦΑ, στην ελευθερία από την θεωρία του «παρελθόντος» και βασιζόμενων σε αυτήν θεωριών της «διαδοχής», «βαθμιαίας φύσης των αλλαγών» κτλ.

    Ως αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής των τεσσάρων σταδίων εμφανίζονται οι αναλαμπές της Διαύγειας.

     

    02-02-06) Κοινώς λεγόμενες «αναλογίες» είναι τελείως άκακες, ακόμα και αποτελεσματικές, όταν χρησιμοποιούνται με την ιδιότητα των «εικόνων με αντίκτυπο», δηλαδή τέτοιων περιγραφών, από τις οποίες εμφανίζεται ο αντίκτυπος με τις ΦΑ, μεταξύ αυτών και με τη Διαύγεια. Αλλά οι ίδιες αναλογίες μετατρέπονται σε φρικτό δηλητήριο, που μολύνει τελείως την ξεκάθαρη νόηση, όταν αρχίζουν να τις χρησιμοποιούν ως επιχειρήματα.

    Σε καμία περίπτωση(!!!) οι αναλογίες δεν μπορούν να είναι ένα μέσο της επιχειρηματολογίας. Πολύ εύκολο να διαπιστώσεις με πειράματα, ότι σε κάθε συζήτηση μπορείς χωρίς κανένα κόπο να επιλέξεις την αναλογία, η οποία δήθεν «υποστηρίζει» την οποιαδήποτε άποψη. Αυτό είναι φυσικό – ο κόσμος γύρο μας είναι τόσο πολύμορφος, πάντοτε μπορείς να βρεις ένα φαινόμενο, το οποίο αναπτύσσεται σύμφωνα με εκείνες τις νομοτέλειες, που θέλουμε εμείς να βρούμε στο εξεταζόμενο ζήτημα – και αν ανταλλάξεις τα αντικείμενα, σαν να βγαίνει η «απόδειξη» για τους βλάκες.

    Παράδειγμα: κάποιος μου λέει, ότι φέρομαι σαν ηλίθια, επειδή ασχολούμαι με το παιδί μου, κάνω σαν κλώσα, προσέχοντας το συνέχεια, επιβάλλοντας του ανεπιθύμητα πράγματα, μετατρέποντας το σε άλαλο, ανώριμο τιποτένιο πλάσμα δίχως τις χαρούμενες επιθυμίες. Εγώ θέλω να κάνω αντίρρηση, και το κάνω έτσι: «Εάν θα βάλουμε ένα λουλούδι στη κατάψυξη, αυτό θα πεθάνει, το ίδιο και με τους ανθρώπους χωρίς την προσοχή…». Καταπληκτικό, αλλά σε 99% των ανθρώπων αυτό το επιχείρημα πιάνει. Μετά από αμοιβαία ανταλλαγή με τέτοιου είδους επιχειρήματα οι άνθρωποι χωρίζουν, ή έχοντας «πετύχει τη σαφήνεια» (σ. σ. συμφωνώντας με την άποψη του συνομιλητή υπό την επήρεια αυτών των επιχειρημάτων) ή με την βεβαιότητα, ότι με συλλογισμούς η όχι, ποτέ και τίποτα δεν θα είναι ξεκάθαρο.

    Επειδή οι αναλογίες είναι ένας εξαιρετικά πετυχημένος τρόπος της ψυχολογικής καταπίεσης (δηλαδή σχεδόν κάθε άνθρωπος σε μεγαλύτερο η σε μικρότερο βαθμό αλλάζει τη βεβαιότητα υπό την επήρεια τους), πάντα θα χρησιμοποιούνται ως επιχειρήματα από τους ανειλικρινείς και ηλίθιους ανθρώπους.