Περιεχόμενα:
02-01-01) Οι θεωρίες και ο ρόλος τους στην εμφάνιση των ΑΣ.
02-01-02) Οι πηγές της εμφάνισης των ΑΣ.
02-01-03) Οι φανερές και κρυφές θεωρίες.
02-01-04) «Οφθαλμοφανώς άδειες» και «εργατικές» φανερές θεωρίες.
02-01-05) Η πρακτική της αντιπαραβολής και της μηχανικής ανταλλαγής.
02-01-06) Αντί-θεωρίες. Ο καθορισμός και τα είδη. Το παράδειγμα της θεωρίας «το μέλλοντος».
02-01-07) Η σύνταξη του καταλόγου των θεωριών.
02-01-08) Η ταξινόμηση των θεωριών σύμφωνα με το περιεχόμενο τους.
02-01-09) Δυνατοί και αδύναμοι στόχοι.
02-01-10) Ο προσδιορισμός των ερμηνειών. Η ερώτηση για τους συγγενείς. Η θεωρία της «σύνδεσης».
02-01-11) Η επιλογή των ερμηνειών. Παραδείγματα.
02-01-12) Η ανάλυση των θεωριών, επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα.
02-01-13) Η μέθοδος της ορθής επαλήθευσης των θεωριών.
02-01-14) Η κυκλική ανταλλαγή των αντιλήψεων.
02-01-15) Η αφηρημένη θεωρία του «εγώ». Πρακτική της αναγνώρισης της απουσίας.
02-01-01) Ξεκινώντας την απομάκρυνση των ΑΣ, παρατηρείς, ότι αυτά εμφανίζονται συχνότερα, όταν τα πράγματα δεν παίρνουν την τροπή, που εσύ επιθυμείς. Τα ΑΣ συνοδεύονται με τις σκέψεις του τύπου «είναι λάθος», «πρέπει να το κάνω αλλιώς», δηλαδή όποτε οι ιδέες σου για το πως «πρέπει» να γίνεται κάτι, είναι αντίθετες με αυτό που υπάρχει στην πραγματικότητα, σε τέτοιες στιγμές η συνήθεια να αισθάνεσαι τα ΑΣ δουλεύει καθαρά. Τελειοποιώντας την προσπάθεια για την απομάκρυνση των ΑΣ, ενδυναμώνοντας τη σαφήνεια στο ότι εσύ δεν θέλεις να τα αισθάνεσαι, θέλεις να σταματήσεις αυτή την ενοχλητική συνήθεια, εστιάζοντας στην χαρουμενη επιθιμια να βιώνεις τις φωτισμένες αντιλήψεις (ΦΑ), απολαμβάνοντας την νοητική διαύγεια, καταλήγεις στην εμφάνιση του σταθερού ενδιαφέροντος για την κριτική ανάλυση των θεωριών.
Η λέξη «θεωρία» χρησιμοποιείται στην επιστήμη για τον προσδιορισμό του αρκετά μη-αντιφατικού συστήματος των υποθέσεων και των ερμηνειών των πειραματικών δεδομένων. Ο όρος «θεωρία» σε αυτό το βιβλίο χρησιμοποιείται σύμφωνα με την έννοια, που του έχει δοθεί στο καθημερινό λεξιλόγιο – «μηχανικά αποκτημένο σύστημα των απόψεων».
«Μηχανικά» σημαίνει μιμούμενος τυφλά, απερίσκεπτα, υπό την επιρροή των ΑΣ (π.χ. της αίσθησης της κατωτερότητας, του φόβου της αρνητικής αντιμετώπισης, της απομόνωσης, και άλλων), δίχως δικούς σου συλλογισμούς, δίχως αναζήτηση των βάσεων με τη μορφή των πειραματικών δεδομένων.
Δηλαδή κάποια πεποίθηση παίρνεται με την τυφλή εμπιστοσύνη, και έπειτα ο άνθρωπος ζει έτσι, λες και αυτή είναι αναμφίβολα αληθινή.
«Το σύστημα των απόψεων» είναι το σταθερό σύνολο των σκέψεων, που εμφανίζονται από συνήθεια υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες.
Π.χ., όταν το παιδί χτυπάει και κλαίει, εμφανίζεται το συνηθισμένο σετ των σκέψεων: «το παιδί κλαίει – πονάει – πρέπει να το παρηγορήσω», και αυτό είναι η αφορμή να πει κανείς, ότι υπάρχει η θεωρία «πρέπει να παρηγορήσω το παιδί που κλαίει». Αλλά εάν με το καιρό θα ανακαλύψεις, ότι τα δάκρυα και οι απαιτήσεις αυξάνονται όλο και πιο πολύ, αναγκάζεσαι να παρηγορείς όλο και πιο συχνά, τότε μπορει να αμφισβητήσεις αυτή την θεωρία, και να ξεκινήσεις τον συλλογισμό. Σαν αποτέλεσμα της ανάλυσης, των παρατηρήσεων, των υποθέσεων, που τα ακολουθούν και με τη νέα αποκτημένη πείρα μπορει να βγαλεις το συμπέρασμα, ότι να «παρηγορείς» ένα παιδί σημαίνει να το μαθαίνεις να αισθάνεται την αυτολύπηση. Στο τέλος δεν θα μπορέσεις να αλλαξεις την συμπεριφορά σου – όχι μόνο να μην παρηγορείς, αλλά να του στερείς την προσοχή κάθε φορά που βιώνει τα δυνατά ΑΣ, και με την εμφάνιση της παύσης στο γοερό κλάμα να του δείχνεις την συμπάθεια και την προσοχή, εφόσον αυτά υπάρχουν. Το παιδί θα καταλάβει τελικά, ότι τα σπαρακτικά αναφιλητά και η δυνατή αυτολύπηση αφαιρούν την προσοχή σου, και θα πάρει το έναυσμα για την απομάκρυνση της συνήθειας της καλλιέργειας αυτού του ΑΣ στην δεδομένη κατάσταση. Εσύ από την άλλη, θα διαλύσεις την θεωρία, θα βιώσεις την αντίληψη της διαύγειας, και το μόνο που θα μείνει να κάνεις είναι να πετύχεις την άψογη απομάκρυνση του ΑΣ, εμφανιζόμενου από συνήθεια την ώρα που το παιδί με το κλάμα απαιτεί την προσοχή σου.
02-01-02) Εσύ αποκτάς τις θεωρίες από διάφορες πήγες.
Π.χ., εάν η μητέρα στο μεσημεριανό θα δει μια κατσαρίδα, θα μαζευτεί ολόκληρη, θα ουρλιάξει με τσιριχτή φωνή και με φόβο και αηδία θα την πετάξει στη λεκάνη, εσύ, ως μικρό παιδί, που απορροφά και πιάνει τα πάντα, θα μάθεις αυτήν την αντιμετώπιση των κατσαριδών και μετά θα δεχτείς εύκολα την θεωρία: «οι κατσαρίδες είναι αηδία». Αυτός είναι ο συναισθηματικός τρόπος της μετάδοσης των θεωριών. Άλλος τρόπος είναι ο δικτατορικός. Όποτε κάποιος «σεβαστός», η ο «μεγαλύτερος», η ο «έξυπνος» θα δηλώσει με σπουδαίο ύφος, ότι δεν πρέπει να κάνουμε τούτο και εκείνο, είναι πιθανό να το πάρεις της μετρητοίς, διοτι δεν μπορει κάποιος τόσο «έξυπνος» και «σεβαστός» να λέει βλακείες.
Ο τρίτος τρόπος είναι ο μιμικός. Όταν μπαίνεις στην κοινωνία κάποιων ανθρώπων, αρχίζεις να υιοθετείς τις θεωρίες τους, εάν θέλεις να είσαι αποδεκτός, να μην απορριφθείς.
Ξεχωριστά θέλω να αναφέρω τον πόνο και συνδεδεμένο με αυτόν φόβο ως τρόπο της μετάδοσης των θεωριών. Εάν το παιδί έπεσε, χτύπησε και φοβήθηκε, με την πίεση της πονετικής γιαγιάς εύκολα θα πάρει την θεωρία, ότι «είναι επικίνδυνο και κακό να τρέχεις γρήγορα, και είναι πόλη καλό και ασφαλές να κάθεσαι ήσυχα».
Ο πέμπτος τρόπος βασίζεται σε ένα τέτοιο λάθος, όταν κάποιο σύνολο των παραγόντων λαμβάνεται ως κάτι πλήρες και οριστικό. Όποτε πεις «δεν υπάρχει η ζωή στον Άρη», στην αρχη εννοείς, ότι η υπόθεση αυτή είναι βασισμένη στα γεγονότα, που γνωρίζουμε σήμερα, και ότι στο μέλλον μπορει να αποκαλυφθεί οτιδιποτε – το πιο απίστευτο και απρόβλεπτο, αλλά με τον καιρό εμφανίζεται η απόλυτη σιγουριά, ότι δεν υπάρχει ζωή στον Άρη.
Έκτος τρόπος – καθαρά λογικό λάθος, η ανεπάρκεια, η ανακρίβεια των αρχικών προϋποθέσεων, η ηλιθιότητα, δηλαδή μια τέτοια ειδική αδράνεια της νόησης, που στη ζωή προκαλείται από τα δυνατά ΑΣ.
Ο έβδομος είναι βασισμένος στην αίσθηση της αυτοσπουδαιοτητας. Το να πεις κάτι με σημαντικό ύφος, «γνωρίζοντας το θέμα» – σημαίνει να ανυψώσεις τον εαυτό σου στα μάτια της γυναίκας σου, του φίλου, του συνεργάτη σου, και έπειτα δεν μένει τίποτε άλλο από την υποστήριξη της άποψης σου μέχρι τέλος, όσο παράλογη και να είναι, καταφεύγοντας στην ψυχολογική καταπίεση («πώς και δεν είναι κατανοητό για σένα?»), στην σκόπιμη περιπλοκή του ζητήματος, δηλαδή στην σκόπιμη δημιουργία της ασάφειας.
Όγδοος – άλλες θεωρίες, που παράγουν τις έμμονες μηχανικές επιθυμίες. Εάν ο πατέρας σου νομίζει, ότι η κόρη του «πρέπει» να ενημερώνει που θα κοιμηθεί, με ποιον κάνει σεξ κτλ., όταν εσύ φεύγεις και δεν λες τίποτα, εκείνος αισθάνεται τον κυματισμό της ανησυχίας, της επιθετικότητας, θέλει να σε κάνει να ακολουθήσεις την επιθυμία του και ξεκινά την επινόηση των διάφορων τρομάρων, και όσο πιο φοβερή θα είναι η βλακεία που θα σκεφτεί, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα όλα αυτά να σε επηρεάσουν. Κατ` αυτόν τον τρόπο εκείνος καταβάλει την προσπάθεια για την δημιουργία των νέων θεωριών μέσα του, για να σε ελέγχει ξανά, κρατώντας σε στην φυλακή.
Ο ένατος – από τους πιο συνηθισμένους – η υποκρισία στην σκέψη. Παραμερίζεις τα επιχειρήματα, δεν ολοκληρώνεις την σκέψη, προβλέποντας, ότι το αποτέλεσμα θα είναι αντίθετο με τις πεποιθήσεις σου, η βαριέσαι να αναλύσεις πιο λεπτομερώς τα στενά σημεία της θεωρίας σου. Για τους «συλλογισμούς» αυτούς είναι χαρακτηριστική η παρουσία των στοιχείων του τύπου «είναι προφανές, ότι..», «όλοι γνωρίζουν, ότι…», «οι επιστήμονες ανακάλυψαν, ότι…» (μολαταύτα, φυσικά, δεν υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές για τις δημοσιοποιήσεις των επιστημόνων, ούτε οι αντιπαραβολές με άλλες απόψεις) και ούτω καθεξής.
02-01-03) Οι άνθρωποι σκέφτονται πολύ σπάνια, διοτι στη λέξη «σκέφτομαι» δεν προσδίδει την έννοια της διαδικασίας της νόησης, σύγκρισης και ανάλυσης των επιχειρημάτων, κτλ., αλλά την διαδικασία των χειρισμών των θεωριών.
Οι θεωρίες διαχωρίζονται σε δυο μεγάλες τάξεις. Στην πρώτη μπαίνουν οι φανερές θεωρίες, δηλαδή εκείνες, που προωθούνται ενεργά από τον άνθρωπο, ο οποίος τα διατύπωσε μόνος του.
Μπορεις να διαβάσεις πολλά βιβλία για τα οφέλη του λάχανου, να εμπνευστείς από τα αναγνωσμένα και να αρχίσεις να πείθεις τους οικείους σου για αυτό. Ας φανταστούμε μια άλλη περίπτωση – να ρωτήσουμε κάποιον, εάν είναι πιθανή η παύση της αίσθησης των ΑΣ, και βεβαίως, θα λάβουμε την απάντηση «όχι», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εκείνος έχει σκεφτεί για αυτό κάποτε, έχει δει τα συμπεράσματα, η τις μαρτυρίες, η δοκίμασε να καταβάλει την προσπάθεια. Δεν του έχουν περάσει ποτέ τέτοιες σκέψεις από το μυαλό, και μέχρι τη στιγμή, που τον ρώτησαν για αυτό, δεν θα μπορούσε να ξέρει, ότι θα δώσει αυτή την απάντηση. Εάν δεν θα του προτείνανε να απαριθμήσει ξεκάθαρα όλες τις αντιλήψεις του για αυτόν τον κόσμο, η θεωρία αυτή δεν θα εμφανιζόταν καν στη λίστα. Τέτοιες θεωρίες εγώ ονομάζω κρυφές. Παρόλη την μη-φανερή ιδιότητα τους, αυτά ορίζουν την συμπεριφορά του ατόμου με την ίδια ένταση, που έχουν και οι φανερές. Εάν πείθεις εκείνον, που συμμερίζεται την θεωρία «είναι αδύνατον να σταματήσεις τη αίσθηση των ΑΣ», να συλλογιστεί, μπορει να βγάλει ποίκιλα συμπεράσματα – «αδύνατον να πάψουν», «είναι πιθανό και μπορώ να σταματήσω», «δεν ξέρω, δεν έχω δοκιμάσει», «πρέπει να το σκεφτώ», «γιατί όχι» κτλ, παρ` όλα ταύτα, θα φέρεται, σαν να αποδέχεται άνευ όρων τη θεωρία του ακατόρθωτου της παύσης των ΑΣ.
Όταν ο άνθρωπος παραβαίνει τον νόμο εν αγνοία του, θα αναλάβει την ευθύνη όπως και να έχει, έτσι και οι άνθρωποι βιώνουν τις συνέπειες των θεωριών τους, ακόμα και εάν δεν αντιλαμβάνονται την ύπαρξη τους. Άλλο ένα παράδειγμα της φανερής θεωρίας: «δεν θα καταφέρω τη φώτιση μέχρι το τέλος της ζωής μου». Είναι αδύνατον να την διαψεύσεις πρακτικά. Αμφίβολο αυτή η θεωρία να προκαλέσει έκδηλη ανησυχία, διοτι χειρίζεται κάτι πολύ μακρινό – το τέλος της ζωής, και κάτι άκρως αόριστο – την «φώτιση». Δεν θα υπάρξει κανένας σημαντικός εσωτερικός διάλογος για αυτήν – ο δυνατός εσωτερικός διάλογος ασχολείται με κάτι πιο ουσιώδες. Εάν κάποιος θα αναφέρει αυτή την σκέψη, μπορει και να μην συμφωνήσεις (εξαρτάται από την διάθεση), η να παραμείνεις στην ακαθόριστη αντιμετώπιση, και όμως η θεωρία θα υπάρχει και θα καταπιέζει την επιδίωξη. Η επίγνωση της παρουσίας αυτής της θεωρίας μπορει να γεννηθεί ξαφνικά – ως αποτέλεσμα των προσπαθειών της απομάκρυνσης των ΑΣ, της δημιουργίας των φωτισμένων αντιλήψεων, του ελέγχου του χαοτικού εσωτερικού διαλόγου, της συζήτησης με τον πρακτικό, και τα λοιπά, και μόνο μετά από την αντίληψη του βάρους, με τον οποίο σε έχει πλακώσει, θα μπορέσεις να αρχίσεις τις προσπάθειες να το ξεφορτωθείς. Η φανερή θεωρία είναι άμεσα προσιτή για μελέτη, ενώ πρέπει πρώτα να εντοπίσεις την κρυφή θεωρία, πράγμα δύσκολο, και έπειτα από την αποκάλυψη της πρέπει να την διατυπώσεις ξεκάθαρα, για να γίνει το αντικείμενο της ανάλυσης.
Για να φανερώσεις τη κρυφή θεωρία, προτείνω να χρησιμοποιήσεις την γραπτή αναφορά και την ανάλυση του εσωτερικού διαλόγου τη στιγμή της εμφάνισης των ΑΣ, όποτε σέρνεται το ΑΦ και η ΑΕΚ. Οποιαδήποτε θεωρία – φανερή η κρυφή, είναι το κομμάτι του εσωτερικού διαλόγου (ΕΔ), δηλαδή μια σειρά από σκέψεις, που γλιστρά γρήγορα. Ο εσωτερικός διάλογος αποτελείται από μερικά στρώματα (θα μιλήσουμε περισσότερο για αυτό στα επόμενα κεφάλαια). Ο δυνατός εσωτερικός διάλογος αποτελείται από τις ξεκάθαρα προφερόμενες εσωτερικά λέξεις, και η σκέψη αυτή μπορει να κρατήσει για κλάσμα του δευτερολέπτου η παραπάνω. Ο τυφλός εσωτερικός διάλογος αποτελείται από τα αποσπάσματα των λέξεων και των εικόνων, που έχουν τη διάρκεια του 1/30 του δευτερολέπτου, και η σκέψη, που συνίσταται από μια σειρά τέτοιων αποσπασμάτων, μπορει να έχει πολύ μικρή διάρκεια – π.χ. το ένα τρίτο του δευτερολέπτου, έτσι το «κράτημα» και η καταγραφή των παρόμοιων σκέψεων απαιτεί μεγάλη προσοχή, υψηλή ταχύτητα της απομάκρυνσης των ΑΣ.
Εγώ ονομάζω αυτήν τη πρακτική «δραστική εργασία με τις κρυφές θεωρίες». Άλλος ένας τρόπος είναι η αναζήτηση των σκέψεων με αντίκτυπο.
Αισθανόμενος το ΑΦ η την ΑΕΚ, δεν τα απομακρύνω άμεσα, αλλά συνεχίζω την αίσθηση τους και ξεχωρίζω διαφορετικά θέματα, αναρωτιέμαι «τι με απασχολεί, με καταπιέζει? Το σίδερο έμεινε στη πρίζα? Όχι. Το παιδί είναι νηστικό? Όχι…Προβλήματα στη δουλειά? Όχι…» Ψάχνω τις σκέψεις, από τις οποίες θα εμφανιστεί το φαινόμενο του αντίκτυπου – θα συμβεί δυνατός κυματισμός της έντασης του ΑΦ, θα έρθουν τα ΑΣ. Αυτό σημαίνει, ότι βρέθηκε η κατεύθυνση της αναζήτησης της κρυφής θεωρίας. Τώρα ταξινομώ τις σκέψεις σε αυτόν τον τομέα, μέχρι να εμφανιστεί εκ νέου ο αντίκτυπος, που θα περιορίσει ακόμα πιο πολύ την περιοχή της αναζήτησης. Όσο πιο μεγαλύτερη είναι η ακρίβεια της περικύκλωσης, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα του ερχομού της ξαφνικής σαφήνειας. Όσο πιο συχνά ασχολούμαι με τέτοια πρακτική, τόσο πιο πολύ τελειοποιούνται οι ευχέρειες.
Τρίτος τρόπος της εμφάνισης της περιοχής αναζήτησης των κρυφών θεωριών– «πρόπλασμα του αντίκτυπου». Στη φαντασία σου διαφοροποίησε την πραγματική κατάσταση και παρατήρησε – δυναμώνει το ΑΦ, ελαττώνεται η παραμένει ίδιο. Π.χ., σκέψου, ότι σου αύξησαν το μισθό, και μετά – ότι το μείωσαν. Μετά φαντάσου, ότι το παιδί σου άρχισε να παίρνει καλύτερους βαθμούς στο σχολείο, και έπειτα – ότι πήρε τους χειρότερους, και ούτω καθεξής. Κάθε φορά θα παρατηρήσεις μερική ενδυνάμωση η ελαχιστοποίηση του ΑΦ, όμως, όταν κάποιο θέμα θα ανταποκριθεί με ιδιαίτερα δυνατό αντίκτυπο θα είναι ένα σημάδι, ότι το μυστικό είναι συγκεκριμένα εκεί.
Πολύ συχνά η αναζήτηση των θεωριών τα εμφανίζει κατά τσαμπιά. Παράδειγμα : έχεις επισκέπτες, πίνετε το τσάι σας, και εμφανίζεται η ανησυχία. Μελετώντας τα αποκόμματα του εσωτερικού διαλόγου, καταλαβαίνεις, ότι φοβάσαι να μην ξεκινήσει το παιδί σου να μασουλάει με θόρυβο μπροστά τους. Ως εκ τούτου – η πρώτη θεωρία «το αναμάσημα είναι απολίτιστη, κακή πράξη». Συνεχίζεις τις ανασκαφές: «μα για πιο λόγο ανησυχώ, δεν είμαι εγώ αυτή που το κάνει…επειδή είναι δικό μου παιδί». Ιδού η δεύτερη θεωρία: «είμαι υπεύθυνη για την συμπεριφορά του παιδιού μου», κτλ. Γίνεται ξεκάθαρο, ότι οι θεωρίες εμφανίζονται κατά ολόκληρες μάζες και αλληλοϋποστηρίζονται. Για να πετύχεις την διαύγεια, είναι απαραίτητο να τα διαχωρίσεις με λεπτομέρεια, και να ξεκαθαρίσεις το κάθε ζήτημα μεμονωμένα.
02-01-04) Θα αναλύσουμε τους δυο τύπους των φανερών θεωριών. Οι πρώτοι ύστερα από πιο προσεκτική εξέταση γίνονται προφανώς αβάσιμοι. Ας τους ονομάσουμε «οφθαλμοφανώς άδειες» θεωρίες. Η εξέταση των δεύτερων δεν σε φέρνει κατευθείαν στην σαφήνεια, απαιτείται η μελέτη των επιχειρημάτων, αντεπιχειρημάτων, αντιρρήσεων στα αντεπιχειρήματα και λοιπά. Θα ορίσουμε τέτοιες θεωρίες ως «εργατικές».
Η απελευθέρωση ακόμα και από μια προφανώς άδεια θεωρία φαντάζει κάτι απλό, αλλά δεν είναι έτσι, επειδή παρότι η αβασιμότητα της είναι οφθαλμοφανής σε σένα, αυτή υφίσταται, και υπάρχει λόγος για την ύπαρξη της.
Ο λόγος μπορει να είναι ένας από τα εννιά, αναφερόμενα παραπάνω, και εκτός από αυτό – από αδράνεια η από συνήθεια. Η απομάκρυνση ακόμα και της πιο άκακης συνήθειας απαιτεί τις διαδοχικές χαρούμενες προσπάθειες, ειδικά εάν αυτή υποστηρίζεται από τις άλλες – π.χ., από την συνήθεια της αίσθησης των ΑΣ στην τάδε κατάσταση. Όταν ήσουν μικρή, ίσως να θεωρούσες τον εαυτό σου άσχημο. Όποτε διαπίστωσες ότι η άποψη αυτή είναι λανθασμένη και κατάλαβες, ότι για κάποιον είσαι καλλονή, και για κάποιον άλλον – αδιάφορη, από συνήθεια συνέχισες να αισθάνεσαι το ίδιο ΑΣ στη περίπτωση γνωριμίας με τα αγόρια, και η θεωρία αυτή από φανερή μεταμορφώθηκε σε κρυφή και εξακολούθησε να είναι η σκανδάλη για την εμφάνιση του ΑΣ.
02-01-05) Για την υπερνίκηση της συνέχισης της ύπαρξης των προφανώς λανθασμένων (η κατεβασμένων με την ανάλυση στην κατάσταση, που τις πλησιάζει προς τις προφανώς λανθασμένες) θεωριών προτείνω τη μέθοδο της αντιπαραβολής.
Διατυπώνω τη σκέψη, που διαψεύδει την δεδομένη θεωρία, δηλαδή δημιουργώ την αντί-θεωρία, και έπειτα ολοκληρώνω την τυπική πρακτική (για περισσότερα κοίτα στο ανάλογο κεφάλαιο) – εκατοντάδες φορές την ημέρα αναρωτιέμαι – τι θεωρώ σωστό: την θεωρία η την αντί-θεωρία; Η σκέψη «είμαι άσχημη», ή η σκέψη «αρέσω σε κάποιον, και σε κάποιον δεν αρέσω»; Στο τέλος αυτής της πρακτικής πετυχαίνεται ο ορισμένος στόχος – η επιρροή της προφανώς λανθασμένης θεωρίας στην συμπεριφορά μου σταδιακά ελαττώνεται, μέχρι να εξαφανιστεί τελείως. Άλλος ένας τρόπος λέγεται η πρακτική της μηχανικής ανταλλαγής (ΜΑ). Είναι αποτελεσματικός σε σχέση με τέτοιες λανθασμένες θεωρίες, οι οποίες περάστηκαν σε σένα κυριολεκτικά μετά βίας – με την αγρία ψυχική καταπίεση. Η μητέρα στέκεται από πάνω σου και ουρλιάζει: «ΘΑ ΚΑΘΙΣΕΙΣ ΦΡΟΝΗΜΑ???!!!!», ή το αντίθετο – κοιτάει λυπημένα, σχεδόν κλαίγοντας: «γιατί με ρεζιλεύεις…». Μαζεύεσαι σε κουβαράκι, και «καταλαβαίνεις» – το να κάθεσαι φρόνιμα είναι καλό, ενώ να είσαι άτακτη – κακό.
Η πρακτική της μηχανικής ανταλλαγής αποτελείται από τη δυνατή προφορά μια φορά μετά από την άλλη της αντί-θεωρίας – π.χ., συνέχεια επί μια ώρα, μια φορά την ημέρα., κάθε μέρα. Αυτό οδηγεί στην σημαντική ελάττωση της θεωρίας, διοτι πάσσαλος πάσσαλω εκκρουεται.
Η πρακτηκη αυτή επισης επιτρεπει να ολοκληρονεις την απομακρυνση των εργατικων θεωριών, οποτε αυτές είναι κατεβασμένες στο επιπεδο των προφανως λανθασμενων η πλησιάζουν σε αυτό.
Για την θεωρία «πρέπει να βοηθάς τους ανθρώπους» ως αντί-θεωρία θα έρθει το «θέλω να βοηθήσω μόνο εκείνους, που θέλω, που συμπαθώ», και συχνά μπορούμε να διατυπώνουμε τις αντί-θεωρίες με μια απλή προσθήκη της άρνησης : «εάν αυτός κάνει σεξ με κάποια άλλη, σημαίνει, ότι δεν νιώθει τρυφερότητα για μένα.» – «εάν αυτός κάνει σεξ με άλλη, αυτό ΔΕΝ σημαίνει, ότι δεν νιώθει τρυφερότητα για μένα». Η πρακτηκη αυτή μπορει να συνδυαστεί με άλλη δραστηριότητα, δεν χάνει πολύ από την αποτελεσματικότητα της.
Κατά τη διάρκεια της ζωής μας επαναλαμβάναμε τη συγκεκριμένη θεωρία – δυνατά η νοερά – δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες φορές, αλλά η δύναμη της τυφλής επίδρασης είναι πολύ μικρότερη της επιρροής, επιλεγμένης ως αποτέλεσμα της χαρούμενης επιθυμίας, για αυτό μόλις μερικές χιλιάδες επαναλήψεις της αντί-θεωρίας πετυχαίνουν τον στόχο, παραμερίζοντας μηχανικά την προφανως λανθασμένη θεωρία. Η αντί-θεωρία δεν παίρνει την θέση της και δεν γίνεται η ίδια εμπόδιο, επειδή δεν την χρησιμοποιείς στα τυφλά, αλλά για το συγκεκριμένο σκοπό – να αποβάλεις τον αλλότριο μηχανισμό.
Μπορεις να ασκήσεις την πρακτηκη αυτή μαζί με άλλους πρακτικούς – πρώτα την αντί-θεωρία λέει δυνατά η μια, μετά η άλλη, και δεν είναι αναγκαίο να ακούς την κάθε λέξη.
02-01-06) Θα ορίσουμε τον όρο «αντί-θεωρία». Η αντί-θεωρία είναι τέτοιος ισχυρισμός, ο οποίος:
α) αντιτίθεται στο νόημα της εξεταζόμενης θεωρίας,
β) προκαλεί αντίκτυπο με τις φωτισμένες αντιλήψεις (ΦΑ),
γ) μου φαίνεται ως περισσότερο βάσιμος, πιο επαληθευμένος από τη θεωρία.
Η αντί-θεωρίες των αφηρημένων θεοριων (έννοια του όρου αναφέρεται παρακάτω) μπορει να μην έχει την ιδιότητα β), διότι εξ` ορισμού είναι αδύνατον ούτε να δόσεις βάση σε αυτές, ούτε να τις διαψεύσεις. Π.χ., μπορώ να συντάξω μια τέτοια αντί-θεωρία: «Δεν υπάρχει το μέλλον, υπάρχει μόνο το εδώ -και -τώρα». Δεν μπορώ να της δώσω βασιμότητα, επειδή η λέξη «μέλλον» δεν σημαίνει κανένα συγκεκριμένο σύνολο των αντιλήψεων, και ως εκ τούτου δεν μπορώ να πω ούτε πως υπάρχει, ούτε πως δεν υπάρχει, επειδή είναι ασαφές – για ποιο πράγμα μιλάμε, αλλά εφόσον ο ισχυρισμός αυτός φέρνει τον κυματισμό της προσδοκίας, εμφάνιση των χαρούμενων επιθυμιών, απελευθέρωση από τον ζυγό των διάφορων εγνοιών, συνδεδεμένων με το «μέλλον», έρχεται η επιθυμία για την καλλιέργεια αυτής της αντί-θεωρίας.
Υπάρχει περίπτωση η χρηση των αντί-θεοριων να είναι μια μορφή αυταπάτης; Θα αποδείξω, ότι δεν είναι έτσι. Η αρχική θεωρία, ισχυριζόμενη «υπάρχει το μέλλον», δεν είναι τίποτα άλλο από μια ανόητη συλλογή από λέξεις, διοτι έχεις τις σκέψεις που περιλαμβάνουν τη λέξη «μέλλον», υπάρχουν τα συναισθήματα, που εμφανίζονται με τη λέξη «μέλλον», έχεις επιθυμίες, που έρχονται με τη λέξη «μέλλον», αλλά δεν υπάρχει ούτε μια ανεξάρτητη αντίληψη, που θα μπορούσες να ονομάσεις «το μέλλον». Η κάθε αντίληψη υπάρχει μόνο «εδώ -και -τώρα». Με αυτόν τον τρόπο έχεις την επιλογή – η να υποστηρίξεις τις σκέψεις, οι οποίες από συνήθεια παρασέρνουν την εμφάνιση των ΑΣ, η να υποστηρίξεις τους άλλους ισχυρισμούς, που διαψεύδουν τις προηγούμενες σκέψεις, και δεν προκαλούν την εμφάνιση των ΑΣ. Μολαταύτα και η πρώτη, και η δεύτερη σκέψη είναι μόνο δυο αφηρημένες θεωρίες, δηλαδή δυο δηλώσεις, που δεν έχουν καμία σημασία. Βέβαια, εμφανίζεται η επιθυμία της υποστήριξης της σκεψης-2, και μετά από τη εξολόθρευση της σκεψης-1 εγώ εύκολα θα απορρίψω και τις δυο, διοτι αντιλαμβάνομαι ξεκάθαρα, ότι η λέξη «μέλλον» δεν σημαίνει απολύτως καμία συγκεκριμένη αντίληψη. Δηλαδή, δεν ξεκινάω να «πιστεύω» στην αντί-θεωρία, αλλά τη χρησιμοποιώ, ως αποτελεσματικό εργαλείο. Οποτε παράγεις το ζευγάρι θεωρία – αντί-θεωρία, απελευθερώνεσαι από το φορτωμένο αυτοματισμό, επισης στην περίπτωση με τις κοινές θεωρίες μπορει και να αποκτήσεις την αξιόπιστη πείρα, και έπειτα θα συμμερίζεσαι με περισσότερη βασιμότητα στην μια η την άλλη άποψη, ή να απορρίψεις και τις δυο.
Εάν στην μια μεριά της ζυγαριάς βρίσκεται η θεωρία, τοποθετημένη από εμένα στην ασυνείδητη κατάσταση, αποκτημένη μηχανικά, τότε θέλω για αρχη να την ισορροπήσω με την αντί-θεωρία, ύστερα να τις μελετήσω υπό το καθεστώς της ελευθερίας από τις προκαταλήψεις και τα ΑΣ.
Μερικές φράσεις, συντασσόμενες με τις λέξεις που δεν έχουν για μένα καμία συγκεκριμένη σημασία, έχουν αντίκτυπο με τις φωτισμένες αντιλήψεις (δηλαδή, συμβαίνει κυματισμός των φωτισμένων αντιλήψεων), για αυτό για τους λόγους τακτικής τις αφήνω προσωρινά στο λεξιλόγιο.
Ακόμα και το ελαφρύ φύσημα του αέρα είναι ικανό να ρίξει το γιγαντιαίο δέντρο, που έχει γείρει από το βάρος του. Η θεωρία μπορει να αντιτίθεται στην κοινή λογική και στις χαρούμενες επιθυμίες για χρόνια, αλλά κάποια στιγμή καταρρέει, σαν από μόνη της. Ίσως να ζεις 30 χρόνια και έχεις επικοινωνία με τους συγγενείς, επειδή «έτσι πρέπει», «έτσι συνηθίζεται», και όχι με εκείνους, με τους οποίους πραγματικά χαρούμενα επιθυμείς να ζήσεις. 30 χρόνια χαιρετάς τους γείτονες, υποστηρίζεις τις συζητήσεις για δουλείες και καιρό, επειδή «είναι άβολο» να το αρνηθείς. Και σε κάποιο σημείο η μόλυνση από αυτό το ψέμα, από τον αιώνιο φόβο της αρνητικής αντιμετώπισης θα γίνει τόσο φανερή, η κρίση θα ωριμάσει σε τέτοιο βαθμό, που μια αναφορά της αντί-θεωρίας θα είναι αρκετή για να σκάσει το απόστημα της διαύγειας: «Μπορούμε να ζήσουμε αλλιώς!» Η μαζεμένη χιονοστιβάδα πέφτει.
Θα χρειαστεί επίμονη εργασία με τις άλλες θεωρίες, πριν αυτές αποκολληθούν, αλλά η εργασία αυτή δεν θα είναι για κάποια αόριστα μελλοντικά αγαθά, το αποτέλεσμα θα το λάβεις άμεσα, τώρα, μόλις πετύχεις την σχετική αύξηση της διαύγειας. Μετά από κάθε σειρά της μηχανικής ανταλλαγής, μετά από κάθε ανάλυση των επιχειρημάτων του «υπέρ» και του «κατά» εμφανίζεται η συρροή της διαύγειας, οι άλλες αντιλήψεις αντηχούν με αυτό, και ένα βήμα μετά το άλλο εσύ κινείσαι προς την πραγματοποίηση των χαρούμενων επιθυμιών, προς την απελευθέρωση από τα ΑΣ και ηλιθιότητα, προς την καλλιέργεια και την ανάπτυξη των φωτισμένων αντιλήψεων.
02-01-07) Η πετυχημένη διαύγεια για την ύπαρξη της θεωρίας μπορει να εξαφανιστεί μετά από ένα λεπτό, και η θεωρία θα γλιστρήσει στον τομέα των κρυφών ξανά, – εσύ απλώς θα ξεχάσεις την ανακάλυψη σου. Μπορεις να το διαπιστώσεις εύκολα, δοκίμασε αμέσως τώρα να απαριθμήσεις όλες τις θεωρίες, που έχεις ανακαλύψει στον εαυτό σου, και στην καλύτερη περίπτωση θα θυμηθείς ένα μικρό μέρος αυτών. Συγκεκριμένα αυτό σημαίνει, ότι όλες εκείνες οι θεωρίες, που δεν θυμήθηκες τώρα, βρίσκονται εκτός ελέγχου, και ίσως αυτή τη στιγμή να σε επηρεάζουν με την ίδια ένταση.
Αποκτώντας την σαφήνεια, μπαίνεις στην ασυνήθιστη για σένα κατάσταση, στην οποία δεν έχεις μάθει να βρίσκεσαι, για το λόγο αυτό πολύ γρήγορα (καμιά φορά σε λίγα δευτερόλεπτα) αρχίζεις να γλιστράς στην κανονική σου υπόσταση, στην οποία δεν υπήρχε σαφήνεια. Πολύ συχνά κάνεις την ίδια ανακάλυψη πολλές φορές, ωσότου η διαύγεια γίνεται σταθερή, έτσι σου προτείνω να φτιάξεις μια λίστα των θεοριων σου και να τη συμπληρώνεις με την εμφάνιση των καινούριων. Αυτό διευκολύνει όχι μόνο την ανάλυση των θεοριων, αλλά και την διαδικασία της αναζήτησης των ΑΦ με αντίκτυπο – πάρε τη λίστα και έλεγξε το κάθε σημείο.
Στην περίπτωση της μηχανικής νοητικής δραστηριότητας δεν έρχεται η εμφάνιση της ΦΑ–διαύγειας, και εάν μια φορά έχεις βγάλει κάποιο συμπέρασμα, την επόμενη φορά απλώς θα το επαναλάβεις, και δεν θα βιώσεις τίποτα καινούριο, ενώ η ΦΑ–διαύγεια πάντοτε βιώνεται ως κάτι νέο, ακόμα και οποτε περιγράφεται με τη γνωστή φράση.
Οι κοινοί άνθρωποι ποτέ δεν πετυχαίνουν την διαύγεια, απλώς ανταλλάσσουν την μια θεωρία με την άλλη – πρώτα πιστεύουν στο ένα, και μετά στο άλλο πράγμα. Το να βρεις έναν άνθρωπο, ο οποίος θα επιδίωκε την διαύγεια, και δεν έβγαζε απλώς τα συμπεράσματα σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής είναι το ίδιο δύσκολο με το να βρεις τον άνθρωπο, πεπειραμένο στην απομακρυνση του ΑΣ, και όχι στην εκτόπιση του με ένα άλλο συναίσθημα.
02-01-08) Τώρα θα ταξινομήσουμε τις θεωρίες σύμφωνα με το περιεχόμενο τους. Διάφορα είδη των θεωριών έχουν διαφορετική δύναμη, σταθερότητα, βαθμό και ποιότητα της γενικής θεωρητικής μάζας, και πολύ συχνά γίνεται ωφέλιμη η εφαρμογή ποικίλων μεθόδων για διάφορα είδη, για αυτό το πρόβλημα του διαχωρισμού με ακρίβεια, και με τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά τους επισης, αποδεικνύεται κάτι ενδιαφέρον κα αποτελεσματικό.
Δυο μεγάλες κατηγόριες – «αφηρημένες» και «ανάμεικτες» θεωρίες. Οι αφηρημένες θεωρίες είναι ισχυρισμοί, αποτελούμενοι από τις λέξεις, που δεν ορίζουν τις συγκεκριμένες αντιλήψεις καθόλου, δηλαδή το νόημα των οποίων είναι παντελώς ασαφές.
Παράδειγμα: «Ο κόσμος είναι παντοτινός». Δεν έχεις ιδέα, τι είναι ο «κόσμος» και πως είναι «παντοτινός» – δεν έχεις τόσο συγκεκριμένα σύνολα των αντιλήψεων, που να μπορούσες να προσδιορίσεις με αυτά τα λόγια. Μια ακόμη θεωρία: «Εγώ είμαι ο άνθρωπος». Αόριστο – ούτε τι είναι το «εγώ», ούτε τι είναι «άνθρωπος», αλλά όλοι είναι σίγουροι, ότι είναι άνθρωποι. Άλλα παραδείγματα: υπάρχει μεταμόρφωση, υπάρχει το απαράλλαχτο, υπάρχει η αρχη, υπάρχει το τέλος, υπάρχει η φώτιση, υπάρχει ο σκοτισμός, υπάρχει το υποκείμενο, υπάρχει το αντικείμενο, υπάρχει το ζωντανό, υπάρχει το νεκρό, υπάρχει το ένα, υπάρχει το άλλο, υπάρχει η ύπαρξη, υπάρχει η μη-ύπαρξη, υπάρχει η συνείδηση, υπάρχει το ασυνείδητο, υπάρχει το ενεργό, υπάρχει το παθητικό, υπάρχω εγώ, υπάρχεις εσύ, υπάρχει το ολόκληρο, υπάρχει το μέρος, υπάρχει το παρελθόν, υπάρχει το παρών, υπάρχει το μέλλον. Οι ανάμεικτες θεωρίες είναι οι ισχυρισμοί, στους οποίους οι λέξεις δίχως νόημα όπως «αιωνιότητα», «εντιμότητα», «κοσμική τάξη», «δίκαιο», «θεός» είναι ανακατεμένες με τους όρους, που καθορίζουν εντελώς συγκεκριμένες αντιλήψεις, απαγορεύσεις και παρακινήσεις, π.χ., τη «ντροπή», το «δεν επιτρέπεται», «κάνε», «πρέπει» και ούτω καθεξής. Παράδειγμα – «το δίκαιο απαιτεί να κάνω την τάδε πράξη».Τι είναι το δίκαιο, δεν ξέρει κανείς, ενώ είναι κατανοητό το «να κάνεις το τάδε πράγμα». Η το άλλο: «το να είσαι κακή είναι ντροπή». Τι εστί «κακή» είναι άγνωστο, αλλά πως είναι να «αισθάνεσαι ντροπή» γνωρίζουν όλοι. Οι άνθρωποι κυριολεκτικά σαπίζουν τους εαυτούς τους με τη βοήθεια της τεράστιας ποσότητας των ανάμεικτων θεωριών. Οι ανάμεικτες θεωρίες επηρεάζουν θανατηφόρα την ικανότητα να αισθάνεσαι τις φωτισμένες αντιλήψεις (και τις χαρούμενες επιθυμίες), διοτι υποτάσσουν σκληρά τη ζωή στους κανονισμούς, αλλά ο λόγος αυτού του περιορισμού είναι ακατάληπτος. Φαντάσου το άρθρο στον ποινικό κώδικα «Για το κακό χαρακτήρα» δίχως κάποιες εξιγησεις. Η το άρθρο «Για την αθέτηση της Θειας Πρόνοιας». Ποιο χάος θα επακολουθούσε, εάν η νομοθετική εξουσία θα δίκαζε σύμφωνα με αυτά τα άρθρα, και η εκτελεστική θα εκτελούσε κατά γράμμα τις δικαστικές αποφάσεις; Στη κοινή ζωή σου αυτό συμβαίνει. Ο νομοθέτης (η θεωρία) λέει: «είναι ντροπή να είσαι γυμνή», ο εκτελεστής (η μηχανική επιθυμία) διατάζει: «ντύσου αμέσως», οι δεσμοφύλακες (οι αισθήσεις της ντροπής, φόβου της επίκρισης και άλλες ) σε παρακολουθούν για την αναντίρρητη εκτέλεση της διαταγής. Ως αποτέλεσμα – το φρικτό χάος, συσσώρευση των ΑΣ, απουσία των χαρούμενων επιθυμιών, και ως εκ τούτου η απουσία των αλλαγών, που οδηγούν στις επιθυμητές για εσένα καταστάσεις.
Ο έπειτα διαχωρισμός των θεωριών εξαρτάται από την φαντασία σου. Π.χ., τις ανάμεικτες θεωρίες μπορεις να τις ταξινομήσεις ως:
*) Οικιακές θεωρίες
*) Θεωρίες για την πρακτηκη
*) Κοινωνικές θεωρίες
*) Θεμελιώδεις θεωρίες
*) Μηχανικές προτιμήσεις
*) Οι ανησυχίες
*)Οι εκτιμήσεις
*) Μηχανικοί στόχοι
*) Μηχανικές εκτιμήσεις
*) Μηχανικές ερμηνείες
Οι οικιακές θεωρίες – ισχυρισμοί, που θέτουν τους κανονισμούς στο σπίτι σου. «Τα ρούχα στη ντουλάπα πρέπει να είναι καθαρά», «δεν επιτρέπεται να τρώμε στο πάτωμα», «πρέπει να σηκώνεσαι από νωρίς και να μην χουζουρεύεις μέχρι αργά», «οπωσδήποτε πρέπει να δουλέψεις και να βγαλεις πιο πολλά χρήματα», «πρέπει να σέβεσαι τους μεγαλύτερους», «πρέπει να κάνεις οικονομία», «πρέπει να προσέχεις τα πράγματα», «πρέπει να έχεις ξεκάθαρο στόχο στη ζωή και να προσπαθείς να το πετύχεις», και έτσι συνέχεια. Όλες οι οικιακές θεωρίες χειρίζονται με τους όρους «πρέπει» η «δεν κάνει», «είναι κακό», και παρόμοιους, με την φανερή μορφή η με υπονοούμενα. Τι είναι το «πρέπει», «δεν πρέπει», «καλό», «όχι καλό», για ποιο λόγο αυτό δεν επιτρέπεται, και εκείνο επιτρέπεται – είναι άγνωστο, κανένας δεν το σκέφτεται και πολύ. Χρησιμοποιώντας την αναλογία με τις οικιακές θεωρίες μπορεις να διατυπώσεις τις άλλες με βάση την πρακτική μου: «πρέπει να απομακρύνω τα ΑΣ», «είναι κακό να είσαι θεωρητικός», και τα λοιπά. Η πρακτηκη του ευθύ δρόμου είναι η καταβολή των προσπαθειών για την πραγματοποίηση των ΧΑΡΟΥΜΕΝΩΝ επιθυμιών, δηλαδή συνοδευόμενων με τη αισιοδοξία, προσμονη και άλλες ΦΑ, υπό τον όρο, ότι οι επιθυμίες αυτές συγκαταλέγονται στις δυο κατηγορίες: 1) η απομακρυνση των σκοτισμών (των ΑΣ, θεωριών, μηχανικών, η αλλιώς άχαρων επιθυμιών, δυσάρεστων αισθήσεων, της μηχανικής διακριτικής συνείδησης), 2) η δημιουργία των ΦΑ (κοίταξε τη λίστα στο κεφάλαιο «Η στρατηγική της αποτελεσματικής πρακτικής»). Σε κάθε περίπτωση συνιστώ να ακολουθείς τις χαρούμενες επιθυμίες, αλλά εάν αυτές δεν ανήκουν στις δυο κατηγορίες, αυτό δεν είναι η πρακτηκη του ευθύ δρόμου εξ` ορισμού, και είναι σωστό να δώσεις στην διαδικασία οποιοδήποτε άλλο όνομα, π.χ., «προκαταρκτικά στάδια».
Οι κοινωνικές θεωρίες κανονίζουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου στην κοινωνία, τις σχέσεις του με άλλα άτομα, η με τα κοινωνικά ινστιτούτα – το δημαρχείο, το κατάστημα, η αστυνομία, συνάδελφοι στη δουλειά, και τα λοιπά.
Για την αποτελεσματική εργασία με τις θεωρίες είναι σκόπιμο να ξεχωρίσεις και να φτιάξεις μια λίστα με τις βαρύτατες κοινωνικές ασθένειες, οι οποίες πέρασαν τόσο βαθιά στους ανθρώπους, ότι ακόμα και απλή υπόδειξη σε αυτά, δεν μιλάμε για την αμερόληπτη ανάλυση η απομακρυνση, αποτελεί άκρως δύσκολο στόχο λόγο του ολόκληρου φάσματος άμεσα εμφανιζόμενων δυνατών ΑΣ – και διασπαστικών και ασφυκτικών. Τις θεωρίες αυτές εγώ ονομάζω «θεμελιώδεις». Λόγο ύπαρξης της τεράστιας ποσότητας των συνδεδεμένων με αυτές ΑΣ, ο πρακτικός μπορει ακόμα και να αποτύχει στην ανακάλυψη αυτών των θεωριών στον εαυτό του! Είναι πολύ σωστό να απευθυνθείς στους άλλους ασκούμενους, για να σε «περάσουν» από το φάσμα των θεμελιωδών θεωριών, που γνωρίζουν, παρατηρώντας τις αντιδράσεις σου. Το πρόβλημα διευκολύνεται από το γεγονός, ότι η κάθε κουλτούρα έχει αρκετά τυπικές θεμελιώδεις θεωρίες.
Μηχανικές προτιμήσεις είναι το σύνολο των σκέψεων με το θέμα «μακάρι να ήταν τα πράγματα έτσι». Κατά κανόνα δεν συλλογίζεσαι και πολύ, για ποιο λόγο το πράγμα που μακαρίζεσαι είναι «καλό», μα κινείσαι σύμφωνα με το συνηθισμένο σχέδιο, δεν αναλύεις – τι έγινε τις προηγούμενες φορές, οποτε τύχαινε αυτό, που εσύ θεωρείς «καλό». Μη-μηχανικές προτιμήσεις είναι οι προϋποθέσεις, βασιζόμενες στον υπολογισμό: «λόγο των τάδε συνθηκών και κάποιων γνωστών νομοτελειών νομίζω, ότι τα συγκεκριμένα γεγονότα με μεγάλη πιθανότητα θα έχουν την θεμιτή εκβολή». Οι σκοτισμοί είναι μεμονωμένη περίπτωση των μηχανικών προτιμήσεων – σύνολο των σκέψεων με το θέμα «θα είναι φρικτό, εάν θα γίνει εκείνο», «θεός φυλάξου να μην συμβεί το τάδε πράγμα». Τους συνοδεύει το συνώνυμο ΑΣ. Με αυτά δεν αναλύεις τις αλλαγές, που έγιναν μετά από το συμβάν, που απευχόσουν και σου έτυχε. Εάν φτιάξεις μια λίστα τέτοιων καταστάσεων, εύκολα αποκαλύπτεις, ότι πολύ συχνά το αποτέλεσμα αυτών των γεγονότων ήταν μια τέτοια αλλαγή στη ζωή σου, που έπειτα σκεφτόσουν: «τι καλά, που τα πράγματα πήραν αυτήν τη τροπή». Οι εκτιμήσεις είναι περιγραφή μιας ομάδας αντιλήψεων αντίστοιχα με κάποια κλίμακα. Η μηχανική εκτίμηση εμφανίζεται, όταν η επιλεγμένη κλίμακα είναι η παράλογη, δηλαδή δεν είναι κτισμένη στην ανάλυση της εμπειρίας σου, αποκτήθηκε μηχανικά, η απουσιάζει εντελώς, και οι εκτιμήσεις βγαίνουν από συνήθεια η με σκοπό να υποστηρίξεις το ΑΣ. Οποτε η εκτίμηση εμφανίζεται από την χαρουμενη επιθυμία και βασίζεται στην ξεκάθαρη συνετή νόηση, δεν γίνεται άκαμπτη ταμπέλα, προσκολλημένη στην ομάδα των αντιλήψεων, και ανά πάσα στιγμή μπορεις να την αφαιρέσεις, κάτι το οποίο κάνει το σύνολο των ερμηνειών ευλύγιστο και σου αφήνει την ελευθερία για την υπερνίκηση της μηχανικής διακριτικής συνείδησης.
Μηχανικοί στόχοι είναι τα σύνολα των σκέψεων με το θέμα «πρέπει να το πετύχω», «είναι ανάγκη να το πετύχω». Με αυτά εσύ δεν αναλύεις τις αλλαγές, που συνέβησαν μετά από την επιτυχία των προηγούμενων μηχανικών στόχων. Εάν κάνεις μια τέτοια ανάλυση, είναι εύκολο να ανακαλύψεις, ότι υπερβολικά συχνά στο τέλος ένιωθες απογοήτευση, δεν έπαιρνες αυτά, τα οποία υπολόγιζες. Μη-μηχανική στόχοι είναι οι σκέψεις του τύπου «εγώ θέλω να πραγματοποιήσω κάποια χαρουμενη επιθυμία». Μην μπερδεύεις τις σκέψεις με τις επιθυμίες! Υπάρχει η επιθυμία «θέλω να πάω μια βόλτα», και υπάρχει η σκέψη «θέλω να πάω μια βόλτα». Κατά τη διαδικασία της πραγματοποίησης της χαρούμενης επιθυμίας (δηλαδή της επιτυχίας του μη-μηχανικού στόχου), παρακολουθώ για την παρουσία του αντίκτυπου ανάμεσα σε αυτή την χαρουμενη επιθυμία και τις επιθυμίες, ορισμένες ως «μέσω για την πραγματοποίηση της επιθυμίας».
Στην ίδια κατηγορία των στόχων ανήκουν και οι σκέψεις, τις οποίες εμείς ονομάζουμε «ενδιάμεσοι στόχοι», που αντιστοιχούν στις επιθυμίες, τις οποίες εμείς λέμε «τα μέσα». Εάν υπάρχει η επιθυμία να φας τηγανητά αυγά, υπάρχει και η σκέψη-στόχος «θέλω να φτιάξω αυγά», και η ενδιάμεση σκέψη –στόχος [λόγο κάποιων συνθηκών (στις οποίες συγκαταλέγονται και η χαρουμενη επιθυμία, και η ύπαρξη της εστίας και άλλα), και κάποιων νομοτελειών που γνωρίζω] είναι απαραίτητο να ανάψω την εστία». Το μπέρδεμα σε αυτό το ζήτημα ξεκινάει από το γεγονός, ότι η λέξη «στόχος» στην γλώσσα μας χρησιμοποιείται και για τον ορισμό των σκέψεων, και των επιθυμιών. Απομακρύνοντας αυτό το μπέρδεμα είναι πολύ εύκολο να φτάσεις στην διαύγεια.
Οι μηχανικές εκτιμήσεις είναι το σύνολο των σκέψεων με το θέμα «δεν θα έπρεπε να το κάνει», «καλός άνθρωπος». Μη-μηχανικές εκτιμήσεις είναι οι σκέψεις του τύπου «σύμφωνα με αυτές τις εκδηλώσεις έχω τους λόγους να υποθέσω ότι ένιωθε έτσι», «επειδή αυτός δείχνει έτσι, κρίνω συγκεκριμένα τις πράξεις του».
Οι μηχανικές ερμηνείες βασίζονται στην τυχαία διαλογή, η στην μηχανική συνήθεια, η είναι ορισμένα από το ΑΣ, αλλά δεν βασίζονται στους συλλογισμούς. Π.χ., όταν εσύ μπήκες και μου φώναξες, εγώ μπορώ να αισθανθώ θυμό, και θα διαλέξω την ερμηνεία, που τον υποστηρίζει: «αυτός είναι απλώς ξετσίπωτος». Αλλά εάν είμαι άνθρωπος με συνετή νόηση, τότε καταλαβαίνω, πως είναι πιθανή ολόκληρη σειρά των ερμηνειών – ίσως να πειραματίζεσαι, η είναι τέτοιου είδους πλάκα, η ότι δεν φωνάζεις σε μένα και ούτω καθεξής. Σε εξάρτηση από τις συνθικες και τις γνωστές νομοτέλειες θα καταλάβω τελικά – ποία προϋπόθεση είναι περισσότερα βάσιμη. Έπειτα μπορώ να αναρωτηθώ, να κοιτάξω την συμπεριφορά σου και να διορθώσω την ερμηνεία, εφόσον υπάρξουν οι λόγοι για αυτό.
02-01-09) Προσθέτω την έννοια των «δυνατών στόχων» – εκείνων, η επιτυχία των οποίων θα σε κάνει, κατά τη γνώμη σου, πιο ευτυχισμένο – να αποφοιτήσεις απ` το πανεπιστήμιο, να παντρευτείς, να κάνεις καριέρα, να μάθεις γιαπωνέζικα, να φτιάξεις μύες και άλλα. Η αποτυχία συνοδεύεται με αυτολύπηση και με τις σκέψεις «αν θα είχα πετύχει – τότε η ζωή μου θα ήταν αλλιώς…» Η επιτυχία των στόχων, βεβαίως, δεν κάνει κανέναν πιο ευτυχισμένο, και μπορεις να το διαπιστώσεις εύκολα, ρίχνοντας μια ματιά σε εκείνους, που είχαν πετύχει τους στόχους τους, η έστω στον εαυτό σου, και τότε σπασμωδικά δημιουργείς νέους στόχους, αυτά ξανά και ξανά δεν σε κάνουν ευτυχισμένη, και εσύ πάλι επινοείς τις δικαιολογίες και εξηγήσεις για την αποτυχία, βάζεις νέους στόχους και έτσι μέχρι να πεθάνουν οι χαρούμενες επιθυμίες τελικά, και πεθαίνεις και εσύ μαζί τους από γηρατειά και μαρασμό.
Κατά κανόνα, οι άνθρωποι θέτουν δυνατούς στόχους για τους εαυτούς τους από το ένστικτο του κοπαδιού, η λόγο των θεωριών, η των ΑΣ, η από κτήση, θέληση να αισθάνονται την ΑΑΣ, για λόγους εντυπωσιασμού, για να νιώθουν την επάρκεια, αδιαφορώντας για την μελέτη των ζωών εκείνων, που ήδη έχουν φτάσει σε αυτό τον στόχο, για να σκεφτούν – με ποιο συγκεκριμένο τρόπο η επιτυχία αυτού θα τους κάνει πιο ευτυχισμένους. Κατά τη διαδικασία του κατορθώματος των δυνατών στόχων οι άνθρωποι συνήθως βιώνουν όλο το φάσμα γνωστών σε αυτούς ΑΣ.
Εάν οι στόχοι σου ορίζονται από τη ΑΑΣ, την επιθυμία να κάνεις εντύπωση, τότε πρόθυμα μαθαίνεις ξένες γλώσσες, διαβάζεις διάφορα βιβλία, αρχίζεις να καταλαβαίνεις πολλά για διάφορα πράγματα, μαθαίνεις να απαγγέλλεις, να προσελκύεις, να διηγείσαι, γίνεσαι εγκυκλοπαιδικός, μπορεις να διδάσκεις σε άλλους, να προκαλείς θαυμασμό με τις γνώσεις και τις ικανότητες σου, γράφεις βιβλία… και βεβαίως μολαταύτα αισθάνεσαι τεράστια ποσότητα των ΑΣ και τελειώνεις τη ζωή σου πάλι στον μαρασμό και πλήρη ερήμωση, με το κεφάλι, γεμάτο με αριθμούς, γεγονότα και υποθέσεις, και με τη καρδιά μετατρεπόμενη σε ένα απλό μυς, σύμφωνα με όλους τους κανόνες της ανατομίας, και με τον εγκέφαλο, μεταμορφωμένο στο ίδιο πράγμα. Ο άνθρωπος, καθοδηγούμενος από την χαρουμενη επιθυμία, επίσης θέτει ένα στόχο μπροστά του, αλλά νιώθει χαρά και ικανοποίηση αμέσως τώρα, και την κάθε στιγμή της διαδικασίας πραγματοποίησης – αυτή είναι η ιδιότητα των χαρούμενων επιθυμιών, και όσο η επιτυχία, τόσο και η αποτυχία του στόχου δεν αλλάζουν το γεγονός, ότι απολαμβάνει τη ζωή.
Αδύναμους στόχους εγώ ονομάζω εκείνους, τους οποίους οι άνθρωποι θέτουν, για να αποχαυνώνονται, για να ξεχάσουν την γκρίζα κατάσταση και την ανία – είναι κάποια σημεία, που βάζουν στο κενό, για να φαίνεται, πως πάνε κάπου. Μπροστά διαγράφεται το απόλυτο τίποτα, αλλά ποιος έχει το σθένος να το παραδεχτεί; Και τότε εκεί, στο κενό, αυτοί πετούν ένα σημαδάκι, που μπαίνει κάπου, και οι άνθρωποι σέρνονται προς αυτό και λαμβάνουν την ηρεμιστική, αποχαυνωτική ανακούφιση σε όλη την διαδικασία της κίνησης, η οποία εναλλάσσεται με τις βασανιστικές κρίσεις της θλίψης από την ανοησία της ζωής, και στο τέλος καμιά φορά παίρνουν την στιγμιαία νεκρική καθησύχαση, όταν φτάνουν στον στόχο, η περιφέρονται έτσι, κάνοντας κύκλους ατελείωτα. Π.χ., εσύ κοιτάς το πρόγραμμα των εκπομπών και βλέπεις – έχει ποδόσφαιρο σήμερα, αισθάνεσαι τον κατευνασμό, επειδή το βράδυ τώρα είναι γεμάτο – υπάρχει στόχος. Μετά θα καλέσεις τον φίλο σου και θα πάτε με τη γυναίκα σου για επίσκεψη – θα πιείτε μπύρα, θα συζητήσετε για κάτι, και το πρωί σε περιμένει δουλειά, δηλαδή δεν υπάρχει κάτι να σκεφτείς, είναι απόλυτα κατανοητός στόχος, και θα σε κοιμίσει από τη Δευτέρα μέχρι την Παρασκευή, την Κυριακή θα πάτε σινεμά, ενώ τώρα θα πας για δείπνο και η επόμενη ώρα είναι επίσης γεμάτη. Όλα ταύτα είναι οι «αδύναμοι στόχοι», αλλά είναι πολύ δύσκολο να βγεις από τη φυλακή τους. Τα ονόμασα «αδύναμα», επειδή αυτά δεν εμφανίζονται ως δυνατή, παρατεταμένη αναλαμπή – σε περιβάλλουν σαν ομίχλη, αλλά αυτή η ομίχλη σε κρατάει με θανατική λαβή.
Η καθημερινή ζωή του κοινού ανθρώπου δεν υπάρχει χωρίς τους αδύναμους στόχους. Δεν υφίσταται τέτοιος χρόνος, που να μην είναι απασχολημένος με κάτι, μα και όταν αυτός εμφανίζεται, αμέσως έρχεται η έγνοια, η ανία, και εάν δεν βρεθεί η ασχολία γρήγορα, τα ΑΣ αυξάνονται μέχρι την ανυπόφορη ένταση. Πότε τελευταία φορά κάθισες η ξάπλωσες απλώς, η πήγες μια βόλτα δίχως κάποιο συγκεκριμένο λόγο? Απλώς κοιτάζοντας τον ουρανό, η κάνοντας μια βόλτα στο δάσος, απελευθερωμένη από τις σκέψεις; Η συνεχής συσσώρευση των αδύναμων στόχων μεταμορφώνει τη ζωή σου σε νεκρό, άνοστο χυλό.
Δοκίμασε να βρεθείς ανάμεσα σε ανθρώπους, τελείως άπραγη. Η αντίδραση θα είναι άμεση και επιθετική – θα κάνουν ό, τι περνάει από τα χέρια τους, για να σε στείλουν ξανά στην τροχιά της οποιασδήποτε ασχολίας, επιλέγοντας τα προσιτά σε αυτούς μέσα – την κοροϊδία, την κατάκριση, την πειθώ, αρνητική αντιμετώπιση, την ωμή βία. Κανείς δεν πρέπει να σταματά, ποτέ. Όλοι πρέπει να είναι πνιγμένοι στη δουλειά, ο καθένας πρέπει να έχει προβλήματα. Είναι ο άγραφος νόμος της κοινωνίας, στην οποία ζούμε. Κανείς δεν θα περάσει το συρματόπλεγμα έτσι απλά, και οι πιο σημαντικοί δεσμοφύλακες είναι οι δικές σου θεωρίες και φόβοι, διοτι είναι πολύ τρομακτικό – να παραδεχτείς ειλικρινά, ότι όλοι σου οι στόχοι είναι άδειοι, όλες η κατευθύνσεις καταλήγουν σε κύκλο, όλες οι συλλογές και οι επιτυχίες δεν αλλάζουν τίποτα στο πως θα βιώσεις αυτή τη στιγμή, αισθανόμενος τα ΑΣ η τις ΦΑ. Η πρακτηκη της απομάκρυνσης των αδύναμων στόχων στην αρχη συνοδεύεται με σοκ, παρόμοιο με εκείνο, που αισθάνεται ο ναρκομανής, όταν δεν έχει πάρει τη δόση του, με ισχυρό κυματισμό των ΑΣ, των σπασμωδικών επιθυμιών, αλλά μετά από την υπερνίκηση αυτού του συνδρόμου στέρησης εμφανίζεται η ΦΑ της πληρότητας, της ολοκλήρωσης. Οι χαρούμενες επιθυμίες, προσμονη και άλλες ΦΑ, που ξυπνάνε κατά τη διάρκεια απομάκρυνσης των αδύναμων στόχων όχι μόνο δεν συγκρούονται, αντιθέτως, έχουν αντίκτυπο με αυτήν την πληρότητα.
Η μηχανική δραστηριότητα εξ` ολοκλήρου καταλαμβάνει τη ζωή και την κάνει γκρίζα και ανούσια, και είναι πολύ δύσκολο να σπάσεις αυτόν τον κύκλο, αλλά δεν είναι ανέφικτο, το ζήτημα αφορά μόνο τις χαρούμενες προσπάθειες σου.
Κοίταξε την τελευταία ώρα από τη ζωή σου και πες: δεν ήσουν απασχολημένη με κάτι; Οι σκέψεις σου δεν έτρεχαν από τη μια μεριά στην άλλη; Ποσά λεπτά κατά τη διάρκεια της ημέρας υποφέρεις από το ότι δεν είσαι ελεύθερη από τις θεωρίες, ΑΣ, μηχανικές επιθυμίες; Πόσα ξεκάθαρα λεπτά της ημέρας προσπαθείς απελπισμένα να βιώσεις τις ΦΑ; Πόσα λεπτά την ημέρα σε πιάνει ακαταμάχητη δίψα για τις ΦΑ; Και μολαταύτα πιθανώς ελπίζεις σε κάτι; Συζητάς για την αναζήτηση, αλήθεια και αγάπη; Αυτό είναι καταφανή βλακεία. Ακόμη και για να μάθεις αγγλικά, πρέπει να ασχοληθείς με αυτό σοβαρά και για πολύ καιρό. Για ποιο λόγο οι άνθρωποι νομίζουν, ότι για να απελευθερωθούν από τους σκοτισμούς και για να μάθουν να βιώνουν τις ΦΑ, είναι αρκετή η λίγη κουβέντα με ένα ποτηράκι μπύρας; Τίποτα δεν θα αλλάξει μέσα σου, εάν δεν αφιερωθείς ολότελα στην αναζήτηση, στην πρακτική σου – μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, λεπτό προς λεπτό. Χρειάζεται εξήγηση για αυτό; Κάθε μέρα βλέπεις τηλεόραση, κάνεις σεξ, σκουπίζεις πατώματα, μαγειρεύεις, ονειρεύεσαι το μεγαλύτερο μισθό, λαμπερό αμάξι και όμορφα ρούχα, μπουκώνεσαι, προπονείς του μυς και τη διάνοια σου, αισθανόμενη συνεχώς τα ΑΣ η τα ΘΣ, αλλά που είναι σε όλα αυτά η επιδίωξη της ελευθερίας από τους σκοτισμούς και της αίσθησης των ΦΑ; Δουλεύεις δέκα ώρες την ημέρα, για να βγαλεις το προς το ζην, μα μόνο για αυτό; Όχι για τα κρύσταλλα – φωτιστικά – έπιπλα – αυτοκίνητο –εξοχικό– καπρίτσια της γυναίκας σου– τη ζήλια των κολλητών; Και έπειτα ο ίδιος άνθρωπος με παθητική έκφραση πολυλογεί για το πόσο άπιαστη είναι η αλήθεια!
Ο χρόνος περνά, και επί ολόκληρα έτη οι άνθρωποι αλλάζουν τα σχέδια τους ανεξάρτητα από την επιτυχία η αποτυχία σε αυτά. Αυτή η ατελείωτη ρουτίνα δεν αλλάζει ποτέ. Δεν αλλάζει ποτέ η αόριστη ελπίδα «να ζήσω κάποτε για μένα», αλλά αυτό δεν συμβαίνει ποτέ από μόνο του, και καμία μηχανική, άχαρη επιθυμία δεν θα σε οδηγήσει σε αυτό. Πρώτον, οι δουλειές δεν τελειώνουν ποτέ. Δεύτερων, στις στιγμές, όταν ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται το ανούσιο των παλιότερων στόχων του, τον καταλαμβάνει η φρίκη, και τότε αυτός αρχίζει σπασμωδικά να ψάχνει για νέους. Τρίτον, οποτε εμφανίζεται η ευκαιρία έστω για λίγο «να ζήσει για τον εαυτό του», αποδεικνύεται, ότι οι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα, τι είναι αυτό – η ζωή για τον εαυτό τους, επειδή δεν έχουν πια τις χαρούμενες επιθυμίες! Τότε επινοούνται τα χόμπι – ασχολία που θα τους επιτρεπει να χαρούν τη κτήση, η να κάνουν την εντύπωση στους άλλους, μα όλα αυτά αναπόφευκτα οδηγούν στα νέα ΑΣ, προς νέους μηχανικούς στόχους.
Εγώ προτείνω τον τρόπο να ξεφύγεις από αυτό το φαύλο κύκλο – απομακρύνοντας τα θεωρητικά εμπόδια, να ακολουθήσεις τις χαρούμενες επιθυμίες, δηλαδή εκείνες, που συνοδεύονται με τις φωτισμένες αντιλήψεις – από τη συμπάθεια, προσμονη, αίσθηση της ομορφιάς, του μυστηρίου, επιδίωξης και άλλες. Οποιοσδήποτε στόχος, φτιαγμένος εν απόσπαση από τις χαρούμενες επιθυμίες, και που δεν έχει αντίκτυπο με αυτά, θα καταλήξει στα ίδια ΑΣ. Γίνε κυνηγός – ιχνηλάτησε, αναζήτησε τις παραμικρές, ακόμα και τις πιο αδύναμες επιθυμίες, πραγματοποίησε τις, και αυτά θα δυναμώσουν, θα διευρυνθούν, θα εμβαθύνουν, θα εκτοπίσουν τις σκοτισμένες αντιλήψεις, θα προσελκύσουν τις φωτισμένες. Το γνώρισμα της ελευθερίας από τους θεωρητικούς στόχους – προσμονη, ενθουσιασμός από το βίωμα του μυστήριου της κάθε στιγμής.
Ανεξάρτητα από το μέρος και το χρόνο εκατομμύρια άνθρωποι περνάνε τον ίδιο δρόμο: γέννηση -συλλογή -κτήση -θάνατος. Ο ελεύθερος χρόνος γίνεται άκρως επιβαρυντικός, επειδή αυτός σημαίνει την ανυπόφορη σύγκρουση με το πρόβλημα «με τι να απασχολήσω τον εαυτό μου», για αυτό ο καθένας προσπαθεί σπασμωδικά να γεμίσει όσο πιο πολύ γίνεται τον χρόνο του με οτιδήποτε. Όποτε το άτομο για κάμποσο καιρό μένει χωρίς ασχολία, αισθάνεται, ότι ο κόσμος γύρο του περνά μπροστά με μεγάλη ταχύτητα, και ο ίδιος μένει στην άκρη, έτσι ανεβαίνει στην πρώτη τυχαία σέλα και καλπάζει να τον προλάβει. Έτσι και περνούν αυτοί, και μια ανεβαίνει, μια απλώνει ξανά η ξεσηκωμένη σκόνη.
02-01-10) Ανάμεσα στις ερμηνείες μπορούμε να ξεχωρίσουμε ως ξεχωριστή τάξη τις ερμηνείες της έννοιας, σύνδεσης, προορισμού και άλλων, και στην άλλη τάξη –ερμηνείες των συνθηκών, τις οποίες με τη σειρά τους μοιράζουμε στις ερμηνείες της συμπεριφοράς των άλλων ανθρώπων, της «συμπεριφοράς των αντικείμενων», της δικής σου συμπεριφοράς και ούτω καθεξής.
Οποτε αντιλαμβάνομαι, ότι το φαινόμενο είναι μόνο ένα φαινόμενο, και όχι πρόθεση «για κάτι» η «ο λόγος για κάτι», αυτό διευκολύνει την απομάκρυνση των μηχανικών ερμηνειών. Κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν σοβαρά, ότι εάν υπάρχουν τα αστερία, κάποιος τα χρειάζεται, και εάν το φυτό έχει φύλλα, ο λόγος είναι για να παράγουν τη χλωροφύλλη. Αυτό είναι μια ακραία μορφή των μηχανικών ερμηνειών, αλλά είναι η αιτία για να υποφέρουν πάρα πολλοί. Οι αντιλήψεις, τα σύνολα των οποίων εμείς ονομάζουμε «φαινόμενα του γύρο κόσμου», απλώς υπάρχουν, και δεν υπάρχει αντίληψη της «ηθικής», ούτε η αντίληψη του «δίκαιου», ούτε η αντίληψη του νοήματος. Επειδή το να προσθέτεις σε κάτι επιπλέον «νόημα» σημαίνει να βάλεις την ερμηνεία του ορισμού η του προορισμού, κάτι το οποίο είναι καθαρή μυθοπλασία, διοτι κανένας δεν έχει μια τέτοια αντίληψη ως «προορισμός». Είναι πολύ απλό να το καταλάβεις λογικά, αλλά πολύ δύσκολο να ξεφορτωθείς την επίπονη συνήθεια να ψάχνεις για «νόημα», «προορισμό», «μυστική σύνδεση», «τιμωρία» και άλλους δαίμονες σε όλα. Η εποχή μας θεωρείται αιώνας του αθεϊσμού, πράγμα, φυσικά, λανθασμένο, επειδή σχεδόν όλοι είναι άρρωστοι με πρωτόγονες προκαταλήψεις, με την επινόηση των «νοημάτων», «σημαδιών», «σημασιών» και «συνδέσεων».
Ας αναλύσουμε για παράδειγμα την «σύνδεση». Εάν πατήσουμε ένα κουμπί στο πληκτρολόγιο, θα εμφανιστεί το γράμμα στην οθόνη – αυτό εννοούν οι λογικοί άνθρωποι, όταν λένε, ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στο πάτημα του κουμπιού και στην εμφάνιση του γράμματος, αλλά επειδή η λέξη «σύνδεση» στην καθημερινή γλώσσα σημαίνει και κάτι πολύ απτό – το σκοινί, την αλυσίδα, τότε παρουσιάζεται η σύγχυση των εννοιών (και αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο εγώ θεωρώ ανώφελη τη χρηση της λέξης «σύνδεση» εδώ, και προτείνω να την αλλάξουμε με κάποια άλλη λέξη), και στο τέλος οι άνθρωποι αρχίζουν να πιστεύουν, ότι υπάρχει κάποια ιδιαίτερη «σύνδεση» ανάμεσα στο πάτημα του κουμπιού και στην εμφάνιση του συμβόλου, η οποία είναι κάπως υλική, αποτελεί το συγκεκριμένο σύνολο των αντιλήψεων, εντωμεταξύ, καμία τέτοια αντίληψη δεν υφίσταται, και η λέξη «σύνδεση» έχει ακριβώς την ορισμένη σημασία, δηλαδή πιο συγκεκριμένα; μετά από την αντίληψη «πατάω το κουμπί» έρχεται η αντίληψη «εμφανίζεται το σύμβολο στην οθόνη». Όταν η κατανόηση αυτού απουσιάζει (και αυτό συμβαίνει τις περισσότερες φορές), ξεκινάει η άνθηση των υπόλοιπων θεωριών – για το κάρμα, για την ανταπόδοση και για άλλα.
Παρόμοιοι συλλογισμοί μπορει να φανούν υπερβολικά περίπλοκοι, αλλά με μια πιο προσεκτική ματιά δεν υπάρχει τίποτα το δύσκολο σε αυτά – μόνο τη πρώτη φορά δυσκολεύεσαι να τα ξεχωρίσεις, και εκεί η δυσκολία δεν είναι στους ίδιους συλλογισμούς, αλλά στην υπερνίκηση της συνηθείας της πρόθεσης των ανύπαρκτων αντιλήψεων, στην καταπολέμηση του φόβου να μείνεις δίχως τις παραισθήσεις σου. Ωστόσο, οποτε έρχεται η διαύγεια, εύκολα απλώνεται σε όλες τις παρόμοιες καταστάσεις, και τότε βρίσκεις, ότι είναι απλώς θαυμάσιο – να την έχεις.
Θα φέρω το παράδειγμα του τυπικού διαλόγου:
– Υπάρχει σύνδεση ανάμεσα σε μητέρα και παιδί..
– Πώς την αντιλαμβάνεσαι;
– Εκείνος εχθές δεν ήταν καλά, και εγώ επισης ένοιωσα έτσι.
– Δηλαδή, υπάρχει η αντίληψη από τα λόγια του, ότι δεν ήταν καλά, αντίληψη της συμπεριφοράς του, την οποία εσύ ερμηνεύεις ως «πόσο χάλια είναι», και οι δικές σου αντιλήψεις, που εσύ ονομάζεις «δεν είμαι καλά». Αλλά τι είναι το «δεν είμαι καλά»; Υπάρχει βεβαιότητα, ότι ονομάζετε με αυτή τη λέξη την ίδια κατάσταση; Υπάρχει η σιγουριά, ότι το δικό σου «δεν είμαι καλά» δεν εμφανίστηκε απλώς από τη συνήθεια σου να νιώθεις «άσχημα», οποτε το παιδί σου «δεν είναι καλά»; Βλέπεις – εκείνο στεναχωριέται, και σου έρχεται η λύπηση για αυτό – και η δυο «δεν είστε καλά». Που είναι η αντίληψη της «σύνδεσης» λοιπόν;
– Μα πως, αυτό είναι και η σύνδεση ανάμεσα μας, αυτός είναι χάλια, και εγώ είμαι χάλια.
– Αυτό δεν είναι η «σύνδεση», αυτό είναι μια απλή συνήθεια να αισθάνεσαι κάποιες αντιλήψεις υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες.
– Όχι, αυτό είναι η σύνδεση, εκείνος δεν ήταν καλά, και εγώ δεν ήμουν καλά.
Και έτσι συνέχεια. Είναι αδύνατον να εξηγήσεις κάτι, όταν δεν υπάρχει ειλικρινή προσπάθεια για την επιτυχία της διαύγειας.
Σε ότι αφορά τις ερμηνείες της συμπεριφοράς των άλλων ανθρώπων, εδώ ισχύει το ίδιο πράγμα. Οι άνθρωποι και η συμπεριφορά τους για σένα είναι μόνο ένα ειδικό σύνολο των ΔΙΚΩΝ ΣΟΥ αντιλήψεων, για τις οποίες δεν μπορεις να πεις τίποτα, εκτός από το ότι απλώς υπάρχουν. Το σπουργίτι πέταξε – θα σου προκαλέσει αυτό κάποιο ΑΣ; Όχι, επειδή συνήθισες να το αντιμετωπίζεις ως «φυσικό φαινόμενο» (το οποίο, εδώ που τα λέμε, αποτελεί την αφηρημένη θεωρία). Ο περαστικός έβρισε χυδαία. Αυτό θα προκαλέσει το ΑΣ; Βεβαίως, διοτι αντιδρά μια άλλη συνήθεια, εφόσον τον περαστικό εσύ δεν τον βλέπεις ως «φυσικό φαινόμενο», του προσθέτεις την συνείδηση, την ελεύθερη βούληση, (που επισης είναι η αφηρημένη θεωρία), αντίστοιχα, ενεργοποιούνται και τα άλλα στερεότυπα της συμπεριφοράς, δηλαδή, εμφανίζονται τα ΑΣ. Οποτε καταλαβαίνεις, ότι η αντίληψη του ανθρώπου που έβρισε είναι απλώς ένα σύνολο των ΔΙΚΩΝ ΣΟΥ αντιλήψεων, τις οποίες εσύ ονομάζεις «τα φαινόμενα του εξωτερικού κόσμου» (κα αυτό είναι αφηρημένη θεωρία), το στερεότυπο της αντίδρασης με τη μορφή του ΑΣ μπορει να μην εμφανιστεί. Όταν έρχεται κατά πάνω σου μεγάλο κύμα στη θάλασσα, μαζεύεσαι και το αντιμετωπίζεις – αλλά το μύσεις; Όχι, μπορει ακόμα και να αισθανθείς χαρά, θαυμασμό, ενθουσιασμό, παρόλο που καταλαβαίνεις, ότι το κύμα μπορει να σε χτυπήσει, και μάλιστα πολύ δυνατά, καμιά φορά ακόμα και θανάσιμα. Όταν σου επιτίθεται ένας μεθυσμένος, κάνεις το ίδιο πράγμα – τον αντιμετωπίζεις, αλλά από συνήθεια ερμηνεύεις τις πράξεις του όχι ως αποτέλεσμα των μηχανικών επιθυμιών στο τάδε μέρος, αλλά τον επινοείς σαν κάποιον «εκείνον», και επειδή υπάρχουν οι θεωρίες, ότι «αυτός» «πρέπει», εσύ βιώνεις το ΑΣ. Πιστεύεις, ότι οι συγγενείς σου έχουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που τους ξεχωρίζουν από τους άλλους ανθρώπους, τους κάνουν πιο «οικείους» για σένα. Όμως, δεν υπάρχει καμία αντίληψη της «συγγενικής σύνδεσης», εσύ την επινοείς και μετά ακολουθείς τα στερεότυπα, στηριγμένα σε αυτό το φάντασμα. Τι ακολουθεί το γεγονός, ότι αυτή η γυναίκα γέννησε ένα παιδί, από το οποίο με μυστήριο τρόπο δημιουργήθηκε αυτό, που εσύ αποκαλείς «εαυτό σου»? Αυτό σημαίνει, ότι θα έχετε κοινά ενδιαφέροντα, ότι θα σου αρέσει να ζεις κα να επικοινωνείς με αυτήν; Και συνάμα με τον άντρα της, τον πατέρα, τον αδερφό, την αδερφή, τη γυναίκα του αδερφού, τα παιδία, τον παππού και τη γιαγιά, τους φίλους τους… δεν είναι μια καταφανή βλακεία?? Και τι σημαίνει το γεγονός, ότι εσύ γέννησες ένα παιδί; Σημαίνει, ότι αυτός ο απολύτως άγνωστος για σένα άνθρωπος, που βρέθηκε στην κοιλιά σου, τώρα «πρέπει» να είναι ενδιαφέρον για σένα, να είναι κοντά σου; Και επισης η μελλοντική σύζυγος του, τα παιδία του, ο αδερφός της γυναίκας του, τα παιδία του…
Η θεωρία της «οικειότητας» των συγγενών έχει δυο μοναδικές ιδιότητες: α) είναι η άγια των άγιων στην κοινωνία μας, β) η ανοησία της, η αβασιμότητα, η αντίθεση με την υπόλοιπη ζωτική εμπειρία είναι τόσο μεγάλη, ότι είναι αδύνατον να μην το παρατηρήσεις. Αλλά η οποιαδήποτε προσπάθεια να αναλογιστείς ειλικρινά αυτό το θέμα, και να ξεκινήσεις να φέρεσαι σύμφωνα με τις δικές σου χαρούμενες επιθυμίες κόντρα στην δεδομένη θεωρία είναι καταδικασμένη για το εξαιρετικά δυνατό μίσος από τη πλευρά των συγγενών, και η υποτίμηση της σημαίνει ότι θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο. Και πάλι – για την «οικειότητα». Μόλις ο γιος ή η κόρη αντιληφθεί, ότι του είναι αδιάφοροι οι γονείς του, μόλις αρχίσει να ακολουθεί τις χαρούμενες επιθυμίες του, αμέσως η «οικειότητα», που νιώθουν οι γονείς του για αυτόν, αποκτά μια πολύ περίεργη μορφή, και συγκεκριμένα – την μορφή του μίσους. Στη συλλογή των άρθρων θα δημοσιοποιήσω τα γραπτά των πρακτικών, ασχολούμενων με το θέμα, και όχι κάθε δεύτερος, ή ο κάθε τρίτος – οι εννιά από τους δέκα πρακτικούς, με το που σταματάνε την υπόκριση, ότι η παρέα με τους γονείς τους έχει ενδιαφέρον, αρχίζουν να απομακρύνουν τα ΑΣ, να ταξιδεύουν, να ακολουθούν τις χαρούμενες επιθυμίες, αμέσως έρχονται αντιμέτωποι με το πραγματικό πόλεμο των γονέων ενάντια στο «αγαπημένο» και «οικείο» τους παιδί – το απαγάγουν, το φυλακίζουν, το δένουν, προσπαθούν να το βάλουν στο ψυχιατρείο (ακόμα και στις μέρες μας αυτό είναι δυνατόν). Η ψυχιατρική παραμένει να είναι ένα ρόπαλο στα χέρια των επιτιθέμενων. Η αμοιβαία εγκληματική συνομωσία των συγγενών μπορει άνετα να σε οδηγήσει στο εγκλεισμό στο τρελοκομείο και θα σε καρφώσουν με ηρεμιστικά – θα γίνεις ήρεμο και πειθήνιο κούτσουρο και οι συγγενείς θα είναι ευχαριστημένοι, ή ακόμα και να προσπαθήσουν να σε σκοτώσουν! Για τη λύση αυτού του προβλήματος καλούν την αστυνομία, και αυτή τίμια προσπαθεί να εκτελέσει το καθήκον της – ουρλιάζει στα ατίθασα ενήλικα (!) παιδία, τα φοβερίζει και τα απειλεί με φυλακή (!!). Οι τρυφεροί γονείς γράφουν τις δηλώσεις στα όργανα, ότι έχω μια σέκτα, ότι βιάζω τις κοπέλες και τις πουλάω στους οίκους ανοχής, τις κάνω «ζομπι» (??), ακόμα στέλνουν σε μένα, ως συγγραφέα αυτού του βιβλίου, γράμματα με απειλές κατά της ζωής μου και σκέφτονται πολύ σοβαρά και δηλώνουν στα ανοικτά την πρόθεση τους να με σκοτώσουν, επειδή είμαι το γέννημα της κόλασης. Ως εκ τούτου και η συμβουλή προς τους μελλοντικούς πρακτικούς – εάν θέλεις να δώσεις στους συγγενείς σου μια ευκαιρία να γνωρίσουν την ΠΕΔ, δώσε τους το βιβλίο μου μαζί με κάποια άλλα – του Όσσο, του Καστανεδα, του Γκουρτζίεφ και κάποιων άλλων. Ας επιλέξουν μόνοι τους, και εσύ κάνε τη δική σου επιλογή, και μην ασχολείσαι με την «φώτιση» – αυτό δεν έχει προοπτική. Αλλιώς – περίμενε τον πόλεμο μέχρι τελικής νίκης, τον οποίο θα προκηρύξουν οι «οικείοι» σου.
Η λογική κατανόηση, ότι η «συγγενική σύνδεση» είναι ένα επινοημένο φάντασμα, δεν είναι αρκετή για την υπερνίκηση της δράσης του, εκδηλωμένης σε διάφορα «εγώ πρέπει». Για την πραγματική καταπολέμηση της δράσης των μηχανισμών συστήνω να κάνεις την πλήρη μελέτη των συγγενών. Βρες άκρη – ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, κατά πόσο πραγματικά σε ενδιαφέρουν, πόσο κοντά σου βρίσκονται. Φτιάξε τη λίστα με μια εκατοντάδα ερωτήσεων, οι απαντήσεις σε οποίες είναι σημαντικές για σένα, ζήτησε από αυτούς να απαντήσουν, δικαιολόγησε την επιθυμία σου συγκεκριμένα με την θέληση σου να τους γνωρίσεις καλύτερα. Ανάμεσα στις ερωτήσεις ας είναι και ζητήματα του σεξ, και για τα ΑΣ, οτιδήποτε που πραγματικά σε αφορά, σε ενδιαφέρει. Έπειτα αμερόληπτα ανέλυσε τις απαντήσεις και δημιούργησε μια ειλικρινή άποψη σύμφωνα με τα συμπεράσματα που έχεις βγάλει.
Ας περάσουμε τώρα στο ζήτημα της ερμηνείας των συνθηκών. Όταν χτυπάς επώδυνα σε μια πέτρα, εμφανίζεται η σκέψη «βρε το άτιμο πράγμα , βρίσκεται εδώ…». Οποτε ανοίγεις ένα βιβλίο, και για τρίτη φορά σου πέφτει από τα χέρια, έρχεται η σκέψη «τι γίνεται εδώ», και αρχίζεις να εκνευρίζεσαι. Είναι πάρα πολλές αυτές οι εκδηλώσεις των μηχανικών ερμηνειών σε σένα – φτάνει να κοιτάξεις λίγο πιο προσεκτικά, για να παρατηρήσεις, ότι οι ζωή είναι κυριολεκτικά σουβλισμένη με τις ερμηνείες, η κάθε στιγμή είναι γεμάτη με αυτά. «Ξέρεις», ότι το βιβλίο «πρέπει» να ανοίγει με την πρώτη, περιμένεις, ότι η πέτρα «δεν θα έπρεπε» να είναι στο δρόμο, είσαι σίγουρη, ότι το αγοράκι-γείτονας «πρέπει» να χαιρετάει πρώτος, και ο γιος σου «πρέπει» να είναι πιο καλός μαθητής, η κυβέρνηση «πρέπει» να κάνει καλύτερη νομισματική πολιτική, και το καινούριο ψυγείο «δεν πρέπει» να χαλάει αμέσως. Οι μηχανικές ερμηνείες των συνθηκών είναι παντού, όλη η ζωή έχει μπερδευτεί σε αυτά.
Και οποτε αρχίσεις να απομακρύνεις τις μηχανικές ερμηνείες, εμφανίζεται μια ιδιαίτερη φρεσκάδα, και φωτισμένες αντιλήψεις. Στην πρώιμη παιδική ηλικία ήσουν ελεύθερη από το φορτίο των ερμηνειών, απλώς κοιτούσες τον κόσμο με ορθάνοιχτα μάτια, και κατά διάρκεια της απομάκρυνσης των μηχανικών ερμηνειών ξεκινάς να αισθάνεσαι, πως η φρεσκάδα των παιδικών εντυπώσεων επιστρέφει. Ο κόσμος γίνεται πιο βαθύς, πιο πλατύς, πιο μεγαλειώδης, πιο καταπληκτικός, πιο διάφανος, σε αυτόν εμφανίζονται νέες διαστάσεις των αντιλήψεων, οι οποίες παλιότερα καταπνίγονταν κατά τη γέννηση τους.
Οι ερμηνείες είναι τα πήγματα των σκέψεων που συνωστίζονται σε σκληρές θεωρητικές δομές. Είναι εύκολο να το δεις. Όταν είσαι έξω στον δρόμο, «ξέρεις», ότι τώρα είναι «χειμώνας». Όταν φτάνεις στο σπίτι σου, ξέρεις τι είναι έξω από το παράθυρο. Οποτε πας για δουλεία, ξέρεις συγκεκριμένα, ότι θα έρθεις ακριβώς εκεί, και θα βρεις τα συνηθισμένα πράγματα. Εγώ ξέρω, πως με λένε. Ξέρω, σε ποια χώρα ζω, ποιοι άνθρωποι με περιβάλλουν. Όλο αυτό είναι ένα σκληρά στερεωμένο σύνολο των ερμηνειών, και εγώ δεν έχω την δυνατότητα να κοιτάξω αυτά, τα οποία συνήθως δεν βλέπω. Εάν εγώ βλέπω το «δέντρο», τότε ξέρω ότι το «δέντρο» είναι ο κορμός, τα κλαδιά, και τα φύλλα, και δεν δίνω προσοχή στα ξέφωτα ανάμεσα στα φύλλα, δεν θα προσέξω το παιχνίδι των σκιών, και δεν θα νιώσω την αίσθηση της ομορφιάς και της προσμονής, οι οποίες κατά κάποιο μυστήριο τρόπο αντηχούν με αυτήν. Δεν θα αντιληφθώ την αναλαμπή της χαρούμενης επιθυμίας, δεν θα κάνω μια μεταβολή για να πάω στην αντίθετη μεριά – διοτι εγώ «ξέρω», ότι πάω για ψώνια. Μου αρέσει να ταξιδεύω – να περιπλανιέμαι στην άγνωστη πόλη, να κοιτάω τα πιο συνηθισμένα πράγματα και να βιώνω τις εξαιρετικές αισθήσεις της απομόνωσης, της φρεσκάδας μόνο και μόνο επειδή δεν θα μάθω τίποτα εδώ, δεν ήμουν ποτέ πριν σε αυτό το μέρος και δεν γνωρίζω, τι με περιμένει πίσω από τη γωνία. Ξέρω, ότι δεν με ξέρει κανείς, και νιώθω απελευθερωμένος. Δεν έχω ιδέα, τι θα αισθανθώ σε ένα με δυο λεπτά – τίποτα δεν είναι προσχεδιασμένο, οι συνήθειες δεν πρόλαβαν να στερεωθούν. Τι σε εμποδίζει να το βιώσεις εδώ και τώρα – στο σπίτι, στη δουλειά, στα μέσα μαζικής μεταφοράς; Μόνο η συνήθεια της αντίληψης του εαυτού σου «σπίτι», που επισης είναι και η συνήθεια να αισθάνεσαι την γκρίζα κατάσταση, να είσαι ασυναίσθητη, κουρασμένη, να μην περιμένεις τίποτα, να μην αφουγκράζεσαι τις επιθυμίες σου, τις φωτισμένες αντιλήψεις. Οποτε φαντάζομαι, ότι ζω σε μια άλλη πόλη, ότι δεν με ξέρει κανένας, ότι εγώ δεν είμαι καν ο εαυτός μου, η ζωή ξυπνά, οι χαρούμενες επιθυμίες οξύνονται. Αλλά, φυσικά, αμέσως εμφανίζεται η σκέψη: «όλα αυτά είναι παιχνίδια, στην πραγματικότητα ξέρω που βρίσκομαι», και τα πάντα εξαφανίζονται, η συνηθισμένη μιζέρια γυρίζει στην εξουσία. Η ξεκάθαρη λογική συνείδηση δεν αντιτίθεται στις φωτισμένες αντιλήψεις βέβαια, αλλά με μια τέτοια πρακτηκη της «λησμοσύνης» μπορεις να επαναφέρεις στη ζωή τις ΦΑ, οι οποίες από συνήθεια δεν εμφανίζονται υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, να τους απομνημονεύεις και να προπονείσαι στο βίωμα τους ανεξάρτητα από τις ερμηνείες. Και εφόσον εκδηλώνονται οι αντιλήψεις, οι οποίες δεν υπήρχαν πριν, αυτό σημαίνει, ότι «εγώ» παλιότερος – δεν είμαι πια «εγώ» στην τωρινή μου κατάσταση, επειδή το «εγώ» είναι μόνον ο ορισμός του συνόλου των αντιλήψεων, εμφανιζόμενων στο συγκεκριμένο μέρος.
Κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο τρέφουμε τις αυταπάτες, λέγοντας – όλα αυτά είναι ήδη γνωστά, όλα οικεία. Γνωστό είναι ό, τι υπάρχει, τι θα γίνει, που θα είμαι σε ένα λεπτό και άλλα. Αδιάκοπα δουλεύει ο υπολογιστής στο κεφάλι, και όσο αυτός δουλεύει, να είσαι σίγουρη – το 99% όλων των ενδιαφέρον πραγμάτων, που θα μπορούσες να βιώσεις τώρα, σε προσπερνά. Το σχήμα των περιγραφών, που απλώνεται πάνω στον κόσμο, δεν σου επιτρεπει να βγεις από τα σύνορα της.
Εγώ ξυπνάω το πρωί. Εγώ λέω – είμαι σπίτι, το σπίτι είναι δικό μου, η πόλη είναι δική μου, και θα κάνω τούτο και εκείνο, έχω αυτά τα σχέδια, έξω βρέχει, είναι απαίσια, είναι άχαρα, δίχως μέλλον…αναδύεται όλη η σειρά των αναλογιών και των συνηθειών, συνδεδεμένων με αυτή τη περιγραφη, και εγώ γίνομαι ένα γρύζω άδειο πλάσμα.
Εγώ ξυπνάω το πρωί. Ξέρω, ότι θα καταβάλλω τις προσπάθειες για την απομακρυνση των σκοτισμών, για αυτό μπορει να συμβεί οτιδήποτε, μπορει να αποκαλυφθεί κάτι νέο, ανεξάρτητα από το που είμαι και ποιος είμαι, ανα πάσα στιγμή η ζωή μπορει να αλλάξει , και αυτό είναι λιγάκι τρομακτικό, αλλά και πολύ ενδιαφέρον. Η ζωή μου μπορει να αλλάξει ειδικά, εάν προσφύγω στις ενέργειες, που με απελευθερώνουν από την αιχμαλωσία των στερεότυπων της αντίληψης και την αντιμετώπισης του κόσμου. Και αισθάνομαι, ότι κρατώ το χέρι μου στο παλμό της ζωής, και όντως αρχίζουν να συμβαίνουν αμέσως καταπληκτικά πράγματα – έρχονται ενδιαφέρον, νέες σκέψεις, δροσερές διαθέσεις, αναλαμπές των καινούριων η των γνωστών ήδη ΦΑ, αρχίζω να συμπεριφέρομαι αλλιώτικα, ο δρόμος ανοίγεται απευθείας μέσα μου.
Παλιότερα συχνά ένοιωσα την οξύ ανάγκη να αγαπήσω, αλλά ο υπολογιστής στο κεφάλι έλεγε – θέλεις να αγαπήσεις, μα δεν υπάρχει κανένας για αυτό! Δεν βρίσκεται δίπλα μου ο άνθρωπος, τον οποίο να θαύμαζα, για τον οποίον θα μπορούσα να νιώσω αγάπη. Και αμέσως όλα γίνονταν γκρίζα, θαμπά και απαίσια. Αυτό διαρκούσε μήνες, οποτε εγώ δεν ένιωθα αγάπη, επειδή δεν είχα κανέναν να αγαπήσω. Ήρθε η μέρα, όταν αναρωτήθηκα – μα ποια είναι, συγκεκριμένα, η διαφορά; Εγώ θέλω να αισθανθώ αγάπη – τώρα. Έχει πραγματικά σημασία, ότι δεν υπάρχει το άτομο για αυτό; Μήπως θα έπρεπε απλώς να φανταστώ έναν τέτοιο άνθρωπο, διοτι εγώ θέλω να βιώσω την αγάπη, και δεν έχει και πολύ σημασία – για ποιον; Δοκίμασα να φανταστώ κάποια κοπέλα, εμφανίστηκε μια μορφή, και κατάλαβα, ότι δεν γίνεται να αγαπήσεις μια αφηρημένη εικόνα. Τότε έθεσα την ερώτηση αλλιώς – ίσως θα μπορέσω να αισθανθώ αγάπη, αν δεχτώ την υπόθεση, ότι κάπου υπάρχει ένα κορίτσι, το οποίο θα αγαπούσα, εάν το συναντούσα. Τα μάτια μου δεν τη βλέπουν, δεν ξέρω τίποτα για αυτήν, αλλά το γεγονός, πως έχω την επιθυμία να αγαπήσω σημαίνει, ότι την νιώθω και την αγαπώ. Και ποιος είναι ο λόγος να σκοτώσω με τους συλλογισμούς την επιθυμία μου και την ικανότητα για αγάπη; Είναι το ίδιο με το να πεις – «είναι νύχτα, αγάπη μου, και πολύ σκοτεινή, εγώ δεν σε βλέπω, πώς μπορώ να σε αγαπήσω;». Ανόητο; Ανόητο. Μα οι καταστάσεις αυτές μοιάζουν πολύ – εγώ δεν βλέπω, δεν ακούω, δεν ξέρω για την ύπαρξη του αγαπημένου μου κοριτσιού, αλλά ακριβώς η ανάγκη να αισθανθώ την αγάπη είναι η πιο άμεση γνώση για αυτήν. Παίρνοντας αυτή την υπόθεση για την ανάλυση, ανακάλυψα, ότι είμαι ικανός να αγαπήσω! Εκείνη τη στιγμή ένοιωσα λίγο τρελός, συγχύστηκα, επειδή το μυαλό μου ψιθύριζε: «τι κάνεις… πώς είναι δυνατόν να αγαπάς κάποιον άγνωστο; Αυτό είναι παραλήρημα…» Παραλήρημα η όχι, η επιλογή είναι απλή – η αμέσως τώρα το βιώνω, η δεν το βιώνω. Εγώ επέλεξα να βιώσω, και με αυτό το τρόπο πραγματοποίησα την ευθύ δημιουργία της φωτισμένης αντίληψης, απομακρύνοντας τη γκρίζα κατάσταση, υποστηριζόμενη από τις θεωρίες για την απουσία του αγαπημένου κοριτσιού.
Εάν κάποιος ονομάσει της συγκινήσεις μου παραίσθηση, ή βλακεία , ή τρέλα – μου είναι αδιάφορο, επειδή ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ αυτό, που νιώθω τώρα, μου αρέσει, πως αλλάζει η ζωή σαν αποτέλεσμα αυτών των συγκινήσεων.
Έπειτα εγώ βίωνα την αγάπη, που δεν ήταν στοχευόμενη σε κανέναν συγκεκριμένα, τόση, όση γενικώς μπορούσα να αντέξω. Οι ατομικές σχέσεις με την αγαπημένη μου δεν την εμπόδιζαν, διοτι η προσωπικότητες μας δεν διασταυρώνονταν, και η τότε τάση μου για τα ΑΣ δεν την εμπόδιζε επισης. Η αγάπη αυτή είχε τις μοναδικές ιδιότητες – όχι μόνο δεν προορίζονταν για κάποιο συγκεκριμένο, αλλά δεν προερχόταν καν από εμένα! Σαν να ήμουν στο δρόμο της ροής της, η οποία ξεκινούσε από το πουθενά και στο πουθενά κατέληγε, διαπερνώντας με. Αργότερα η εμπειρία μιας τέτοιας αγάπης με έμαθε να αγαπώ ένα συγκεκριμένο άτομο δίχως νοθεία των ΑΣ της κτήσης, της ζήλιας και άλλων.
Η αγάπη έγινε Συγκίνηση, και όχι ένα άγριο μείγμα των ΑΣ και ΘΣ.
Τίποτα δεν περιορίζει τη ζωή, όσο η ψεύτικη «κατανόηση» του ότι η ζωή έχει τα όρια της. Τα πειράματα μου με οδήγησαν σε αυτό το συμπέρασμα: τα συναισθήματα δεν είναι το αναπόσπαστο κομμάτι του «εαυτού» μου, μπορώ να τα επιλέγω σύμφωνα με τη θέληση μου. Και τότε συλλογίστηκα – τι είναι αυτό που θέλω, και είδα, ότι τα ΑΣ είναι το φορτίο, που κουβαλάω από συνήθεια, και θέλω να το πετάξω. Έτσι έβαλα ως στόχο την παύση των ΑΣ, και το κατόρθωμα του φάνηκε άκρως ενδιαφέρον, αν και δύσκολη δουλεία.
02-01-11) Οι αλλαγές στη ζωή του ανθρώπου γίνονται καινούρια φυλακή για αυτόν, διοτι δεν προκαλούνται από τις προσπάθειες για την πραγματοποίηση των χαρούμενων επιθυμιών, αλλά από την επίδραση των μηχανικών επιθυμιών, ορισμένων από τα ΑΣ, θεωρίες, φόβους. Π.χ., παντρεύεσαι όχι επειδή υπάρχει ο ερωτάς και η χαρουμενη επιθυμία να ζήσεις με αυτόν τον άντρα, αλλά επειδή έτσι «πρέπει», «ήρθε καιρός», είναι «βολικό», «το είπαν η φίλες σου», για «να κάνεις νόμιμο σεξ», για να «κάνεις παιδία, επειδή ο σκοπός της γυναίκας στη ζωή…», «φαίνεται καλός άνθρωπος» και άλλα. Περνάς από κελί σε κελί, αλλάζεις τους στόχους της στοργής και τα είδη των σκοτισμών, και η ζωή παραμένει η ίδια πηγή των παθών, ανεξάρτητα από τις πράξεις σου. Η συμβουλή: «Κάνε ο, τι θέλεις, όπως και να έχει, θα το μετανιώσεις» ταιριάζει γάντι στους ανθρώπους.
Άλλος ένας τρόπος να κρατάς τον εαυτό σου στην φυλακή είναι η μηχανική επιλογή των ερμηνειών, δηλαδή όχι με την βοήθεια των συλλογισμών η του αντίκτυπου με τις ΦΑ, αλλά αυτόματα, από συνήθεια, υπό την επήρεια των ΑΣ και των θεωριών, μετά από την οποία η ερμηνεία προσκολλάται απόλυτα στο φαινόμενο και αρχίζει να αντιλαμβάνεται όχι ως μια πιθανή εκδοχή, αλλά ως σημάδι της «αληθινής φύσης». Οι θεωρίες, περικυκλωμένες από αυτοματικές ερμηνείες, αποκτούν μια σκληρότητα, γίνονται ένα «στήριγμα» για τον άνθρωπο, και ανεξάρτητα από τα πάθη, που του φέρνει αυτό το στήριγμα, οι φόβοι δεν αφήνουν πια την φρόνηση σε αυτή την περιοχή. Παραδείγματος χάρη, εάν έχεις τη θεωρία «το παιδί πρέπει να διαβάζει», και υπάρχει η ερμηνεία «είναι δικό μου παιδί», τίποτα δεν θα σώσει τον δύστυχο – θα διαβάζει μέχρι λιποθυμίας, όσες χαρούμενες επιθυμίες και να έχει. Αλλά εάν μελετήσεις την θεωρία για το «δικό μου παιδί» και αντί της ερμηνείας «δικό μου παιδί» να επιλέξεις μια άλλη «ανεξάρτητος άνθρωπος με δικές του χαρούμενες επιθυμίες, που μόνος του επιλέγει τη ζωή του, θα σπουδάζει μόνος του, και θα μάθει επισης από τις συνέπειες, που ήρθαν ως αποτέλεσμα της επιλογής του», τότε και η δική σου θεωρία «το παιδί πρέπει» θα γίνει προσιτή για την ανάλυση, θα χάσει την παλιά εξουσία που είχε πάνω σου, θα πάψει να είναι η πηγή των απίστευτων αριθμών των διάφορων ΑΣ, και πάνω απ` όλα αυτά το παιδί σου θα έχει την ευκαιρία να αποφύγει την ανελέητη βία, να ξεκινήσει να αισθάνεται και να πραγματοποιεί τις δικές του χαρούμενες επιθυμίες, να αρχίσει να ζει. Βλέποντας ένα κομμάτι κρέας, κοινός άνθρωπος βλέπει το γευστικό δείπνο, ενώ ο χορτοφάγος – αποκομμένο από το πτώμα του ζώου μέρος του σώματος. Και στις δυο περιπτώσεις είναι το ίδιο κομμάτι κρέας, αλλά η ερμηνείες διαφέρουν ριζικά, και στις δυο περιπτώσεις οι άνθρωποι θεωρούν, ότι η ερμηνεία τους είναι η μόνη σωστή.
ΚΑΘΕ φαινόμενο και γεγονός , ακόμα και το πιο ασήμαντο, ερμηνεύεται. Το σύνολο των θεωριών και συνηθειών καθοδηγεί την επιλογή της ερμηνείας, αλλά υπάρχει τρόπος να ζήσεις αλλιώς.
Παράδειγμα – σε απέλυσαν από τη δουλειά. Εάν δεν αισθάνεσαι τις ΦΑ, εμφανίζεται η συνηθισμένη ερμηνεία για αυτό το γεγονός, ως λόγο εμφάνισης του ΑΣ. Εάν ασχολούμαι με την πρακτηκη, εμφανίζονται τελείως διαφορετικές ερμηνείες: «α) παρουσιάστηκε ευκαιρία να προπονηθώ στην απομακρυνση των δυνατών ΑΣ, και εάν τα υπερνικήσω, η πείρα μου στην απομάκρυνση θα τελειοποιηθεί, οι ΦΑ θα εμφανίζονται πιο δυνατά, β) βγήκα από το περιβάλλον, στο οποίο δημιουργήθηκε μια πληθώρα των μηχανικών συνηθειών, τις οποίες δεν κατάφερα να απομακρύνω άψογα, και υπό νέες συνθήκες μπορώ αμέσως να ξεκινήσω να κτίζω τις νέες συνήθειες, γ) είναι άγνωστο – πώς θα αλλάξει η ζωή τώρα, ποίες νέες ευκαιρίες θα έρθουν».
Άλλο ένα παράδειγμα – εμφανίστηκε το ΑΣ. Η πρώτη μια ερμηνεία: «είναι εμπόδιο για την πρακτηκη μου», δεύτερη: «αυτό εντατικοποιεί την πρακτηκη, διοτι απέκτησα άλλη μια εμπειρία της απομάκρυνσης του ΑΣ, φανέρωσα την κατάσταση, στην οποία τα ΑΣ συνεχίζουν την εμφάνιση, για άλλη μια φορά δημιούργησα την προσδοκία για τις ΦΑ».
Εγώ επιλέγω τις ερμηνείες, οι οποίες δεν αντιτίθενται στην λογική διαύγεια, και έχουν αντίκτυπο με τις ΦΑ, επειδή καταλαβαίνω ξεκάθαρα, ότι δεν υπάρχει η αντίληψη του «πως ήταν πραγματικά». Και είναι απόλυτα προαιρετικό να είναι κάποια μοναδική ερμηνεία, μπορει να είναι μερικές, δεν ενοχλούν η μια την άλλη. Εάν εμφανίστηκε το ΑΣ, τι είναι «στην πραγματικότητα» – εμπόδιο η έναυσμα; Τι είναι το δέντρο «στην πραγματικότητα»; Φύλλα η τα ξέφωτα ανάμεσα τους; Η και τα δυο; Μήπως είναι και η αίσθηση της ομορφιάς, η οποία, όταν δεν υπάρχει το παραβάν με τη μορφή των ΑΣ, ΠΑΝΤΟΤΕ εμφανίζεται σε αυτό το μέρος με την ίδια συνέπεια, όπως και οι οπτικές, ακουστικές, απτικές αντιλήψεις; Διοτι καταγράφω – «υπάρχει η αίσθηση της ομορφιάς», αλλά δεν υπάρχει η αντίληψη «δική μου αίσθηση της ομορφιάς».
Όταν επιλέγεις μηχανικά μια ερμηνεία κα αρχίζεις να πιστεύεις, ότι είναι η μοναδική σωστή, μεταμορφώνεσαι σε πτώμα. Γίνεσαι μια ηλίθια, που γνωρίζει «τα πάντα». Η προσμονη, η επιδίωξη, η αναμονή και μετά από αυτά και άλλες ΦΑ εξαφανίζονται, η λογική νόηση σε αφήνει, οι χαρούμενες επιθυμίες δεν θα φανούν, δεν θα γίνουν οι ανακαλύψεις, και τα ΑΣ θα πάρουν όλη την εξουσία, μετατρέποντας σε μάσκα το πρόσωπο σου, και το σόμα σου – στο απόστημα, που γερνάει γρήγορα. Κοιτά γύρο σου, οι άνθρωποι, που σε προβάλλουν, μονίμως γνωρίζουν τα πάντα. Πότε τελευταία έχεις ακούσει ως απάντηση στην ερώτηση σου την φράση του τύπου: «δεν έχω σαφήνεια σε αυτό το ζήτημα», η «δεν έχω αρκετές προϋπόθεσης να κρίνω για αυτό», η «έχω σκεφτεί για αυτό, αλλά δεν δημιούργησα μια συγκεκριμένη άποψη», η «τη δεδομένη στιγμή αυτή είναι η γνώμη μου, και βασίζεται σε αυτές τις παρατηρήσεις, προϋποθέσεις και πληροφορίες, και μέχρι τώρα δεν έχω τα επιχειρήματα για να την αλλάξω»; Θα σου απαντήσω – δεν έχεις ακούσει ποτέ και δεν θα ακούσεις τέτοιες απαντήσεις από κανέναν, εκτός από τους ασχολούμενους με την πρακτηκη.
Η ελευθερία από τις θεωρίες ανοίγει τον δρόμο για την αίσθηση των ΦΑ. Παραδείγματος χάρη, εάν θέλεις να αισθανθείς την τρυφερότητα, συμπάθεια, θαυμασμό, αίσθηση της ομορφιάς, αλλά δεν υπάρχει ο άνθρωπος, για τον οποίο θα μπορούσες να νιώσεις όλες αυτές τις ΦΑ, τότε δεν τις βιώνεις, και κατά αυτόν τον τρόπο γίνεσαι θύμα της θεωρίας, που δηλώνει, ότι μπορεις να τα έχεις μόνο για κάποιον συγκεκριμένο, κάποιον που ξέρεις, που βλέπεις, που αγγίζεις. Και τότε σκέφτεσαι «μα δεν υπάρχει κάποιος να τα αισθανθώ…» και εκεί τελειώνουν όλα, την ώρα που στην πραγματικότητα τίποτα δεν σε εμποδίζει να βιώσεις αυτές τις ΦΑ.
Σαν αποτέλεσμα της ειλικρινής ανάλυσης εμφανίζεται η σαφήνεια, ότι δεν υπάρχει κανένα «στην πραγματικότητα», αλλά υπάρχουν μόνο οι αντιλήψεις και οι ερμηνείες τους, οι οποίες μπορούν να είναι λογικα αντιφατικές η καταφατικές, να έχουν αντίκτυπο με τις ΦΑ η όχι, να αντιστοιχούν στις παρούσες παρατηρήσεις η όχι, να είναι φτιαγμένες με υπολογισμούς από μαρτυρίες των άλλων ανθρώπων η όχι. Η διαύγεια αυτή, όπως και κάθε άλλη, βιώνεται ως κάτι καταπληκτικό, ως αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας, και απεριόριστης ευρυχωρίας.
Η διαύγεια, εμφανιζόμενη ως αποτέλεσμα της απελευθέρωσης από τον ζυγό των μηχανικών ερμηνειών, είναι μια ανεξάρτητη φωτισμένη αντίληψη. Οποτε περιγράφουμε αυτή την αντίληψη, χρησιμοποιούμε λέξεις και μορφές, αλλά η διαύγεια δεν είναι λέξεις και δεν είναι μορφές. Οι διάφορες είναι πολλές:
α) όταν εμφανίζεται η διαύγεια, η οποία έχει αντίκτυπο με τις λέξεις «όλοι οι άνθρωποι γύρο μου κοιμούνται αδιάκοπα η είναι ήδη νεκροί», και σε ένα κιόλας λεπτό αυτή η διαύγεια εξαφανιζεται, μα παραμένει η λογική νόηση, παρόλα ταύτα, όσο και να χειρίζεσαι την φράση, δεν αλλάζει τίποτα, η διαύγεια θα δημιουργηθεί ξανά μόνο ως αποτέλεσμα νέων προσπαθειών, νέας ορμής για την ειλικρίνεια
β) η διαύγεια έχει απίστευτο αριθμό των αποχρώσεων, επιπέδων, την ώρα που το επιπεδο της λογικής σαφήνειας είναι μοναδικό – η ακολουθείς τη ροή των συλλογισμών, η όχι.
в) η διαύγεια προκαλεί αντίκτυπο με άλλες ΦΑ, ενώ η λογική σαφήνεια παραμένει απομονωμένη αντίληψη, ειδικά για αυτό το λόγο οι ανεπτυγμένοι νοητικά άνθρωποι πολύ συχνά είναι ηλίθιοι, βυθισμένοι πλήρως στα ΑΣ. Και ούτω καθεξής. Στην καθημερινή γλώσσα η λέξη «διαύγεια» σημαίνει και τα δυο φαινόμενα, και η συνωνυμία αυτή οδηγεί στο τεράστιο μπέρδεμα.
Άλλο ένα παράδειγμα: η συνήθεια να ερμηνεύεις κάποιες συνθήκες ως «άβολες» για την πρακτηκη, και εφόσον οι συνθήκες είναι «άβολες», το μόνο που μένει να κάνεις, είναι να περιμένεις μέχρι την «βελτίωση» τους, η να αρχίσεις να τις «βελτιώνεις», πράγμα που μπορει να πάρει μια ολόκληρη ζωή, και στο τέλος βγαίνουν μόνο οι επόμενες «άβολες» συνθήκες. Η περιοχή των συνθηκών, οι οποίες ταιριάζουν με την κατηγόρια των «άβολων» μπορει να διευρύνεται σε τέτοιο βαθμό, ότι τελικά θα καλύψει όλη τη ζωή, και γίνεται δικαιολογία για την απουσία της πρακτικής. Μπορεις να αποφύγεις αυτό το λάθος, προσδιορίζοντας την ακριβή έννοια της λέξης «άβολη», και επισης ακολουθώντας τις χαρούμενες επιθυμίες, όπως και τις επιθυμίες για την αλλαγή των συνθηκών, και τις επιθυμίες για την παύση των αλλαγών, τις επιθυμίες για συγκέντρωση στην πρακτηκη υπό οποιεσδήποτε συνθήκες και επιθυμίες. Η πρακτηκη καμιά φορά γίνεται μονίμως αποτελεσματική ειδικά υπό τις ανεπιθύμητες για εσένα συνθήκες, όταν η αποφασιστικότητα σου και η επίμονη σου στέκονται στο ύψος τους, και τότε είναι πιθανό να εμφανιστεί η επιθυμία της σκόπιμης δημιουργίας των καταστάσεων, τις οποίες παλιότερα ερμήνευες ως «άβολες» (κοίταξε παρακάτω το κεφάλαιο για σταλκινγκ και ασκητισμό). Η στάση του πρακτικού έχει ως εξής: όλες οι καταστάσεις έχουν τέλειες συνθήκες για την πρακτηκη, είναι μια πρόκληση, την οποία δέχεσαι ευχαρίστως και με ενθουσιασμό. Σε πολιορκούν επιθετικοί συγγενείς; Είναι καλή περίπτωση για την απομακρυνση της ανταποδοτικής αρνητικής αντιμετώπισης, αντίθετης επιθετικότητας, αυτολυπησης. Δεν σε πειράζει, δεν σε ενοχλεί κανείς, έχεις τα πάντα; Αυτές είναι τέλειες συνθήκες για την απομακρυνση της επάρκειας, της ανίας, της μιζέριας, των μηχανικών επιθυμιών. Η επιθυμία για την αλλαγή των συνθηκών μπορει, ωστόσο, να εκδηλώνεται ελεύθερα και να πραγματοποιείται παράλληλα με άλλες θελήσεις. Αρκεί να είναι αυτή η θέληση χαρουμενη, να συνοδεύεται με προσμονη, να μην ορίζεται από αυτολυπηση και αλλά ΑΣ.
Από το βιβλίο του Καστανεδα: «ο πολεμιστής παίρνει την μοίρα του, οποία και να είναι, και με απόλυτη υποταγή την αποδέχεται ως έχει, μα όχι ως πρόθεση για την λύπηση η για την περηφάνια, αλλά ως ζωντανή πρόκληση». Αντάλλαξε την λέξη «μοίρα» με τη φράση «αντιλήψεις, τις οποίες εσύ ονομάζεις «ορισμένες συνθήκες», και αντιλήψεις, τις οποίες ονομάζεις «εαυτός μου», τη λέξη «υποταγή» με την «απουσία των ΑΣ κα ΘΣ», τη «ζωντανή πρόκληση» – με εκείνο, που έχει αντίκτυπο με την προσμονη και επιδίωξη, και το νόημα αυτής της πρότασης θα γίνει απόλυτα σαφές.
Τα παραδείγματα αυτά είναι λίγο-πολύ κατανοητά, και τώρα ένα ασυνήθιστο παράδειγμα, για την κατανόηση του οποίου θα χρειαστεί να καταβάλλεις προσπάθειες. Θεωρείς τα φύλλα, τα κλαδιά και το κορμό κομμάτια του δέντρου; Θεωρείς. Γιατί; Γιατί το φύλλο είναι κομμάτι του δέντρου, και το αυτοκίνητο, παρκαρισμένο από κάτω – δεν είναι ένα μέρος του; Επειδή το φύλλο μεγαλώνει σταδιακά; Αλλά και το αυτοκίνητο πλησιάζει σιγά-σιγά, σε τι η μια ακολουθία είναι χειρότερη από την άλλη; Επειδή με το βλέμμα μπορεις αδιάκοπα να περάσεις τον δρόμο από το φύλλο μέχρι τον κορμό; Αλλά και από το αυτοκίνητο μπορεις να περάσεις το βλέμμα σου από το έδαφος μέχρι τον κορμό, πολύ περισσότερο, εάν το αυτοκίνητο ακουμπάει στο δέντρο. Επειδή οι χυμοί τρέχουν από το κλαδί στο φύλλο; Αλλά και από τις ρόδες του αμαξιού τρέχει ένα ρυάκι προς το δέντρο. Στο τέλος γίνεται ξεκάθαρο, ότι το ζήτημα για το τι τελικά αποτελεί ένα κομμάτι του δέντρου, λύνεται με την συμφωνία, και ότι τα κριτήρια, με τα οποία θα μπορούσαμε να περάσουμε την διαχωριστική γραμμή, βρίσκονται εύκολα – το φύλλο, αποκομμένο από το δέντρο, πάντοτε αρχίζει γρήγορα να αλλάζει, να ξεραίνεται, ενώ το αυτοκίνητο δεν αλλάξει στο παραμικρό, εάν προχωρήσει ένα μέτρο. Τα φύλλα πάντα υπάρχουν στα δέντρα σύμφωνα με τη γνωστή ακολουθία, και την ίδια ώρα εκατομμύρια δέντρα στα δάση ποτέ δεν έρχονται σε επαφή με τα αυτοκίνητα. Τώρα ας αναρωτηθούμε – η αίσθηση της ομορφιάς, που νιώθω, όταν κοιτάω το δέντρο – είναι ένα μέρος του; Οποιοσδήποτε άνθρωπος μπορει να θεωρήσει την ερώτηση ανόητη, διοτι η απάντηση είναι απόλυτα «ξεκάθαρη» – βεβαίως και όχι, η αίσθηση της ομορφιάς δεν είναι το κομμάτι του δέντρου. Αυτή είναι η σκληρά καθορισμένη ερμηνεία.
Θα φέρω τον παραδειγματικό διάλογο, στον οποίο δείχνω, ότι είναι πιθανή και η άλλη ερμηνεία:
– Όταν κοιτάζω το δέντρο, βλέπω τον κορμό, και έχω την οπτική αντίληψη – συγκεκριμένα δική μου αντίληψη, αλλά την ονομάζω «αντίληψη του μέρους του δέντρου» και εφόσον βιώνω την αίσθηση της ομορφιάς, για ποιο λόγο δεν την ονομάζω και αυτήν ως αντίληψη του μέρους του δέντρου;
– Επειδή οποτε κοιτάς το δέντρο, κάθε φορά βιώνεις την αντίληψη «βλέπω τον κορμό».
– Εγώ κάθε φορά νιώθω και την αίσθηση της ομορφιάς, όταν βλέπω το δέντρο.
– Κάθε φορά?? Το οποιοδήποτε δέντρο;
– Ναι, κάθε φορά, εάν δεν αισθάνομαι τα ΑΣ.
– Δηλαδή, εάν εσύ νιώθεις τα ΑΣ, δεν υπάρχει η αίσθηση της ομορφιάς;
– Φυσικά, αλλά εάν κλείσεις τα μάτια σου, δεν θα έχεις και την αντίληψη του κορμού.
– Αλλά όλα τα φύλλα του δέντρου είναι διαφορετικά, η πολυμορφία τους είναι απέραντη, ενώ η αίσθηση της ομορφιάς είναι μια και μοναδική, και αυτό σημαίνει, ότι η αίσθηση της ομορφιάς δεν είναι το κομμάτι του δέντρου, μα η ιδιότητα της αντίληψης σου, διοτι εάν εσύ φορέσεις ροζ γυαλιά, αυτό δεν θα σημαίνει, ότι όλος ο κόσμος είναι ροζ.
– Η αίσθηση της ομορφιάς δεν είναι το ίδιο. Είναι με τον ίδιο τρόπο ατελείωτα πολύμορφο, αλλά εσύ όλη τη ζωή περνάς στα ΑΣ, και οι φωτισμένες αντιλήψεις για σένα είναι κάτι σπάνιο, για αυτό δεν έχεις πείρα στο διαχωρισμό των αποχρώσεων αυτής της αίσθησης.
Ιδού ένα ασυνήθιστο αποτέλεσμα, που ανοίγει τον δρόμο για πολλές εξερευνήσεις και ανακαλύψεις. Στο παράδειγμα αυτό η αιτία για την παρουσία της λανθασμένης ερμηνείας δεν είναι μόνον η ασάφεια στην έννοια της λέξης «κομμάτι», αλλά και η απουσία της πείρας του βιώματος των ΦΑ. Εκείνος, που δεν προπονήθηκε ποτέ στο διαχωρισμό της μορφής και του χρώματος, θα πει, ότι όλα τα φύλλα είναι ίδια, αλλά όλα τα παιδία αναγκάζονται να ξεχωρίσουν το χρώμα και το σχήμα, διοτι όταν η μητέρα λέει «δώσε μου τη γαλάζια κούπα», και της φέρεις μπλε, θα πάρεις μια μερίδα των ΑΣ, και θα έχεις πλέον κίνητρο να ξεχωρίζεις το γαλάζιο από το μπλε.
Άλλο ένα απλό, αλλά εκφραστικό παράδειγμα: όταν κάθεσαι στο γραφείο, «ξέρεις», ότι έξω από το παράθυρο βρίσκεται μια πολύβουη βρόμικη πόλη, και πίσω από το τοίχο – χαζοί, ευέξαπτοι άνθρωποι. Μα πέρα από το τοίχο υπάρχει και κάτι άλλο – ο ωκεανός, το δασός, τα βουνά, τα ζώα, απλώς αυτά δεν φαίνονται από το παράθυρο, αλλά υπάρχουν εκεί, και το γνωρίζεις, επειδή έχεις ταξιδέψει και τα είδες. Για ποιο λόγο λοιπόν επιλέγεις να μην σκέφτεσαι για κάτι, που προκαλεί αντίκτυπο με τις ΦΑ; Λόγο της συνήθειας. Και οι δυο ερμηνείες δεν αντιτίθενται στη δική σου αντίληψη του κόσμου, για αυτό ο πρακτικός επιλέγει να ξέρει, πως πίσω από τους τοίχους του γραφείου είναι ο ωκεανός, οι κορυφές των δέντρων, τα λιβάδια και τα δάση.
Ακόμη ένα παράδειγμα, η ανάλυση του οποίου έχει μακροχρόνιες συνέπειες. Ότι και να λένε οι φιλόσοφοι, όλοι οι άνθρωποι (μαζί και οι ίδιοι ) πιστεύουν ακράδαντα στην ύπαρξη του αντικειμένου και του υποκείμενου. Εντωμεταξύ, αυτό είναι μόνο μια ερμηνεία των αντιλήψεων μας. Η εξήγηση βρίσκεται στην επιφάνεια, δεν χρειάζεται καμία πιο προσεκτική ανάλυση. Δες και μόνη σου – όλες οι αντιλήψεις που υπάρχουν – τι άλλο μπορούμε να κάνουμε, εκτός από το να πούμε, πως αυτά υφίστανται; Να τι μπορούμε να κάνουμε: να δείξουμε τις διαφορές τους και να τις περιγράψουμε. Αυτό είναι αναμφίβολα έτσι, και αυτό είναι κάτι που κάνουμε συχνά – δείχνουμε τις διάφορες, δίνουμε σε ξεχωριστές ομάδες αντιλήψεων διάφορες ονομασίες, τα χρησιμοποιούμε στην καθημερινή ζωή και στην πρακτηκη, και λαμβάνουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Εννοείται, ότι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ανακαλύψουμε το λεγόμενο «σύνορο», π.χ., «η καρέκλα» – είναι ένα πράγμα, που έχει τέσσερα πόδια, ένα κάθισμα, τοποθετημένο πάνω σε αυτά, και τη ράχη, στερεωμένη στο κάθισμα. Στο κατάστημα με τα έπιπλα μπορεις να δεις ένα αντικείμενο, το οποίο επίσης λέγεται «καρέκλα», αλλά είναι ένα πράγμα, που δεν έχει τίποτα κοινό με την περιγραφη μας, ας πούμε, ότι θα είναι ένα «πουφ», δίχως πόδια, ράχη και με αυτό, που πολύ δύσκολα θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως κάθισμα. Με την ίδια επιτυχία θα βρίσκονταν και στο τμήμα «μαξιλάρια». Είναι κάτι κατανοητό σε όλους, και η ασάφεια αυτή δεν μας εμποδίζει στην καθημερινή δραστηριότητα να πετυχαίνουμε την πραγματοποίηση των επιθυμιών μας, για αυτό και συνεχίζουμε να χρησιμοποιούμε αποτελεσματικά αυτή τη μέθοδο – βάζουμε τις αντιλήψεις σε ομάδες και τις προσδιορίζουμε με τη σημασία τους.
Προχωράμε παρακάτω. Τι ονομάζω με τη λέξη «το χέρι μου»; Το σύνολο των συγκεκριμένων οπτικών αισθήσεων, απτικών αντιλήψεων. Τι ονομάζω με τη λέξη «δικό του χέρι»; Κάπως διαφορετικό σύνολο των αντιλήψεων. Ωστόσο, αυτός είναι απλώς ένας ορισμός, και βασιζόμενοι σε τι εμείς επινοούμε κάποιον «εαυτό μας» και «εαυτό του», ενώ δεν υπάρχει καμία αντίληψη του «εγώ» και του «εκείνου»; Και τι είναι το «δέντρο»; Αυτό επίσης είναι ένα συγκεκριμένο σύνολο των αντιλήψεων. Με ποια βάση λέμε λοιπόν, ότι το «δέντρο» είναι ένα «αντικείμενο»; Δεν υπάρχει καμία τέτοια αντίληψη του «αντικειμένου», υπάρχουν μόνο ορισμένες αντιλήψεις, τις οποίες σημειώνουμε με τη λέξη «δέντρο», μα αυτές είναι «δικές μου» αντιλήψεις – η αίσθησης της κόρας, γεύση του φύλλου – όλα αυτά υπάρχουν εδώ, σε «μένα», μα τι είναι το «δέντρο»; Περίεργο. Είναι απολύτως προφανές, ότι «εγώ», «εσύ» και το «αντικείμενο» είναι μόνο ένας τρόπος για τον καθορισμό των αντιλήψεων! Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο μπορώ να παίξω σκάκι, χωρίζοντας υποθετικά τις σκέψεις, εμφανιζόμενες μετά από την κίνηση των «μαύρων» σε «δικές μου», και τις σκέψεις, που έρχονται μετά από την κίνηση των «λεύκων» σε σκέψεις του «αντιπάλου μου».
Και τι βγαίνει στο τέλος; Βγαίνει κάτι, το οποίο είναι τόσο καταστροφικά εκτός των ορίων του γνωστού τρόπου να βλέπεις τον κόσμο, ότι εμείς απλώς το εκτοπίζουμε, δεν θέλουμε να το αποδεχτούμε, το απορρίπτουμε, καλλιεργώντας έτσι την υποκρισία, δειλία και την ηλιθιότητα. Υπενθυμίζω, ότι η σκέψη και η διαύγεια είναι τελείως διαφορετικές αντιλήψεις. Να διατυπώσεις και να κατανοήσεις λογικά τη ροή των σκέψεων είναι εύκολο, μα για να αισθανθείς την διαύγεια, απαιτούνται ειδικές προσπάθειες – προσπάθειες της παύσης υποστήριξης της ηλιθιότητας, ενδυνάμωση της επιδίωξης της ειλικρίνειας. Και εάν κάποιος θα ήταν πολύ, πολύ ειλικρινής άνθρωπος, εάν θα επιδίωκε την διαύγεια, όπως ο πνιγόμενος μια ανάσα – θα ήταν αρκετό για αυτόν απλώς να διαβάσει αυτές της προτάσεις, και θα ένιωθε αμέσως την πλήρη διαύγεια, αποκτώντας έτσι την «κατανόηση της μονοσημαντότητας». Αλλά εφόσον δεν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, καταφεύγω στις ενδιάμεσες πρακτικές – στην δημιουργία των ενδιάμεσων νησίδων της διαύγειας.
Όταν κάποιος ισχυρίζεται, ότι «έφτασε στην μονοσημαντότητα», δηλώνει με αυτόν τον τρόπο, πως δεν αισθάνεται ποτέ τα ΑΣ και βιώνει συνέχεια τις λαμπρότερες ΦΑ, και είναι πάρα πολύ απλό να διαψεύσεις τον απατεώνα, εκτός και εάν, φυσικά, δεν ακολουθήσεις την απέραντη ηλιθιότητα και δεν επινοείς τον άνθρωπο κόντρα στην κοινή λογική.
02-01-12) Διατύπωσε τη θεωρία, όπως : «Ο άντρας μου υποφέρει, επειδή εγώ κάνω σεξ με τον φύλο μου, και αυτό σημαίνει, πως φταίω εγώ για τον πόνο του». Αμφισβήτησε τη: «με ποιον τρόπο του προκαλώ πόνο; εγώ απλώς ακολουθώ τις χαρούμενες επιθυμίες μου, και του το έχω εξηγήσει. Δεν βασανίζει ο ίδιος τον εαυτό του, ερμηνεύοντας τη συμπεριφορά μου ως προσβολή, ως αδιαφορία για εκείνων;» Μπορούμε να βρούμε αντεπιχείρημα για αυτό: « Ναι, το ερμηνεύει έτσι, αλλά αυτό είναι δικό του ελάττωμα, και γνωρίζοντας το, εσύ πρέπει να του προκαλείς πόνο;» Και η αντίρρηση θα μπορούσε να είναι το ότι πολλοί άνθρωποι κάτι θέλουν από εμένα, και κυριολεκτικά η κάθε δική μου κίνηση «κάνει» κάποιον να υποφέρει συνέχεια, και ότι δεν υπάρχει τρόπος να λυτρώσεις τον άνθρωπο από αυτά τα πάθη, αποκλειστικά ο ίδιος μπορει να το καταφέρει, με τις δικές του προσπάθειες. Ο άνδρας σου απαιτεί να τηρείς δέκα κανόνες, και εσύ μπορεις να δοκιμάσεις να τα τηρείς, αλλά οι δικές σου χαρούμενες επιθυμείς θα αρχίσουν να μαραίνονται και η απόλαυση της ζωής μαζί τους, και σε λίγο καιρό ο σύζυγος θα φτιάξει νέους κανόνες, η ανυπακοή σε οποίους θα «προκαλέσει» τον εκνευρισμό του, τον θυμό, την ανησυχία και άλλα. Αυτό αποδεικνύει, ότι απλώς δεν θέλει να ζήσει αλλιώς. Άλλο ένα αντεπιχείρημα: εάν αυτός υποφέρει και θέλει να σταματήσει να πονά, ας διηγηθεί – ποίες συγκεκριμένα κινήσεις έχει κάνει, για να μην υποφέρει, για να αλλάξει τον εαυτό του.
Θα μπορούσα να συνεχίσω τη σειρά των επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων για πολύ ακόμη, και συγκεκριμένα αυτό συμβουλεύω να κάνετε, δημιουργώντας μια όσο πιο πλήρη λίστα γίνεται των επιχειρημάτων, αντεπιχειρημάτων, αντιρρήσεων σε αυτά, για να μην παραμείνει τίποτα στη σκιά, για να αναλυθεί κάθε πιθανή εκδοχή. Συζήτησε με τους άλλους ανθρώπους, εκείνοι σίγουρα θα βρουν κάποια επιχειρήματα του «υπέρ» και του «κατά», που σου διέφυγαν.
Στο τέλος θα γίνει ξεκάθαρο, ότι είναι αδύνατον να αποδείξεις κάτι – η σειρά των επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων είναι ατελείωτη, αλλά το μόνο που παραμένει αναλλοίωτο είναι οι τύψεις σου, δηλαδή θα ζήσεις έτσι, σαν η ενοχή σου είναι ήδη αποδεδειγμένη. Κανόνισε την έφοδο της θεωρίας: επέστρεφε συνεχεία στο θέμα, πάρε τις σημειώσεις σου, ξανά και ξανά πέρνα τα επιχειρήματα, κατόρθωσε να ξεκαθαρίσεις, ότι δεν υπάρχουν βάσεις να σκεφτεί κανείς, πως εσύ «φταις» για τα πάθη του άντρα σου. Αντίταξε την σαφήνεια της απουσίας των βάσεων για την αίσθηση της ένοχης ως δίκαια με την σαφήνεια στο ότι η αίσθηση της ένοχης εμφανίζεται όπως και να έχει. Επανέλαβε την άσκηση αυτή 100 η 1000 φορές, κατέγραψε, ότι δεν υπάρχουν λογικές αφορμές για την ενοχή, αλλά η αίσθηση της υπάρχει, μέχρι να εμφανιστεί η νέα αίσθηση της σαφήνειας τελικά, συνοδευόμενη με το καινούριο επίπεδο της ελευθερίας από τις τύψεις στην συγκεκριμένη κατάσταση.
Φυσικά, δεν μπορούμε ούτε να αποδείξουμε, ούτε να διαψεύσουμε την θεωρία, διοτι χειρίζεται τους όρους, που δεν σημαίνουν τίποτα συγκεκριμένο: «ένοχη», «δίκαιο», «πρέπει». Π.χ., με τη λέξη «αγάπη» ο καθένας εννοεί ένα αφηρημένο σύνολο των αντιλήψεων, στο οποίο πολύ συχνά συμπεριλαμβάνει και τέτοια καταστροφικά ΑΣ όπως η ζήλια, επιθετικότητα, αυτολύπηση. Κανένας δεν αναρωτιέται, ποιο ακριβός σύνολο των αντιλήψεων εκείνος αποκαλεί «αγάπη». Αυτό δεν εμποδίζει τους ανθρώπους να μιλάνε για «αγάπη», να «καταλαβαίνουν» ο ένας τον άλλον, παρ` ότι είναι απολύτως ξεκάθαρο, πως δεν μπορει να υπάρξει η κατανόηση, εφόσον δεν έχει καθοριστεί – για ποιο πράγμα γίνεται, ουσιαστικά, η συζήτηση.
Είναι αδύνατον να πετύχεις την λογική σαφήνεια, εάν δεν ανταλλάξεις όλες τις λέξεις –παράσιτα με τις λέξεις, που έχουν εντελώς ορισμένη σημασία για σένα, ωστόσο ακόμα και χωρίς εκτέλεση αυτής της εργασίας μπορείτε να επιδιώκετε την απελευθέρωση από την εξουσία των θεωριών σύμφωνα με την προαναφερόμενη μέθοδο. Σε κάποιο στάδιο της μελέτης των επιχειρημάτων και των αντεπιχειρημάτων το ανούσιο της θεωρίας μπορει να γίνει καταφανές.
Η συνεπής ανάλυση των αφηρημένων θεοριων με την ίδια ταχύτητα εμφανίζει και το παράλογο τους. Ας αναρωτηθούμε για παράδειγμα: «Όταν ο άνθρωπος αλλάζει – γίνεται κάποιος άλλος η παραμένει ο ίδιος;». Απλή ερώτηση, δεν είναι; Κάποιος θα πει με σιγουριά – «είναι ο ίδιος άνθρωπος, μόνο αλλαγμένος». Κάποιος άλλος, με την ίδια σιγουριά θα απαντήσει: «είναι άλλος άνθρωπος, εφόσον έχει αλλάξει», και βασιζόμενες σε αυτή τη σιγουριά, θα φυτρώσουν άλλες θεωρίες – ο καθένας θα έχει τις δικές του. Θα δούμε αυτό το ζήτημα προσεκτικά.
Φαίνεται να είναι ξεκάθαρο, ότι εάν άλλαξαν οι σκέψεις, τα συναισθήματα, οι επιθυμίες, οι αισθήσεις (άλλαξε τη στάση το σώμα, που σημαίνει, ότι άλλαξαν και οι αντιλήψεις, ακόμα και η χημικοί σύσταση του κορμιού του – κάποια μόρια το εγκατέλειψαν, κάποια εμφανίστηκαν), πάει να πει, ότι εδώ υπάρχει κάποιο νέο σύνολο των αντιλήψεων, δηλαδή άλλος άνθρωπος, και η διαφορά μπορει να είναι τεράστια – η συγκατάθεση μπορει να ανταλλαχθεί με το μίσος, η επιθυμία να αγκαλιάσει – με την επιθυμία να χτυπήσει. Όλα αλλάζουν συνεχεία. Αλλά όταν ο άνθρωπος μετατρέπεται σε άλλον, τότε γίνεται, ότι για την επιτυχία του στόχου προσπαθεί ένα άτομο, μα πετυχαίνει τελικά κάποιος άλλος; Το κουτάλι στο στόμα φέρνω εγώ, μα αυτό θα καταλήξει στο στόμα κάποιου αλλού; Η επιτυχία θα έρθει στον άλλο, η αποτυχία θα έρθει στον άλλο, – εγώ σαν «εαυτός μου» δεν θα λάβω κανένα αποτέλεσμα, και «εκείνος», που θα το πάρει, δεν θα το χρησιμοποιήσει – θα είναι και πάλι κάποιος άλλος άνθρωπος … Με αυτό το συμπέρασμα δεν θα συμφωνήσει πια κανένας, και εάν κάποιος προσποιηθεί, ότι συμφωνεί, μπορούμε να τον ρωτήσουμε τότε – γιατί συνεχίζει να προσπαθεί να πετύχει τους στόχους του, ξέροντας ότι το αποτέλεσμα θα ωφελήσει κάποιον άλλον; Στην περίπτωση που θα απαντήσει «δεν με νοιάζει», απλώς πάρε τα πράγματα του – θα δεις, ότι δεν του είναι αδιάφορο, όταν κάποιος άλλος παίρνει τα αποτελέσματα του κόπου του. Προκύπτει, πως δεν υπάρχει τίποτα προφανές εδώ.
Τώρα ας υποθέσουμε, ότι ο άνθρωπος παραμένει ίδιος. Αλλά εδώ άμεσα εμφανίζεται η αντίφαση – εφόσον ο άνθρωπος παρέμενε ίδιος, για ποίες αλλαγές γίνεται η συζήτηση; Βγαίνει, ότι ούτε η πρώτη, ούτε η δεύτερη εκδοχή είναι δεν είναι πιθανή. Μήπως ο άνθρωπος παραμένει ο εαυτός του, απλώς μεταμορφωμένος; Όμως, τι συγκεκριμένα παραμένει ίδιο; Το «Εγώ»; Μα δεν υπάρχει η αντίληψη του «εγώ», και οι αντιλήψεις που υφίστανται, είναι όλες άστατες.
Έτσι φτάσαμε στο απόλυτο αδιέξοδο, με αποτέλεσμα οι αφηρημένες θεωρίες «ο άνθρωπος αλλάζει» και «ο άνθρωπος είναι απαράλλαχτος» χάνουν τη σημασία τους, σταδιακά βγαίνουν εκτός συζήτησης, και εκτός του εσωτερικού διαλόγου.
Θα εξετάσουμε την θεωρία του «παρόντος» και του «μέλλοντος». Όταν λέμε «πορτοκάλι», εννοούμε, ότι υπάρχει όχι μόνο μια απλή σκέψη «πορτοκάλι» ή η μορφή «πορτοκάλι», αλλά υπάρχει ακόμη και η απίστευτη πληθώρα των αισθήσεων, τις οποίες εμείς ονομάζουμε «γεύση του πορτοκαλιού», «αφή της φλούδας του πορτοκαλιού» και άλλες. Εάν υπάρχει το παρελθόν, εκτός από τις σκέψεις «αυτό το παρελθόν» υπάρχουν και οι άλλες αντιλήψεις του. Εάν στο παρελθόν ένοιωσα ένα πράγμα, και στο παρόν – άλλο, τότε λέμε – έγινε η αλλαγή. Δηλαδή η έννοια της «αλλαγής» βασίζεται στην αφηρημένη θεωρία για την ύπαρξη του παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Για να κάνω τη σύγκριση, πρέπει να βιώσω το «εγώ, εχτές», και μετά να το συγκρίνω με το «εγώ, σήμερα». Μα πώς να το κάνω; Να θυμηθώ, τι ένοιωσα εχτές; Όμως, αυτό δεν είναι το παρελθόν, είναι οι σκέψεις, που υπάρχουν τώρα, στο παρόν. Μπορώ να πω- εχθές ένιωθα χαρά, αλλά αυτό δεν θα είναι «εγώ εχτές νιώθω χαρά» – η θα είναι μια σκέψη, που υφίσταται τώρα, η θα είναι ακόμη και χαρά, την οποία βιώνω και πάλι ακριβώς τώρα. Οποιεσδήποτε αντιλήψεις είναι αυτά, που συμβαίνουν ακριβώς τώρα ή, μιλώντας πιο συγκεκριμένα, αυτό που υπάρχει αυτήν τη στιγμή, επειδή η λέξη «τώρα» ήδη προέρχεται από την θεωρία της ύπαρξης «νωρίτερα» και «αργότερα».
Ως εκ τούτου – απλό συμπέρασμα, οι λέξεις «παρόν», «παρελθόν», και «μέλλον» σημαίνουν μόλις τις ομάδες των αντιλήψεων, υπάρχουσες «τώρα», και όχι κάτι, που υφίσταται «όχι-τώρα». Αυτό, που αποκαλούσαμε «παρελθόν», βγαίνει, π.χ., συναίσθημα, συνοδευόμενο με τι σκέψη «αυτό ήταν εχθές» ή μια εικόνα μαζί με την ίδια σκέψη. Αυτό, που λέγαμε «μεταμόρφωση», τελικά προκύπτει μόνο ως μια μορφή, συνοδευόμενη με τη σκέψη «ήταν έτσι, και έγινε αλλιώς».
02-01-13) Ένας από τους πιο απλούς τρόπους της απομάκρυνσης των θεωριών είναι η εξέταση τους στην πρακτηκη. Αλλά αυτός ο φαινομενικά απλός τρόπος σχεδόν δεν εφαρμόζεται, επειδή αντί να μελετήσουν τη πείρα τους οι άνθρωποι προσπαθούν να την προσαρμόσουν για την θεωρία. Οποτε έχεις την θεωρία «το να κάνεις σεξ με πολύ όμορφη κοπέλα είναι πολύ ευχάριστο», από εδώ ξεκινά και η μηχανική επιθυμία (ΜΕ) να κάνεις σεξ με εκείνη, που εσύ θεωρείς όμορφη. Κάθε φορά όμως, που το όμορφο κορίτσι σου βγαίνει ζηλιάρα, ασυναίσθητη, ηλίθια και απεχθάνεται το σεξ, τα παραγραφείς λόγο της «ασυμφωνίας χαρακτήρων», συνεχίζεις να επινοείς σε αυτήν όλα αυτά, που δεν αντιλαμβάνεσαι, και αγνοείς αυτά, που αντιλαμβάνεσαι. Η υποκρισία και η απουσία της συνεχής ανάλυσης σε φέρνει στο γεγονός, ότι δεν αποκτάς την πείρα της σύγκρουσης με τη πραγματικότητα – γνωρίζεις το επινοημένο φάντασμα και χωρίζεις με αυτό, στο τέλος η θεωρία παραμένει ίδια, και ο κύκλος ξεκινάει ξανά.
Εάν πιστεύεις, ότι στην πλειοψηφία τους οι φυσικοί είναι έξυπνοι – επαλήθευσε το. Μελέτησε τους, κάνε ερωτήσεις, εξέτασε τις απαντήσεις. Εάν θεωρείς τους φιλόσοφους σοφούς, και τους συγγραφείς – μυστήριους, ερεύνησε το αυτό ειλικρινά, χωρίς να φοβηθείς να αντικρίσεις την πραγματικότητα, οποία και να είναι τελικά.
Δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος, με τον οποίο εμείς να επικοινωνούσαμε, όπως με το πραγματικό ον. Επινοούμε τη μια η την άλλη πλευρά για τον καθένα, και έπειτα σχετιζόμαστε με την πλαστή μορφή. Αυτό αφορά πρώτα απ` όλα κενούς, τους οποίους «γνωρίζουμε» για περισσότερο καιρό. Γύρο από αυτά τα φαντάσματα υπάρχουν οι πιο ποικίλοι σκοτισμοί, όπως οι αφοσίωση, η ζήλια, γύρο τους δημιουργούνται ολόκληρα σύννεφα του μηχανικού εσωτερικού διάλογου (ΕΔ), και είναι πιθανό, ότι χωρίς να το καταλάβεις, στο ΕΔ και στις πράξεις σου για δεκαετίες θα απολογείσαι στους γονείς σου και στους γνωστούς. Επειδή η «επικοινωνία» – όπως στις αληθινές συζητήσεις, έτσι και στο ΕΔ, γίνεται με τα φαντάσματα, δεν θα υπάρξει καμία συμφωνία – το φάντασμα θα συνεχίζει να ζει με την παλιά του μορφή και θα παραμένει πηγή των ΑΣ.
Ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος της ανακάλυψης και της απομάκρυνσης των επινοήσεων συνίσταται στην σταδιακή προσέγγιση του ανθρώπου, σε κάθε στάδιο της οποίας φτιάχνεις το «πορτραίτο» του, καθορίζεις την αντιμετώπιση σου ως προς αυτόν, όπως στις γνωριμίες μέσω διαδικτύου δημιουργείς μια αρχική εντύπωση από τα πρώτα μηνύματα του, μετά – από τα επόμενα, από τη φωτογραφία του, την δεύτερη φωτογραφία, μετά βγάζεις τα συμπεράσματα από την πιο ουσιαστική αλληλογραφία, έπειτα – από τα αποτελέσματα της τηλεφωνικής συνομιλίας, και μετά από τα αποτελέσματα της προσωπικής συνάντησης μαζί του και κτλ. Η ύπαρξη της λίστας των γνωρισμάτων διευκολύνει την διαδικασία της δημιουργίας της αντιμετώπισης σου, κοιτάζοντας τη, βαθμολογείς τα προσωπικά χαρακτηριστικά του. Στην αρχη τα ενδιάμεσα αποτελέσματα θα διαφέρουν πάρα πολύ, αλλά με την απόκτηση της πείρας στην απομακρυνση των επινοήσεων και εκτοπισμών η αρχική σου αντιμετώπιση θα συμπίπτει όλο και πιο πολύ με την τελική.
Όσο πιο πολύ δυνατά ΑΣ εσύ αισθάνεσαι, τόσο αυτοματική θα είναι η συμπεριφορά σου, τόσο πιο δύσκολος θα είναι ο διαχωρισμός των αντιλήψεων και η πραγματοποίηση της συνεπής ανάλυσης τους.
02-01-14) Θα εξετάσουμε το παράδειγμα της ερμηνείας της «μοναξιάς» η της «διαμονής μέσα στο πλήθος». Είναι εύκολο να ανταλλάξεις την μια ερμηνεία με την άλλη, εξαρτάται από το ποιο νόημα θα δώσεις στη λέξη «μοναξιά». Βρισκόμενος μέσα στο πλήθος, είναι πιθανό να θεωρείς τον εαυτό σου μοναχικό, να αισθάνεσαι το συνώνυμο ΑΣ, από τη άλλη, όμως, μένοντας σε ένα άδειο δωμάτιο, μπορεις να θεωρήσεις τον εαυτό σου μέρος μιας ομάδας ανθρώπων και να αισθάνεσαι η τα ΑΣ, η τις ΦΑ σύμφωνα με την επιλογή σου.
Αναλόγως με την πρακτική της κυκλικής αντιλήψεις, εκτελούμενης με τα ΑΣ, μπορούμε να εφαρμόσουμε την ίδια πρακτική με τις ερμηνείες. Το αποτέλεσμα – η αποδυνάμωση του αυτοματισμού της εμφάνισης των ερμηνειών, δημιουργία της πιθανότητας για την επιτυχία της λογικής σαφήνειας και οι αναλαμπές του βιώματος της διαύγειας.
02-01-15) Υπάρχει μια συγκεκριμένη αντίληψη, την οποία θα μπορούσες να ονομάσεις με τη λέξη «εγώ»; τα συναισθήματα, οι σκέψεις, οι αισθήσεις, οι επιθυμίες αποδίδονται σε κάποιο «εγώ», για το οποίο δεν υπάρχει αντίληψη, όπως δεν υπάρχει αντίληψη για την επιθυμία η τη σκέψη, που «ανήκει» σε κάποιον. Η συγκεκριμένη περιγραφή αυτής της περίπτωσης έχει ως εξής: ανάμεσα σε όλο το σύνολο των αντιλήψεων υπάρχουν και οι σκέψεις, που περιέχουν τη λέξη «εγώ», που δεν σημαίνει τίποτα ουσιαστικό, δηλαδή οι σκέψεις αυτές είναι θεωρίες. Θα απομακρυνθούμε από αυτήν τη ασάφεια και θα καθορίσουμε αυτή τη λέξη. Το «εγώ» είναι ο ορισμός του συνόλου όλων των γνωστών σε μας πέντε ειδών των αντιλήψεων, οι οποίες δεν ορίζονται η μια από την άλλη και δεν καταλήγουν η μια στην άλλη. Να καθορίσουμε αυτά τα είδη των αντιλήψεων είναι αδύνατον, διοτι να «καθορίσεις» κάτι σημαίνει να το σχετίσεις με κάτι άλλο, και στην συγκεκριμένη περίπτωση αυτό είναι ανέφικτο (π.χ., ο τυφλός εκ γενετής δεν μπορει να καταλάβει – πως είναι «να βλέπεις», όσο και να προσπαθείς να το εξηγήσεις). Αυτός είναι ο λόγος για το ότι μπορούμε μόνο να τα απαριθμήσουμε. Εκτός από αυτά τα πέντε είδη των αντιλήψεων τίποτε άλλο δεν συγκαταλέγεται στην σύσταση του «εγώ»: οι αισθήσεις, τα συναισθήματα, οι σκέψεις, οι επιθυμίες, η διάκριση.
Οι σωματικές αισθήσεις (παρακάτω – απλώς «αισθήσεις») είναι όλα τα είδη των αντιλήψεων, ενωμένων από εμάς σε έννοια του «φυσικού σώματος». Η ιδέα του «φυσικού σώματος» είναι μια θεωρία, επειδή εάν εμείς παραμένουμε εκτός ορίων της ειλικρινής μαρτυρίας για τις αντιλήψεις μας, τότε το μόνο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι υπάρχουν μερικά είδη των αντιλήψεων, ενωμένων με την νόηση μας σε έννοια «φυσικό σώμα» – οπτικές, ακουστικές, γευστικές, απτικές, σεξουαλικές και άλλες. Το να βλέπεις «σώμα» σημαίνει να έχεις ορισμένες οπτικές αισθήσεις. Να αγγίζεις το «σώμα» σημαίνει να έχεις ορισμένες απτικές αισθήσεις. Αλλά ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο ενώνουμε τις αισθήσεις υπό τον όρο «φυσικό σώμα», όλα τα συναισθήματα εμείς μπορούμε να τα ενώσουμε με τον όρο «συναισθηματικό σώμα», και όλες τις σκέψεις – «πνευματικό σώμα». Από συνήθεια δεν το κάνουμε αυτό, και ως αποτέλεσμα εμφανίζεται η λανθασμένη αντίθεση των αισθήσεων με τα συναισθήματα και τις σκέψεις, για αυτό το «σώμα» θεωρείται κάτι ρεαλιστικό, βασική ιδιότητα του «εγώ», ενώ τα συναισθήματα, σκέψεις και οι επιθυμίες ως κάτι το ελάχιστα ρεαλιστικό, δευτερεύουσας σημασίας ιδιότητα του «εγώ». Μετά από τη αντίληψη «βγάζω το φορεματάκι» συχνά ακολουθεί η αντίληψη «βλέπω τα βυζάκια» – αυτή είναι η αφορμή να σκέφτεσαι, πως τα «βυζάκια» είναι μέρη του «φυσικού σώματος». Καμιά φορά, όμως, οι αντιλήψεις αυτές δεν ακολουθούν η μια την άλλη, π.χ., μπορει να βγει η αντίληψη «βλέπω το σουτιέν», αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα, επειδή το μυαλό τα βάζει όλα αυτά σε ένα μη-αντιφατικό σχήμα. Επίσης με τον ίδιο τρόπο μετά από την αντίληψη «ακούω τη λέξη «βλάκας» ακολουθεί η αντίληψη «το συναίσθημα της αγανάκτησης», αλλά κάποτε αυτή δεν εμφανίζεται, διοτι υπάρχει η αντίληψη της σκέψης «είμαι όντως βλάκας». Αυτό που θέλω να δείξω είναι ότι δεν υπάρχει καμία λογική βάση για να ονομάζουμε το σύνολο των αισθήσεων «σώμα των αισθήσεων», και το σύνολο των συναισθημάτων να το λέμε «σώμα των συναισθημάτων» – είναι απλώς θέμα συνήθειας.
Η διακριτική συνείδηση είναι σχεδόν άπιαστη αντίληψη για εκείνους, που βιώνουν τα ΑΣ και δεν νιώθουν τις ΦΑ, για αυτό στην πρακτηκη εργασία της απελευθέρωσης από τα ΑΣ, θεωρίες, μηχανικές επιθυμίες, και της επιτυχίας των ΦΑ το αφήνουμε εκτός της προσοχής μας και θα μιλήσουμε τώρα μόνο για τα 4 είδη ων αντιλήψεων.
Ας αναλύσουμε το σύνολο των δέντρων και άλλων φυτών, από τα οποία αποτελείται το δασός. Γνωρίζουμε, ότι ο κοινός άνθρωπος ξεκάθαρα δεν αντιλαμβάνεται το δασός σαν αυτό καθ `αυτό που υπάρχει, ανεξάρτητα από τα μέρη που το συντάσσουν. Το δασός είναι απλώς μια ονομασία. Έτσι και το «εγώ», είναι μόνο μια ονομασία του δασούς, αποτελούμενου από τα πέντε είδη των «φυτών». Αυτός ο ισχυρισμός είναι ο δρόμος προς την ελευθερία. Μια ζωή νόμιζες, ότι υπάρχει κάποιο βαθύτατο «εγώ», κάποιες κρυψώνες του «εγώ», υπερσυνείδητο, υποσυνείδητο, και αλλά δριμύτερα, τα απίστευτα απρόσιτα. Σκεφτόσουν, πως όλο αυτό είναι εξαιρετικά περίπλοκο, ανέφικτο, δύσκολο, ότι ο δρόμος για την ελευθερία θα μπορούσε να βρεθεί μόνο από κάποιον ιδιαίτερα ιδιοφυές, τερατόμορφα ανεπτυγμένο «πνευματικά» άνθρωπο. Και ξαφνικά ανακαλύπτεις, ότι «εγώ» δεν είναι τίποτε άλλο από τα τέσσερα είδη των αντιλήψεων, όλα και όλα! Δεν υπάρχει κάποιος σκοτισμένος – υπάρχουν οι σκοτισμοί. Δεν υπάρχει κάποιος να επιδιώκει τις ΦΑ – υπάρχει απλώς η χαρουμενη επιθυμία να αισθάνεσαι τις ΦΑ. «Κανένας» δεν είναι χαζός – υπάρχει απλώς η αντίληψη της ηλιθιότητας, η οποία μπορει να απομακρυνθεί, εάν εμφανιστεί μια τέτοια επιθυμία. Δεν υπάρχει κανένας δεσμευμένος, κανείς δεν χρειάζεται απελευθέρωση. Αυτό είναι σαν να πεις στον φυλακισμένο, που φανταζόταν αμέτρητες σειρές των τοίχων και κελιών: υπάρχει τοίχος μπροστά, πίσω, δεξιά και αριστερά, κάτω και πάνω σου – μα αυτό είναι όλο! Πάνω από το ταβάνι δεν βρίσκεται ο «υπερσυνείδητος» τοίχος, και όταν τρυπήσεις το πάτωμα – από κάτω δεν υφίσταται ο υποσυνείδητος τοίχος – εκεί είναι η ελευθερία, εκεί είναι ο απέραντος κόσμος των φωτισμένων αντιλήψεων. Φανταστείτε – πόση χαρά, αποφασιστικότητα και επίμονη θα χαρίσει στον φυλακισμένο αυτή η είδηση; Εσύ είσαι ο φυλακισμένος, και σου φέρνω αυτή την χαρουμενη είδηση: εγώ πέρασα αυτόν τον τοίχο και βρήκα εκεί την ελευθερία, και γράφω αυτή την απλή οδηγία, την οποία μπορει να χρησιμοποιήσει ο καθένας, που επιθυμεί. Απόλαυσε αυτήν την είδηση, συνειδητοποίησε την, χάιδεψε την και κατάλαβε: η ελευθερία είναι πολύ κοντά, και μπορεις να την πάρεις με τα γυμνά σου χέρια, εάν θα ξεκινήσεις τη δουλειά με επίμονη, αποφασιστικότητα και προσδοκία.
Στη μελέτη της θεωρίας του «εγώ» μπορούν να εφαρμοστούν οι προαναφερόμενοι μέθοδοι, αλλά ως προσθήκη σε αυτά προτείνω άλλη μια – την πρακτηκη της «συνειδητοποίησης της απουσίας». Η πρακτική αυτή μπορει να ασκηθεί αποτελεσματικά για την διάλυση των θεοριων, που έχουν το ίδιο χαρακτηριστικό με την θεωρία του «εγώ». Φαντάσου ότι εγώ έχω μια θεωρία αξεπέραστης δύναμης, που αντλείται από τη δήθεν παρουσία του ιπποπόταμου στην κοιλιά μου. Παρατηρώντας πάρα πολύ προσεκτικά, αφουγκράζοντας και μυριζοντας, αργα η γρηγορα βγάζω το συμπέρασμα, ότι δεν υπάρχει, τελικά, κανένας ιπποπόταμος, τέλος πάντων, δεν βρήκα καμία απόδειξη της ύπαρξης του, για αυτό, μέχρι την εμφάνιση αυτών τον αποδείξεων θα ζήσω, σαν να μην υπάρχει εδώ αυτό το ζώο. Είναι πάρα πολύ απλό, αλλά για κάποιο λόγο όλοι μας πιστεύουμε ακράδαντα, ότι ανάμεσα στις αντιλήψεις βρίσκεται κάποιο ζώο – το «εγώ».
Γενικώς η πρακτηκη είναι πολύ απλή. Δεν απαιτείται να εκτελείς κάτι ακαταλαβίστικο για να λάβεις αόριστα μελλοντικά «αγαθά», ούτε να πιστεύεις, ότι τα άγνωστα σε σένα «αγαθά» θα έρθουν, εάν απαρνηθείς αυτά, που αυτή τη στιγμή επιθυμείς. Ο δρόμος της ειλικρίνειας είναι διαφορετικός : εάν διαπιστώσεις, ότι κάτι είναι μια ψευδαίσθηση, δεν υπάρχει πια ο δρόμος της επιστροφής, δεν μπορεις να γυρίσεις στην τυφλή πίστη ξανά.
Τα αποτελέσματα των προσπαθειών σου είναι άμεσα ορατά, και τα απολαμβάνεις αμέσως τώρα: εάν μόλις τώρα απομάκρυνες τον κυματισμό των ΑΣ, την ίδια στιγμή βίωσες και τον κυματισμό των ΦΑ. Στον ευθύ δρόμο δεν υπάρχουν οι πρωτοπόροι και οι ακόλουθοι. Ο καθένας ακολουθεί τις δικές του χαρούμενες επιθυμίες, και όταν εμφανίζεται η φωτισμένη αντίληψη, νιώθεις σαν πρωτοπόρος , και είσαι ένας στον δρόμο σου.
Για να κάνεις μόνιμη την συνειδητοποίηση, ότι η λέξη «εγώ» δεν είναι παρά μια ονομασία όλων των αντιλήψεων, απαιτούνται συνεχόμενες προσπάθειες – όχι λιγότερες των προσπαθειών του απόλυτου έλεγχου ανα πάσα δευτερόλεπτο της απομάκρυνσης των ΑΣ. Είναι αναγκαίο να υπερνικήσεις την συνήθεια της επινόησης κάποιου αυτού καθ` αυτού υπάρχον ζώου. Για μένα η πιο απλή λύση θα ήταν η διαλογή των αντιλήψεων που έχω – υπάρχει αυτό, και αυτό, και εκείνο, τίποτε άλλο δεν αντιλαμβάνεται.
Ένα από τα εμπόδια για την επιτυχία της συνειδητοποίησης της απουσίας προέρχεται από το ότι η λέξη «εγώ» έχει ενσωματωθεί για τα καλά στο λεξιλόγιο μας. Κάθε μέρα τη χρησιμοποιούμε δεκάδες φορές, υποστηρίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις θεωρίες, οι οποίες συνδέονται με αυτήν. Για αυτό είναι πολύ ωφέλιμη η παύση της χρήσης των λέξεων «εγώ», «εσύ», «αυτή», η προφορά τους να γίνεται μόνο στην ομιλία με εκείνους, η προβλέψιμη αντίδραση των οποίων σε συμφέρει (στη δουλειά, για παράδειγμα). Μου αρέσει αντί της λέξης «εγώ» να χρησιμοποιώ τη λέξη «το μέρος», αντί του «εγώ θέλω» μπορούμε να πούμε «υπάρχει η επιθυμία», αντί του «εγώ σκέφτομαι», «υπάρχει η σκέψη».
Ανάλογη είναι η πρακτηκη της συνειδητοποίησης της απουσίας για το «εσύ», «αυτή». – αντιλαμβάνεσαι, ότι οι αντιλήψεις «η όψη του πισινού», «ο ήχος της φωνής», «η γεύση της ρώγας», « το άγγιγμα της γλώσσας στο αιδοίο», η συμπάθεια, η τρυφερότητα και άλλες – υπάρχουν, μα δεν υπάρχει αντίληψη «αυτή».
Σαν αποτέλεσμα της σαφήνειας αυτής εμφανίζεται μια ασυνήθιστη αντίληψη. Μπορει να έρθει η μηχανική ερμηνεία του ως «μοναξιά», αλλά δεν είναι η μοναξιά, επειδή η «μοναξιά» υφίσταται, όταν υπάρχει το «εγώ» και το ανέφικτο «εσύ» και τα ΑΣ λόγο αυτού. Όμως αυτή η νέα αντίληψη έχει αντίκτυπο με τη λέξη «απεραντοσύνη», «ανοιχτοσύνη». Βιώνεις τη διαπεραστική και απολαυστική μέχρι δακρύων ελευθέρια από την αιώνια αίσθηση του φόβου της μοναξιάς, ο οποίος βγήκε τελικά απλώς μια σαπουνόφουσκα. Ανακαλύπτεις , ότι όλη η ζωή σου, οι στόχοι και οι άξιες ήταν κτισμένοι πάνω στην πίστη στον «θεατή», στον «άλλον». Οι άνθρωποι παίζουν στην ανούσια, ατελείωτη παράσταση από τη γέννηση μέχρι το θάνατο. Τώρα η Χίμαιρα αυτή έσκασε, και τι; Μπροστά σου, σαν παιχνιδιάρικα τιγράκια – οι χαρούμενες επιθυμίες, που σε τραβάνε στις φωτισμένες αντιλήψεις όχι «για κάποιον» η «για κάποιο λόγο», μα λόγο της ίδιας της ύπαρξης της ασυγκράτητης επιδίωξης. Όλη σου τη ζωή έπαιζες σκάκι με τον εαυτό σου : επινόησες τον αντίπαλο, νικούσες, έχανες, ένιωθες πικρά η την επάρκεια, εκνευρισμό η δουλοπρέπεια. Και τώρα ύψωσες το βλέμμα σου … δεν υπάρχει κανείς! Υπάρχει η επιλογή – η σήψη των σκοτισμών, η ένα ταξίδι στον απέραντο, καταπληκτικό κόσμο των φωτισμένων αντιλήψεων. Δεν υπάρχει τρίτη επιλογή.
Η συνήθεια να επινοείς τα «υποκείμενα» και τα «αντικείμενα» είναι ιδιαίτερα δυνατή, έτσι απαιτείται η καταβολή των μόνιμων προσπαθειών της ειλικρινείας (δηλαδή η καταγραφή των αντιλήψεων ως έχει, δίχως προσθήκες και εκτοπισμούς, χωρίς λογοκρισία και διαστρεβλωτικούς καθρέπτες), για να δημιουργήσεις και να στερεώσεις τη νέα συνήθεια – συνήθεια να αισθάνεσαι τη σαφήνεια στο ότι δεν υπάρχουν αντιλήψεις, οι οποίες δεν υφίστανται, και υπάρχουν μόνο αυτές, που είναι παρών. Στις διαφορετικές περιπτώσεις αυτό είναι εφικτό με διαφορετικό κόπο. Ένα πράγμα να το συνειδητοποιείς, καθισμένος στον καναπέ, και άλλο – όταν συζητάς, όταν υπάρχει η αντίληψη των οργισμένων κραυγών και τρυφερών αγκαλιών. Γεννιούνται οι λανθασμένες ερμηνείες, π.χ., «εάν δεν υπάρχει κανείς, για ποιο λόγο να αισθανθώ τρυφερότητα»; Η ερώτηση δεν έχει νόημα, διοτι η λέξη «γιατί» υπονοεί την παρουσία κάποιου υποκείμενου, και επίσης υπονοείται, ότι δεν υπάρχει η επιθυμία για την αίσθηση της τρυφερότητας. Μα είναι πάρα πολύ απλό – υπάρχει η χαρουμενη επιθυμία να αισθάνεσαι την τρυφερότητα, υπάρχει η απόλαυση από αυτήν, υπάρχει η θέληση να δυναμώσεις αυτή την αντίληψη, και η δύναμη αυτών των επιθυμιών υπερβαίνει την επιθυμία να αφήσεις τα πάντα ως έχουν, να επιστρέψεις στο σκοτάδι των ΑΣ κα της ηλιθιότητας. Είναι αδύνατον να υπολογίσεις, υπό ποιες συνθικες είναι πιο εύκολο να πετύχεις αυτή την σαφήνεια – καθισμένος στην απομόνωση της σπηλιάς, η το αντίθετο – περιστρεφόμενος στη δύνη του πλήθους. Αυτό δεν εξαρτάται από τις καταστάσεις, αλλά από την ακολουθία των χαρούμενων επιθυμιών σου.
Με την ψευδαίσθηση του «εγώ» αυταπατάσαι διπλά – από τη μια μεριά πιστεύοντας ότι υπάρχει «εγώ» σε σένα και στον άλλον άνθρωπο, και από την άλλη πιστεύοντας ότι στην πέτρα, στο δέντρο, στο φυτό δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, κάτι, φυσικά, λανθασμένο, διοτι δεν υπάρχει αντίληψη «μη-εγώ», δεν μιλάμε καν για εκείνα, που δεν έχουν καθοριστεί – για την απουσία του οποίου να συζητήσουμε. Εφόσον κάποια λέξη δεν σημαίνει κανένα συγκεκριμένο σύνολο των αντιλήψεων, γενικώς δεν μπορούμε να πούμε τίποτα – ούτε ότι «αυτό» υπάρχει, ούτε ότι «εκείνο» δεν υπάρχει. Συναίσθημα, σκέψη, αίσθηση – υπάρχει, μα η αντίληψη «μη – εγώ» – όχι. Δεν είναι δύσκολο να το καταλάβεις. Με αυτό τον τρόπο, άλλη μια άποψη της πρακτικής της επιτυχίας της σαφήνειας για την απουσία της αντιλήψεις του «εγώ» αποτελείται από τη ξεκάθαρη κατανόηση σου και για την απουσία της αντίληψης του «μη – εγώ». Η μοναδική ανάπτυξη αυτής της πρακτικής είναι η πρακτηκη «μη-ποταμού, μη-βουνού», οι οποία περιγράφεται στο κεφαλαίο για τη διακριτική φωτισμένη συνείδηση.
Εφαρμόζοντας αυτή τη μέθοδο με ακολουθία, μπορούμε να πετύχουμε την σαφήνεια σε σχέση με τις αφηρημένες θεωρίες, κτισμένες με τη μηχανική διάκριση. Κοιτάμε τη πέτρα, που κείτεται στη θάλασσα, και συμπεράνουμε, ότι η πέτρα – είναι ένα, και η θάλασσα – είναι άλλο πράγμα. Το συμπέρασμα βασίζεται στο ότι είναι ορατή η γραμμή ανάμεσα στη θάλασσα και τη πέτρα , και ότι η γραμμή υπάρχει και σήμερα, και θα είναι εκεί αύριο, και μετά από ένα χρόνο. Αν, όμως, κοιτάξεις την αραιά ομίχλη, θα είναι πιο δύσκολο να πεις, ότι η ομίχλη είναι ένα πράγμα, ενώ ο αέρας – άλλο, επειδή η ομίχλη διασκορπίζεται ανεπαίσθητα στον αέρα. Εντωμεταξύ είναι γνωστό, ότι και η πέτρα σε ένα εκατομμύριο χρόνια θα διαλυθεί στον ωκεανό, οποτε το συμπέρασμα μας είναι πολύ σχετικό. Πώς θα μπορούσε να κρίνει τον κόσμο ένα πλάσμα, το οποίο ζει μόλις μια μέρα; Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει αντιλήψεις του κόσμου, τις οποίες θα θεωρούσαμε απόλυτα παράλογες.
Ας δούμε από μια άλλη πλευρά το ζήτημα: συμπεράνουμε για την ύπαρξη των δυο διαφορετικών αντικειμένων επειδή υπάρχει μια ξεκάθαρη γραμμή ανάμεσα τους. Αλλά ανάμεσα στο μάτι και στο βλέφαρο βρίσκεται η γραμμή όχι λιγότερα ξεκάθαρη από αυτήν ανάμεσα στη πέτρα κα το νερό στη θάλασσα, είναι αυτό αρκετή αφορμή να καθορίσουμε τον άνθρωπο ως κάτι, που αποτελείται από μερικά διαφορετικά αντικείμενα; Τυπικά θα μπορούσαμε να το κάνουμε, και έτσι κάνουμε στην αντικειμενική δραστηριότητα, αλλά μολαταύτα θυμόμαστε, ότι ο άνθρωπος δεν είναι απλώς ένα σύνολο μερικών πραγμάτων, μα περιπλοκότατος οργανισμός, κάτι ακέραιο. Για ποιο λόγο τότε αποκαλούμε την πέτρα κα τη θάλασσα δυο διαφορετικά αντικείμενα; Από συνήθεια. Στο παράδειγμα αυτό φαίνεται ξεκάθαρα το διπλό πρότυπο της θεωρητικής νόησης.