Ελληνικα change

Error

×

Κεφάλαιο 19

Main page / Μάγια 3: Σκληρά ποτάμια, μαρμάρινος άνεμος / Κεφάλαιο 19

Περιεχόμενα

    Το υποβρύχιο κομμάτι της σπηλιάς αποδείχθηκε όχι λιγότερο περίπλοκο, απ` ότι το στέρεο. Μια ολόκληρη ώρα οι δύτες προχωρούσαν εμπρός στο βάθος, χωρισμένοι ανά ζεύγη, και έβαλαν στον χάρτη μόνο τα βασικά τούνελ και τις υποβρύχιες στοές. Φάνηκε, ότι μια τέτοια χαρτογράφηση της σπηλιάς μπορεί να πάρει εβδομάδες, ακόμα και μήνες, και μετά από αυτό η φασαρία γύρω από αυτήν σπηλιά καταλάγιασε σιγά-σιγά. Η σπηλιά μετατράπηκε σε κάποιου είδους ζώνη αποκατάστασης, όπου μπορούσες να περιπλανηθείς στις «στολισμένες» αίθουσες, να καταδυθείς σε ένα υποβρύχιο τούνελ, να βάλεις στον χάρτη κάποιο νέο κομμάτι, ή απλώς να καθίσεις στο απόλυτο σκοτάδι και ησυχία, ασχολούμενος με ορισμένες πρακτικές, οι οποίες απαιτούσαν μια ιδιαίτερη συγκέντρωση. Μιας και πάρα πολλές διακλαδώσεις της σπηλιάς τελείωναν με αδιέξοδο, τέτοιες “χώρους διαλογισμού” έφτιαχναν σε αυτά τα σημεία, βάζοντας τα αντίστοιχα σημάδια στον χάρτη. Όταν κάποιος έφευγε σε μια τέτοια περιοχή, άφηνε σημείωση, και στο σχήμα του υπολογιστή αυτή άναβε με πορτοκαλί φως, προειδοποιώντας τους άλλους, ότι δεν πρέπει να ενοχλήσουν. Και η Τζέιν επέλεξε για τον εαυτό της ένα μέρος στη σπηλιά – στο τέλος ενός πάρα πολύ στενού και μακρύ λαγουμιού, όπου μπορούσες να περάσεις μόνο σερνάμενος στα τέσσερα, ενώ σε κάποια σημεία ακόμα και μόνο έρποντας πάνω στην κοιλιά. Για να φτάσεις από την σχισμή από κυανιτη μέχρι το τέλος αυτού του λαγουμιού, χρειάζονταν είκοσι λεπτά, και στην αρχή η Τζέιν νόμιζε, ότι είναι πάρα πολύς χρόνος, όμως, από την άλλη, αυτή η δυσκολία είχε και τα καλά της – γλιστρώντας σε ένα τόσο στενό και μακρύ λαγούμι εκείνη μπορούσε να δημιουργήσει χωρίς κανένα κόπο την αίσθηση της απόλυτης απομάκρυνσης από τον έξω κόσμο, μα και στον δρόμο προς τα εκεί είχε πολλά να ασχοληθεί. Εκείνη έστρωσε στο τέλος του λαγουμιού μια μεγάλη χοντρή κουβέρτα, κάρφωσε την άλλη μια στον τοίχο, και τώρα μπορούσε πλέον να κάθεται και να ξαπλώνει με άνεση σε αυτό το μέρος.  Και αυτή τη στιγμή, όταν η απόλαυση έτρεχε μέσα στο κορμί της, σαν τον σκύλαρο, που έχει πεθυμήσει την ελευθερία, θέλησε και πάλι να συρθεί στην κρυψώνα της και να δοκιμάσει κάτι, που της πρότεινε ο Τόμας.

    Τα μαθήματα με τον Τόμας άρχισαν κάπως απρόσμενα, και σιγά-σιγά έγιναν συχνά και πολύ αποτελεσματικά. Προς μεγάλη έκπληξη της Τζέιν, ο Τόμας έδειξε ενδιαφέρον για το άτομο της ακριβώς τη στιγμή, όταν η ίδια δεν αισθανόταν και πολύ στα νερά της – όταν η επιθυμία να συσσωρεύει τα αποσπάσματα χάθηκε εντελώς, ενώ η επιθυμία να μελετάει τις επιστήμες παρέμεινε, ωστόσο, έχασε εκείνη την διαπεραστικότητα, στην οποία αυτή είχε συνηθίσει μετά από έναν χρόνο, και ο, τι ήθελε εκείνη τη στιγμή αληθινά, ήταν να ξεκουραστεί από τις επιθυμίες, και αυτές, σαν έξυπνα χταπόδια, τυλίχτηκαν και κρύφτηκαν στις φωλίτσες τους.

    – Γονάτισε, αλλιώς θα πιάσω τον πισινό σου και θα σε πηδήξω έτσι!

    Η Τζέιν τεντώθηκε με όλο της το κορμί – η ευδαιμονία ήταν σχεδόν σωματικά αισθητή, όπως γίνεται αισθητή μια πέτρα στο χέρι – βαριά, ξεχειλισμένη από απόλαυση, με επίκεντρο, που μετακύλησε από το χέρι στο πόδι, από το πόδι στην κοιλιά, από την κοιλιά μέσα στο μουνάκι της – η Τζέιν στην αρχή παρακολουθούσε αυτή την περίπλοκη τροχιά, και μετά σταμάτησε. Γύρισε μπρούμυτα, και στάθηκε στα τέσσερα, κάνοντας τα πάντα αργά, απολαμβάνοντας τον κάθε κυματισμό, κάθε απόχρωση της ηδονής, την οποία προκαλούσε η παραμικρή κίνηση. Κάποια στιγμή, ξαπλωμένη στο πλευρό της, έμεινε ακίνητη, διότι το επίκεντρο της απόλαυσης περνούσε από την κλειτορίδα της και ήταν πολύ επικίνδυνο να κινηθεί σε μια τέτοια κατάσταση – ο οργασμός την παραμόνευε και θα μπορούσε να την πιάσει απροειδοποίητα. Όταν το κύμα μεταφέρθηκε στους μηρούς, εκείνη γύρισε τελείως στην κοιλιά και άρχισε να μαζεύει τις πίσω πατούσες της. Ο Έκορ ανυπόμονα, και όμως προσεκτικά, σήκωσε τον ποπό της και άρχισε να βολεύεται από πίσω, έτσι όταν το αρκετά μεγάλο για την ηλικία του υγρό πέος γλίστρησε μέσα στο μουνάκι της, η Τζέιν βόγκηξε και για τα επόμενα δυο λεπτά δεν μπορούσε πια να σκεφτεί για τίποτε άλλο.  Η Κούνγκα της σύστησε τον Έκορ δυο εβδομάδες πριν, λέγοντας, ότι πρώτον, είναι ο καλύτερος της φίλος, και δεύτερον, ότι σίγουρα θα βρουν κάτι να ασχοληθούν οι δυο τους. Έτσι και έγινε. Πρώτο, που έκανε ο Έκορ, όταν η Τζέιν του χαμογέλασε, ήταν ένα άλμα άξιο μιας τίγρης. Αγκαλιάζοντας τη μέση της, άρχισε να πιάνει αχόρταγα όλο το κορμί της, έπειτα κάθισε στα τέσσερα και γέμισε με φίλια και γλειψίματα τους μηρούς, έχωνε τα χέρια του μέσα στο σορτς της, έσφιγγε τον ποπό, κατόπιν ξεκούμπωσε το σορτσάκι, και το κατέβασε τελείως, φιλώντας το μουνάκι της μέσα από το βρακάκι, εισπνέοντας ταυτόχρονα τη μυρωδιά τους, ακουμπώντας με τη μύτη την ήβη, την κλειτορίδα, τα χειλάκια της… η πρώτη τους συνάντηση κράτησε πολύ, και αυτό, που της έκανε μεγαλύτερη εντύπωση, ήταν ότι ο Έκορ ποτέ, μα ποτέ δεν κουραζόταν να χαϊδεύεται και να πηδιέται. Τώρα ήταν εξίσου τρυφερός και παθιασμένος, όπως και την πρώτη τους φορά, παρόλο που εκείνος, μάλλον, είχε πάει με όλα τα κορίτσια της Βάσης. Της άρεσε πολύ, ότι συγκεκριμένα απολάμβανε το κορμί της και γενικώς το σεξ. Μπορούσε επί δυο λεπτά να γλείφει τις πατούσες της, τόσο αφιερωμένος, λες και τίποτα δεν μπορούσε να του αποσπάσει την προσοχή, και μετά με την ίδια προσεκτικότητα μύριζε και έγλυφε τις μασχάλες της, έπειτα, συγκεντρωμένος, έσφιγγε τα στηθάκια της, κουνώντας συνέχεια το πέος του μέσα στον ποπό η στο μουνάκι της. Η Τζέιν όχι μόνο δεν είχε δει ποτέ στη ζωή της τόσο χαδιάρικο και παθιασμένο αγοράκι, αλλά δεν μπορούσε καν να το φανταστεί, και τώρα ακριβώς για αυτό αναρωτιόταν – γιατί δεν μπορούσε να το κάνει, να φαντασιώνεται ένα τέτοιο πιτσιρικά? Λογοκρισία. Εσωτερικός περιορισμός – ξαφνιάστηκε αυτή με την απάντηση, που βρήκε. Θυμήθηκε κάποια παλιά αλληλογραφία με μια γνωστή της – στέλνοντας τις κάποιες δικές της σκέψεις, σχετικές με το σεξ, η Τζέιν έλαβε ως απάντηση παράξενες φράσεις του τύπου “το σεξ για μένα δεν είναι και το πιο σημαντικό στη ζωή” και αλλά παρόμοια. Τώρα ήξερε απολύτως ξεκάθαρα, ότι οι φράσεις τέτοιου είδους προδίδουν στον άνθρωπο κάποιες βαθύτατες σεξουαλικές απαγορεύσεις και κόμπλεξ,  μαζί με την μανιασμένη δογματικότητα. Έτσι έχεις την αφορμή να υποθέσεις, ότι υπάρχει μίσος για ο, τι έχει σχέση με το σεξ. Αφού στην περίπτωση, αν εκείνη, για παράδειγμα, θα είχε μιλήσει στη φίλη της για κάτι, που διάβασε σε ένα βιβλίο περί ταξιδιών, η άλλη θα μπορούσε να συμφωνήσει από ευγένεια, ή να το εγκρίνει με απάθεια, η ακόμα να το αγνοήσει, μα σίγουρα δεν θα έγραφε “τα ταξίδια για μένα – δεν είναι ο, τι πιο σημαντικό στη ζωή”. Αυτό είναι προφανές. Τώρα είναι προφανές, ενώ τότε η Τζέιν βίωσε ένα τσίμπημα της αμηχανίας και με αυτόν τον τρόπο στερέωσε την ψυχρότητα της. Ακόμα και ο άνθρωπος, που θεωρεί τον εαυτό του απελευθερωμένο και πρόστυχο, στην πραγματικότητα είναι γεμάτος με σεξουαλικά δόγματα και κόμπλεξ καταστροφικής ισχύος, και αυτό φαινόταν ιδιαίτερα, όταν η Τζέιν παρατηρούσε τις αντιδράσεις της την ώρα που κοίταζε τον Έκορ. Φαινόταν, ότι δεν βιώνει ποτέ καμία ντροπή, ποτέ, όμως. Και δεν το κρύβει, και μάλλον, δεν περνάει καν από το μυαλό του, ότι για εκείνον το σεξ – είναι ο, τι πιο σημαντικό στη ζωή. Για κάποιους το πιο σημαντικό – είναι η μελέτη της φυσικής, η οι καταδύσεις, για τρίτους οι ισχυρότερες επιθυμίες ανήκουν στον χώρο των ταξιδιών η της μουσικής, ενώ τον Έκορ περισσότερα απ` όλα ενδιέφερε το σεξ. Σε οποιοδήποτε μέρος της Βάσης, οποιαδήποτε στιγμή αυτός μπορούσε να πλησιάσει οποιαδήποτε κοπέλα η κορίτσι και να της προτείνει σεξ η τα χάδια του και μάλλον, αυτό έκανε επί ολόκληρα εικοσιτετράωρα. Η αντοχή, την οποία είχε δείξει, γλείφοντας πατουσάκια, ποπούς, πέη, όρχεις, ρώγες, μουνάκια και κοιλιές, στο πήδημα με τα αγόρια και κορίτσια, μια καταπληκτική επιμονή στο να πηδήξει κάποιον η να τον πηδήξουν  – μια τόσο έντονη δραστηριότητα, όπως μόλις τώρα παρατήρησε η Τζέιν, προκαλούσε μέσα της έκπληξη όχι εντελώς ερευνητικής φύσεως. Υπήρξε και σε αυτό ένα μερίδιο της αρνητικής αντιμετώπισης. Ρε γαμώτο… Όταν σκέφτεσαι, ότι ο Έκορ από το πρωί μέχρι βράδυ επί δώδεκα ώρες πηδιέται και γλείφεται, εμφανίζεται, να πάρει, ο κυματισμός της αποξένωσης, της δυσαρέσκειας, στο κεφάλι χώνονται αποσπάσματα απίστευτα χαζών σκέψεων, και όλα αυτά γιατί? Αν η Μάρθα επί δεκαέξι ώρες την ημέρα ασχολείται με γενετική, αν είναι πρόθυμη με μεγάλη της χαρά να πει στον οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο ο, τι αυτός επιθυμεί να μάθει για την γενετική, τότε αυτό προκαλεί σεβασμό του κάθε ανθρώπου, που δεν στερείται έστω λίγο μυαλό. Ωστόσο, αν εκείνη επί δεκαέξι ώρες θα πηδιόταν, χαϊδευόταν, γλειφόταν… θα την είχαν απορρίψει, απλούστατα θα την εξολόθρευαν. Και αυτή – η Τζέιν – κουβαλάει αυτά τα σκατά μέσα της…

    Ο Έκορ σήκωσε τα ποδαράκια της ψηλά, διπλώνοντας τη σχεδόν στα δυο, και ξάπλωσε πάνω της. Λυγίζοντας ελαφρώς τα πόδια της, πίεσε το πρόσωπο του πάνω στις πατούσες, και γλείφοντας και δαγκώνοντας τις, την πηδούσε σε αυτή τη στάση. Κάθε φορά, όταν εκείνος σταματούσε, πόσο μάλλον, όταν έβγαζε το πέος του, η διέγερση αυξανόταν λιγάκι, και μόνο τρία-τέσσερα δευτερόλεπτα μετά χαμήλωνε απαλά, και όταν εκείνος άρχιζε να κινείται και πάλι, η όποτε κάρφωνε το πέος του μέσα της, η ηδονή ανατιναζόταν μέσα στην κοιλιά, μουνάκι, στον ποπό της, και η Τζέιν δυσκολευόταν πια να σκέφτεται για οτιδήποτε.

    Ο Τόμας…  το ενδιαφέρον του για τη Τζέιν αποδείχθηκε ακούσιο, ελαφρύ και στιγμιαίο. Λες και μεταξύ άλλων, εκείνος της έκανε κάποια ερώτηση και έφευγε αμέσως, μόλις λάμβανε μια πρόχειρη απάντηση. Με όλη τη συμπεριφορά του της έδινε να καταλάβει, ότι ουσιαστικά δεν γίνεται καμία εκπαίδευση, απλώς ανταλλάζουν τις χωρίς ιδιαίτερή σημασία φράσεις. Και μόνο μια εβδομάδα αργότερα η Τζέιν πρόσεξε, ότι με τις ερωτήσεις και τις συμβουλές του,  τις οποίες εκείνος παρουσίαζε σαν κάτι το ασήμαντο, ο Τόμας την οδηγούσε σε μια ορισμένη κατεύθυνση. Μάλλον, αυτή ήταν η τακτική του – μια διακριτική επιρροή, ούτε καν επιρροή, αλλά μια πρόταση για κάποια επιρροή. Η διακριτικότητα τέτοιου είδους λαμβάνει ανταπόκριση μόνο στην περίπτωση, αν ο εκπαιδευόμενος πράγματι ενδιαφέρεται για το θέμα και έχει αρκετή επιμονή, ώστε χωρίς κάποια παρακινητική συντήρηση να αναπτύξει ανεξάρτητα το αντικείμενο του – όπως θεωρητικά, τόσο και πρακτικά. Η Τζέιν εκδήλωσε και ενδιαφέρον, και τον ενθουσιασμό, και ο Τόμας σιγά-σιγά σταμάτησε να μειώνει τη σημασία της συναναστροφής τους, αφιερώνοντας σε αυτήν περισσότερο χρόνο και μιλώντας για περισσότερα πράγματα.

    Ο λόγος αφορούσε σε μια τόσο άπιαστη ύλη, όπως η ενσωμάτωση των αντιλήψεων από τις μουσούδες της Γης. Η Τζέιν  κατάφερε εδώ και αρκετό καιρό σχετικά εύκολα να βιώσει σκληρότητα κατά την παρακολούθηση του τεράστιου βράχου. Η πρακτική συνδύαζε την απραξία, δημιουργία της συμπάθειας για αυτή την πελώρια μουσούδα, και την δημιουργία της βεβαιότητας για το ότι και ο βράχος αισθάνεται συμπάθεια για αυτήν. Η Τζέιν προσπαθούσε τότε επί δέκα λεπτά να συγκεντρωθεί σε αυτές τις αντιλήψεις, χωρίς το παραμικρό αποτέλεσμα. Η αποτυχία την άφησε παντελώς αδιάφορη, διότι δεν είχε σχεδόν καμία προσδοκία για το αποτέλεσμα αυτού του πειράματος, θα μπορούσε και να τα ξεχάσει όλα, όμως, δυο μέρες αργότερα, βρισκόμενη σε μια εντελώς συνηθισμένη κατάσταση, βίωσε ξαφνικά μια πολύ παράξενη αίσθηση, δεν μπορούσε να θυμηθεί κάτι παρόμοιο, και η αίσθηση αυτή είχε ξεκάθαρο αντίκτυπο με την περιγραφή της σκληρότητας, την οποία διάβασε τότε. Ήταν καταπληκτικό. Ποτέ πριν δεν είχε ξανανιώσει έτσι. Και μάλλον, η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν το νιώθει ποτέ. Ζουν ολόκληρη τη ζωή τους και δεν έχουν ιδέα, ότι η ζωή τους είναι γκρίζα και αδιάφορη. Μετά από αυτό το γεγονός η σκληρότητα άρχισε να έρχεται κατά καιρούς, διότι τώρα είχε πλέον την εμπειρία της αίσθησης της, και μπορούσε να καταβάλει προσπάθεια για να  «θυμηθεί τον εαυτό της σε αυτή την κατάσταση», και παρόλο που δεν είχε λάβει ακόμα τα αποτελέσματα συγκεκριμένα την ώρα της καταβολής αυτών των προσπαθειών, που και που η σκληρότητα εμφανιζόταν ακούσια. Η Τζέιν καταλάβαινε, ότι υπάρχουν και άλλες «σωματικές συναισθήσεις», συνδεδεμένες με τις πρακτικές, ονομαζόμενες  «ενσωμάτωση των αντιλήψεων των μουσούδων της Γης», αλλά η γνώση αυτή παρέμεινε κάπως άχρωμη, αφηρημένη και δεν οδηγούσε στις προσπάθειες να βιώσει αυτές τις νέες σωματικές συναισθήσεις.

    Ο Τόμας της έκανε την ερώτηση – πώς της φαίνεται ένας μακρινός όγκος του δάσους, αν τον παρατηρήσει με τον ίδιο τρόπο, όπως εκείνοι παρατήρησαν τον βράχο. Ρώτησε – και αμέσως αποσπάστηκε για κάποιον άλλον, και ένα λεπτό αργότερα έφυγε κιόλας. Όμως, δυο μέρες αργότερα ενδιαφέρθηκε – με εξίσου φευγαλέο τρόπο – πώς πάνε τα πράγματα με εκείνο το δάσος. Τίποτα το ορισμένο δεν γινόταν με το αυτό, όπως τον πληροφόρησε μελαγχολικά η Τζέιν, όμως, ο Τόμας δεν ενδιαφερόταν, απ` ότι φαίνεται, μάλλον, ίσως όχι και τόσο για το ίδιο αποτέλεσμα, όσο – αν η Τζέιν είχε καταβάλει κάποιες προσπάθειες για το λύσιμο αυτό του προβλήματος, και έκανε καμία-δύό ερωτήσεις διευκρίνισης. Προφανώς, οι απαντήσεις της Τζέιν τον ικανοποίησαν, επειδή της έδωσε τη συμβουλή – να μην εστιάζει τόσο πολύ την όρασή της, όταν κοιτάζει το δάσος, και να το αντιλαμβάνεται συγκεκριμένα ως μια “δασική μάζα”, και όχι σαν συγκρότημα των μεμονωμένων δέντρων.  “Δεν ανέφερα τη λέξη “μάζα” έτσι απλά”, –  είπε εκείνος.

    Ο Έκορ την γύρισε και πάλι μπρούμυτα, ξάπλωσε πάνω της, κολλώντας σφικτά στην πλάτη της, με τα πόδια του στηρίχθηκε κάτω από τα γόνατα της, έχωσε το πέος του στο μουνάκι, όμως, δεν άρχισε να την πηδάει, αλλά μετακινήθηκε λιγάκι προς τα πάνω, για να πιέσει με όλη την επιφάνεια του πέους μέσα στον κόλπο, και κουνούσε τον ποπό του δεξιά-αριστερά, ίσα-ίσα,  κρατώντας με τα χέρια τους ωμούς της Τζέιν, και αυτό το πιάσιμο στους ώμους, και ο τρόπος, με τον οποίο εκείνος ακουμπούσε την κοιλιά του στην πλάτη της, και πως πίεζε με τα πόδια στο πίσω μέρος των γόνατων – όλα τα αυτά προσέφεραν στην σεξουαλική ηδονή εκείνο το μερίδιο της ερωτικής διέγερσης, το οποίο καταντάει το σεξ τόσο ισχυρή πηγή των φωτισμένων αντιλήψεων. Ήταν τόσο υπέροχο να σκέφτεται για τα δικά της, χωρίς να δώσει την παραμικρή προσοχή στο αγόρι!

    Με πιο γενικευμένη όραση τα πράγματα πήγαιναν πολύ καλύτερα, και την πρώτη κιόλας ημέρα η Τζέιν έκανε ανακάλυψη – μετά από δέκα λεπτά της παρακολούθησης του δάσους εκείνη βίωσε κάτι, για το οποίο ήταν αδύνατον να βρει την σωστή λέξη. Αργότερα η Τζέιν κατάλαβε, ότι είναι εντελώς φυσική κατάσταση κατά την ανακάλυψη της κάθε νέας σωματικής συναίσθησης – η φαινομενική αδυναμία της επιλογής της λέξης με αντίκτυπο. Ήταν διαφορετικό με τη σκληρότητα, επειδή έμαθε τη λέξη “σκληρότητα” νωρίτερα, προτού την βιώσει, ενώ τώρα ένιωθε αποπροσανατολισμένη, και την ίδια στιγμή η αίσθηση άρχισε να εξαφανίζεται. Ξαφνικά η ανάγκη της ανακάλυψης της λέξης με αντίκτυπο έγινε επείγουσα, έντονη, και ήρθε μια ξεκάθαρη εικόνα, πως η λέξη με αντίκτυπο στερεώνει σαν άγκυρα την νέα συναίσθηση, δεν την αφήνει να γλιστρήσει στο πουθενά. Εμφανίστηκε ελαφρύς πανικός κατά τη σκέψη για το ότι αν η συναίσθηση θα χαθεί τώρα, ίσως και να μην επιστρέψει ποτέ ξανά, και αυτό είναι επίσης χαρακτηριστικό για τις νέες φωτισμένες αντιλήψεις και συναισθήσεις. Μέσα σε αυτή την φασαρία η Τζέιν επιτέλους μαζεύτηκε, συγκεντρώθηκε, άρχισε ξανά, χωρίς να χάνει χρόνο, να εκτελεί την αναπόληση, την οποία μπορούσε να υποστηρίξει πλέον με προσπάθεια της “επιστροφής” σε “εκείνη την κατάσταση”, έτσι η συναίσθηση γύρισε και πάλι.

    Η αίσθηση επανήρθε αρκετές φορές ακόμα, μα η Τζέιν δεν κατάφερνε να βρει την κατάλληλη λέξη. Θέλησε αμέσως να τρέξει και να βρει τον Τόμας, για να του διηγηθεί την ανακάλυψη της, αλλά συγκρατήθηκε  – ήθελε να εξασκήσει την ψυχραιμία της, την ήρεμη προαίσθηση-αναμονή, και εκτός από αυτό, ήταν μόλις η αρχή του πειράματος. Την επόμενη ο Τόμας, ακούγοντας την ιστορία της Τζέιν, περιορίστηκε σε κάτι σαν το “εντάξει, εντάξει, ψάξε το”, και χάθηκε μέσα στη σάουνα, ενώ η Τζέιν το έπιασε σαν παρακίνηση απλώς να συνεχίσει την καλλιέργεια αυτής της ΦΣ, να την αισθανθεί καλύτερα, και να περιμένει τη στιγμή της εμφάνισης του όρου με αντίκτυπο. Και αυτός εμφανίστηκε. Η λέξη ήρθε από μόνη της – απλώς ήρθε και εκδηλώθηκε με μια τέτοια αίσθηση, η οποία απλώς δεν θα μπορούσε να υπάρξει σε αυτό το μέρος – η “τραχύτητα”.  Η Τζέιν γέλασε με τον εαυτό της, όταν είπε στον Τόμας, ότι αυτή η ιδιότητα – είναι η “τραχύτητα”, αλλά εκείνος απλώς έγνεψε και επιβεβαίωσε, ότι όντως είναι συγκεκριμένα η τραχύτητα.

    – Είναι πολύ αστείο, βρήκα την τραχύτητα!

    – Δεν βρήκες την τραχύτητα, αλλά μια νέα αντίληψη, η οποία αντηχεί στη λέξη “τραχύτητα” και σου ανοίγει νέα περιθώρια στο ταξίδι στον κόσμο των ΦΑ, ποιο είναι το αστείο; – απόρησε ο Τόμας.

    Η τραχύτητα ήταν καταπληκτική. Για την ακρίβεια – η συναίσθηση αυτής της τραχύτητας, φυσικά:), αλλά ο Τόμας της έβαλε ένα καινούριο στόχο – να αναπολήσει  τον άνεμο.

    – Να αναπολήσω τον άνεμο; – Ξαφνιάστηκε η Τζέιν, όμως, ο Τόμας σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να παίξει αυτά τα παιχνίδια και δεν έδωσε κανένα σχόλιο.

    Να αναπολήσει τον άνεμο. Γαμώ το! Πώς να τον δει, αφού είναι αόρατος! Μια στιγμή αμηχανίας. Θέλησε σπασμωδικά να προφτάσει τον Τόμας και να των ρωτήσει, όμως, η Τζέιν συγκράτησε τον εαυτό της, και η απόφαση ήρθε αμέσως – αυτή θυμήθηκε, πως την πρώτη κιόλας ημέρα, όταν ήρθε εδώ με ταξί, στην πάνω εξέδρα ο άνεμος σήκωνε μικρούς πίδακες της σκόνης. Παίρνοντας ένα ποδήλατο, εκείνη πήγε στην πύλη. Η υπέρυθρη ακτίνα σάρωσε το πρόσωπο της, συγκρίνοντας την ίριδα της με το αρχείο, και εκείνη βγήκε έξω. Ο άνεμος αναπηδούσε πάνω στις πέτρες και αυτή τη φορά, και η Τζέιν κάθισε πάνω στο γρασίδι δίπλα στον δρόμο και άρχισε να παρατηρεί την παρασυρόμενη από τον άνεμο ψηλή σκόνη. Αυτό δεν ήταν και τόσο απλό, επειδή  ο άνεμος δεν φύσαγε συνέχεια, και ανάμεσα στα δυο επόμενα συννεφάκια της ξεσηκωμένης σκόνης περνούσε αρκετός χρόνος. Υπήρξε και κάτι άλλο – κάτι δεν ήταν σωστό. Τι, όμως? Η Τζέιν συγκεντρώθηκε και πάλι, και διατηρώντας την συγκέντρωση της με απραξία, συνέχιζε την δημιουργία της βεβαιότητας και τη συμπάθειας. Δέκα λεπτά αργότερα η συμπάθεια για τις μικρές δύνες της σκόνης άρχισε να εμφανίζεται σταθερά, αν και όχι πολύ έντονα – για τρία- τέσσερα. Ήταν πιο δύσκολο να δημιουργήσει την βεβαιότητα για το ότι και αυτά αισθάνονται συμπάθεια για την Τζέιν. Η κοπέλα ξάπλωσε μπρούμυτα και μετακινήθηκε πιο κοντά στο σκονισμένο κομμάτι του δρόμου, έτσι, ώστε ο άνεμος να φυσάει πίσω από την πλάτη της, και κλείνοντας τα βλέφαρα της, για να μην της μπαίνει η σκόνη στα μάτια. Μετά πλησίασε και άλλο. Και άλλο. Και έπειτα, κατηγορώντας τον εαυτό της για καθαρομανία,  ξάπλωσε κατευθείαν στη μέση της σκόνης. Τώρα οι μικροί πίδακες της σκόνης εμφανίζονταν ακριβώς μπροστά στη μύτη της, δεξιά και αριστερά, και τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν πολύ καλύτερα. Αποκάλυψε, ότι ακόμα και όταν δεν φυσάει, η σκόνη στον δρόμο ποτέ δεν απλώνει ακίνητη. Και κάτι σε όλα τα αυτά ήταν λάθος. “Όχι άνεμος” – ακούστηκε μια ήρεμη αντρική φωνή ακριβώς πάνω από το αφτί της. Η Τζέιν γύρισε και αναπήδησε από την έκπληξη. Πίσω της δεν υπήρξε κανείς.

    Η εντύπωση ήταν πολύ δυνατή. Για μερικά λεπτά εκείνη δεν μπορούσε να πιστέψει, ότι κανένας δεν κρύβεται πίσω από τους θάμνους. Όμως, πρώτον, οι θάμνοι ήταν σε πολύ μεγάλη απόσταση, ενώ η φωνή – ακριβώς δίπλα της, πάνω από το αφτί, ήρεμη, όχι πολύ δυνατή και ξεκάθαρη – το πολύ ένα μέτρο από αυτόν, που μίλησε. Η Τζέιν καταλάβαινε, ότι αν κάποιος θα της έλεγε, ότι του συνέβη κάτι παρόμοιο, κάποιος, στον οποίο έχει απόλυτη εμπιστοσύνη, τώρα θα βρισκόταν σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Δεν μπορούσε να υποψιαστεί, ότι ένας τέτοιος άνθρωπος της λέει ψέματα. Να πιστέψει στην ιστορία του… επίσης δεν θα μπορούσε, με τίποτα, δεν θα πίστευε κανέναν. Θα αναγκαζόταν να σκεφτεί, πως πρόκειται περί ακουστικής παραίσθησης. Ίσως και τώρα  αυτό έγινε, μια παραίσθηση? Εντάξει… γενικώς, ίσως, “όχι άνεμος”; Μπορεί αυτή η φράση να σημαίνει κάτι; Αυτό, πράγματι, θα έβγαινε πια από τα όρια της παραίσθησης… Όχι άνεμος…

    Η Τζέιν κάθισε στα γόνατα, και μετά σηκώθηκε, τινάζοντας αβίαστα τη σκόνη από πάνω της. Αυτό, που εκείνη προσπαθούσε να αναπολήσει, δεν ήταν άνεμος. Ήταν οι πίδακες σκόνης, σηκωμένοι από τον άνεμο, μα όχι ο ίδιος άνεμος, αυτό την κατέτρωγε τόση ώρα. Και ξέσπασε με αυτή την παράξενη επίδραση. Πώς, όμως, να παρατηρήσει τον άνεμο, τελικά?

    Σε μια ζεστή ημέρα στα βουνά – αν κοιτάξεις μια σκοτεινή πλάγια από μακριά, φαίνεται, πως ο ζεσταμένος αέρας ανεβαίνει προς τα πάνω. Και από την καυτή άσφαλτο επίσης. Ο αέρας τότε φαίνεται πάρα πολύ ξεκάθαρα, μα δεν είναι άνεμος, είναι απλώς ο ζεστός αέρας.

    Στο Τζομσόμ ο άνεμος, ξεκινώντας από το μεσημέρι, φυσάει συνέχεια και δυνατά, σηκώνοντας και παρασέρνοντας μαζί του σε σκονισμένα μέρη ολόκληρα σύννεφα σκόνης. Αυτό είναι πιο κοντά, και όμως δεν είναι άνεμος, είναι σύννεφα σκόνης. Μπορείς να βάλεις χρωστική ουσία στο νερό, μα υπάρχει τρόπος να βάψεις κάπως τον άνεμο; Το χρωματισμένο νερό παραμένει νερό, βαμμένος αέρας παραμένει αέρας. Η σκόνη είναι στην ουσία μιας ιδιαίτερης μορφής χρωστική ουσία! Αέρας, χρωματισμένος με σκόνη. “Σκονισμένη” μπογιά…

    Η Τζέιν γύρισε και μπήκε στο δωμάτιο της – ένιωθε ήδη, ότι βρήκε τη λύση, έμεινε μόνο να την καλοσκεφτεί, να την τελειοποιήσει.

    Βαμμένος με σκόνη άνεμος. Μα όταν εκείνη κοίταζε στους μικρές δύνες της σκόνης, είχε, αλλά και τώρα έχει τη σταθερή σαφήνεια, ότι δεν ήταν η παρατήρηση του άνεμου. Ναι, όμως τότε εκείνη δεν αντιλαμβανόταν τη σκόνη σαν χρωστική ουσία, αλλά την έβλεπε σαν κάτι το αυτοτελές. Ίσως από την αλλαγή της ερμηνείας της σκόνης θα αλλάξει και το αποτέλεσμα?

    Η Τζέιν πήρε ένα μικρό σακίδιο και βγήκε από το δωμάτιο, συνεχίζοντας να σκέφτεται στον δρόμο.

    Αναλόγως από την ερμηνεία… μόνο από την ερμηνεία; Η ερμηνεία – είναι οι λέξεις, οι σκέψεις, αυτό από μόνο του δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Βεβαιότητα… ναι, η βεβαιότητα είναι ικανή να αλλάξει πάρα πολλά. Παρόλο που έμμεσα, όμως, μπορεί – έχοντας την τάδε η εκείνη ερμηνεία, είναι πιο εύκολο να δημιουργήσεις κάποια ορισμένη βεβαιότητα. Η βεβαιότητα αλλάζει πολλά.

    Η Τζέιν θυμήθηκε, πως όταν ήταν μικρή, προσπαθούσε να καταπολεμήσει την ναυτία.  Είχε μεγάλο πρόβλημα στο δρόμο, μόλις πλησίαζε το λεωφορείο ήδη άρχιζε να αισθάνεται  τάση για εμετό, και αυτό της κίνησε την περιέργεια. Άρα – δεν φταίει η κίνηση από μόνη της, αλλά και φταίει και η βεβαιότητα, ότι σίγουρα θα νιώθει ναυτία – έτσι έκλεινε ο φαύλος κύκλος. Και όταν δοκίμασε να πάψει αυτή την βεβαιότητα, η διαφορά, αν και μικροσκοπική, φάνηκε αμέσως. Τότε θυμήθηκε, ότι αν ξαπλώνεις για πολλή ώρα στη μπανιέρα, γεμάτη με ζεστό νερό, και μετά σηκωθείς απότομα, το κεφάλι σου αρχίζει να γυρίζει και εμφανίζονται αισθήσεις, που μοιάζουν με ναυτία, έτσι αυτή αποφάσισε να το χρησιμοποιήσει για την προπόνηση, και σε λίγο έμαθε να καταπολεμά και την ζαλάδα, και την ναυτία. Τότε – με τα πρώτα σημάδια της επιτυχίας, εκείνη βίωσε τον κυματισμό της βεβαιότητας, ότι θα κερδίσει οπωσδήποτε αυτή τη μάχη, ένιωθε αποφασιστικότητα, η οποία έκανε την βεβαιότητα πιο δυνατή, και αυτή με τη σειρά της δυνάμωσε την βεβαιότητα – και πάλι ήταν ένας κλειστός κύκλος, μόνο που αυτός έκλεισε σε μια διαφορετική κατεύθυνση.

    Η βεβαιότητα αλλάζει πολλά. Αφού σαν αποτέλεσμα της πρακτικής είχε βιώσει την σκληρότητα, η οποία συμπεριλαμβάνει την βεβαιότητα για το ότι το βουνό αισθάνεται συμπάθεια για αυτήν. Και με την τραχύτητα έγινε το ίδιο.

    Τα υπόλοιπα εκείνη έβρισκε χωρίς βιασύνη, μεταφέροντας τους συλλογισμούς της και σε άλλες αισθήσεις και σκέψεις, και όταν μια ώρα αργότερα στο παράθυρο φάνηκαν τα γνωστά βουνά, η προσμονή της επικείμενης εξερεύνησης έγινε διαπεραστική, δηλαδή, η “προσμονή” αντικαταστήθηκε από “τσιρίχτρα”, έτσι η Τζέιν δεν κρατήθηκε και άφησε ένα επιφώνημα.

    Η βεβαιότητα για το ότι αυτή παρακολουθεί συγκεκριμένα βαμμένο με σκόνη άνεμο, θα της δώσει την δυνατότητα να απορρίψει τις αντιλήψεις, χαρακτηριστικές για τους πίδακες της σκόνης, και να ξεχωρίσει αυτές, οι οποίες ανήκουν ακριβώς και μόνο στον άνεμο.

    Αυτό ακουγόταν λογικό και σαφές, αν και όχι ιδιαίτερα πειστικό, διότι η δική της πείρα της μετάδοσης των αντιλήψεων ήταν υπερβολικά μικρή – χρειαζόταν ένα συγκεκριμένο πείραμα.

    Ανοίγοντας το βιβλίο, εκείνη σταμάτησε να σκέφτεται για όλα τα αυτά, και ερχόμενη στο Τζομσόμ με απόλαυση απομάκρυνε την πυρετώδη επιθυμία να ορμίσει αμέσως σε εκείνο το μέρος – στην κοίτη του ξερού ποταμού, όπου ο άνεμος ζει τόσο απτά και ευδιάκριτα, ότι είναι πολύ εύκολο να τον φανταστείς σαν ένα ζωντανό, ανεξάρτητο πλάσμα.

    Το καλοκαίρι, την εποχή των μουσώνων, ο ποταμός ξεχείλιζε από άκρη σε άκρη – σε όλη την επιφάνεια της τεράστιας κοιλάδας, ενώ τώρα ο πυθμένας του, γεμάτος με μικρές πέτρες και άμμο, είχε απογυμνωθεί σχεδόν παντού, είχε ανοιχτεί στον άνεμο και διαπεραστικό ήλιο. Ο ήλιος μπαίνει στην κοιλάδα περίπου στις εννιά η ώρα το πρωί, και η δροσιά αντικαθίσταται από την αποπνικτική ζέστη, την οποία διώχνει ο άνεμος, που σηκώνεται εδώ το μεσημέρι, σταδιακά δυναμώνοντας προς το βράδυ, ενώ τώρα… τώρα μπορεί να ξεκαθαρίσει κάποια βιοχημικά ζητήματα.

    Εχτές οι γενετικοί είχαν μια επόμενη αναστάτωση, το νόημα της οποίας η Τζέιν δεν κατάλαβε και πολύ καλά, ενώ η Μάρθα, πόσο μάλλον ο Τζέρι, είχαν ξετρελαθεί υπερβολικά, για να μπορέσει η Τζέιν να βασιστεί στα σχόλια τους, έτσι η κοπέλα απλούστατα κατέβασε το βραδινό “ανακοινωθέν”. Γενικώς, αυτό τυπικά ονομαζόταν πολύ πιο απλά – δελτίο ειδήσεων, όμως, τα δελτία ειδήσεων των γενετικών εδώ και πολύ καιρό άρχισαν να αποκαλούνται “ανακοινωθέν” μετά από την έκφραση του Εντ – κάποτε έκανε πλάκα για την σημαντικότητα, με την οποία οι γενετικοί παρουσιάζουν τις αποκαλύψεις τους, και μετά αυτή η λέξη έμεινε – πιθανόν ακριβώς για αυτόν τον λόγο, επειδή οι ανακαλύψεις αυτές ήταν όντως εξαιρετικής σημασίας.

    Η ουσία της νέας αποκάλυψης βρισκόταν και πάλι σε κάτι, το οποίο βρέθηκε στο αίμα των “σκαντζόχοιρων”, και όχι όλων, αλλά μόνο εκείνων, οι οποίοι επί μερικά έτη διέμεναν στις θαλασσινές μουσούδο-βάσεις – ένα ολόκληρο σμήνος έφτασε πρόσφατα στον Λόφο, και ο Τζέρι αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει ολόκληρη την γοητεία του και την προσωπική δύναμη του μεγάλου μάγου,  για να συγκρατήσει τα πιτσιρίκια, που ήθελαν να ορμίσουν στην Ιμαλαϊκή ύπαιθρο, στην περιοχή της Βάσης έστω για δυο εβδομάδες, ώστε εκείνος να προλάβει να μαζέψει τις απαραίτητες εξετάσεις και να ολοκληρώσει τις απαραίτητες αναλύσεις, και εφόσον ο αριθμός των “απολύτως απαραίτητων” εξετάσεων και αναλύσεων δεν έδειχνε περιθώρια ολοκλήρωσης, οι σκαντζόχοιροι αναζητούσαν για τους εαυτούς τους διασκέδαση στην βάση, κάτι που δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο – μιας και είχαν τεράστια ποσότητα των δικών τους ενδιαφερόντων, έτσι και επειδή στη Βάση όντως υπήρξαν πολλά μέρη να εξερευνήσεις και να δεις, ειδικά μετά από την ανακάλυψη της σπηλιάς και του υποβρύχιου τμήματος της.

    Η Τζέιν ξεφύλλισε το ανακοινωθέν – ίσα-ίσα τρεις σελίδες, όμως, γεμάτες με δυσκολονόητους όρους και ακόμα πιο ακατανόητες αντιδράσεις σε τερατόμορφους ορισμούς, τους οποίους δεν θα είναι και τόσο εύκολο να καταλάβει… έτσι είναι πάντα, όμως – όταν οι γενετικοί ξεσκαλίζουν κάτι παρόμοιο, δεν έχουν χρόνο για την απλούστευση – τυπώνουν τις ειδήσεις τους σε μια τέτοια φρικιαστική μορφή, που μόνο οι ίδιοι και οι συνεργάτες τους από τις άλλες βάσεις μπορούν να καταλάβουν, γι` αυτό και η Τζέιν προτιμούσε να τις ακούει στην προσωπική συζήτηση, και όχι μέσω αυτού του συγκρίματος των λέξεων.

    Τα σύμπλοκα της πορφυρίνης… Απ` ότι κατάλαβε η Τζέιν, ακριβώς γύρω από αυτά συγκεντρώθηκαν τα πιο σημαντικά νέα. Η πορφυρίνη – είναι πάρα πολύ απλό και πολύ όμορφο πράγμα. Παίρνεις ένα μόριο της πυρρόλης, στο οποίο υπάρχουν τέσσερα σωματίδια του άνθρακα, και ένα σωματίδιο του αζώτου, ενωμένα μεταξύ τους σε ένα δαχτυλίδι, και καθένα από αυτό έχει δίπλα του και ένα σωματίδιο του υδρογόνου. Μετά εκείνα τα δύο σωματίδια του άνθρακα, τα οποία περιβάλλουν το σωματίδιο του αζώτου, απορρίπτουν τον κολλημένο σε αυτά υδρογόνο και πιάνονται στις ομάδες «СН»,  και όποτε τέσσερα μόρια της πυρρόλης κάνουν το ίδιο, και σχηματίζουν με τη σειρά τους ένα δαχτυλίδι, ενωμένα μεταξύ τους με τις ομάδες του «СН», τότε και βγαίνει η πορφυρίνη. Αυτό είναι απλό. Παρακάτω.. τα μέταλλα… και αυτό είναι κατανοητό. Η πορφυρίνη  – είναι ο συνδέτης, δηλαδή, ένα τέτοιο οργανικό μόριο, το οποίο μπορεί να σχηματίζει ενώσεις με τα μόρια των μετάλλων. Όταν χώνεις μέσα στην πορφυρίνη ένα σωματίδιο του μέταλλου, δημιουργείται κάτι σαν το σάιμποργκ – οργανική ουσία, ενωμένη με μέταλλο, και αυτό το πορφυρινικό σάιμποργκ βρίσκεται στην σύσταση πολλών πάρα πολύ σημαντικών ένζυμων στους οργανισμούς και των ζωών, και των φυτών. Για παράδειγμα, στο κέντρο του πορφυρινικου δαχτυλιδιού μέσα σε ειδική πρωτεΐνη των βακτηριδίων, η οποία συμμετέχει στην διαδικασία της δέσμευσης της ατμοσφαιρικής αζώτου, βρίσκεται το σωματίδιο του σιδήρου, και αν δεν θα υπήρξε αυτό, δεν θα υπήρξαν και όλα τα άλλα, διότι τα ανώτερα φυτά δεν μπορούν να απορροφήσουν την άζωτο κατευθείαν από την ατμόσφαιρα, μιας και το μόριο του αζώτου είναι παρά πολύ ανθεκτικό. Παρόλο αυτό, με τη βοήθεια της πορφυρίνης αυτά τα βακτήρια είναι ικανά να επεξεργάζονται το μοριακό άζωτο, κι αργότερα το συσσωρεύουν μέσα στο έδαφος με τη μορφή των χημικών ενώσεων πια, οι οποίες με τη σειρά τους μπορούν να συμμετέχουν στον μεταβολισμό των φυτών, και έπειτα – στον οργανισμό των ζωών, που τρέφονται με αυτά τα φυτά.

    Η χλωροφύλλη  επίσης έχει την πορφυρίνη στη σύσταση της – με ένα σωματίδιο του μαγνησίου στο κέντρο, και αν δεν υπήρξε αυτό – δεν θα γινόταν και η φωτοσύνθεση.  Η πορφυρίνη με  σίδηρο βρίσκεται και στα κυτόχρωμα – πρωτεΐνες, που συμμετέχουν στις διαδικασίες της αναπνοής, όπως επίσης και στην μυογλοβίνη και αιμογλομπίνη… δηλαδή – πολλά καλά πράγματα μπορούν να γίνουν με την πορφυρίνη, αν ξέρεις, τι κάνεις…  τελικά, τι βρήκαν εκείνοι?

    Η Τζέιν προσπάθησε να περάσει μέσα από την ζούγκλα των σημαδακιών, αριθμών, φόρμουλων και όρων, όμως, αν και ήξερε πια σχετικά καλά την γενετική και την κυτταρολογία, οι γνώσεις της στην γενική βιοχημεία είχαν ακόμη πολλές ελλείψεις. Βανάδιο … Βρήκαν στο αίμα κάποιου πιτσιρικιού… πως τον λένε.. Μάρτι Μοράν… δηλαδή, βρήκαν στο αίμα του την πορφυρίνη με βανάδιο. Και τι μ` αυτό; Εντάξει, βανάδιο .. και το βανάδιο και κοβάλτιο συναντιούνται επίσης στη σύσταση των πορφυρινικών σύμπλοκων. Η μπερδεύει κάτι εδώ? Όσο για τον Μάρτι… Η Τζέιν πέρασε με το βλέμμα κάποιες ασήμαντες πληροφορίες – σχεδόν από τη γέννηση λατρεύει το φρι-ντάιβινγκ, δηλαδή, βουτάει χωρίς στολή και οξυγόνο… μάλλον, φτάνει μέχρι εκατό μέτρα, γιατί όχι – τα ζητήματα της αποσυμπιέσεις δεν αφορούν τους ελεύθερους δύτες, αφού δεν αναπνέουν την ώρα της κατάδυσης… άραγε, για πόσα λεπτά μπορεί να κρατήσει την αναπνοή του;

    Ανοίγοντας την εγκυκλοπαίδεια, η Τζέιν πληκτρολόγησε στο πλαίσιο της αναζήτησης την φράση “πορφυρινικά σύμπλοκα”. Όχι, δεν έκανε λάθος – βρίσκονται εκεί και το βανάδιο, και κοβάλτιο. Άρα, αυτή είναι κάποια πολύ ξεχωριστή ανακάλυψη, και μέχρι οι ίδιοι γενετικοί να μας το εξηγήσουν… Το βλέμμα της Τζέιν κόλλησε στην οθόνη, η σκέψη σταμάτησε στα μισά του δρόμου. Το βανάδιο … ναι, βρίσκεται το βανάδιο, μα που? Ποιο συγκεκριμένα – σε ποιον?? Στα ασκίδια!

    Τώρα αν και όχι όλα, και ίσως ούτε και πολλά, τουλάχιστον – τα βασικά, έγιναν ξεκάθαρα. Στους ανθρώπους το βανάδιο  δεν συναντιέται στη σύσταση χηλικών συμπλεγμάτων με τους πορφυρινικούς συνδέτες, μα συναντιέται στο αίμα των ασκιδιων, και η Τζέιν δεν ήξερε με ακρίβεια, ποια είναι τα  «ασκίδια», όμως ήξερε, ότι είναι θαλάσσια ζώα. Και εδώ  ο πιτσιρικάς, που αγαπάει τον ωκεανό και βουτάει σαν φώκια, ο οποίος σίγουρα αισθάνεται κατάνυξη και συμπάθεια για τον ωκεανό και για τις μουσούδες του – στο αίμα αυτού του πιτσιρικά βρήκαν την πορφυρίνη με βανάδιο. Και όχι μόνο με αυτό… αλλά μαζί με το χρυσό… αυτό είναι εντελώς εξωφρενικό!

    Υπάρχουν χιλιάδες τόνοι χρυσού σε μορφή διαλύματος μέσα στο νερό του ωκεανού, και βγαίνει, ότι ο οργανισμός του σκαντζόχοιρου έμαθε να συγκεντρώνει αυτό το χρυσό, σαν κάποιο μύδι, και να το χρησιμοποιεί στα πορφυρινικά σύμπλοκα μαζί με το βανάδιο, και αν για το βανάδιο  δεν γνωρίζουμε τίποτα, τότε για το χρυσό στην πορφυρίνη η ίδια η φύση δεν γνωρίζει τίποτα, διότι αυτό δεν είχε γίνει ποτέ πριν, και ποιες ικανότητες έχει ή θα αποκτήσει αυτός ο Μάρτι….

    Η Τζέιν έκλεισε τον υπολογιστή – ούτως η αλλιώς αδυνατούσε να καταλάβει περισσότερα, μα και δεν υπήρξε ανάγκη για αυτό. Τώρα μπορούσε να φάει πρωινό και να φύγει για το κυνήγι του ανέμου.

     

    Καθισμένη πλάτη προς τον Τζομσόμ και πρόσωπο προς το Άνω Μαστάνγκ, η Τζέιν επί τρίτη ώρα στη σειρά αναπολούσε τον άνεμο. Στην αρχή τα πάντα ήταν απλά και συνηθισμένα: να δημιουργήσει τη συμπάθεια για τον άνεμο. Είναι πολύ απλό. Ακόμα ως παιδί εκείνη αγαπούσε και τον ζεστό άνεμο, που σε κάνει να νιώσεις ευχάριστα, και το ψυχρό αεράκι σε μια ζεστή ημέρα, ακόμα και παγωμένος και ξηρός άνεμος του χειμώνα δεν της ήταν δυσάρεστος, και αν η θερμοκρασία έξω δεν έπεφτε κάτω από το πέντε υπό του μηδέν, εκείνη έβγαινε για βόλτα, φορώντας σορτς και μπλουζάκι, προκαλώντας την μανιασμένη απορία των γωνιών και των γειτόνων της. Το παγωμένο αεράκι φύσαγε πάνω στο μισόγυμνο κορμί της, χωρίς να την βλάψει στο παραμικρό, και η Τζέιν με γέλια κοίταζε τους τυλιγμένους στα μπουφάν ανθρώπους, οι οποίοι, μάλλον, δεν κρύωναν τόσο πολύ από την ψύχρα, όσο από την ψυχοπάθεια τους. Όταν η θερμοκρασία έπεφτε πιο κάτω από δέκα υπό του μηδέν, η επίδραση του ανέμου γινόταν κριτική, και ήταν δυσάρεστο να μείνει έξω για παραπάνω από δέκα λεπτά. Κάποια στιγμή η Τζέιν πρόσεξε, ότι όποτε εκείνη είχε κακή διάθεση, η μετά από ξενύχτη, η από οργασμό, τότε οι μύες της άρχιζαν να σφίγγονται ακούσια, μόλις δυνάμωνε ο άνεμος, όλο το κορμί της σαν να τυλιγόταν στον σπασμό, και ήθελε να μαζευτεί σε ένα κουβάρι, δεν γινόταν να ζεσταθεί έτσι, ενώ όποτε εκείνη ήταν δραστήρια, αισθησιακή, τότε δεν είχε καν επιθυμία να μαζευτεί, οι μύες της ήταν χαλαροί και δεν κρύωνε σχεδόν καθόλου. Κάποτε θέλησε να πάει βόλτα με τα αθλητικά, σορτς και μια μπλούζα, ενώ έξω ήταν μείον είκοσι σχεδόν – ήταν απλώς ένα πείραμα  – και αυτή δεν υπολόγιζε σε τίποτα – απλώς να βγει έξω, να παγώσει, να γυρίσει και να μπει σε μια μπανιέρα, γεμάτη με ζεστό νερό. Βγαίνοντας από το σπίτι, εκείνη περπάτησε στο δρομάκι ανάμεσα στους σωρούς από χιόνι, όπως συνήθως χαχανίζοντας με την αντίδραση των άφωνων περαστικών, όμως, σε λίγο έμεινε άφωνη και η ίδια – παρά τα φυσήματα του παγωμένου ανέμου, παρά το γεγονός, ότι το κρύο γρήγορα της κοκάλωσε τα δάχτυλα, έκαιγε το δέρμα στα γυμνά της χέρια και μπούτια, δεν είχε κάποιες άλλες δυσάρεστες αισθήσεις. Νιώθοντας τον ενθουσιασμό του πρωτοπόρου, η Τζέιν προχώρησε παραπέρα, και περπάτησε για πέντε λεπτά ακόμα. Κάποτε αναγκαζόταν να τρίψει τα γυμνά μέλη του σώματος της, ώστε η υποθερμία του δέρματος να μην γίνει κρυοπάγημα, ωστόσο, σε γενικές γραμμές η κατάσταση της δεν ήταν επικίνδυνη η δυσάρεστη. Περνώντας στις δύνες του άνεμου, το σώμα της άρχισε να μαζεύεται, και στο μυαλό της πέρασε η σκέψη, ότι μια τέτοια σωματική αντίδραση μάλλον δεν είναι φυσική και υγιής, έτσι προσπάθησε να χαλαρώσει, όσο πιο πολύ μπορούσε, εντελώς, και φανταζόταν, ότι ο άνεμος περνάει ελεύθερα μέσα από το κορμί της, χωρίς να το αγγίξει καν, χωρίς να το παγώσει.

    Τότε αυτή βρισκόταν έξω στο τσουχτερό κρύο επί είκοσι λεπτά, και παρά το ότι ξάπλωνε μετά για μια ολόκληρη ώρα στο ζεστό νερό, δεν έχει πάθει ούτε κρυολόγημα, ούτε και τις έμειναν κάποιες άσχημες αναμνήσεις. Και από τότε η αποδοχή της για τον άνεμο δυνάμωσε, έτσι ήταν πολύ απλό να δημιουργήσει τη συμπάθεια στις δυνατές ροές. Κλείνοντας τα μάτια της, εκείνη κατάλαβε ξαφνικά, ότι δεν είναι καθόλου υποχρεωτικό να βλέπει συγκεκριμένα τον άνεμο! Από πού γενικά ήρθε αυτή η βλακεία? Από τις αναλογίες με τη λέξη “αναπόληση”, όμως, είναι ξεκάθαρο, ότι αν και η ίδια διαδικασία της παρατήρησης συμπεριλάμβανε την οπτική παρακολούθηση του αντικειμένου, μα μόνο και μόνο, επειδή πρώτον, ο παρατηρητής  έχει τη δυνατότητα να συντονιστεί με το αντικείμενο, και δεύτερον, για να συνδυάσει την εμφανιζόμενη σωματική συναίσθηση με το αντικείμενο, να φτιάξει μια αναλογία μεταξύ τους, ώστε μελλοντικά η μορφή του αντικειμένου να γινόταν φωτισμένος παράγοντας, κάποιου είδους “διακόπτης” αυτής της κατάστασης. Και αν η επαφή με τον άνεμο είχε γίνει μέσω του ότι εκείνη αισθάνεται τη πίεση του, τα φυσήματα του, τότε τι σημασία έχει – αν τον βλέπει ή όχι; Τέλος πάντων, η όραση – είναι απλώς εξελιγμένη σωματική αίσθηση, και από τη φύση της δεν διαφέρει σε τίποτα από άλλες απτικές αντιλήψεις.

    Κλείνοντας τα μάτια, η Τζέιν άρχισε τη διαδικασία της αναπόλησης, και οι σκέψεις απέσπασαν ξανά την προσοχή της. Γιατί, σε αυτή την περίπτωση, χρειάζεται η επαφή; Αυτό της φάνηκε αστείο. Βγαίνει, ότι μπορούσε κιόλας να κάθεται μέσα στη σπηλιά στη θέση της στο τέλος του μακριού λαγουμιού, όπου δεν υπάρχει ποτέ κανένα φύσημα του ανέμου, και να ασχολείται με την αναπόληση του; Εκείνη έγειρε πίσω και ξάπλωσε ανάσκελα. Όχι, αυτοί οι συλλογισμοί έχουν κάποιο σφάλμα. Πρώτον, ακόμα και αν πράγματι γίνεται να παρατηρήσεις τον άνεμο στην απόλυτη άπνοια και απόλυτο σκοτάδι, αυτό δεν σημαίνει, ότι η δυνατότητα αυτή είναι προσιτή για εκείνη συγκεκριμένα. Ίσως στο μέλλον, όταν θα μπαίνει εύκολα στις αντίστοιχες φυσικές συναισθήσεις, θα μπορέσει να το κάνει υπό οποιεσδήποτε συνθήκες… ναι, αυτό είναι σχεδόν σίγουρα αλήθεια, διότι, η αίσθηση της σκληρότητας της έρχεται τώρα ακόμα και όταν δεν βλέπει τα βουνά, δεν τα σκέφτεται καν! Ακόμα εχτές, όταν επινόησε την ιδέα της “φωλιάς του πελαργού” για το πάρκο και κάθισε μπροστά στον υπολογιστή, για να φτιάξει ένα σχέδιο, υπογράφοντας τα μεγέθη εκείνη έκανε λάθος με μέγεθος της γραμματοσειράς, και σε όλη την οθόνη εμφανίσθηκε ένα τεράστιο ψηφίο, το 1. Κοιτάζοντας αυτόν τον αριθμό, εκείνη ξαφνικά σαν να πετάχτηκε μέσα στην σκληρότητα. Κατά έναν παράξενο τρόπο, όταν αυτή είδε πάρα πολύ μεγάλο αυτό, που πάντοτε έβλεπε μικρό – ένα ψηφίο στην οθόνη, δημιουργήθηκε σκληρότητα τέτοιας δύναμης, την  οποία δεν είχε αισθανθεί ποτέ πριν, και αμέσως μετά από αυτό εμφανίστηκε ακόμα πιο καταπληκτική αίσθηση, την οποία αναγνώρισε κατευθείαν, διότι είχε διαβάσει για αυτό νωρίτερα – η μεσαία σφαίρα του κενού. Άρα – στην αρχή πρέπει απλώς να “ξυπνήσεις” την αίσθηση, να τη βιώσεις μερικές φορές και να τη θυμηθείς, και το σώμα από μόνο του θα αρχίσει να την αναπαραγάγει σε διάφορες καταστάσεις, ειδικά αν ταυτόχρονα ζεις μια ζωή, στην οποία οι σκοτισμοί δέχονται  αποφασιστική επίθεση, ενώ οι ΦΑ και διάφορα ενδιαφέροντα υποστηρίζονται με κάθε τρόπο.

    Αυτό ήταν το πρώτον… υπήρξε ακόμα και το δεύτερον. Δεύτερον, όλη η προηγούμενη λογική  περί της αχρηστίας της άμεσης επαφής με τον άνεμο βασιζόταν στην προϋπόθεση, ότι τα μάτια μας – δεν είναι παρά πολύ ανεπτυγμένη επιδερμίδα, και ότι η όραση – είναι απλώς η αντίληψη των κυμάτων του φωτός απ` έξω. Και αυτό προφανώς δεν ισχύει. Η όραση σε καμία περίπτωση δεν είναι μόνο αυτό, που εμείς μπορούμε να μάθουμε για αυτήν στο μάθημα της ανατομίας. Ακριβώς όπως και το βουνό – δεν είναι απλώς ένας σωρός από πέτρες, και ο άνθρωπος – δεν είναι ένα κομμάτι κρέας. Αν τα μάτια θα ήταν απλώς ένας παραλήπτης του φωτός, γιατί τότε κοιτάζοντας στα μάτια ενός συνηθισμένου ανθρώπου εμφανίζεται η στιγμιαία σαφήνεια, ότι είναι ένα κούτσουρο και πτώμα, ενώ όταν κοιτάζεις στα μάτια τον Τόμας η της Φλορίντας αμέσως εμφανίζεται η σαφήνεια, ότι μπροστά σου  βρίσκονται πλάσματα καταπληκτικά, τα οποία έχουν μέσα τους μυστήριο, δύναμη, διαύγεια.  Είναι πολύ μεγάλος ο πειρασμός να τα καταλογίσεις όλα όχι στα ίδια τα μάτια, αλλά στην μιμική… δεν είναι πειστικό. Έτσι έχει νόημα μέχρι στιγμής να σταματήσει στο ότι για την αναπόληση, δηλαδή, για τη δημιουργία των συνθηκών, υπό τις οποίες συμβαίνει η μετάδοση, ενσωμάτωση των αντιλήψεων στον εαυτό της, η οπτική επαφή αν και δεν έχει κρίσιμη σημασία στη θεωρία, στην πρακτική είναι πάρα πολύ σημαντική, ειδικά για τόσο αλαφρόμυαλα κορίτσια, όπως  η Τζέιν…

    Εκείνη άνοιξε τα μάτια και συνέχισε. Δημιουργία της συμπάθειας για τον άνεμο – είναι πάρα πολύ εύκολο. Η Τζέιν το κοίταζε, χρωματισμένο με σκόνη, και τον ένιωθε με όλο το κορμί της, αισθανόταν ανοιχτοσύνη και συμπάθεια. Ευλύγιστο, τέλειο πλάσμα. Δεν χρειάστηκε να απομακρύνει τον εσωτερικό διάλογο – στην πραγματικότητα, δεν υπήρξε καθόλου… και την ίδια στιγμή εμφανίστηκε κάτι νέο να της αποσπάσει την προσοχή:) Η Τζέιν γέλασε ξανά – και πάλι μια  συναρπαστική σκέψη, πάλι μια μικρή ανακάλυψη, η οποία αναβάλλει την αρχή του πειράματος, αλλά της φέρνει τόση χαρά από την καινούρια σαφήνεια. Ανάμεσα στους όρους για την μετάδοση των αντιλήψεων υπάρχει η “απομάκρυνση του χαοτικού εσωτερικού διαλόγου”. Όταν οι σκέψεις πηδάνε από εδώ και από εκεί, αναμασάνε κάποιες ανησυχίες η σχέδια και συνεχίζεται κάποια συζήτηση με κάποιον – σε αυτές τις περιπτώσεις δεν μπορεί να γίνει καμία μετάδοση των αντιλήψεων, και η Τζέιν νόμιζε κάποτε, ότι αυτό μπορεί να μετατραπεί σε ανυπέρβλητο εμπόδιο. Μερικά χρόνια πριν, βρίσκοντας σε κάποιο βιβλίο… ίσως να ήταν του Καστανέδα – εκείνη διάβασε, ότι η παύση του εσωτερικού διαλόγου είναι ο πιο σημαντικός όρος της μυστικής εμπειρίας, όμως, τότε όλες οι προσπάθειες της ολοκληρώθηκαν με αποτυχία. Ο εσωτερικός διάλογος ήταν σαν τρελό άλογο, δεν έβρισκε παραμικρή ευκαιρία έστω για δυο λεπτά να μείνει χωρίς αυτό. Ήταν τρομερό, και ακόμα ένιωθε ζήλια για εκείνους τους γνωστούς της, οι οποίοι επίσης διάβαζαν τα βιβλία του Καστανέδα, και δεν είχαν τέτοια προβλήματα, κατάφερναν να βιώσουν εύκολα την εσωτερική σιωπή και να μετακινήσουν “το σημείο της κατασκευής”. Και μόνο έναν χρόνο αργότερα, συναντώντας ξανά αυτούς τους γνωστούς, εκείνη σαν να συνήλθε και κατάλαβε – ποιες στο διάολο μετακινήσεις του “σημείου κατασκευής” μπορούν να γίνουν σε αυτά τα παραφουσκωμένα επιθετικά έντομα; Ποια διαολεμένη “σιγή” είναι δυνατόν να υπάρξει – σε αυτούς τους σάκους, που ξεχειλίζουν από τον φόβο να θίξουν την αίσθηση της αυτοσπουδαιότητας τους, με έμμονες ιδέες διάφορων ειδών, και πολλά, πολλά αλλά σκουπίδια; Και τώρα εκείνη ανακάλυψε, ότι χωρίς να χάσει ούτε ένα λεπτό (!!) στις ασκήσεις για την απόκτηση της “εσωτερικής ηρεμίας”, την είχε ουσιαστικά ήδη. Και της ήταν εντελώς ξεκάθαρο – γιατί. Επειδή εδώ και έναν ολόκληρο χρόνο δεν χρωστάει τίποτα σε κανέναν, δεν δίνει σε κανέναν αναφορά, δεν φοβάται κανέναν, δεν ανησυχεί για το μέλλον, δεν κάνει αυτό, που της είναι αδιάφορο, και κάνει μόνο αυτό, που την ενδιαφέρει, και τα ενδιαφέροντα αυτά είναι πάρα πολύ δυνατά, και οι φωτισμένες αντιλήψεις πετάνε μέσα της, σαν μέλισσες, έτσι ο άνθρωπος, ο οποίος από το πρωί ως το βράδυ, και όχι μόνο, διότι στον ύπνο η ζωή της άλλαξε κατηγορηματικά επίσης σε σύγκριση με εκείνη την φρίκη, η οποία υπήρξε νωρίτερα, λοιπόν, αν επί ολόκληρο εικοσιτετράωρο βιώνεις τον ενθουσιασμό, ένα σωρό ενδιαφερόντων, συμπάθεια, προσμονή, πηδιέσαι με οποίον το θέλεις, δεν τελειώνεις, προπονείς το σώμα σου, νιώθοντας απόλαυση, και τα λοιπά, και τα λοιπά, από που σε έναν τέτοιο άνθρωπο θα εμφανιστεί ο χαοτικός, επίμονος εσωτερικός διάλογος; Αφού είναι απλώς αδύνατον να δημιουργηθεί!

    Η Τζέιν λες και κολυμπούσε στη σαφήνεια, με την οποία έμοιαζε να λάμπει αυτή η σκέψη – ο άνθρωπος με ενδιαφέρουσα ζωή δεν μπορεί να έχει χαοτικό επίμονο διάλογο. Είναι τόσο ξεκάθαρο, ακόμα και χωρίς επιχειρήματα, χωρίς συλλογισμούς – απλώς είναι σαφές, και τέρμα. Θυμήθηκε μια κατάσταση, που έγινε έξι μήνες πριν, όταν ο Άντι και ο Λομψάνγκ συζητούσαν μπροστά της ένα ζήτημα, σχετικά με κάποια εισιτήρια, η Τζέιν το πρόσεξε – μιλούσαν για κάποιον άνθρωπο, ο οποίος έφτασε πρόσφατα στη βάση, και που κόλλησε στην μιζέρια για λίγο, ενώ τώρα επέστρεψε στη ζωντανή κατάσταση, και μέρες ολόκληρες ασχολείται με τα ενδιαφέροντα του. Ο Λομψάνγκ ρωτούσε – αν θέλει ο Άντι να αγοράσει ένα εισιτήριο στα κρυφά για αυτόν τον άνθρωπο, σε ένα μέρος, όπου αυτός επιθυμεί να πάει πάρα πολύ – μάλλον, στον οικισμό κάπου νότια στη Χηλή, και μετά – ακριβώς πριν από τη πτήση, να του πει, ότι μπορεί να πάει, ότι τον αφήνουν, διότι αν του το πουν αμέσως, εκείνος ίσως θα χαλαρώσει και θα κολλήσει στην μιζέρια ξανά. Ο Άντι είπε τότε μια παράξενη φράση, η οποία φάνηκε στην Τζέιν ακόμα και παράλογη, και όχι απλώς παράξενη, ειδικά δια του στόματος ενός τέτοιου εξαιρετικά νοητικά ανεπτυγμένου ανθρώπου. Ο Άντι απάντησε τότε – όχι, δεν το θέλω αυτό, είναι ανόητο, δεν μπορώ τώρα να εξηγήσω, για ποιον ορισμένο λόγο είναι ανόητο – απλώς υπάρχει μια τέτοια σαφήνεια, και εκείνοι άρχισαν να μιλάνε για κάτι άλλο. Λίγα λεπτά αργότερα ο Λομψάνγκ ρώτησε ξανά – αν ο Άντι μπορεί να του το εξηγήσει τώρα, και εκείνος του απάντησε ότι θα έπραττε, όπως το πρότεινε ο Λομψάνγκ στην περίπτωση, αν εκείνος ο άνθρωπος είχε καταβάλλει κάποιες πραγματικές η επινοημένες από αυτόν προσπάθειες, για να βγει από τη μιζέρια, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, και όμως, θα ήθελε παρόλα ταύτα να του κάνει αυτό το δώρο, υπολογίζοντας, ότι η πείρα, την οποία ο άνθρωπος θα λάβει τελικά, θα μπορέσει να τον παρακινήσει, να τον αλλάξει με κάποιον τρόπο. Τότε πράγματι θα είχε νόημα να μην του πουν τίποτα για το ότι πρόκειται να πάρει αυτό που θέλει, σε οποιαδήποτε περίπτωση, επειδή τότε αυτός σίγουρα θα επαναπαυτεί και θα σταματήσει να προσπαθεί σκληρά. Ενώ αυτή η κατάσταση είναι διαφορετική – ο άνθρωπος ήδη βγήκε από τη μιζέρια, είναι ήδη γεμάτος με ενδιαφέροντα και ενθουσιασμό, και έτσι δεν μπορεί να χαλαρώσει μόνο και μόνο επειδή έμαθε, πως θα πάρει αυτό, που θέλει τόσο πολύ – αντιθέτως, αυτό θα στεριώσει ακόμα περισσότερα την επιμονή του και απόλαυση από τη ζωή. Και τώρα η Τζέιν βίωσε στο έπακρο αυτό, για το οποίο μιλούσε τότε ο Άντι – ένιωθε μια σαφήνεια, η οποία δεν απαιτούσε καθόλου την έκφραση της με τα λόγια και επιχειρήματα, αν και η επιθυμία να φτάσει ακόμα και στην λογική σαφήνεια δεν υπήρξε, ήταν απλώς μαλακό και διακριτικό, έτσι η Τζέιν ένοιωσε ξεκάθαρα ακόμα, ότι η λογική σαφήνεια εκδηλώνεται μόνη της, σχεδόν χωρίς καμία προσπάθεια – αρκεί να υπάρχει η ΦΑ-σαφήνεια. Ήταν άλλη μια αποκάλυψη – η λογική σαφήνεια ανοίγεται εύκολα και φυσικά μπροστά σε κάποιον, που έχει την ΦΑ-σαφήνεια. Οι ανακαλύψεις εμφανίζονταν η μια μετά την άλλη, σαν την αλυσίδα των ριβοσωμάτων στο μητρικό RNA. Και τότε γεννήθηκε άλλη μια! Κατάλαβε ξεκάθαρα, ότι εάν η λογική σαφήνεια δεν εμφανίζεται εύκολα και σχεδόν ακούσια έπειτα από την ΦΑ-σαφήνεια, αυτό σημαίνει μόνο, ότι κάτι άλλο θεωρήθηκε ΦΑ-σαφήνεια, για παράδειγμα, η δογματική διατύπωση, συνοδευόμενη με μηχανική βεβαιότητα. Άλλο ένα μαργαριτάρι περαστικέ στη σημερινή κλωστή, και η Τζέιν γέλασε ξανά – το πείραμα δεν άρχισε καν ακόμα, και ήδη υπάρχουν τόσες ανακαλύψεις!! Και πάλι, ήρθε άλλη σαφήνεια ακόμα – και προκάλεσε την ευδαιμονία, μαλακή και σταθερή, και άναψε η απόλαυση στο λαιμό, στιγμιαία μπήκε στην καρδιά, και αμέσως έτρεξαν τα χρυσά νήματα από την καρδιά στο αριστερό χέρι, στο στήθος, στον αριστερό ώμο, στο λαιμό – η νέα σαφήνεια φανέρωνε, ότι έτσι είναι η γενική ιδιότητα των ερευνών των αντιλήψεων του ατόμου – ολόκληρες αλυσίδες των ανακαλύψεων, για τις οποίες, βεβαίως, δεν υπάρχει εκατό τοις εκατό σιγουριά, ότι θα εμφανίζονται κατά τη διαδικασία των ερευνών, μα είναι σχεδόν σίγουρο, και πάλι – άλλη μια σαφήνεια – ότι αν την ώρα της έρευνας δεν εμφανίζονται κατά ολόκληρα σμήνη μικρές σαφήνειες, τότε αυτό σημαίνει, ότι κάτι άλλο περνάς  για την ερευνά σου, για παράδειγμα – την μηχανική δραστηριότητα, που έχει ως κίνητρο την αίσθηση της αυτοσπουδαιότητας, η την θέληση να φανείς  περάσεις προχωρημένος ερευνητής και διάφορα παρόμοια σκουπίδια.

    Η Τζέιν έμεινε μέσα στην νοητική σιωπή για ένα λεπτό ακόμα, και διαπιστώνοντας, ότι το σμήνος των ανακαλύψεων τελείωσε, επέστρεψε ξανά στο πείραμα. Δημιουργία της προσπάθειας για το ότι ο άνεμος νιώθει συμπάθεια για αυτήν. Αυτό είναι απλό. Η δημιουργία της βεβαιότητας-140, ας πούμε, είναι πολύ δυσκολότερη. Και τώρα – να υποστηρίξει αυτές τις αντιλήψεις, να αναπολήσει τον άνεμο, να τον αισθανθεί και να περιμένει.

     

    Και έτσι, καθισμένη πλάτη προς το Τζομσόμ και πρόσωπο προς το Νέο Μουστανγκ, η Τζέιν εδώ και τρεις ώρες παρακολούθησε τον άνεμο. Ήταν τρεις πολύ μακριές ώρες. Όμως, η Τζέιν ήξερε, πως να ξεχωρίσει τον χρόνο, περασμένο έντονα και βαθιά από τον χρόνο χαμένο, που έζησε επιφανειακά. Κούραση – αυτό είναι το κριτήριο – το πιο απλό, το πιο πειστικό. Είναι καταπληκτικό, και μάλλον κανείς από τους συνηθισμένους ανθρώπους δεν θα το πιστέψει, μα αν η ζωή σου είναι γεμάτη με ενδιαφέροντα και ΦΑ, η κούραση δεν εμφανίζεται. Ορίστε, τώρα η Τζέιν κάθεται πάνω σε μια σκληρή πέτρα σε μια άβολη στάση, την φυσάει δυνατός αέρας, κάτω από έναν πολύ καυτό ήλιο, για τρεις ώρες σερί, και δεν υπάρχουν καθόλου αποτελέσματα (!), όμως, η κούραση – όχι, κανένα ίχνος της, δηλαδή. Και την ίδια στιγμή – εκείνη το γνωρίζει με απόλυτη ακρίβεια, έχει τέτοια πείρα – ακόμα και μισή ώρα καθισιού σε αυτή τη θέση στην κατάσταση βαρεμάρας θα την είχαν εξαντλήσει εντελώς, ενώ μια ώρα θα ήταν απολύτως αναπάντεχη – απλώς θα τράβαγε τα μαλλιά της και θα έφευγε.

    Δεν υπάρχει κούραση, επειδή η ζωή είναι γεμάτη. Προσμονή, επιμονή, αποφασιστικότητα, ενθουσιασμός, εμφανίζονται ενδιαφέρουσες σκέψεις, υποθέσεις. Έρχεται απόλαυση, επειδή σε μια τέτοια τεράστια ποσότητα παράγεται η συμπάθεια. Δημιουργείται ο θρίαμβος, θυριοχαρά, εναλλασσόμενη σκληράδα, και μια φορά εκδηλώθηκε ακόμα η μεσαία σφαίρα του κενού – λόγω του ότι εκείνη προπονείται στην δημιουργία της βεβαιότητας – οι ίδιες ασκήσεις για τη δημιουργία της βεβαιότητας είναι πολύ ευχάριστες, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως γίνεται, όταν γυμνάζεις κάποιον μύα, που πριν για κάποιο λόγο δεν γύμναζες.

    Τώρα – παρά την απόλυτη απουσία ακόμα και ίχνους αποτελέσματος, η Τζέιν ένοιωσε μια καταπληκτική αυτοπεποίθηση, ήθελε να πει “σαν μεγάλη”, αλλά το κλισέ αυτό έπαψε πια να ισχύει αφότου εκείνη κατάλαβε – πόσο νεκροί είναι όλοι αυτοί οι μεγάλοι… ένιωθε πολύ σοβαρή. Σοβαρότητα. Μια τέτοια σοβαρότητα, που αντηχεί με την ζωηράδα, με όρεξη για παιχνίδι, με την θυριοχαρά. Η ίδια, την οποία θαυμάζει τόσο πολύ στη Φλορίντα, στη Φόσσα και στους άλλους. Συγκεκριμένα εκείνη η σοβαρότητα, που ζει κατά έναν παράξενο τρόπο μέσα στους μικρούς σκαντζόχοιρους. Και τώρα αυτή η σοβαρότητα φανερώθηκε και σε εκείνη, και αυτό είναι απλώς  τέλειο. Αν δεν θα πετύχει τίποτα με τον άνεμο αυτή τη φορά, από μόνη της η πολύωρη αίσθηση της σοβαρότητας – είναι ένα από τα πιο σημαντικά, ναι, γαμώτο, είναι από τα επικά γεγονότα στη ζωή της! Και συνέβη με τόση ηρεμία, ανάμεσα σε άλλα, και μέχρι στιγμής δεν αισθάνεται καμία συνηθισμένη σε αυτές τις περιπτώσεις συναισθηματική άνοδο. Δεν ήθελε να γουρλώνει τα μάτια και να λέει “ο, θεέ μου”, απλώς μια ευχάριστη καταγραφή του γεγονότος – στη ζωή της μόλις τώρα συνέβη ένα πολύ, πολύ σημαντικό πράγμα – επιτέλους προσέγγισε τη σοβαρότητα, και κρίνοντας από εκείνη την θεωρητική πληροφορία, την οποία απέκτησε από τα βιβλία για τις ΦΑ, αυτό ισοδυναμεί με την ανταλλαγή της ατμοκίνητης μηχανής με κινητήρα εσωτερικής καύσης.

    Η Τζέιν ένοιωσε ξανά και ξανά έκπληξη με αυτόν τον συνδυασμό – απόλυτη σαφήνεια για μια ριζική αλλαγή, για μια πρόοδο τεράστιας σημασίας, και πλήρη ηρεμία, ακόμα και γαληνή, εποικοδομητική αποφασιστικότητα και επιμονή – να συνεχίσει να κάνει αυτό, που κάνει, να ζει με τον τρόπο, που ζει τώρα.

    Προς το τέλος της πέμπτης ώρας σκοτείνιασε για τα καλά, και η Τζέιν αντιλήφθηκε ξαφνικά, ότι αυτό, που κάνει τώρα – είναι μια αληθινή επίθεση. Δηλαδή, είναι πλέον ικανή να εκτελεί τις επιθέσεις. Και αυτή η επιθυμία να φτάσει στο αποτέλεσμα – δεν είναι μια κανονική επιθυμία, ούτε καν σκέτη έντονη επιθυμία – είναι ο πραγματικός κυκεώνας.

    Εφόσον κατάλαβε πια, ότι σήμερα δεν πρόκειται να συμβεί κάτι άλλο, η Τζέιν αποφάσισε να τελειώσει με αυτό και να επιστρέψει στο Τζομσόμ. Αν και… γιατί στο Τζομσόμ; Αφού μπορεί να πάει στο Μουκτινάτχ, σε μίνι-φωλιά, όπου είχε πάει κάποτε. Η επιθυμία να δει αυτό το μέρος ήταν  πιο δυνατή, επειδή γνώριζε, ότι θα βρει εκεί κάποιον από τους δικούς τους, από την άλλη, όμως, από το Τζομσόμ μέχρι το σημείο, όπου βρισκόταν τώρα, ήταν μόλις μια ώρα δρόμος, ενώ μέχρι το Μουκτινάτχ – τρία. Γενικώς, δεν υπήρξε ανάγκη να πάει πουθενά από το Τζομσόμ – αρκεί να ανέβει την πλαγιά, και υπάρχει άπλετος άνεμος εκεί, αν και χωρίς σκόνη, ωστόσο.

    Ζυγίζοντας τις επιθυμίες της, εκείνη συνέχιζε πια αυτόματα να παρακολουθεί τον άνεμο. Λόγω των συλλογισμών η παρακολούθηση δεν ήταν στενή, εκτός από αυτό στο απόλυτο σκοτάδι, ο χρωματισμένος με σκόνη άνεμος σταμάτησε να διακρίνεται ξεκάθαρα – κάπως θολωμένες γραμμές, αλλά… βασικά, αυτό έχει ενδιαφέρον – τι θα γίνει, αν ακριβώς τώρα, τη νύχτα, αυτή θα δει τον άνεμο έτσι, “ξεβαμμένο”? Μιας και στην περίπτωση με το δάσος ακριβώς η χαλάρωση των ματιών τη βοήθησε να φτάσει στο αποτέλεσμα. Παρεμπίπτοντος… αν βοηθάει η χαλάρωση των ματιών, τότε… τότε η καλά εστιασμένη όραση περισσότερο εμποδίζει… και αυτό σημαίνει… ότι η παρατήρηση του βράχου η του δάσους η του ανέμου από μόνη της σαν οπτική λειτουργία δεν έχει σημασία, αλλά αποσπά την προσοχή, και αν τα μη-εστιασμένα μάτια ευνοούν την μετάδοση των αντιλήψεων, τότε αυτό είναι ένας λόγος υπέρ της υπόθεσης για το ότι η λειτουργία των ματιών, η οποία συνίσταται στην διάκριση των αντικειμένων, στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει δευτερεύουσα σημασία, έτσι είναι πολύ πιθανόν, η “όραση” – δεν είναι η μοναδική τους ικανότητα, υπάρχει και μια διαφορετική ακόμα – αυτή, χάρη στην οποία είναι τόσο εύκολο, κοιτάζοντας τον άνθρωπο στα μάτια, να πεις για αυτόν τόσα πολλά.… Και εκείνη τη στιγμή αυτό συνέβη. Κάτι άχρωμο και χωρίς γυαλάδα, κάτι νωπό. Πέρασε στιγμιαία και χάθηκε, αλλά υπήρξε, σίγουρα υπήρξε. Και άλλη μια φορά. Η Τζέιν ήταν απολύτως συγκεντρωμένη, σαν να μην ήταν η τρίτη της εμπειρία της μετάδοσης αντιλήψεων, αλλά η εκατό τρίτη – καμία υπερένταση, κανενός είδους χαοτικές σκέψεις  – εκείνη απλώς μαζεύτηκε σε ένα κουβάρι συγκεντρωμένης βεβαιότητας και συμπάθειας, αποφασιστικότητας να ολοκληρώσει το πείραμα. Και πάλι εκείνο το κάτι. Μοιάζει με μια οπτική μορφή, αλλά δεν είναι μια μορφή. Όχι, σίγουρα έχει κάποια μορφή – ματ, ανοιχτό-μπεζ, κάπως υγρό, ίσως να έχει και κάποια δομή ακόμα – σαν τις κρούστες της σπηλιάς με τη μορφή του εγκέφαλου, και όμως οι εικόνες αυτές – είναι σχεδόν αυτόματη συνοδεία της νέας αντίληψης – η ίδια, όπως και οι λέξεις, που έρχονται φυσικά και σχηματίζουν τις περιγραφές με αντίκτυπο για τη νέα αντίληψη – όπως με τη μορφή των λέξεων, έτσι και με τη μορφή των εικόνων. Μια αναλαμπή μετά την άλλη. Και πάλι αυτό. Ανοιχτό-μπεζ χρώμα, το οποίο μοιάζει να φαίνεται, αν και σίγουρα είναι εντελώς ξεκάθαρο, ότι τα μάτια στην πραγματικότητα δεν παρακολουθούν καμία τέτοια εικόνα. Απλώς ξεκάθαρη μορφή, και έτσι – μπορεί να ονομάσει αυτή την αντίληψη “ανοιχτό-μπεζάδα”? Το είπε μερικές φορές. Όχι. Το ανοιχτό-μπεζ χρώμα – δεν είναι παρά μια βοηθητική μορφή, μα δεν έχει αρκετά δυνατό αντίκτυπο με τη νέα αντίληψη, ώστε αυτή να διακρίνεται εύκολα. Όταν θα βρεθεί εκείνη η συγκεκριμένη λέξη, εκείνη η ορισμένη μορφή, ο αντίκτυπος θα είναι ξεκάθαρος. Τι υπάρχει, που να είναι υγρό, ανοιχτό-μπεζ; Και γιατί ορισμένα υγρό, και γιατί συγκεκριμένα σε μορφή κάποιων μακριών εγκεφαλικών δομών? Πού είχε δει κάτι παρόμοιο; Κει υπήρξε νερό – για αυτό μιλάει για υγρό, υπήρξε και κάτι, που έμοιαζε με εγκέφαλο… για τον εγκέφαλο – έχει σχέση μόνο με τη σπηλιά, ναι, μοιάζει πολύ με εκείνα τα των σταλακτιτών, όμως, πιο υγρό ακόμα… εκεί το νερό υπάρχει μόνο στα χαμηλά, στο πηγάδι, και σε εκείνο το μέρος δεν είχε τίποτα το ανοιχτό μπεζ, όμως, η εικόνα μπορεί να σχηματιστεί από διαφορετικές αναμνήσεις, έτσι… Η πισίνα στον Λόφο – εκεί στη τεχνίτη σπηλιά υπάρχει και νερό, και το χρώμα της οροφής είναι πολύ ανοιχτό, και όμως, όχι, δεν είναι αυτό.

    Όσο η Τζέιν επέλεγε τις λέξεις και της εικόνες, παράλληλα παρακολουθούσε πολύ προσεκτικά να μην διακόψει την αναπόληση της και να σημειώσει την κατάσταση, την οποία βρισκόταν κατά διάρκεια εκείνων των αναλαμπών. Ακόμη μια αναλαμπή. Δεν υπάρχει μορφή και ούτε λέξη. Κάπου πολύ κοντά… Μικρή λιμνούλα στο εσωτερικό του βασικού κτηρίου – να μια λάμψη πιο δυνατή! Μια μικρή τεχνίτη λίμνη,  – υγρή, με ανοιχτό-μπεζ πεζούλι – έγινε, ακόμα μια αναλαμπή, και με κάθε νέα λάμψη έχει την αίσθηση, σαν κάτι νέο ξυπνάει εκεί μέσα, αναζητά τον δρόμο του, ψηλαφίζει και σπρώχνει με το κεφάλι τον τοίχο, για να περάσει σε εκείνη, και αυτή η αίσθηση δυνάμωσε την βεβαιότητα της για το ότι ο άνεμος – είναι ένα ζωντανό πλάσμα, άλλη μια αναλαμπή! Μπορντούρα, υγρό, ανοιχτό-μπεζ – πολύ κοντά… Μπορντούρα… από μάρμαρο… μάρμαρο, μάρμαρο, μάρμαρο. Υγρό ανοιχτό-μπεζ μάρμαρο. Μάρμαρο. Αυτό είναι. Αυτό είναι, γαμώτο! Τώρα δεν υπάρχει λόγος να ανησυχεί πια για τις αναλαμπές των θετικών συναισθημάτων. Μάρμαρο!

    Η Τζέιν έλεγε αυτή τη λέξη, η οποία ακουγόταν τώρα, σαν μουσική, σαν ίδια ενσάρκωση της απόλαυσης, μάρμαρο, μάρμαρο, βρήκα την “μαρμαρότητα”, ξέρω πλέον, ότι ο άνεμος είναι μαρμάρινος, και άλλη μια πόρτα άνοιξε, και θα μπω σε αυτήν, και ο άνεμος θα μπει μέσα μου, και όλα μόλις αρχίζουν.