Ελληνικα change

Error

×

Κεφάλαιο 12

Main page / Μάγια 3: Σκληρά ποτάμια, μαρμάρινος άνεμος / Κεφάλαιο 12

Περιεχόμενα

    Το αεροπλάνο είχε μόνο έξι θέσεις, αλλά αν θα ήθελαν, και οι δέκα άνθρωποι θα μπορούσαν να στριμωχτούν μέσα, διότι οι “έξι επιβάτες”, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των κατασκευαστών, είναι έξι συνηθισμένοι, κανονικοί άνθρωποι, με βάρος κοντά στα εκατό κιλά, ενώ οι κάτοικοι του οικισμού δεν υπέφεραν από την παχυσαρκία. Η Τζέιν δεν ήξερε, ότι έχουν δικό τους αεροπλάνο, επειδή αυτό βρισκόταν στο τοπικό αεροδρόμιο. Το πλήρωμα αποτελείτο από τους Νεπαλέζους πιλότους, που εξυπηρετούσαν και τις συνηθισμένες τακτικές πτήσεις,  και  τους καλούσαν για δουλεία, όταν υπήρξε μια τέτοια ανάγκη. Το αεροπλάνο ήταν μικρό, κουκλίστικο, με δυνατότητα να καλύπτει αρκετά μακριές αποστάσεις χωρίς ανεφοδιασμό, ώστε να πετάει από το Νεπάλ στην Ινδονησία, για παράδειγμα, όμως, ο τωρινός τους προορισμός βρισκόταν πιο κοντά: πετούσαν για Τζομσόμ. “Αυτοί” – ήταν οι τρεις σκαντζόχοιροι, μαζί με τη Ροσομάχα, και επίσης η Φόσσα, η Τζέιν, η Σερένα,  η Μπέρτα, και η Άρτσι με τον Μάγκνους από την παράλληλη ομάδα. Η Τζέιν διχαζόταν από περιέργεια – ήθελε  να γνωρίσει πιο κοντά  τους δυο νέους σκαντζόχοιρους, και η Άρτσι με τον Μάγκνους ήταν τόσο προσιτοί, όσο ποτέ, αν και από την άλλη, η Τζέιν καταλάβαινε, ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει λόγος για τα τους θεωρήσει «απρόσιτους». Τώρα, όταν εκείνοι βρέθηκαν σε έναν κλειστό χώρο, έγιναν ιδιαίτερα ευδιάκριτα εκείνα τα αόρατα σύνορα, τα οποία, απ` ότι φαίνεται, τους χώριζαν. Το γεγονός, ότι οι σκαντζόχοιροι ζουν τη δική τους ζωή, που δεν διασταυρώνεται σχεδόν καθόλου με τη ζωή των πρωτακιών, γενικώς φαινόταν φυσικό και κατανοητό, αν και ύστερα από  μια πιο προσεκτική παρατήρηση καταλάβαινε, πως τα πράγματα είναι διαφορετικά,  όμως, η Τζέιν ανακάλυψε, ότι πρωτύτερα δεν είχε καμία αντίληψη για το πόσο μεγάλη απόσταση βρίσκεται ανάμεσα σε δυο παράλληλες ομάδες των πρωτακιών. Εν πάση περιπτώσει, αν ήθελε να πει η να ρωτήσει κάτι τους “δικούς της” – τη Σερένα και Μπέρτα, δεν το σκεφτόταν στιγμή, την ώρα που η σκέψη να απευθυνθεί με  μια ερώτηση στην Άρτσι ή στον Μάγκνους αμέσως καταπιέστηκε στο μυαλό της  με κάποια εντελώς ανόητη πρόφαση, και παρόλο που η ανειλικρίνεια αυτή ξεμπροστιάστηκε γρήγορα, ωστόσο, έτσι και δεν έκανε την ερώτηση, όπως δεν την έκανε αφότου είχε καταλάβει, ότι καταπίεσε την επιθυμία της να ρωτήσει και σε αυτήν την περίπτωση. Και οι δυο έμοιαζαν στα μάτια της Τζέιν πιο έξυπνοι, να το πει, πιο προχωρημένοι, και αυτό προκαλούσε μέσα της την ααχ, στην μάχη με την οποία και επικεντρώθηκε τώρα, αφήνοντας την σκέψη να “διαπεράσει” την ααχ με άμεσες πράξεις, για να μην απαλύνει αυτή την κατάσταση, η οποία δεν της άρεσε και ήθελε να την  απομακρύνει εντελώς.

    Το ίδιο πρωί όλοι ταξίδεψαν από το Τζομσόμ στο Μουκτινάτχ, για να εγκατασταθούν σε ένα μικρό άνετο σπιτάκι, μισή ώρα πεζοπορίας από την κωμόπολη. Απ` όσο κατάλαβε η Τζέιν, το σπιτάκι αυτό δεν ήταν ξενοδοχείο με πλήρη έννοια της λέξης – συνήθως το χρησιμοποιούσαν “ οι δικοί τους”, ή το σπίτι  ενοικιαζόταν ολόκληρο σε κάποιον VIP-πελάτη για ορισμένο χρονικό διάστημα.

    Στις έξι-εφτά το πρωί έβγαιναν έξω και πήγαιναν στο Τορόνγκ-Λα – ο καθένας περπατούσε με το δικό του ρυθμό, και προφανώς, ασχολιόταν ταυτόχρονα με τη δική του δουλειά. Το πρωί έκανε πολύ κρύο, μετά περίπου τον μισό δρόμο προς τα πάνω έκαιγε ο ήλιος και τους ζέσταινε, και στην κορυφή και πάλι εκανε ψύχρα και φύσαγε πολύ. Την πρώτη μέρα, παρά την εμπειρία που είχε στο τρέκινγκ γύρω από το Έβερεστ, η Τζέιν δεν κατάφερε να φτάσει στο πέρασμα – η νόσος τον βουνών την έριξε από τα πόδια στο υψόμετρο των 5100 μέτρων, οι δυνάμεις τελείωσαν ξαφνικά, και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν  να κατέβει. Οι σκαντζόχοιροι, όπως αποκαλύφθηκε, συμμετείχαν επίσης για πρώτη φορά σε ένα τέτοιο τρέξιμο. Η οκτάχρονη Ροσομάχα,  μεγαλύτερη σε αυτή την παρέα, δεν ήθελε να προπονείται τόσο έντονα πριν, και ήταν εντελώς ικανοποιημένη με τις δυνατότητες, που είχε στη βάση, την ώρα που θα ήταν δύσκολο για κάποιον να κρατήσει τη Ρήσα και τον Λις, κορίτσι και αγόρι πέντε χρονών,  μακριά από έντονη σωματική δραστηριότητα.

    Πιάνοντας τον εαυτό της με αυτή τη σκέψη, η Τζέιν χαμογέλασε – η φράση “δύσκολο να κρατηθούν” ήταν  ένας ολοφάνερος αρχαϊσμός στην μουσουδοκοινότητα, διότι εδώ κανείς δεν συγκρατούσε τα παιδιά από οτιδήποτε σε οποιαδήποτε ηλικία. Συναντώντας για πρώτη φορά τόσο ευδιάκριτα αυτή την αρχή, η Τζέιν ανακάλυψε μέσα της μια πληθώρα παράλογων φόβων, οι οποίοι, φυσικά, δεν της έμοιαζαν παράλογοι. Όλοι αυτοί οι φόβοι με έναν ή τον άλλον τρόπο χειρίζονταν την έννοια “πολύ νωρίς”, και κανένας από αυτούς δεν είχε την παραμικρή δικαιολογία, – για ποιο λόγο, ουσιαστικά, είναι πολύ νωρίς να κάνει το παιδί αυτό, που θέλει και που του αρέσει. Εκείνη καταλάβαινε, ότι το πιο πιθανόν απ` όλα δεν θα τολμούσε καν να περάσει στη ζωή την αρχή “ο καιρός είναι σωστός, αν θέλεις και σου αρέσει κάτι” τόσο ευρεία, όπως αυτό συνηθιζόταν στην μουσουδοκοινότητα, όμως εδώ βρέθηκε σε μια ήδη στερεωμένη κοινότητα, στην οποία αυτή η αρχή ίσχυε και ακολουθήθηκε για δεκάδες χρόνια, και παρόλο που η Τζέιν ήξερε λίγο-πολύ καλά μόνο την Κούνγκα και τη Ροσομάχα, και όμως, ακόμα και μια επιφανειακή επαφή με τους υπόλοιπους σκαντζόχοιρους την έπειθε καλύτερα από τους οποιουσδήποτε συλλογισμούς – πραγματικά, σε οποιαδήποτε ηλικία τα παιδιά ξέρουν πάρα πολύ καλά, τι θέλουν, σε ποια ποσότητα και μορφή, αρκεί να μην δημιουργείται γύρω τους υστερία διάφορης έκτασης, από την ηθικά-δογματική μέχρι την καταστροφικά-αποκαλυπτική.

    Η Τζέιν είχε δει την Ρήσα μερικές φορές, όταν ερχόταν για τζούντο – η Ρήσα έπαιρνε μαθήματα του κουνγκ-φου, και το έκανε, μάλλον, από τότε, που άρχισε να περπατάει, ίσως και  πριν από αυτό. Τώρα οι κινήσεις της δεν απέκτησαν ακόμα την ισχύ, όμως, είχαν τέτοια ομορφιά και ακρίβεια, ότι δεν ήθελες να πάρεις τη μάτια από πάνω της. Η Τζέιν δεν είχε δει ποτέ πριν τον Λις, και πάλι εξεπλάγην με αυτό – παρά την αρκετά μακροχρόνια διαμονή της στη βάση, συνέχεια εμφανίζονταν τα νέα πρόσωπα, και λίγο αργότερα καμία φορά εξαφανίζονταν για πολύ καιρό– το πιο πιθανόν απ` όλα, υπήρξε κάποια μετανάστευση των ανθρώπων από έναν οικισμό στον άλλο, και αυτό δεν ήταν καθόλου παράξενο.

    Την πρώτη κιόλας βραδιά, μετά από την “κούρσα” το πέρασμα (αν και στην περίπτωση της Τζέιν αυτό έμοιαζε περισσότερο με το σύρσιμο, παρά με το τρέξιμο), στο βραδινό γεύμα εμφανίστηκε ο Τόμας, και μαζί με τη Φόσσα πληροφόρησαν τους υπόλοιπους, ότι οι ομάδες πλέον έχουν ανακατευτεί: οι πέντε άνθρωποι, που βρίσκονται εδώ, σχηματίζουν πλέον την ομάδα της δεύτερης τάξης, ενώ η Άρτσι θα προσθέσει στο πρόγραμμα της και κάποια μαθήματα από την τρίτη. Παρά τις ανησυχίες και προς μεγάλη χαρά της Τζέιν, δεν ένιωθε καμία υπεροψία για τον Τραππ, την  Κάρεν και Αϊρίν, που έμειναν στην πρώτη, δεν ήρθε ούτε η υπερηφάνεια, ούτε αυταρέσκεια – μόνο απότομη προσμονή για τις νέες πρακτικές και επιθυμία να τους ακολουθήσουν και οι άλλοι όσο πιο γρήγορα γίνεται. Και αυτές οι νέες πρακτικές δεν άργησαν να εμφανιστούν.

    Όπως τους εξήγησε ο Τόμας, οι μαθητές της δεύτερης τάξης διαφέρουν από τα πρωτάκια πρώτα απ` όλα με την επαγγελματική, και όχι ερασιτεχνική προσέγγιση των φωτισμένων αντιλήψεων. Λέγοντας “επαγγελματική προσέγγιση”, εκείνος εννοούσε μερικά πράγματα. Πρώτον, έπρεπε να μετατρέψουν την συσσώρευση των αποσπασμάτων σε πιο μαζική. Παραείναι λίγα τα δέκα ή είκοσι. Είκοσι πέντε -τριάντα – είναι μια  πιο αποτελεσματική ποσότητα. Ακούγοντας το αυτό, η Τζέιν άρχισε να σκέφτεται πυρετωδώς – πως να καταφέρει να βρει χρόνο για την εκτέλεση των τριάντα αποσπασμάτων την ημέρα, αν υπολογίσουμε, ότι το κάθε απόσπασμα κρατάει τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτά!

    – Αυτό είναι πάρα πολύ απλό, – ο Τόμας διάβασε την σκέψη (και προφανώς όχι μόνο δική της). – Μπορείς χωρίς κανένα κόπο να συνδυάσεις πολλές πρακτικές, πέρα από αυτό, το “χωρίς κόπο” αυξάνει και την αποτελεσματικότητα τους. Επειδή ο καθένας από εσάς έχει αρκετή πείρα των μεμονωμένων πρακτικών, δεν θα είναι και τόσο δύσκολο να τις συνδυάσετε.

    – Για παράδειγμα, η βεβαιότητα-200 και η ανά ένα λεπτό καταγραφή – υπέθεσε η Σερένα.

    – Ναι, σαν παράδειγμα, – συμφώνησε ο Τόμας. – Ακόμα, εδώ θα περνάμε πολλές ώρες σε κίνηση. Η άνοδος στο πέρασμα – είναι συγκριτικά πολύ πιο δύσκολος στόχος, από ότι το τρέξιμο στο Γκοκιο, έτσι θα υπολογίζουμε την μισή ώρα γρήγορης ανόδου για ένα απόσπασμα της σωματικής δραστηριότητας, έτσι την ώρα του τρεξίματος στο βουνό θα συγκεντρώνετε τρία, ίσως και τέσσερα αποσπάσματα. Το δεύτερο χαρακτηριστικό της επαγγελματικής αντιμετώπισης των ΦΑ βρίσκεται στο ότι εμείς τώρα θα συντάξουμε την πλήρη ταξινόμηση των γνωστών σε εσάς ΦΑ, με την οποία αργότερα θα κάνουμε την ΦΑσκηση και άλλες πρακτικές. [εδώ ο συγγραφέας προσθέτει έναν όρο, συνδυασμένο από τις λέξεις «ΦΑ» και «άσκηση», μια πρακτική της πνευματικής άσκησης με χρίση των φωτισμένων αντιλήψεων – παρατήρηση του μεταφραστή].

    – ΦΑσκηση – απόσπασμα από τη δεύτερη σειρά; – διευκρίνισε η Τζέιν.

    – Ναι, Θα ήταν δύσκολο να φανταστούμε έναν άνθρωπο, για παράδειγμα, που ασχολείται με πυρηνική φυσική χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα – ποια στοιχειώδη σωματίδια είναι γνωστά τη δεδομένη στιγμή; Το ίδιο γίνεται και με τις ΦΑ.

    Ξεκίνησαν τη δουλειά αμέσως. Οι σκαντζόχοιροι ήταν παρόν την ώρα της συζήτησης, όμως, δεν έλεγαν τίποτα, και η Τζέιν δεν ήταν καν σίγουρη, ότι άκουγαν – τι συμβαίνει σε αυτό το μέρος. Η Ροσομάχα διάβαζε κάτι για το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου, ενώ ο Λις με τη Ρήσα στην αρχή έπαιζαν σκάκι, και μετά πέρασαν στα μαθηματικά παιχνίδια – αφηρημένη, η Τζέιν τους άκουσε, και κατάλαβε, ότι έκαναν εξάσκηση, περνώντας στο μυαλό τους τα ψηφία από το δεκαεξάδικο σύστημα μέτρησης σε επτάδικο, για παράδειγμα, και πίσω, και ύστερα σταμάτησε να ακολουθεί, με τι  αυτά ασχολούνται.

    Σαν αποτέλεσμα της εργασίας τους μετά από μισή ώρα  σχηματίστηκε μια τέτοια λίστα: η επιμονή, σοβαρότητα, αποφασιστικότητα, προσμονή, επιδίωξη, θαυμασμός, χαρά, φρεσκάδα, θρίαμβος, έξαρση, ύπαρξη, αίσθηση της ομορφιάς, συμπάθεια, αφοσίωση, ανοιχτοσύνη, κάλεσμα, ευγνωμοσύνη, έκπληξη, τρυφερότητα, ζωηράδα, εισχώρηση, προαίσθηση, αιώνια άνοιξη, απόσπαση, το ακατάλυτο. Όλοι γνώριζαν πάρα πολύ καλά αυτές τις ΦΑ από την εμπειρία τους, όμως, υπήρξαν και κάποιες ιδιαιτερότητες. Όταν η Σερένα αντιμετώπισε δυσκολίες με τη διάκριση της “εισχώρησης”, η Φόσσα πρότεινε σε εκείνους, που διακρίνουν καλά αυτή την ΦΑ, να δώσουν περιγραφές με αντίκτυπο. Η Τζέιν πρότεινε την δική της εικόνα: σαν να ξαπλώνει γυμνή μέσα σε ένα δροσερό ρυάκι τη ζεστή μέρα, και το νερό τυλίγει το κορμί της, παρασέρνοντας μακριά την κούραση, την διαπερνάει, ταυτόχρονα εκείνη νιώθει τρυφερότητα για το ρυάκι, σαν να είναι ένα ζωντανό πλάσμα, έτσι και το ρυάκι αισθάνεται το ίδιο για εκείνη, και τα σώματα τους ενώνονται. Έπειτα η Φόσσα ζήτησε από όλους γράψουν για την κάθε ΦΑ από έναν-δυο πολύ δυνατούς φωτισμένους παράγοντες, προσθέτοντας, ότι θα τα χρειαστούν αυτά για την ΦΑσκηση όχι μόνο. Οι επόμενες δυο ώρες αφιερώθηκαν στην προσπάθεια να ταξινομήσουν τις υπάρχουσες ΦΑ και να δημιουργήσουν κάποιο προκαταρκτικό τακτοποιημένο σύστημα. Η δουλειά, που τους ανατέθηκε, αποδείχθηκε αρκετά συναρπαστική, διότι για να σχηματίσουν μια ορισμένη τάξη στις ΦΑ έπρεπε να τις ζήσουν πολλές φορές, για να γίνεται η σύγκριση μεταξύ τους. Η Φόσσα και ο Τόμας κρατιόταν λιγάκι απόμερα, αφήνοντας τα παιδιά να κάνουν λάθη και να τα διορθώνουν, και ήταν ξεκάθαρο, ότι δεν θα επεμβαίνουν, ακόμα και αν δουν πολύ σοβαρά λάθη, έτσι τα παιδιά έπρεπε να υπολογίζουν μόνο στην δική τους ευαισθησία, έτσι δεν ήταν και λίγες οι φορές, όταν άναβαν οι συζητήσεις – σε ποια κατηγορία θα συγκαταλέγουν την τάδε η εκείνη ΦΑ. Καμιά φορά οι μεμονωμένες ΦΑ άλλαζαν τη “διεύθυνση τους”, και ενίοτε ολόκληρα τμήματα μεταφέρονταν από μια θέση στην άλλη. Τελικά έφτασαν στο συμπέρασμα, ότι είναι σκόπιμο να μοιράζουν τις ΦΑ σε δυο μεγάλες κατηγορίες – στις αντικειμενικά-προσανατολισμένες και αφηρημένες, χωρίς αντικείμενο. Αποδείχθηκε, ότι για κάποιες ΦΑ το ανάλογο ζεύγος βρισκόταν πάρα πολύ εύκολα, για παράδειγμα, η προσμονή – είναι πάντοτε η «προσμονή για κάτι», ενώ ο όρος «προαίσθηση» ταίριαζε καλύτερα ορισμένα για την αφηρημένη ΦΑ, για παράδειγμα, μπορείς να βιώσεις την προαίσθηση για το πως θα είναι η ζωή σου, όταν περάσεις τα διακόσια, και θα είναι πλέον ξεκάθαρο, ότι βγήκες από τον μηχανικό κύκλο του αναπόφευκτου θανάτου και της γηρατειάς, όμως, πώς ακριβώς θα είναι αυτή η ζωή, πώς είναι – να είσαι νέα, δραστήρια, δυνατή κοπέλα διακοσίων χρόνων – είναι απολύτως άγνωστο, το συγκεκριμένο αντικείμενο της προσμονής μπορεί να απουσιάζει εντελώς την ώρα της εκδήλωσης της προαίσθησης.

    Εκτός από αυτά, οι ΦΑ τοποθετήθηκαν στα τμήματα, κάτι εντελώς αυτονόητο, διότι ο καθένας διάβασε για αυτό στο βιβλίο του Μποντχ. Διαχώρισαν τα τμήματα της “Επιδίωξης”, “Ύπαρξης”, “Ευδαιμονίας” και “Ομόνοιας”, και ταυτόχρονα ανακάλυψαν, ότι ολόκληρο το τμήμα της “Ύπαρξης”, στο οποίο συγκαταλέγονται η απόσπαση, σοβαρότητα, το ακατάλυτο, η ύπαρξη και φρεσκάδα, είναι αφηρημένο, ενώ όλο το τμήμα της “Ομόνοιας”, στο οποίο μπαίνουν η αίσθηση της ομορφιάς, ο θαυμασμός, η συμπάθεια, αφοσίωση, ανοιχτοσύνη και εισχώρηση, αποδείχθηκε αντικειμενικά-προορισμένο. Το τμήμα της “Ευδαιμονίας”, στο οποίο τοποθετήθηκαν η χαρά, ο θρίαμβος, έξαρση και ευδαιμονία, ήταν τελικά αναμεμειγμένο: για παράδειγμα, υπάρχει η χαρά αντικειμενική, υπάρχει και αφηρημένη, το ίδιο ισχύει για τον θρίαμβο για την έξαρση, ενώ η ευδαιμονία βρέθηκε να είναι μόνο αφηρημένη. Φυσικά, εμφανίστηκε η ερώτηση – αν υπάρχει, για παράδειγμα, η αφηρημένη επιδίωξη, δηλαδή, αν όλα τα “κενά” στον πίνακα θα συμπληρωθούν με τις ανάλογες ΦΑ?

    Ο πίνακας απέκτησε την ολοκληρωμένη του μορφή, όταν σε αυτόν εισαχθήκανε οι θέσεις, που καθορίζονται από διάφορες επιπλέον ιδιότητες των ΦΑ: ο μαγνητισμός, η διαπεραστικότητα, η καθολικότητα και το βάθος. Όταν η ΦΑ βιώνεται με την μαντική της ποιότητα, τότε εμφανίζεται μία τέτοια κατάσταση, σαν να είναι εξαιρετικά σταθερή, τίποτα δεν μπορεί να τη ρίξει, ταυτόχρονα αυτή η ΦΑ βιώνεται τόσο διαφορετικά από την μη-μαγνητική της μορφή, ότι ήταν ωφέλιμο να της δώσουν έναν ξεχωριστό ορισμό. Έτσι, για παράδειγμα, αποφάσισαν, ότι η λέξη θρίαμβος θα σημαίνει την χαρά με την μαγνητική ποιότητα. Ανάλογα αποφάσισαν, ότι η “φρεσκάδα” – είναι η διαπεραστική μορφή της “ύπαρξης”, ενώ η “έξαρση” – διαπεραστική μορφή της χαράς, και η “ευδαιμονία” – είναι η καθολική μορφή της ίδιας χαράς και πάλι.

    Όσο ο πίνακας πλησίαζε στην ολοκλήρωση του, ο καθένας άρχισε να καρφώνει το βλέμμα τους στις κενές του θέσεις και να φαντάζεται – τι θα μπορούσε να είναι, για παράδειγμα, η διαπεραστική μορφή της αποφασιστικότητας? Προσπαθώντας να βιώσουν την αποφασιστικότητα με διαπεραστική της μορφή, άφησαν αυτή την ιδέα – καμία ανάλογη ΦΑ δεν εμφανίστηκε ακόμα, ενώ η προσπάθεια να ψηλαφίσουν τη διαπεραστική μορφή της επιδίωξης αμέσως οδήγησε στην επιτυχία – ο καθένας κατάφερε μεμιάς να δημιουργήσει μια τέτοια ΦΑ, μα πώς να την ονομάσουν τώρα? Μετά από μερικές προσπάθειες σταμάτησαν στη λέξη «τσιρίχτρα» – από την μια αυτή σήμαινε ένα πολύ κουκλίστικο ποντίκι [τσιριχτρα στα ρώσικα ονομάζεται ο ποντικός της έρημου], και από την άλλη αντηχούσε με την φράση «να τσιρίζεις από κάτι», δηλαδή, να αισθάνεσαι κάτι με τη διαπεραστική του μορφή.

    Κάποιες ΦΑ, οι οποίες νωρίτερα θεωρούνταν ξεχωριστές, αποδείχθηκαν ακόρντα των δυο η περισσότερων βασικών ΦΑ, για παράδειγμα, η “τρυφερότητα” – είναι  η ερωτική έλξη συν συμπάθεια, ενώ η “έκπληξη” – είναι έξαρση με ανοιχτοσύνη, “η ζωηράδα” – χαρά συν συμπάθεια, και τα λοιπά.

    Άλλο ένα αποτέλεσμα αυτής της εργασίας ήταν η σαφήνεια – απ` ότι φαίνεται, ο καθένας μπορεί να βιώνει διάφορες ΦΑ αρκετές ώρες στη σειρά, παίζοντας με αυτές, διαλέγοντας και μελετώντας.

    Η ΦΑσκηση αποδείχθηκε ένα απλό και συναρπαστικό παιχνίδι, το οποίο η Φόσσα πρότεινε να παίζουν κάθε πρωί αμέσως μετά από την αφύπνιση, καλύτερα ακόμα και τη νύχτα, ξυπνώντας για κανένα δεκαπεντάλεπτο: αριστερά κάθετα γράφονται όλες οι προσιτές για την ώρα ΦΑ, δεξιά – σύντομα και περιγραφικά – οι φωτισμένοι παράγοντες για αυτές τις ΦΑ, κατόπιν επί δεκαπέντε λεπτά περνάς όλη τη λίστα των ΦΑ, και δημιουργείς τη μια μετά την άλλη, αφιερώνοντας στην δημιουργία της καθεμίας από πέντε έως δέκα δευτερόλεπτα, όχι περισσότερο. Μετά από μια τέτοια ΦΑσκηση νιώθεις, σαν να έχεις κάνει ένα ιονικό ντους!

    – Και τώρα – μαθαίνουμε να γεννάμε τον ελέφαντα! – δυνατά ανακοίνωσε ο Τόμας, ακούγοντας ταυτόχρονα μερικές παρατηρήσεις, οι οποίες με πολύ σκεπτική μορφή εκτιμούσαν την ικανότητα των οργάνων αναπαραγωγής των παρευρισκόμενων να πραγματοποιήσουν το σχέδιο. – «Ο ελέφαντας», – εξήγησε εκείνος, – είναι μια σύντομη περιγραφή του όρου «η σφαίρα της προσωπικής ευθύνης». Φαντάζεσαι κάποια σφαίρα με διάμετρο δυο-τρία μέτρα, μέσα στην οποία συμβαίνει ο, τι σε αφορά προσωπικά, και τίποτα το άσχετο δεν έχει καμία σημασία για αυτό, που συμβαίνει στο εσωτερικό της. Ας πούμε, ότι τώρα εδώ θα μπει κάποιος άνθρωπος απ` έξω, και αυτός θα νομίζει, ότι εφόσον βρίσκεται σε μια τέτοια παρέα των ενδιαφέρον ανθρώπων, τότε και η δική του ζωή αυτόματα γίνεται πιο πλήρης και συναρπαστική. Όμως, αυτό δεν ισχύει – η ζωή του θα μείνει το ίδιο γκρίζα και νεκρή, και αυτό θα φανεί αμέσως, μόλις υποχωρήσουν τα πρώτα θετικά συναισθήματα. Και το αντίστροφο είναι επίσης σωστό – αν οι άνθρωποι γύρω σου, ας είναι και ολόκληρη η ανθρωπότητα, θα σαπίζουν μέσα στα ΑΣ και μιζέρια, αυτό δεν σε αφορά με κανέναν τρόπο, διότι η δική σου ζωή και οι δικές σου αντιλήψεις εξαρτώνται μόνο από εσένα, και εντός της δικής σου σφαίρας προσωπικής ευθύνης οι ξένες επιρροές απλούστατα δεν περνάνε. Να την φαντάζεστε οπτικά, αυτή την σφαίρα, – πρότεινε ο Τόμας, – και από αυτήν εξοστρακίζονται όλες οι εξωτερικές επιδράσεις, ενώ στο εσωτερικό της η ζωή σου εξαρτάται μόνο από εσένα. Αυτή η πρακτική συνδέεται με την δημιουργία της βεβαιότητας, έτσι μπορείτε να την εκτελείτε ταυτόχρονα με οτιδήποτε πραγματικά, και με την δημιουργία των άλλων βεβαιοτήτων επίσης.

    – Άρα, έχουμε ακόμα μερικά ζεύγη των αποσπασμάτων, τα οποία μπορούμε να εκτελούμε παράλληλα! – με ευχαρίστηση παρατήρησε η Σερένα.

    – Άλλη μια πρακτική δευτέρου επιπέδου, – συνέχιζε ο Τόμας, – η δημιουργία της εντύπωσης, ότι όλος ο χώρος γύρω σου είναι κεντημένος με χρυσαφένια λάμψη, σαν να πέφτουν χρυσοί σπινθήρες από τον ουρανό και διαπερνάνε τα πάντα, και το δικό σου σώμα μαζί, κάνοντας το αθάνατο. Η πρακτική θεωρείται επιτυχημένη, αν σε σένα όντως εμφανίζεται η ψευδαίσθηση, ότι βγήκε ο ήλιος, λες και ξαφνικά το φως έγινε περισσότερο. Μεταφέροντας την προσοχή με συνέπεια από ένα στο άλλο, και συντηρώντας έναν αποδεκτό επίπεδο της βεβαιότητας, μπορείς να δημιουργείς ταυτόχρονα την «χρυσαφένια λάμψη», βεβαιότητα-200, τον ελέφαντα…

    – … και ακόμα να ανεβαίνεις το βουνό, να εκτελείς την ανά ένα λεπτό καταγραφή και να απαγγέλνεις!:) – Γέλασε η Μπέρτα.

    – Ναι, μπορείς. – ο Τόμας μίλαγε απολύτως σοβαρά. – Μπορείς, μπορείς! – είπε εκείνος, σαν να ήθελε να πείθει κάποιον, που είχε αμφιβολίες για αυτό, όμως, ακόμα και αν υπήρξαν οι αμφιβολίες, αυτές δεν μπορούσαν να αντισταθούν σε εκείνη την έξαρση, η οποία έπιασε όλα τα παιδιά, έτσι, όλοι περίμεναν με ανυπομονησία την επόμενη μέρα.

    – Άρτσι, τι θα γίνει στην τρίτη τάξη, θα γίνει και κάτι άλλο συναρπαστικό? – αστειευόμενη, ρώτησε η Σερένα, σαν να περίμενε εκ των προτέρων, ότι δεν θα υπάρξει απάντηση, όμως, προς έκπληξη όλων, η Άρτσι δεν σκόπευε να κρύψει απολύτως τίποτα.

    – Θα γίνει. Θα υπάρξουν οι πρακτικές, που στοχεύουν στην επίτευξη των ΣΟ – συνειδητοποιημένων οραμάτων, και κατεβάσματα, και επιθέσεις, και ακόμα πιο σοβαρές προπονήσεις της βεβαιότητας και τα λοιπά, αν θέλεις – μπορώ να σου πω με περισσότερες λεπτομέρειες.

    Κανείς δεν περίμενε μια τέτοια απάντηση, και τα παιδιά με κάποια αμηχανία άρχισαν να ρίχνουν ματιές στον Τόμας και στη Φόσσα, όμως, και εκείνοι, παρά τις προσδοκίες όλων, προτίμησαν να μην επεμβαίνουν. Κυριάρχησε μια ακαθόριστη σιωπή – έτσι και δεν είπε κανείς «ναι, πες μας», και η Άρτσι δεν μιλούσε. Επιτέλους, μίλησε η Φόσσα.

    – Ίσως σε σας έχει δημιουργηθεί η εντύπωση για το ότι είναι μυστικά τα πράγματα, που μαθαίνονται στις μεγαλύτερες τάξεις, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια.

    – Μα σου είχα ζητήσει να μου δώσεις κάτι από τη δεύτερη τάξη, και εσύ αρνήθηκες, – με έκπληξη είπε η Τζέιν.

    – Αρνήθηκα, – συμφώνησε η Φόσσα, – διότι δεν ήθελα να στα πω, επειδή θεωρώ, ότι είναι ωφέλιμο να ακολουθώ μια ορισμένη σειρά, αλλά αυτό δεν σημαίνει καμία μυστικότητα – είναι η έκφραση των δικών μου επιθυμιών να διδάσκω με αυτόν τον τρόπο, και όχι άλλον. Και αυτό δεν εμποδίζει την Άρτσι να σας πει – με τι ασχολείται εκείνη στην τρίτη τάξη, ωστόσο, δεν θέλω να σχολιάζω η να διορθώνω της διηγήσεις της και πάλι – δεν θέλω, επειδή θα ήθελα να σας το πω εν καιρό, όταν θα με ενδιαφέρει να το κάνω, όταν θεωρήσω, ότι είσαστε αρκετά προετοιμασμένοι και οι συμβουλές μου δεν θα πάνε χαμένες.

    – Εγώ δεν θέλω να μου το πει η Άρτσι. – επενέβη ο Μάγκνους. – Φυσικά, είμαι περίεργος να μάθω, μα δεν έχω άλλα πράγματα να κάνω; Δεν θα ήθελα τώρα να στρέψω την προσοχή μου σε άσχετες εντυπώσεις, αλλά να συγκεντρωθώ στις δεξιότητες, τις οποίες μπορούμε να αποκτήσουμε, εκτελώντας τις νέες πρακτικές, προσπαθώντας να συνδυάσουμε διαφορετικά αποσπάσματα. Εντάξει…, – σκέφτηκε εκείνος, – ας πούμε, ότι έμαθα, χωρίς να  ολοκληρώσω την πρώτη τάξη,  πως στην δεύτερη κάνουν μερικές πρακτικές ταυτόχρονα, και τι θα μου έδινε αυτό? Τι, εκτός από τις μπουρμπουλήθρες των εντυπώσεων, αν εκείνη τη στιγμή σε μένα δεν είχαν σχηματιστεί ακόμα οι δεξιότητες να εκτελώ τα μεμονωμένα αποσπάσματα; Έτσι η απάντηση μου είναι όχι, – συνόψισε εκείνος, – δεν βιάζομαι, δεν θέλω η Άρτσι να σπαταλήσει τον χρόνο της σε αναποτελεσματικές ασχολίες, ας μου πει για όλα τα αυτά αργότερα, όταν θα είμαι έτοιμος να το αντιληφθώ, όταν θα έρθει σε εκείνη μια τέτοια παθιασμένη  αντανάκλαση, σύμφωνα με την οποία το να ασχοληθεί μαζί μου θα είναι πολύ ενδιαφέρον για αυτήν.

    – Συμφωνώ – έγνεψε καταφατικά η Σερένα. – Συμφωνώ και εγώ.

     

    Όταν έφτασε το πρωί της τελευταίας ημέρας της διαμονής τους στο Μουκτινάτχ, η Τζέιν νόμιζε, ότι δεν πέρασε μια εβδομάδα, αλλά ένας μήνας, και νωρίς το πρωί,  βγαίνοντας στο τρέξιμο για μια τελευταία φορά, με δυσκολία πίστευε, ότι ήδη σε εφτά ώρες από τώρα εκείνοι θα πετάξουν πίσω, στη ζέστη, στην παλιά τους ζωή, η οποία ποτέ πια δεν θα γίνει, όπως πριν. Το να μαζεύει από τριάντα αποσπάσματα την ημέρα, – όπως τις νέες πρακτικές, έτσι και τις παλιές, αποδείχθηκε πολύ πιο εύκολο, απ` ότι έμοιαζε στην αρχή. Ιδιαίτερα συναρπαστικός ήταν ο συνδυασμός του «ελέφαντα» με μια σειρά των επιπλέον πρακτικών του δεύτερου επιπέδου. Σε μια από τις ημέρες εκείνη συγκέντρωσε πενήντα αποσπάσματα – ακόμα μια εβδομάδα νωρίτερα ο αριθμός αυτός θα της φαινόταν παράλογος, εξωπραγματικός, και τουλάχιστον μισή ημέρα ήταν αφιερωμένη στην μελέτη των επιστήμων – τώρα η Τζέιν είχε συγκεντρωθεί στην τοπολογία και γενετική. Πλέον κατάφερνε να ανεβαίνει σχετικά εύκολα στο πέρασμα, και χτες για πρώτη φορά “χάλασε” τις τρεις ώρες – ανέβηκε από το τεϊοποτείο μέχρι το πέρασμα σε δυο ώρες και πενήντα πέντε λεπτά. Το αποτέλεσμα της Φόσσας – δυο ώρες και έντεκα λεπτά της φαινόταν ακόμα απίστευτα γρήγορο.

    Κάποιες ανησυχίες της, σχετικά με την αποσπασματικότητα των ασχολιών της με την επιστήμη συνθλίφθηκαν πάνω στην ακλόνητη στάση της Φόσσας.

    – Τα ενδιαφέροντα σου αναπτύσσονται σύμφωνα με τους δικούς σου κανόνες, και θα το δεις αυτό πάνω στο ίδιο δικό σου παράδειγμα. Η δική μας τακτική της ανάπτυξης των ενδιαφερόντων δεν προσπαθεί να τα σπάσει, μα το αντίθετο – να τα φανερώσει και να συμπράξει σε αυτά. Στην αρχή σε ενδιαφέρει να μάθεις ένα απόσπασμα από την επιστήμη, αργότερα – το άλλο. Αυτό το προκαταρκτικό στάδιο μπορεί να κρατήσει όσο καιρό χρειαστεί – ίσως ένα μήνα, ίσως και μια ζωή, αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αν – όπως αυτό γίνεται στον έξω κόσμο, θα αρχίσεις να βιάζεις τον εαυτό σου, δημιουργώντας το σύστημα των παρακινήσεων με τη μορφή των φόβων, εξετάσεων, φιλοδοξίας και άλλης κοπριάς, το αποτέλεσμα όντως θα είναι πολύ γρήγορο, μα θα είναι η απέχθεια, το μίσος για τις επιστήμες.

    – Και τι να κάνω, αν αυτό το προκαταρκτικό στάδιο έτσι και δεν θα περάσει ποτέ?

    – Να μην κάνεις τίποτα. Να συνεχίσεις να ζεις έτσι, ώστε να βιώνεις στο μέγιστο την απόλαυση από τη ζωή, το μάξιμουμ του ενδιαφέροντος. Ωστόσο, εγώ προσωπικά δεν είχα συναντήσει κάτι τέτοιο, και δεν ξέρω κανέναν, που να το είχε αντιμετωπίσει – σε όλους το προκαταρκτικό στάδιο ολοκληρωνόταν με το ότι για κάποια επιστήμη, η ακόμα για μερικές, τα ενδιαφέροντα αυξάνονται τόσο πολύ, ώστε δεν σου φτάνει πια να καταγράψεις δυο αποσπάσματα την ημέρα, απομνημονεύεις δέκα-είκοσι πια, και μετά αρχίζεις να αποκτάς πιο συστηματικές γνώσεις, ύστερα παρασέρνεσαι, το ενδιαφέρον γίνεται μαζικό, έντονο, και όταν καρφώνεσαι με το κέρας σου στο έδαφος και αρχίσεις να σκάβεις τη γη, εξονυχιστικά και με συνέπεια μελετώντας το ένα θέμα μετά το άλλο, διαβάζοντας το ένα σχετικό βιβλίο μετά το άλλο. Απ` όσο καταλαβαίνω, το ενδιαφέρον σου για τη γενετική βρίσκεται αυτή τη στιγμή κάπου ανάμεσα στο δεύτερο και τρίτο επίπεδο, σωστά?

    – Ναι, έτσι φαίνεται, – συμφώνησε η Τζέιν. – Σήμερα όλη μέρα μελετάω τις «σιωπηλές μεταλλάξεις», και δεν μου φτάνει, θα διαβάσω μέχρι να πάω για ύπνο, και αύριο – την ώρα της τελευταίας κούρσας στο πέρασμα, σίγουρα θα βιώσω την προσμονή για εκείνη τη στιγμή, όταν θα μπω στο αεροπλάνο και θα συνεχίσω την μελέτη της ύλης.

    – Οι σιωπηλές μεταλλάξεις, αυτό και για μένα έχει ενδιαφέρον, – την υποστήριξε η Φόσσα. – Αυτός δεν είναι ιδιαίτερα μελετημένος τομέας, διότι οι εκδηλώσεις είναι σχεδόν αόρατες, όμως, για εμάς έχει μεγάλη σημασία, επειδή στους σκαντζόχοιρους οι σιωπηλές μεταλλάξεις συμβαίνουν πολύ πιο σπάνια, απ` ότι στους συνηθισμένους ανθρώπους.

    – Εγώ, αντιθέτως, περίμενα μεγαλύτερη ταχύτητα για αυτές, παρά μικρότερη, – εξεπλάγηκε η Τζέιν, – αφού στους σκαντζόχοιρους γενικώς τα πάντα γίνονται γρηγορότερα, ολόκληρη η εξέλιξη τους.

    – Ενώ σε αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει ακριβώς η επιβράδυνση, και όχι επιτάχυνση, και από αυτό εμείς βγάζουμε το συμπέρασμα, ότι η πλειοψηφία των σιωπηλών μεταλλάξεων είναι περισσότερο βλαβερή, παρά ωφέλιμη, αν υπό όφελος ή βλάβη εννοούμε τον ρόλο της διαδικασίας στην σύμπραξη ή στην παρεμπόδιση της εξέλιξης. Κάποτε υποστηριζόταν η άποψη, ότι εφόσον οι περισσότερες σιωπηλές μεταλλάξεις διατηρούνται στη ροή της εξέλιξης,   χρειάζονται για κάποιο λόγο, όμως, δεν ήξεραν, αν όντως αυτές είναι ένα αποτέλεσμα της εξέλιξης? Τώρα ξέρουμε, ότι ο τρόπος ζωής και εκείνες οι αλλαγές στον οργανισμό, που σχετίζονται με αυτό, δηλαδή ο «φαινότυπος», αφήνει ένα σημαντικό αποτύπωμα στο γονότυπο, και αν τις τελευταίες χιλιετίες , για παράδειγμα, δυνάμωναν διάφορων ειδών παράνοιες σαν την απόρριψη του σεξ, η δογματική και θρησκευτική ηλιθιότητα κάθε μορφής, είναι αυτό εξέλιξη? Η κάθε συσσωρευτική αλλαγή δεν είναι εξέλιξη. Ταξίδεψα στη Ρωσία τρία χρόνια πριν, και εκεί κατά το πέρασμα των συνόρων σου δίνουν ένα φυλλάδιο, όπου υπενθυμίζουν, ότι είναι απαγορευμένες οι δημόσιες εκδηλώσεις της συμπάθειας. Είναι να τρελαθείς. Για τις δημόσιες εκδηλώσεις του μίσους δεν λέει τίποτα, ορίστε – να το εκδηλώνεις όσο θέλεις, ενώ τις δημόσιες εκδηλώσεις της συμπάθειας – απαγορεύεται. Και αν οι άνθρωποι, οι οποίοι αντί να πηδιούνται, επιλέγουν να μισούν, αποκτούν τις σιωπηλές μεταλλάξεις στον γονότυπο τους, είναι αυτό εξέλιξη? Και η ποσότητα των ασθενειών, οι οποίες έχουν ως άμεση αιτία ακριβώς αυτές τις μεταλλάξεις, αυξάνεται επίσης, είναι η φαινυλκετονουρία, για παράδειγμα, η υδροκεφαλία, η κοκκιωμάτωση και καμιά εκατοστή αλλά ακόμα.

    – Οι σιωπηλές μεταλλάξεις – είναι αυτές, κατά τις οποίες το τριπλό, που κωδικοποιεί, ανταλλάσσεται με το συνωνυμικό . – Περισσότερο εξήγησε στους υπόλοιπους, παρά διευκρίνισε η Μπέρτα. – Για παράδειγμα, όλα τα τριπλά, στα οποία το πρώτο και δεύτερο νουκλεοτίδιο είναι η γουανίνη, κωδικοποιούν το αμινοξέο “γλυκίνης ”, ανεξάρτητα από το – ποιο νουκλεοτίδιο θα είναι το τρίτο.

    – Ναι. Ταυτόχρονα, από τη μια μεριά είναι σαν να μην διαταράσσεται τίποτα, διότι η μετάδοση εκτελείται σωστά, και συνθέτονται οι απαραίτητες πρωτεΐνες. Όλες οι γενετικές πληροφορίες είναι στην ουσία μια «σημείωση», δηλαδή, η ακολουθία των ενωμένων μεταξύ τους τεσσάρων αζωτούχων βάσεων στο μόριο του DNA– της αδενίνης, θυμίνης, γουανίνης και κυτοσίνης, έτσι υπάρχουν εξήντα τέσσερις πιθανοί συνδυασμοί αυτών τον τριπλών, από τα οποία οι τρεις συνδυασμοί είναι τα «στοπ-σινιάλα», που διακόπτουν την μετάδοση, και εξήντα ένας χρησιμοποιείται για τη σύνθεση των πρωτεϊνών, ενώ για τα αμινοξέα – μόλις είκοσι, για αυτό, αν συμβεί μια τέτοια περιορισμένη μετάλλαξη, κατά την οποία το ένα τριπλό ανταλλάσσεται με το συνωνυμικό, φαινομενικά τα πάντα παραμένουν σε τάξη, μα μόνο “φαινομενικά”, διότι υπάρχει μια ουσιαστική διαφορά στο ποσοστό της συγκέντρωσης των διάφορων οξέων στο κυτόπλασμα, έτσι η σύνθεση της πρωτεΐνης μπορεί να επιβραδυνθεί πάρα πολύ. Μιλάμε ορισμένα για τα «τριπλά», διότι τα μεταφορικά ΡΝΟ, που φέρνουν τα αμινοξέα στο μητρικό ΡΝΟ, για να συνθέσουν από αυτά την απαραίτητη πρωτεΐνη, αναζητούν το χώρο, για να προσθέσουν το δικό τους αμινοξέο, αναγνωρίζουν στο μΡΝΟ κάποια ορισμένη τρισνουκλεοτιδική ακολουθία, την οποία εμείς ονομάζουμε “Κωδικόνιο ”, και όταν βρίσκουν το κατάλληλο, το ριβοσώμα, που είναι και ο “βασικός κατασκευαστής”, προσκολλάνε αυτό το αμινοξέο στην πολιπεπτιδική αλυσίδα, που μεγαλώνει… εδώ, μάλλον είναι όλα απλά. Έτσι δεν θα μου κάνει και ιδιαίτερη εντύπωση, αν σε λίγο θα θελήσεις να καταπίνεις το ένα άρθρο μετά το άλλο, ένα βιβλίο μετά το άλλο, και στο τέλος δεν θα καταλάβεις και η ίδια, πως οι γνώσεις σου θα μετατραπούν σε σοβαρές, θεμελιώδεις. Και το ότι δεν θα περιοριστείς μόνο με μια επιστήμη, κάνει τη ζωή σου ιδιαίτερα συναρπαστική, διότι μαζεύεις αποσπάσματα και από άλλες βιολογικές και όχι μόνο βιολογικές επιστήμες, έτσι συνέχεια σε σένα θα έρχονται οι νέες ιδέες, τα νέα ενδιαφέροντα. Άρα, ο φόβος αυτός είναι καθαρά ξενόφερτος. Οι σκαντζόχοιροι, για παράδειγμα, δεν τον έχουν καθόλου.

    – Τυχεροί! – τους θαύμασε η Τζέιν.

    – Τυχεροί. – Συμφώνησε η Φόσσα. – Μόνο που και εσύ είσαι τυχερή επίσης. Ο καθένας, που άρχισε να κινείται προς έναν άλλο  άνθρωπο, άνθρωπο φωτισμένο, είναι ο “τυχερός”, και μπορείς και εσύ, και εγώ, και οι σκαντζόχοιροι να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, έτσι δεν έχει νόημα να συγκρίνουμε – ποιος και σε τι είναι πιο “τυχερός”. Το βασικό μέτρο σύγκρισης για τα πάντα – είναι η πληρότητα ζωής, η απόλαυση από τη ζωή, και αν εσύ θα τη βιώνεις, χωρίς να ασχολείσαι καν με τις επιστήμες, αυτό σημαίνει, ότι ακριβώς έτσι θα ζήσεις, και θα είσαι το ίδιο ευτυχισμένη και γεμάτη με την έξαρση της ύπαρξης, όσο και εκείνος, που βρίσκει την επιπλέον απόλαυση στις επιστήμες.

    – Και υπάρχουν τέτοιοι? – ρώτησε με ενδιαφέρον η Τζέιν.

    – Αυτοί, που δεν ασχολούνται καθόλου με τις επιστήμες; Εντελώς αδιάφοροι, “καθολικά” – όχι, δεν υπάρχουν, αφού είναι τόσο συναρπαστικό, όμως, υπάρχουν και κάποιοι, που αφιερώνουν σε αυτό πάρα πολύ λίγο χρόνο, και, ζώντας μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ζωή, ικανοποιούν πλήρως το ενδιαφέρον τους με σποραδική συλλογή των αποσπασμάτων, χωρίς να εισέρχονται πάρα πολύ βαθιά σε αυτό. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει, ότι δεν έχουν καθαρά εκδηλωμένη επιθυμία να μελετήσουν, να αποκαλύψουν – απλώς αυτό φανερώνεται σε κάποιους άλλους τομείς.

    – Σε ποιους, για παράδειγμα? – ενδιαφέρθηκε ο Μάγκνους.

    – Για παράδειγμα, στα ταξίδια μέσα στα συνειδητοποιημένα οράματα, – απάντησε αντί της Φόσσας η Άρτσι, η οποία συνήθως παρέμεινε σιωπηλή.

    – Για παράδειγμα, αυτό, – συμφώνησε η Φόσσα. – Αλλά όχι μόνο αυτό.

    – Και εμείς θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο, έτσι δεν είναι? – ρώτησε ο Μάγκνους με ολοφάνερη ανυπομονησία.

    – Πιθανόν, – απάντησε ακαθόριστα η Φόσσα, ανταλλάσσοντας ματιές με τον Τόμας. – Σε κάθε περίπτωση, εμείς ελπίζουμε σε αυτό.

     

    Η τελευταία κούρσα αποδείχθηκε πολύ δύσκολη για όλους. Ψύχρανε απότομα, κάτι που εκείνοι δεν κατάλαβαν αμέσως, διότι στις πεντέμισι η ώρα το πρωί εδώ πάντα κάνει κρύο. Το σώμα καταπονημένο, διότι τις δυο προηγούμενες μέρες ανέβαιναν πάνω συνέχεια, και το χτεσινό ρεκόρ κόστισε πολύ στην Τζέιν, έτσι, όταν είχαν φτάσει πια στο τεϊοποτείο, από το οποίο ο καθένας ακολουθούσε τον δικό του ρυθμό, η Τζέιν κατάλαβε, ότι θα δυσκολευτεί – τα πόδια της ήταν βαριά, οι μύες της πλάτης πονούσαν επίσης, προφανώς,  λόγο των δίωρων καθόδων σχεδόν τροχάδην (αποκαλύφθηκε, ότι το να κατεβείς σχεδόν δυο χιλιόμετρα, τρέχοντας, επίσης απαιτεί σημαντικές προσπάθειες). Ωστόσο, αυτή ήταν η τελευταία μέρα, και παρά το ότι όλοι ένιωθαν κουρασμένοι, ήθελαν πάρα πολύ, εκμεταλλευόμενοι τον εγκλιματισμό, να θέσουν ένα νέο ρεκόρ. Μόνο η Μπέρτα, φτάνοντας στο σπιτάκι, ανακάλυψε, ότι δεν έχει προσμονή να ανέβει πάνω, και επέστρεψε πίσω. Ήδη στα μισά της ανόδου ο δυνατός άνεμος άρχισε να τους χτυπάει  κατευθείαν στο πρόσωπο. Ήταν δυνατός και ψυχρός, και η απουσία της προστατευτικής μάσκας φάνηκε αισθητή. Αναγκάστηκαν, βγάζοντας μπροστά το κάτω χείλος, να ζεσταίνουν με τη θερμή ανάσα την μύτη, να τη τρίβουν συνέχεια, να καλύπτουν το πρόσωπο με τις παλάμες, οι οποίες με τη σειρά τους πάγωσαν τόσο πολύ, ότι η Τζέιν, με μεγάλη δυσκολία κατάφερε να γράψει στο σημειωματάριο το ενδιάμεσο αποτέλεσμα. Όσο ψηλότερα εκείνη ανέβαινε, τόσο πιο άγριος γινόταν ο άνεμος, και έπρεπε συνέχεια να ελέγχει τη μύτη, τα μάγουλα, τα δάχτυλα στα χέρια και γυμνά της μπούτια, για να μην πάθει κρυοπαγήματα, όμως, δεν ήθελε να επιστρέψει. Το τελευταίο μισάωρο προχωρούσε κυριολεκτικά στο όριο, όμως, της ήταν ευχάριστο να βιώνει την επιμονή. Επίσης δεν ήθελε να αλλάξει και να βάλει αντί για σορτς το παντελόνι, που είχε στο σακίδιο της – γενικώς η κατάσταση βρισκόταν εντός έλεγχου. Από την πείρα της κοντά στο Έβερεστ η Τζέιν ήξερε, ότι αργότερα οι αναμνήσεις για τις προσπάθειες, που γίνονται τώρα, θα γίνουν ένας τέλειος φωτισμένος παράγοντας για την επιμονή, και εν μέρει για αυτόν τον λόγο, εν μέρει από αθλητικό ενδιαφέρον,  αυτή προχωρούσε πάνω με όλες τις δυνάμεις της. Προσπερνώντας επόμενο λόφο στο υψόμετρο, εκείνη είδε, πως πολύ πιο κάτω σε ένα λοξό μονοπάτι προς τα πάνω τρέχει η Φόσσα, η οποία βγήκε αργότερα από τους άλλους, για να φτάσει στο πέρασμα περίπου ταυτόχρονα  – τελικά, η ταχύτητα της ήταν απλώς απίστευτη! Η Τζέιν ένοιωσε προσμονή με τη σκέψη, ότι κάποτε και η ίδια θα  γίνει τέτοιο τέρας.

    Οι σκαντζόχοιροι έφτασαν στο πέρασμα με διαφορά μισής ώρας, και οι τρεις τους ήταν σε αρκετά δύσκολη κατάσταση, όπως φάνηκε στην Τζέιν. Πιάνοντας τον εαυτό της με μια μηχανική επιθυμία να τα φροντίσει, εκείνη έπαψε αυτές της χαζό-μητρικές αντιδράσεις, αντιλαμβανόμενη, ότι στο θέμα της κοινής λογικής είναι ακόμα πολύ νωρίς για εκείνη να τα ανταγωνιστεί. Τελικά, ήταν πολύ δύσκολο να συνηθίσει, ότι το παιδί στα έξι-οχτώ του χρόνια μπορεί να έχει πολύ πιο ανεπτυγμένη νόηση, απ` ότι ένας ενήλικος, και κρίνοντας απ` ο, τι αυτοί περνούσαν τώρα ως μαθητές της δεύτερης τάξης, οι σκαντζόχοιροι τα έχουν περάσει όλα αυτά προ πολλού. Το μόνο, που ελάφρυνε την αντίληψη αυτού του παράξενου γεγονότος, ήταν το ότι,  σύμφωνα με τα  αποσπάσματα των πληροφοριών, ο χρόνος στα συνειδητοποιημένα οράματα κυλάει με έναν απολύτως διαφορετικό ρυθμό και τρόπο, απ` ότι στην επαγρύπνηση, και μέσα σε μια ώρα του ΣΟ μπορείς να ζήσεις έναν ολόκληρο μήνα. Και δεν είχε καμία αμφιβολία για το ότι οι σκαντζόχοιροι ασχολούνται δραστικά με τα ΣΟ – ήταν υπερβολικά έκδηλη εκείνη η οικειότητα, που υπήρξε ανάμεσα σε αυτά και τον Τόμας – τον ειδικό στα συνειδητοποιημένα οράματα.

    Ο καιρός χάλαγε όλο και περισσότερο, άρχισε να χιονίζει, και φορώντας ο, τι είχε μαζί της, ακόμα και τρέχοντας, η κοπέλα συνέχιζε να κρυώνει. Δεν αποκλείεται, σκέφτηκε η Τζέιν, ότι μετά από μια τέτοια βόλτα πολλοί θα αρρωστήσουν. Η Φόσσα κατέβαινε τελευταία, ελέγχοντας την επιστροφή της ομάδας, και επειδή εκείνη δεν έκανε καθόλου σήματα, κανένας δεν χρειαζόταν βοήθεια. Ωστόσο, η Τζέιν ξεπέρασε την σπασμωδική επιθυμία να κατεβεί όσο πιο γρήγορα μπορεί κάτω, και έτρεχε συγχρόνως με τους σκαντζόχοιρους. Κάτω η θερμοκρασία ήταν ψηλότερη, όμως, δεν το κατάλαβε κανείς, διότι είχαν παγώσει μέχρι τα κοκάλα, και δεκαπέντε λεπτά μετά από την κάθοδο το τζιπ τους πήγαινε στο Τζομσόμ, ενώ ακόμα δυο ώρες αργότερα όλοι ζεσταίνονταν σε θερμή μήνη-πισίνα της βάσης κάτω από τον δυνατό και καυτό ήλιο.

     

    «Το εργαστήριο της Επιγενετικής.

    Προκαταρκτική αναφορά.

    Θα δημοσιεύσουμε μια λεπτομερέστερη αναφορά σε περίπου δυο μέρες, όμως, θα είναι δύσκολο να τη διαβάσουν οι μη-ειδικοί, διότι την ανέλαβε ο Τζέρι, και όλοι γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, πως αυτός γράφει τις αναφορές του, έτσι θα δυσκολευτούν όλοι, ακόμα και εμείς οι ίδιοι:) Λοιπόν, έτσι εμείς – η ομάδα των ενθουσιαστών του Εργαστηρίου, αποφασίσαμε να δώσουμε αυτό  το προκαταρκτικό ανακοινωθέν ιδιαίτερου ενδιαφέροντος των αποκαλύψεων, και ως αντάλλαγμα υπολογίζουμε να πάρουμε προώθηση στη σειρά για τους νέους χώρους –  και αν κάποιοι ίσως  ζηλεύουν το δικό μας διώροφο “γήπεδο ποδοσφαίρου” (Πολ, δεν εννοούμε εσένα, μην μας παρεξηγήσεις!), όμως, διαβεβαιώνουμε την κοινότητα, ότι δεν μας είναι αρκετό, και θέλουμε άλλο τόσο! Και να μετακομίσετε τους ιολόγος μακριά από εμάς: ήδη έχουν καταπατήσει στα κρυφά το τμήμα Β-16 και στοχεύουν στο Β-17!

    Μην κρίνετε αυστηρά το στιλ μας – το γράφουμε βιαστικά, έχουμε πολύ δουλειά.

     

    Η χτεσινή επιστροφή της ομάδας των σκαντζόχοιρων από το εβδομαδιαίο τρέξιμο στο Τορονγκ-Λα μας έφερε νέες εκπλήξεις. Την τελευταία μέρα πάγωσαν πάρα πολύ στον άνεμο και χιόνι του περάσματος, έτσι υπήρξαν κάποιες περίπλοκες, τις οποίες τα παιδιά κατάφεραν να ξεπεράσουν με απόλυτη επιτυχία, ωστόσο, οι συνθήκες, στις οποίες αυτά βρέθηκαν, αποδείχθηκαν για αυτούς πάρα και πάρα πολύ δύσκολες, και αυτό μας έδωσε την ευκαιρία για πρώτη φορά να λάβουμε τα δεδομένα για το πως συμπεριφέρεται ο οργανισμός τους υπό ακραίες συνθήκες. Τα αποτελέσματα μιλάνε από μόνα τους, για την ακρίβεια – δεν μιλάνε τόσο, όσο θέτουν τις νέες ερωτήσεις. Πρώτα απ` όλα, στον οργανισμό των σκαντζόχοιρων ανακαλύψαμε μια ασυνήθιστα υψηλή συγκέντρωση του διπικολινικού οξέος (για να είμαι ειλικρινής, αμφιβάλλω, ότι το οξέα αυτό συναντάται στον οργανισμό ενός συνηθισμένου ανθρώπου, όμως, αυτό δεν έχει και τόση σημασία τώρα – ας το μελετήσουμε αργότερα). Ο κάθε ειδικός-βακτηριολόγος ξέρει, τι σημαίνει αυτό (εντάξει, ας μείνουν για λίγο ακόμα οι ιολόγοι μαζί μας, και πάλι – μετά να τους μεταφέρετε, μας ζάλισαν αυτά τα μικρά τερατάκια, συνέχεια ανακατεύονται κάτω από τα πόδια μας). Α ναι, οι αναγνώστες μας επί το πλείστον δεν είναι ειδικοί… Εντάξει, ας είναι – θα σας πούμε, τι σημαίνει αυτό. Η όχι – πρώτα κάτι άλλο – όπως ξέρετε, σε τέτοιες κούρσες ο καθένας παίρνει μαζί του τις προμήθειες, και στην συγκεκριμένη περίπτωση οι σκαντζόχοιροι  είχαν στα σακίδια  τους – βραστά αυγά, σοκολάτα και κόκα-κόλα. Να φανταστείτε την έκπληξη της Φόσσας και των άλλων παιδιών, οι οποίοι ήταν μαζί της και παρατηρούσαν, πως τα σκαντζοχοίρια (εδώ μας φαίνεται πιο ταιριαστό να τους αποκαλέσουμε έτσι), βγάζοντας τα αυγά, πέταξαν τα ασπράδια και τους κρόκους, και σαν λύκοι καταβρόχθισαν τα τσόφλια μέχρι το τελευταίο μόριο του ασβεστίου! Χρειάζονταν το ασβέστιο! Ακόμα, παραλίγο να κάνουν εμετό μόνο με τη σκέψη για σοκολάτα, ενώ όχι να τη πιουν, δεν ήθελαν ούτε να δουν την κόκα-κόλα,– έπιναν μόνο φυσικό νερό. Και τώρα να τα συγκρίνετε – το διπικολινικό οξύ – μια, η αυξημένη ανάγκη για ασβέστιο – δυο, και απέχθεια για το γλυκό – τρία. Τι λέτε, το καταλάβατε τώρα; Εντάξει, δεν θα βασανίσουμε το κοινό μας, θα σας υπενθυμίσουμε κάτι από την βακτηριολογία.

    Κάποια βακτηρία, και πιο συγκεκριμένα – τα ραβδοειδής gram-θετικά, έχουν μοναδική ικανότητα να αναπτύσσουν τα σπόρια. Για την ακρίβεια, θα έπρεπε να πούμε όχι απλώς τα “σπόρια”, αλλά “ενδοσπόρια” – έχουν μια μοναδική αντοχή στη θερμότητα. Τα ειδικά – θερμοανθεκτικά ενδοσπόρια – ακόμα και μετά από μερικές ώρες βράσης είναι ικανά να δώσουν φύτρα. Λοιπόν, η δημιουργία των σπόρων αυτών συνοδεύεται με διάσπαση κάποιων πρωτεϊνών, και σαν αποτέλεσμα δημιουργείται… ακριβώς το διπικολινικό οξύ, στη διαδικασία της σύνθεσης του οποίου γίνεται η δραστική κατανάλωση των ιονίων του… ασβεστίου! Ακόμα, οι βακτηριολόγοι ξέρουν – τι μπορεί να καταστείλει την δημιουργία των σπορίων – η γλυκόζη!

    Τώρα, έχοντας στα χέρια όλα τα δεδομένα, μόνο ο χαζός δεν θα καταλάβαινε – υπό τις ακραίες συνθήκες ο οργανισμός των σκαντζόχοιρων άρχισε … την σποριογένεση! Βασικά, η σποριογένεση – είναι ένας από τους περιπλοκότατους μηχανισμούς, ο οποίος συμπεριλαμβάνει την ανισομερή διαίρεση των κυττάρων, και τα λοιπά και τα λοιπά. Τα βακτήρια αρχίζουν να ασχολούνται με αυτήν, όταν βρίσκονται σε άκρως επικίνδυνες συνθήκες, απειλητικές για τη ζωή τους.

    Με αυτά τα πολυσήμαντα γεγονότα το μόνο που μας έμεινε να κάνουμε, ήταν  να καθίσουμε μπροστά σε ένα μικροσκόπιο και να ανακαλύψουμε τα ίδια τα σπόρια, και αυτό ακριβώς κάναμε! Δεν είναι τόσο εύκολο να τα ανακαλύψεις, όμως, εμείς τους βρήκαμε από τον υψηλό δείκτη της διάθλασης, διότι τα σπόρια έχουν υψηλή ποσότητα των πρωτεϊνών. Εφόσον καταπολεμούσαμε τις δικαιολογημένες αμφιβολίες, βράσαμε το υπάρχουν δείγμα στο καρβολικό διάλυμα της φουξίνης, έτσι τα σπόρια (αν υπήρξαν αυτά πραγματικά) θα έδεναν σταθερά την χρωστική ουσία, και με την μετέπειτα επεξεργασία με αιθανόλη δεν θα αποχρωματίζονταν… αυτές είναι λεπτομέρειες πια, γενικώς έτσι και έγιναν όλα – τα σπόρια βρέθηκαν, και τα είδα με τα δικά μου όμορφα ματάκια. Ο μηχανισμός της παραγωγής τους, φυσικά, δεν είναι ξεκάθαρος ακόμα, και θα χρειαστεί να δουλέψουμε πολύ ακόμα, όμως, έχουμε οπτιμιστική διάθεση, διότι μας περιμένει μια μακριά ζωή, και οι μεγάλοι πια σκαντζόχοιροι, προφανώς, για πολλές φορές ακόμα θα βρεθούν στις δύσκολες για την επιβίωση συνθήκες, κάτι, που τους συμβουλεύουμε να κάνουν με μεγάλη προσοχή – η επιστήμη είναι σημαντική, αλλά το πιο σημαντικό είναι –να απολαμβάνουν τη ζωή. Το τονίζουμε – “τη ζωή”!

    Δηλαδή, εκεί, σε κάποια κύτταρα, δημιουργούνται δυο πλασματικές μεμβράνες, και καθεμία από αυτές συμμετέχει στη σύνθεση του τοιχώματος του σπόρου, ενός πάρα, πάρα πολύ ανθεκτικού τοιχώματος, που περιέχει πάρα πολύ λίγο νερό, και αυτό προσφέρει στα σπόρια μια τόσο υψηλή αντίσταση στις υψηλές θερμοκρασίες και άλλες ακραίες συνθήκες στις χαμηλές θερμοκρασίες, και κατά των χημικών ουσιών,  ακόμα και στην ακτινοβολία. Προσδιορίσαμε για την ώρα το ποσοστό του νερού σε έξι-εφτά τοις εκατό, δηλαδή, πολύ μικρότερο, απ` ότι στο μαλλί. Το περίβλημα του σπορίου θυμίζει την κερατίνη και περιέχει τις πρωτεΐνες, πλούσιες σε κυστεΐνη .. εντάξει, ας μην σας κουράζουμε με τις λεπτομέρειες.

    Και κάτι ακόμα. Σύμφωνα με τα δεδομένα των πασίγνωστων πειραμάτων, κάθε πενήντα χρόνια μέσα στο ξηρό χώμα τα ενενήντα τοις εκατό των αποριών των βακτηριδίων χάνουν την ζωτικότητα τους. Μα τα δέκα τοις εκατό – διατηρούνται. Ακόμα πενήντα χρόνια μετά από αυτά τα δέκα τοις εκατό θα μείνουν ζωντανά με τη σειρά τους δέκα τοις εκατό των ικανών να αναπτυχθούν, δηλαδή, το ένα τοις εκατό από την αρχική ποσότητα, και ούτω καθεξής. Αυτό σημαίνει, αν λάβουμε υπ όψιν την ποσότητα τους, ότι μέσα στο ξερό χώμα ακόμα και μερικές χιλιάδες χρόνια αργότερα θα παραμείνουν ζωντανά βακτήρια. Και ο Μπεκερέλ ήδη στον εικοστό αιώνα υπολόγισε, ότι κάποιοι μικροοργανισμοί στην θερμοκρασία κοντά στο απόλυτο μηδέν, μπορούν να διατηρούν τη ζωτικότητα τους για εκατομμύρια χρόνια, έτσι ακόμα και κατά την κοσμική καταστροφή το γονιδιακό υλικό θα ζήσει για εκατομμύρια έτη η και περισσότερο, αν θα προλάβουν να σχηματιστούν τα σπόρια. Έτσι αν στον δικό μας πλανήτη θα προσκρούσει, ας πούμε, κάποιος μετεωρίτης η άλλος πλανήτης, και ο θάνατος των σκαντζόχοιρων δεν συμβεί στιγμιαία, αλλά έστω για μερικές ώρες θα παλέψουν για τη ζωή τους, τότε στον οργανισμό τους θα συμβεί μια φανταστική, αδιανόητη για ένα ζώο διαδικασία: το δικό τους DΝΑ, τουλάχιστον σε κάποια κύτταρα, θα περικυκλωθεί με ανθεκτικότατο προστατευτικό, και αν ακόμα ο πλανήτης μας θα γίνει χίλια κομμάτια, τα σπόρια με το δικό τους DΝΑ, – DΝΑ του φωτισμένου ανθρώπου, θα περιπλανιούνται στο διάστημα για εκατομμύρια χρόνια. Αν κάποιος θα το χρειαστεί αυτό… ελπίζουμε, ότι δεν θα αναγκαστούμε να επιβεβαιώσουμε αυτό το γεγονός υπό πραγματικές συνθήκες… Όμως, από μόνο του, το γεγονός είναι τρελά συναρπαστικό! Οι σκαντζόχοιροι θα μας δίνουν το υλικό για τη μελέτη για πολύ καιρό ακόμα.

    Εντάξει, όσο εσείς μένετε άναυδοι, ορίστε η είδηση νούμερο δυο. Κρίνοντας απ` όλα, οι ίδιες επικίνδυνες συνθήκες, που οδηγούν στην σποριογένεση στον οργανισμό των σκαντζόχοιρων (γαμώτο, θα πρέπει ακόμα να συνηθίσουμε στον όρο “σποριογένεση” σχετικά με τους ανθρώπους), οδηγούν και σε κάποιες άλλες αλλαγές, ωστόσο, παραμένει η ερώτηση – αν η αιτία βρίσκεται αποκλειστικά σε αυτές τις συνθήκες. Και κάτι ακόμα: “μετά από κάτι” δεν σημαίνει “κατά συνέπεια αυτού”, το υπενθυμίζει σε μας και τη Μάρθα ο Τζέρι, που έτρεχε δίπλα. Ναι, έχει δίκιο, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι οι σκαντζόχοιροι όλη την εβδομάδα δούλευαν με τον Τόμας στις “καταδύσεις”, όπως το ονομάζουν, οι οποίες από μόνες τους δεν έχουν μελετηθεί καλά ακόμα, όπως είναι ανεξερεύνητη και η δική τους επίδραση στην ανάπτυξη του σώματος. Και εμείς θέλουμε να μάθουμε να “βουτάμε”, Τόμας, μην είσαι σπασίκλας, να αφιερώνεις περισσότερο χρόνο και σε μας. Τώρα είμαστε τρελαμένοι με την γενετική, όμως, τίποτα δεν μας εμποδίζει να γίνουμε και “δύτες” ταυτόχρονα, αυτόν τον όρο χρησιμοποιείτε εσείς για τα πειράματα σας, έτσι δεν είναι?

    Για να εκτιμήσουν οι ειδικοί την είδηση νούμερο δυο, υπενθυμίζουμε, ότι οι ζωντανοί οργανισμοί σχεδόν ενενήντα εννιά τοις εκατό αποτελούνται από τέσσερις χημικές ουσίες: υδρογόνο, οξυγόνο, άνθρακα και άζωτο. Πολλά βίομόρια περιέχουν επίσης τα σωματίδια του θείου και του φωσφόρου. Αυτά τα μακροστοιχεία βρίσκονται στη σύσταση όλων των ζωντανών οργανισμών. Δηλαδή,  η συγκεκριμένη εξάδα – είναι η βάση της ζωής με τη δική μας άποψη. Αυτό το ξέρουν όλοι, ακόμα και ο Τόμας. Υπάρχει, ωστόσο, και μια λιγότερα διαδεδομένη ανάμεσα στους άσχετους πληροφορία: οι χημικές ουσίες, που ανήκουν στη δεύτερη σημαντική ως προς βιολογία ομάδα και συνολικά αποτελούν το ένα τοις εκατό της μάζας του ανθρώπου, υπάρχουν, με λίγες εξαιρέσεις, με τη μορφή των ιόνιων. Η ομάδα αυτή συμπεριλαμβάνει τα αλκαλικά μέταλλα νάτριο και κάλιο, μέταλλα μαγνησίου και ασβεστίου. Αλογόνου χλώριο είναι επίσης πάντα παρόν στα κύτταρα, με τη μορφή του ανιόντος  Και τα άλλα ζωτικής σημασίας χημικά στοιχεία υπάρχουν σε τόσο μικρές ποσότητες, ότι τα ονομάζουν “ιχνοστοιχεία” : το σίδηρο, ψευδάργυρος, χαλκός, κοβάλτιο και το μαγγάνιο. Στα ζωτικά ιχνοστοιχεία είναι ανήκουν επίσης κάποια μη μεταλλικά στοιχεία, όπως το ιώδιο και σελήνιο Αυτά είναι όλα. Ενώ στους σκαντζόχοιρους – όχι όλους, μα μόνο εκείνους, που ήρθαν σε μας από το πέρασμα, δεν είναι μόνο αυτά, υπάρχουν και άλλα. Έχουν δυο ακόμα επιπλέον στοιχεία – το ρουβίδιο και καίσιο, και αυτό δεν σημαίνει, πως έφαγαν κάτι, που δεν έπρεπε. Το ρουβίδιο, για παράδειγμα, ανακαλύφθηκε στα μεταφορικά ΡΝΟ, ενώ το καίσιο – στα λυσοσώματα. Τι κάνουν εκεί, από που προέρχονται – ένας θεός ξέρει. Ο Τζέρι, όπως και να έχει, δεν το ξέρει ακόμα.

    Εντάξει, διαβάστε την λεπτομερή αναφορά μετά από δυο μέρες, ή μετά από είκοσι δυο μέρες – εξαρτάται από την ποσότητα της δουλειάς. Η να μην διαβάζετε και καθόλου, ούτως η αλλιώς δεν θα καταλάβετε τίποτα, αν δεν είστε από τη δική μας μικροβιολογική επαρχία. Ελατέ στα σεμινάρια της γενετικής, όσο η Μάρθα δεν έχασε το ενδιαφέρον της για τη διδασκαλία, η γενετική έχει πλάκα!

     

    Και λιγάκι ακόμα  από εμένα. Είναι τόσο αξιοπερίεργο, ότι οι ρυθμοί της εξέλιξης των σκαντζόχοιρων είναι τόσο τερατώδες υψηλοί? Εγώ δεν το νομίζω αυτό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι για εμάς η επιτάχυνση της εξέλιξης  δεν αποτελεί είδηση. Εννοώ, ότι δεν παρατηρούμε την επιτάχυνση της εξέλιξης μόνο στον άνθρωπο. Για παράδειγμα, πενήντα εκατομμύρια χρόνια πριν ζούσε ένα τέλειο ζώο, Ηώιππος. Το πρώτο άλογο, αν μπορούμε να το πούμε. Είχε μέγεθος λυκόσκυλου, με πολύ μικρό εγκέφαλο – η αναλογία της μάζας του εγκεφάλου με τη μάζα του σώματος του ήταν δυο φορές μικρότερη από τα άλλα θηλαστικά της δικής του εποχής. Και μετά τα άλογα ξαφνικά “έβαλαν μυαλό”, και όπως το συγκεκριμένο, έτσι και το σχετικό μέγεθος του εγκεφάλου του αυξήθηκε απότομα, ταυτόχρονα αναπτύχθηκε νέος φλοιός και ειδικά – οι μετωπικοί λοβοί – ακριβώς, όπως και του ανθρώπου. Και ο άνθρωπος στην αρχή αναπτυσσόταν πάρα πολύ αργά, και μετά – όλο και πιο γρήγορα. Τι, για παράδειγμα, σημαίνει το γεγονός, ότι μόνο για τον άνθρωπο η γέννηση του παιδιού σχετίζεται με πόνο? Μόνο το ότι ο άνθρωπος απλούστατα δεν προσαρμόστηκε ακόμα στην απότομη αύξηση του μεγέθους του κεφαλιού των νεογνών – αυτό συνέβη πολύ πρόσφατα, σύμφωνα με τα μέτρα της εξέλιξης.

    (Μην με ρωτάτε εμένα – πώς θα γίνει η προσαρμογή των κοπελιών στις νέες συνθήκες – αν τα μουνάκια θα γίνουν πιο ευρύχωρα, αυτό θα έχει ως συνέπεια και την αύξηση των διαστάσεων του πέους, για να μην χάνεται η απόλαυση, την οποία αισθανόμαστε, όταν το πέος μας γεμίζει πλήρως από μέσα; Αυτό θα ήταν ανεπιθύμητο, διότι θα γίνει πιο δύσκολο να πηδιόμαστε στον ποπό – βασικά, μπροστά σε αυτό το μυστήριο της εξέλιξης, εγώ χάνομαι).

    Το κρανίο του σύγχρονου ανθρώπου είναι περίπου δυο φορές μεγαλύτερο από εκείνο του  «Ανθρώπου Επιδέξιου» (homo habilis), ο οποίος εμφανίστηκε περίπου τρία εκατομμύρια χρόνια πριν – πολύ πρόσφατα, αν υπολογίσουμε, ότι το πρώτο πλάσμα, που θύμιζε πολύ πρόχειρα τον άνθρωπο, άρχισε να περιφέρεται στον πλανήτη ήδη πενήντα εκατομμύρια χρόνια πριν. Ακριβώς η ανάπτυξη του νεοφλοιού οδήγησε στην απότομη αύξηση των διαστάσεων του κεφαλιού.

    Και το μαλακό σημείο στο κρανίο των νεογέννητων –είναι, προφανώς, επίσης συνέπεια του ότι ο άνθρωπος δεν πρόλαβε να προσαρμοστεί στο αυξημένο μέγεθος του εγκέφαλου. Έτσι η εξέλιξη προχωράει με ταχύτατους ρυθμούς, και όσο πιο μακριά, τόσο πιο γρήγορα, και δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό, ότι παίρνοντας στα χέρια του ένα τόσο ισχυρό εργαλείο της εξέλιξης, όπως οι φωτισμένες αντιλήψεις και υπόλοιπα σχετικά με αυτά φαινόμενα, όπως οι «χαρούμενες επιθυμίες», «η πρόθεση», «τα συνειδητοποιημένα οράματα», «οι σωματικές μεταμορφώσεις» και τα λοιπά και τα λοιπά, η φύση άνοιξε και άλλο το βήμα της. Εδώ πρέπει να δώσω τον λόγο στους ειδικούς της εξέλιξης, ενώ εγώ θα έρθω στα μαθήματα σας, να έχετε το νου σας. Για την ώρα – τέλος.

     

    Υπεύθυνη για την έκδοση:  Ανν Λόκγουντ»