Ελληνικα change

Error

×

Κεφάλαιο 17

Main page / Μάγια 2: Προέλευση των ειδών / Κεφάλαιο 17

Περιεχόμενα

    –   Με το σαγόνι σου πεσμένο δεν δείχνεις και τόσο κατάλληλη για τον ρόλο, για τον οποίο προορίζεσαι σε αυτό το πείραμα – σχολίασε την έκφραση της Τόρας η Φόσσα,  χωρίς την  παραμικρή σκιά του χαμόγελου. – Αν σε επέλεξαν να γίνεις μάρτυρας, ας είναι, φαντάζομαι περίπου, με τι ακριβώς τους προσείλκυσε το δικό σου σύνολο των αντιλήψεων. Όμως, ελπίζω, ότι το κοκάλωμα  δεν είναι η μοναδική δική σου πιθανή αντίδραση στις εκπλήξεις. Ελπίζω ακόμα, ότι ο δεύτερος μάρτυρας…

    – Δεύτερος? – τη διέκοψε η Τόρα. – Δεν μου είπε κανείς τίποτα για αυτό. Ποιος είναι?

    – Δεν θα το μάθεις, μέχρι να ολοκληρωθεί η αποκωδικοποίηση. Όσο λιγότερα οι μάρτυρες γνωρίζονται μεταξύ τους, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα της διαστρέβλωσης των γεγονότων από τις δικές τους προσωπικές επαφές.

    – Δηλαδή, πιθανόν να υπάρχει και τρίτος?

    – Οτιδήποτε είναι πιθανό.

    Η Φόσσα τράβηξε την Τόρα από το χέρι, και πέντε λεπτά αργότερα αυτές έφτασαν σε εκείνη τη πλευρά του νησιού, η οποία περνούσε απαλά σε σειρές των υφάλων, υψωμένων πάνω από την επιφάνεια του νερού. Την ώρα της παλίρροιας οι ύφαλοι εξαφανίζονταν τελείως κάτω από το νερό, δημιουργώντας έναν παράδεισο για καταδύσεις με μάσκα και αναπνευστήρα, ενώ όταν άρχιζε η άμπωτη,  οι ύφαλοι έφτιαχναν περίπλοκους λαβύρινθους – προέκταση του νησιού. Δεκάδες, εκατοντάδες είδη των  κοραλλιών: σκούρα-καφέ, που έμοιαζαν καταπληκτικά με  εγκέφαλο, τα ίδια «μυαλά» σε χρώμα σαν το πράσινο τοπάζι, μεγάλα μπολ με διάμετρο έως και ένα μέτρο,  «αφτιά του ελέφαντα», γκρίζα «κλαδιά του έλατου» – δηλητηριώδεις, τα εγκαύματα από αυτά κρατάνε δυο εβδομάδες, κόκκινα  «αγριοκυπαρίσια», λευκά, απλωμένα, επίπεδα  «δέντρα» – σαν  ανθισμένες μηλιές, κοράλλια σε μορφή των λεπτών βεργών – το υποβρύχιο «μπαμπού», μπλεγμένο σε αδιανόητη λόχμη, στην οποία τόσο πολύ αρέσκονται να γλιστράνε  τα θαλάσσια φίδια– το δάγκωμα τους είναι θανατηφόρο. Κάτω από το νερό οπωσδήποτε πρέπει να ξέρεις  με ακρίβεια –  τι μπορείς να ακουμπήσεις, και από τι να μείνεις μακριά καλύτερα.  Το δάγκωμα της κόμπρας είναι θανατηφόρο, και όμως, το δηλητήριο των θαλάσσιων φιδιών είναι δεκάδες φορές πιο ισχυρό –   αυτό είναι η  το αποτέλεσμα  δεκάδων εκατομμυρίων ετών εξέλιξης σε υποβρύχιο περιβάλλον. Μπορεί επίσης να αποβεί μοιραία και η επαφή με ένα τόσο φαινομενικά  ακίνδυνο πλάσμα, όπως το κωνικό κοχύλι – ένα δηλητηριώδες κεντρί, που καρφώνεται στο χέρι σου, δεν αφήνει καμία ευκαιρία να σωθείς. Τα χταπόδια – είναι υπέροχα, φιλικά όντα, αλλά αν δεις στο δέρμα τους φωτεινούς  μπλε κύκλους – μείνε μακριά – ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Η υποβρύχια ζωή είναι ύπουλη.  Κάποιο τρυφερό, λες και  αραχνοΰφαντο πλάσμα μπορεί να σε σκοτώσει μέσα σε λίγα λεπτά με το δηλητήριο του,   ενώ τα  επιθετικά, εφοπλισμένα με τεράστια δόντια χέλια,  τα οποία σέρνονται έξω από τα βράχια με  ορθάνοιχτο στόμα , επιτρέπουν στους δύτες να τους αγγίζουν, να τους αγκαλιάζουν.   Οι καρχαρίες – αυτά τα πανίσχυρα, ορμητικά όντα, ικανά  να κατασπαράξουν τον άνθρωπο σε κλάσματα του δευτερολέπτου, δεν επιτίθενται καθόλου (με εξαίρεση, βεβαίως, εκείνα τα μερικά είδη,  τα οποία εξολοθρεύτηκαν εντελώς λόγο της επικινδυνότητας τους για τον άνθρωπο).

    Στο βάθος χαμηλότερο των εβδομήντα μέτρων η πληθώρα των κοραλλιών, όπως και της υπόλοιπης υποβρύχιας ζωής, μειώθηκε απότομα, και από όλα τα χρώματα έμεινε μόνο το μπλε-γκρίζο-πράσινο –  ο  όγκος του νερού έκρυβε τα υπόλοιπα.

    Μερικοί δύτες  πλατσούριζαν  παραπέρα πάνω στην επιφάνεια του νερού,  είτε έχοντας τελειώσει, είτε ξεκινώντας την κατάδυση, και η Τόρα φαντάστηκε, σχεδόν ένιωσε, πως το ζεστό νερό τρέχει κάτω από τη στολή, καλύπτει το κορμί της, λαμπυρίζει κάτω από τον δυνατό ήλιο.

    Δείχνοντας ένα σκιερό κομματάκι της αμμουδιάς, η Φόσσα της έδωσε να καταλάβει, ότι  επέλεξε  αυτό το μέρος για να συνεχίσει τη κουβέντα.

    – Η  αφέλειά σου είναι καταπληκτική – άρχισε εκείνη. – Μου θυμίζεις εκείνους τους ανθρώπους,  που ζούσαν, όταν μόλις άρχισε να εξαπλώνεται η πρακτική. Κάποτε ένας από τους αγαθούς πρακτικούς έγραψε στο ημερολόγιό του, ότι στη δίκη του αντίληψη  δεν θα υπάρξει χώρος για συγκρούσεις των επιθυμιών στον κόσμο των ανθρώπων, που βιώνουν τις φωτισμένες αντιλήψεις. Από τις φαντασιώσεις τέτοιου είδους δεν απέχει και τόσο πολύ η άποψη, σύμφωνα με την οποία, η ζωή χωρίς τα αρνητικά συναισθήματα είναι βαρετή και  μονότονη– τότε σχεδόν όλοι αυτό νόμιζαν. Οι σκλάβοι ήταν προσκολλημένοι με όλες τις δυνάμεις στην σκλαβιά τους, και η  ελευθερία στα μάτια τους έμοιαζε τρομακτική – συνηθισμένη ιστορία για όλες τις κοινωνίες με σκλάβους – μαζί και με εκείνη, στην οποία  οι ανθρώπου υπήρξαν σκλάβοι των αρνητικών συναισθημάτων και θεωριών. Ο συγγραφέας του ημερολογίου αναγκάστηκε να καταβάλει ορισμένες προσπάθειες, για να καταλάβει, πως οι φωτισμένες αντιλήψεις δεν καταπιέζουν, άλλα  ζωντανεύουν τις χαρούμενες επιθυμίες, τις δυναμώνουν, έτσι η ποσότητα των συγκρούσεων  των χαρούμενων επιθυμιών διαφορετικών ανθρώπων όχι μόνο δεν μειώνεται, αντιθέτως –  αυξάνεται δεκάδες φορές.  Στην κοινωνία των ανθρώπων, σκοτωμένων με αρνητικά συναισθήματα, δογματική νόηση, συνήθεια να καταπιέζουν τις επιθυμίες οι αποφάσεις λαμβάνονται απλώς αυταρχικά ή σύμφωνα με τα κατεστημένα στερεότυπα. Επιφανειακά  οι συγκρούσεις σχεδόν δεν υπάρχουν, ακόμα και αν κάποιοι λογομαχήσουν μεταξύ τους, αν μαλώσουν, η  αντιπαράθεση τελειώνει γρήγορα – ο ένας καταπιέζει τον άλλον και το ζήτημα τελειώνει εκεί. Τους ήταν σχεδόν άγνωστη η επιχειρηματολόγηση  –  όλα τα ζητήματα λύνονταν με  ολοφάνερη ή  κρυμμένη ψυχολογική καταπίεση.  Εκτός από αυτό – οι προσπάθειες να συζητάς με επιχειρήματα πάντοτε συναντούσαν έντονη επιθετικότητα. Ας δούμε τώρα – πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις στη δική μας, σύγχρονη κοινωνία. Ας πούμε, ότι κτίζουμε τώρα έναν νέο οικισμό. Και ο ΚΑΘΕΝΑΣ  έχει τη δική του γνώμη, δικές του επιθυμίες. Εγώ θέλω να φυτέψω ένα δέντρο εκεί – έτσι μου φαίνεται  πιο ωραία, έχει αντίκτυπο με το τάδε και εκείνο πράγμα. Και εγώ δεν θέλω να το φυτέψω εκεί, θέλω να το βάλω αλλού, και όχι  αυτό το δέντρο, αλλά διαφορετικό, και εγώ δεν θέλω να βάλω και τίποτα τελείως, επειδή νιώθω προσμονή, όταν φαντάζομαι εδώ ένα καθαρό ξέφωτο με γρασίδι… Αν το δεις απ` έξω με μια αφελή ματιά – μιλάμε για  αμέτρητες αντιθέσεις. Οι άνθρωποι, που ζούσαν με τα αρνητικά συναισθήματα, σίγουρα θα νόμιζαν, ότι σε μια τέτοια κατάσταση δεν θα μπορέσουμε να ξεκινήσουμε καν. Όμως,  τα πάντα είναι τελείως διαφορετικά , διότι η επιθυμία να φυτέψεις εδώ αυτό το δέντρο – δεν είναι μια έμμονη ιδέα, αλλά ορισμένα μια επιθυμία.  Μια από τις πάρα πολλές φωτισμένες αντιλήψεις, εκδηλωμένες στο καθένα από τους συμμετέχοντες στη συζήτηση. Αν και οι επιθυμίες μας είναι αντιφατικές, υπάρχει ακόμα και η συμπάθεια μεταξύ μας, και η επιθυμία να λύσουμε το ζήτημα έγκαιρα, και να προχωρήσουμε, και η θηριότητα [ζωώδη χαρά – παρατήρηση του μεταφραστή], και ερωτική  έλξη, και ένας θεός ξέρει – τι άλλο. Υπό αυτές τις συνθήκες   οι  πολυκατευθυντικές χαρούμενες επιθυμίες των διαφορετικών ανθρώπων γρήγορα φτάνουν στον συμβιβασμό, και όχι  σε αυτόν, όπου ο ένας είναι ευχαριστημένος, και οι υπόλοιποι είναι απογοητευμένοι. Ο καθένας νιώθει απόλαυση, αν και σε διαφορετικό βαθμό. Νομίζω, δεν έχει νόημα να το περιγράψω αυτό, καταλαβαίνεις και μόνη σου.

    – Δεν θα μου περνούσε καν από το μυαλό η ιδέα, ότι η κοινωνία των ανθρώπων, που στοχεύουν στην επίτευξη των φωτισμένων αντιλήψεων, μοιάζει με  παρέλαση από άτομα, τα οποία έχουν ομοιόμορφες σκέψεις και επιθυμίες, – το γεγονός, ότι η Φόσσα σκέφτηκε κάτι τέτοιο για τον εαυτό της, εξέπληξε την Τόρα.

    – Αλήθεια? –  όπως το συνήθιζε, η Φόσσα κοίταζε  προσεκτικά κατάματα την Τόρα.

    Το βλέμμα της Φόσσας ήταν  ευχάριστο, και δεν προκαλούσε την αμυντική αντίδραση,  ωστόσο, όπως και να το έπαιρνε – η Τόρα δεν μπορούσε να το αντέξει. Παράξενη αίσθηση. Για την ακρίβεια – δεν μπορούσε πάντα να το αντέξει. Για παράδειγμα, τώρα – δεν μπορούσε. Ίσως, επειδή αμφέβαλε για τον εαυτό σου, παραήταν ασυνήθιστη η συζήτησή τους.

    – Δεν το καταλαβαίνεις? –  σημασιολογικά, αυτή η ερώτηση θα μπορούσε να είναι μια απορία-έκπληξη, όμως, κανένα ίχνος απορίας δεν υπήρξε και πάλι  στη φωνή της Φόσσας.  Αυτός ο μόνιμος  αποσυντονισμός των εννοιών και τονισμών προβλημάτιζε την Τόρα και την έφερνε σε αδιέξοδο.

    – Αρχίζω να υποψιάζομαι. Προφανώς, εννοείς, ότι  οι συμμετέχοντες στο πείραμα ίσως να έχουν…

    – «Ίσως να έχουν»? – τη διέκοψε η Φόσσα. – Γιατί, υπάρχει πιθανότητα να μην έχουν?

    – … διαφορετικές επιθυμίες, – η Τόρα ολοκλήρωσε τη φράση μετά από παύση. – Ε… και τι? Εσύ η ίδια είπες, ότι…

    Εκείνη τη στιγμή η Φόσσα για δεύτερη φορά χτύπησε τη Τόρα, σκύβοντας γρήγορα μπροστά, την κοπάνησε δυνατά στον θώρακα, – τόσο δυνατά, ότι πιάστηκε ακόμα η αναπνοή της.

    – Ήρθε το παράπονο? – ρώτησε η Φόσσα, παρατηρώντας τη Τόρα προσεκτικά.

    – Όχι… όχι, σίγουρα δεν γίνεται τίποτα τέτοιο. Κατά καιρούς  νιώθω μια παράξενη αίσθηση για σένα, – απρόσμενα και για τον εαυτό της παραδέχτηκε η Τόρα. – Μοιάζει με φόβο για κάτι άγνωστο… αλλά δεν έχω παράπονο ή αποξένωση.

    – «Εσύ είπες» – είναι η έκφραση των ανίκανων. Δεν είναι ένα επιχείρημα. Να έχεις το σθένος να μιλάς για τον εαυτό σου. Αν θεωρείς σωστό αυτό, που εγώ είπα, ή αυτό, που εσύ νομίζεις, πως εγώ είπα, να έχεις τα κότσια να το πεις στ` ανοιχτά,  και να είσαι έτοιμη να υποστηρίξεις αυτή τη σκέψη με επιχειρήματα, και όχι να κρυφτείς πίσω από  μια ξένη πλάτη.

    Η διαφορά στον τρόπο του λέγειν: «εσύ η ίδια είπες, ότι οι άνθρωποι έχουν διάφορες επιθυμίες», και  «οι ανθρώπου έχουν διάφορες επιθυμίες» φάνηκε ακαθόριστη στην Τόρα, αλλά μόνο μέχρι  τη στιγμή, όταν αυτή άρχισε να το λέει, όπως το απαίτησε η Φόσσα.

    – Οι άνθρωποι έχουν διάφορες επιθυμίες. Δεν υπάρχει τίποτε το ασυνήθιστο στο ότι θα συμβαίνει το ίδιο και στο δικό μας πείραμα, για ποιο λόγο να τους μοιράζουμε σε  «πλευρές»? Γιατί να  χωρίζουμε τους συμμετέχοντες στις απέναντι πλευρές ενός υποτιθέμενου οδοφράγματος; Αφού δεν υπάρχει πραγματική αντιπαράθεση,  τέλος  πάντων, ο όρος   «η σύγκρουση των επιθυμιών» εδώ και πάρα πολύ καιρό δεν σημαίνει, ότι υπάρχει σύγκρουση ως σύνολο των αρνητικών συναισθημάτων – δεν είναι παρά ένας χαρούμενος ανταγωνισμός των χαρούμενων επιθυμιών.

    – Δεν υπάρχει αντιπαράθεση? Και εσύ πώς το γνωρίζεις αυτό?

    Η ερώτηση και πάλι άφησε  την Τόρα άναυδη.

    – Μα ποια αντιπαράθεση μπορεί να υπάρξει, όταν στο πείραμα συμμετέχουν…  – η Τόρα καθυστέρησε, ψάχνοντας για κατάλληλη λέξη.

    – «Οι φωτισμένοι άνθρωποι»? – «βοήθησε» η Φόσσα. – Εσύ, για παράδειγμα, βιώνεις ήδη τις αδιάκοπες εκστατικές φωτισμένες αντιλήψεις; Εντάξει, ας είναι μη-εκστατικές, τουλάχιστον φωτισμένες αντιλήψεις απλώς – τις βιώνεις συνέχεια?

    Και πάλι η Τόρα θα μπορούσε να ορκιστεί, ότι είναι αδύνατον να πεις μια τέτοια φράση έστω χωρίς ειρωνεία, αλλά δεν  κατάφερε να τη διακρίνει ούτε στον τόνο της φωνής, ούτε στην έκφραση του προσώπου της Φόσσας.

    – Όχι.

    -Όχι. – επιβεβαίωσε η Φόσσα. – Και τώρα σκέψου. Υποθετικά όλοι ανήκουμε στους ανθρώπους, οι οποίοι δεν αισθάνονται αδιάκοπες φωτισμένες αντιλήψεις. Όλοι μας βρισκόμαστε στην κατάσταση, όταν το αποτέλεσμα του πειράματος μπορεί να ρίξει άπλετο φως σε ένα ύψιστης σημασίας, φλέγον ζήτημα, το οποίο σε καταλαμβάνει ολόκληρη, και όχι μόνο εσένα, αλλά και πολλούς άλλους ερευνητές, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στο πείραμα, όμως, περιμένουν τα αποτελέσματα με εξαιρετική προσμονή και ανυπομονησία. Ίσως σε κάποιον από εμάς – τη πιο κρίσιμη στιγμή – θα εμφανιστεί μια ακαταμάχητη επιθυμία… να σπρώξει λιγάκι το πείραμα στα δικά του εδάφη; Α;

    Ξαφνικά η Τόρα θυμήθηκε τα λόγια του Μένγκες: « θα το συναντήσεις την πιο ακατάλληλη και απρόσμενη στιγμή». Να τι εννοούσε εκείνος, τελικά… αλλά δεν το είπε ξεκάθαρα…

    – Και εσύ με χτύπησες, για να δοκιμάσεις την αφοσίωση μου για σένα, ή για να ελέγξεις  την επιθετικότητα μου γενικώς, ή για να θυμηθώ τη συμβουλή σου καλύτερα?

    – Και το πρώτο, και το δεύτερο – όλα μαζί. –  Η απάντηση ήταν στιγμιαία, πάνω από αυτό –  η Φόσσα άρχισε να μιλάει,  όταν η Τόρα  μόλις  ολοκλήρωνε το τέλος της φράσης. Εμείς χρησιμοποιούμε το σώμα για απομνημόνευση των καταστάσεων, αφού αυτό είναι τόσο φυσικό και αποτελεσματικό. Και εννοείται, ότι εγώ ήθελα να ελέγξω την αντίδρασή σου.

    Η Τόρα ξάπλωσε μπρούμυτα και μπήκε στις σκέψεις, κουνώντας τα ποδαράκια της.

    – Φυσικά, αυτό που λες, το καταλαβαίνω και σίγουρα μπορώ να φανταστώ – η Τόρα χάζευε τις παλάμες της, σαν να συλλογιζόταν μεγαλόφωνα. – Αν σε κάποιο στάδιο του πειράματος…

    –  Είσαι ακόμα πιο αφελής, απ` ότι νόμιζα – διέκοψε η Φόσσα. – «Σε κάποιο στάδιο»; Σε ποιο συγκεκριμένα; Μάλλον, στο πέμπτο ή στο δέκατο; Και τι λες για το πρώτο κιόλας;  Τι γίνεται γενικώς με το ΚΑΘΕ στάδιο;

    –  Δηλαδή, –  η Τόρα τα έχασε.

    – Σε ποιο μέρος θα γίνει η συνάντηση; – ρώτησε κοφτά η Φόσσα.

    –  Ο Κβέις με τον Μάγκνους, που αρνήθηκαν να βγουν από την κατάδυση, θα το δημιουργήσουν κάπου στο ουδέτερο έδαφος των κόσμων φεσσονικού τύπου…

    – Ναι; – το βλέμμα της Φόσσα έγινε σκληρότερο. – Και τι γίνεται με τα κάθετα-προσανατολισμένα σύμπαντα?

    Η Τόρα έπαψε να προσποιείται, ότι συλλογίζεται μεγαλόφωνα, και μια παιχνιδιάρικη σκέψη, που πέρασε στον ορίζοντα:  «άραγε – πως της φαίνονται τα ποδαράκια και ο ποπός μου»,  χάθηκε χωρίς ίχνος.

    – Αυτό είναι αδύνατον! – Εκείνη ακόμα και ανασηκώθηκε στους αγκώνες της.  – Αφού αυτό είναι… απαγορεύεται, αποφασίστηκε κατηγορηματικά… είναι επικίνδυνο! Για παράδειγμα, εγώ δεν έχω απολύτως καμιά  πείρα …

    – Ναι, επικίνδυνο. Αλλά  ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ υποσχόμενο, διότι για τα πλάσματα, που στερούνται, άθελα ή σκόπιμα, (εμείς, παρεμπιπτόντως, δεν γνωρίζουμε για αυτό) διάκρισης της προσωπικότητάς τους, τα κάθετα-προσανατολισμένα σύμπαντα πρέπει να είναι σαν το δικό τους σπίτι, την ώρα που ένα σύμπαν του φεσσονικού τύπου…

    – Δηλαδή… τα παιδιά μπορούν έτσι απλά να ρισκάρουν τη ζωή μου για τη δική τους…

    – Γιατί, εσύ νομίζεις, ότι αυτοί δεν διακινδυνεύουν τη ζωή τους αυτή τη στιγμή; Το ξέχασες, ότι εκείνοι, μένοντας στην κατάδυση, ρισκάρουν με τη δική τους ζωή; Γενικώς, αντιλαμβάνεσαι καθόλου, ότι μπαίνεις σε μια σοβαρή επιχείρηση με άτομα, τα οποία είναι έτοιμα να ρισκάρουν τη ζωή τους;

    Σιωπή.

    – Φυσικά, το ρίσκο τους δεν είναι απερίσκεπτο. Είναι υπολογισμένο, έχει ζυγιστεί απ` όλες τις πλευρές. – Συνέχιζε η Φόσσα. – Και εκείνοι θα ρισκάρουν τη ζωή σου…

    – Άρα – σίγουρα θα το κάνουν?!! Δηλαδή, είσαι σίγουρη για αυτό; – σχεδόν φώναξε η Τόρα.

    – Μπορώ αυτή τη στιγμή να πληροφορήσω την Επιτροπή, ότι εσύ αποφάσισες να παραιτηθείς. – σαν από το πουθενά στα χέρια της Φόσσας εμφανίστηκε μια συσκευή επικοινωνίας.

    – Για περίμενε μια στιγμή! – με μια απρόσμενη για τον εαυτό της αυταρχικότητα γρύλισε η Τόρα και έβαλε το χέρι της πάνω στο χέρι της Φόσσας.

    – Είδες; – χαμογέλασε εκείνη, – ξέροντας, ότι θα υπάρξει απειλή για τη ζωή σου, εσύ δεν παραιτείσαι?

    – Όχι!

    –  Και τι, νομίζεις ότι οι υπόλοιποι – δεν είναι τόσο αποφασιστικοί, όσο και εσύ? Δεν είναι το ίδιο αφοσιωμένοι στον στόχο; Και οι άλλοι είναι έτοιμοι να ρισκάρουν.  Το πρόβλημα δεν είναι, ότι αυτοί δεν θα ρισκάρουν μόνο για τον εαυτό τους – αυτή είναι η ιδιαιτερότητα της εργασίας  στο σύνδεσμο – δεν θέτεις σε ρίσκο μόνο τον εαυτό σου  – το ίδιο συμβαίνει και με τον συνεργάτη σου. Λοιπόν, το πρόβλημα δεν είναι, ότι τα παιδιά θα ρισκάρουν τη ζωή σου,  οργανώνοντας απρόσμενα για όλους τη συνάντηση στα κάθετα-προσανατολισμένα σύμπαντα.

    –  Αποκαλύπτουμε, δηλαδή, ότι δεν είναι και τόσο απρόσμενο για όλους? – χαμογέλασε η Τόρα, και ξαφνιάστηκε – αφού και  η Φόσσα χαμογέλασε μόλις τώρα! Ολόκληρο γεγονός!..

    – Εμ, μιλώντας σοβαρά, δεν αμφέβαλε κανένας, ότι τα πράγματα θα γίνουν ακριβώς έτσι.

    – Α… ωραία… Μάλλον, θα υπάρξει και κάποιο άλλο κοινό μυστικό?

    – Αναμφισβήτητα.

    – Ωραία πράγματα! Δηλαδή, έχουμε ένα σχέδιο, το συζητάμε με σοβαρό ύφος, αν και ξέρουμε όλοι, πως τα πάντα θα γίνουν διαφορετικά?

    – Κάτι σαν αυτό, αν και συζητάμε σοβαρά για το σχέδιο, διότι αυτό είναι ένα πραγματικά σοβαρό ζήτημα.  Μπορείς να υποθέσεις, ότι θα γίνουν κάποιες αποκλίσεις από την γενική οδό, ωστόσο, οι ίδιες αυτές  «αποκλίσεις» θα εξαρτώνται πάρα πολύ από το  – πόσο ρεαλιστικό είναι το βασικό σχέδιο. Δεν είναι  παράσταση. Αυτή είναι – η βάση,  αφετηρία. Έχοντας στο κεφάλι σου το βασικό σχέδιο, είναι πολύ πιο απλό να βρεις έναν ασφαλή και αποτελεσματικό δρόμο της παράκαμψης,  ή ακόμα και έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο. Αφού αυτό το σχέδιο– είναι ΔΙΚΟ ΜΑΣ σχέδιο. Ενώ στο πείραμα συμμετέχουν και άλλοι, εκτός από εμάς, πάνω από αυτό – δεν μπορούμε καν να περιορίσουμε με ακρίβεια τον κύκλο των μελών, για αυτό η κατάσταση, στην οποία οι συμμετέχοντες θα ακολουθούσαν κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο παρά το οτιδήποτε – είναι απογοητευτική, επικίνδυνη, ανωφελής. Είμαι σίγουρη, ότι η Επιτροπή δεν θα επέλεγε για το πείραμα τους ερευνητές, οι οποίοι δεν είναι έτοιμοι να πάρουν τα ρίσκα, ώστε να παίξουν ένα ανεξάρτητο παιχνίδι.

    – Γιατί να μην τα παραδεχτούμε στ` ανοιχτά όλα τα αυτά?

    –  Και σε μια στιγμή να πεταχτούμε από το πείραμα; Η επιτροπή θα σε απορρίψει εν ριπή οφθαλμού.  Πρόσεξε, και εσύ θα έκανες ακριβώς το ίδιο πράγμα στη θέση τους. Αν παραδεχτούμε επίσημα, ότι το σχέδιο μας έστω και πολύ πρόχειρα μπορεί να αναγνωριστεί ως επικίνδυνο, θα επικρατήσει το χάος. Πάρα πολλοί άνθρωποι,  άσχετοι με τη δική μας δουλειά, μπορούν να δημιουργήσουν εμπόδια για την εκτέλεση του πειράματος – λόγο καθαρά ανθρωπιστικών προθέσεων, φυσικά…

    – Απίστευτο! – Η Τόρα έκατσε στον ποπό της, λύγισε τα γόνατά της, τα αγκάλιασε με τα χέρια της και κουνιόταν, ακουμπώντας το πηγούνι της στις διπλωμένες παλάμες. – Άρα, η Επιτροπή τα καταλαβαίνει όλα αυτά…

    –  Όπως σου έχω πει ήδη, δεν είναι εκεί το πρόβλημά μας. Αν τα παιδιά  μεταφέρουν εσένα, άπειρη μάρτυρα, στα κάθετα-προσανατολισμένα σύμπαντα, μην αμφιβάλεις, ότι θα είναι εξίσου υπεύθυνοι για τη δική σου ζωή, όσο είναι και για τις δικές τους. Δεν υπάρχει χώρος για αμφιβολία εδώ. Είναι σαν να πάρεις στην κορυφή του К2 έναν αρχάριο, ο οποίος υπολόγιζε για την Τσο-Όγια από τον Βορρά.  Θα περάσουν τα σκοινιά, πιασίματα, θα φτιάξουν μονοπάτι, θα τον ασφαλίσουν και τα λοιπά…

    –  Ποιο είναι το πρόβλημα τότε?

    – Το πρόβλημα είναι, ότι ο καθένας από εμάς –  η Φόσσα τόνισε τη λέξη «εμάς», –  τα μέλη του πειράματος, είναι σίγουρος, πως ξέρει, πόσο μακριά μπορεί να φτάσει στο ρίσκο του. Αλλά η ύπαρξη αυτής της σιγουριάς δεν σημαίνει, ότι  τα πράγματα θα γίνουν ακριβώς έτσι. Για παράδειγμα, εσύ δεν ξέρεις καν, ότι είναι πιθανό  να παρασυρθείς και να φύγεις από το δρόμο σου. Είσαι μια μάρτυρας. Και νομίζεις, ότι πραγματικά θα είσαι μάρτυρας και τίποτα παραπάνω από αυτό. Όμως, μην αμφιβάλεις – όλοι ξέρουν, και υπολογίζουν στα σχέδιά τους,  ότι θα είσαι μάρτυρας  μόνο μέχρι εκείνη τη στιγμή, όταν θα θελήσεις, ακαταμάχητα θα θελήσεις να γίνεις ένα  δραστήριο,  με πλήρη δικαιώματα, μέλος.  Και με μένα μπορεί να συμβεί αυτό. Και με σένα.

    Η Τόρα και πάλι έμεινε με ανοιχτό το στόμα.

    – Δηλαδή, και εσύ, και ο Μένγκες, και η Επιτροπή… και ο άλλος μάρτυρας,  οι πάντες γνωρίζουν γενικώς για αυτό, και κάπως το υπολογίζουν στα σχέδιά τους…

    – Έτσι ακριβώς. Βλέπω, δεν είσαι πια τόσο αγαθή.  Αν παίζεις κάλο σκάκι – πρόκειται να παίξεις κάτι σαν  ταυτόχρονη παρτίδα πάνω σε πολλά πεδία με τα μάτια σου μισόκλειστα και μεταβλητούς κανόνες.

    Η Τόρα μπήκε και πάλι σε βαθιές σκέψεις. Άρχισε η  παλίρροια, και μια σειρά μετά την άλλη τα κοράλλια άρχισαν να βυθίζονται στο νερό. Οι δύτες εξαφανίστηκαν κάπου, αντί αυτούς ήρθαν τα δελφίνια.

    – Παρεμπιπτόντως, – μουρμούρισε η Τόρα, – εμείς δεν έχουμε ιδέα, τι μπορεί να θέλουν αυτοί. – Εκείνη έγνεψε προς τη μεριά των δελφινιών.  – Δεν αντιλαμβανόμουν καθόλου,  υπέθετα, δηλαδή, φανταζόμουν, ότι… δεν ξέρω, πώς να το πω – κάτι ακαθόριστα-συναισθηματικό, ενώ αυτά είναι ζωντανά πλάσματα με συνείδηση,  ο πολιτισμός των οποίων είναι ασύγκριτα μεγαλύτερος σε ηλικία από τον ανθρώπινο… Φανταζόμουν τον εαυτό μου σε κάποιο ευεργετικό-γλυκερό ρόλο. Για ποιο λόγο, πραγματικά; Μόνο και μόνο επειδή εμείς σκαρφιστήκαμε διάφορες παλιό-βόμβες, βουλιάξαμε στο μίσος, ηλιθιότητα, και σχεδόν γαμήσαμε ολόκληρο τον πλανήτη; Μεγάλη επίτευξη…

    Η Φόσσα καθόταν σιωπηλή, δεν τη διέκοπτε. Φαινόταν, όμως, ότι δεν έχει τελειώσει ακόμα.

    – Χρειάζομαι την απάντησή σου σε αυτό, που σε ρώτησα, – επιτέλους εκφώνησε εκείνη.

    Η Τόρα συνοφρυώθηκε με απορία, αλλά κατάλαβε αμέσως, ότι μιλάνε για την αρχική ερώτηση της Φόσσας.

    –  Όπως και να έχει,  και πάλι δεν καταλαβαίνω ακόμα – τι πρέπει να σου απαντήσω. Για ποιες συγκεκριμένα πλευρές μου λες τώρα?

    – Υπάρχουν μερικές βασικές κατευθύνσεις. Αναζήτηση του Μπόντχι με τα δρακάκια. Αναζήτηση της συνειδητοποιημένης επαφής με τις μουσούδες της Γης – ρυάκια, δέντρα, βουνά, ζώα… και σε τελική ανάλυση με την ίδια τη Γη. Αναζήτηση του ταξιδιού για το ίδιο ταξίδι – σε πιο διαφορετικά σύμπαντα, σε εκείνα επίσης, οπού τα κάθετα-προσανατολισμένα σύμπαντα φαίνονται σαν παιδικά παιχνιδάκια. Αναζήτηση του δρόμου της μετέπειτα εξέλιξης του ανθρώπου μέσο των εκστατικών φωτισμένων αντιλήψεων. Πόσα είναι αυτά?

    – Τέσσερα, – η Τόρα έδειχνε συγκεντρωμένη, και κάπως νευρική.

    – Υπάρχει ακόμα και προοδευτικότητα – αναζήτηση των πρακτικών στα σύμπαντα, η είσοδος στα οποία περνάει μέσο συνειδητοποιημένων οραμάτων. Αναζήτηση και σύμπραξη σε αυτούς. Όλα αυτά έχουν τρομερό ενδιαφέρον, κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί. Αλλά προσωπικά σε σένα, τι από όλα  τα αυτά κάνει το κλικ?

    – Το τελευταίο.

    – Το ήξερα. – η Φόσσα χτύπησε το γόνατό της.

    – Στη δική σου μεγάλη παρτίδα  σκάκι κάτι έγινε πιο ξεκάθαρο? – χαμογέλασε η Τόρα. – Αφού εγώ μόλις τώρα άρχισα να υποψιάζομαι…  είναι τόσο περίπλοκα τα πάντα… και ακόμα –  είναι τόσο τεράστια η δική σου ευθύνη! Αφού εσύ θα είσαι η ασφάλειά μας, θα πρέπει να προσέχεις τα πάντα, να υπολογίζεις, να τα ζυγίζεις… και να παίρνεις αποφάσεις! –  τώρα στα μάτια της η  Φόσσα φαινόταν εντελώς διαφορετική. Κάποια λεπτή αίσθηση άρχισε να δημιουργείται μέσα της, μα ποια… η Τόρα δεν μπορούσε να το καταλάβει.

    – Μάλλον, θα ήταν ωφέλιμο να αποκτήσω τη πείρα έστω δυο-τριών καταδύσεων στα κάθετα-προσανατολισμένα σύμπαντα… και να μάθω λιγάκι περισσότερα για τη δουλειά των προοδευτικών,  για να  είναι πιο ξεκάθαρα τα πράγματα, τουλάχιστον σχετικά με μένα – τι μπορεί να ξυπνήσει μέσα μου, σαν μια ακαταμάχητη επιθυμία,  τι μπορεί να με παρασύρει. Με ποιον θα μπορούσαν να μιλήσω για αυτό; Αφού τώρα  λόγο του πειράματος θα μαζευτούν τόσοι πολλοί από αυτούς, που βρίσκονται στην μετωπική γραμμή των ερευνών… θέλω να χρησιμοποιήσω αυτή την ευκαιρία, εκτός από αυτό,  θεωρώ, ότι θα καταφέρω να είμαι ψύχραιμη την ώρα του πειράματος, αν θα ξέρω περισσότερα… Και αναφορές για τον τίγρη και δελφίνια – πρέπει προσεκτικά να τις διαβάσω ξανά, και ακόμα.. – η Τόρα σώπασε αβοήθητα. – Και το πείραμα είναι ήδη τη Πέμπτη! Ίσως να το αναβάλλουμε;

    – Μην βιάζεσαι. – η Φόσσα ήταν ατάραχη και σκληρή, όπως συνήθως. – Νομίζω, ότι πρέπει να παραδεχτείς, πως δεν θα είμαστε έτοιμοι ποτέ.

    – Ναι. – Έπειτα από μια παύση συμφώνησε η Τόρα.

    – Απλώς ακολούθησε τις επιθυμίες σου, όλα είναι απλά. Κάνε ο, τι θέλεις, η να μην κάνεις τίποτα, αλλά μην κάνεις βιαστικές κινήσεις και μην ζορίζεσαι. – η Φόσσα ξανά – ο, θαύμα! – χαμογέλασε.  – Για την προοδευτικότητα μίλα με τον Τόμας – είναι κάπου εδώ. Και μην διανοηθείς να τελειώσεις απόψε – θα σε απορρίψω. Ούτε στο όριο του οργασμού μην πλησιάσεις πολύ. Πόσες μέρες έχουν περάσει από τον τελευταίο σου οργασμό?

    – Πενήντα οκτώ.

    – Μας κάνει. – η Φόσσα σηκώθηκε και με μια απίστευτη ταχύτητα εξαφανίστηκε μέσα στη λόχμη.

    Η Τόρα κάθισε ακόμα λίγο, κοιτάζοντας το ηλιοβασίλεμα. Δεν ήθελε να σκέφτεται για το τίποτα. Ήθελε απλώς να κάθεται εκεί, και να απορροφά μέσα της αυτόν τον ωκεανό, τον ουρανό, που έλαμπε με φανταστικές αποχρώσεις, να αισθάνεται τρυφερότητα για τα παιχνιδιάρικα δελφίνια, και τότε  κατάλαβε  ξαφνικά – τι συγκεκριμένα ένιωθε για τη Φόσσα  – η αίσθηση αυτή εκδηλώθηκε ξανά, δυνατά, ξεκάθαρα, σαν να αντήχησε με τον ουρανό και ωκεανό – ήταν η άνευ όρων, διαπεραστική, μέχρι δακρύων αφοσίωση.

     

    «16 Νοεμβρίου του 2010.

    18.20: Και πάλι αφοσίωση. Κάθε φορά, όταν αυτή εμφανίζεται, συνοδεύεται με τη σαφήνεια για το ότι είναι  το πιο σημαντικό – η κορυφή όλων των ΦΑ. Επίσης, έχω σαφήνεια για το ότι το ταξίδι μου μόλις ξεκινά. Πριν από αυτό εγώ απλώς «μάζευα τις βαλίτσες μου». Και κάθε φορά εμφανίζεται η  ισχυρότατη επιθυμία πάση θυσία να πετυχαίνω νέες και νέες στιγμές, όταν εκδηλώνεται η αφοσίωση. Ακόμα και η προσμονή για το μελλοντικό πείραμα μπαίνει σε δεύτερο πλάνο. Θέλω να αφιερώσω όλες τις δυνάμεις μου, όλο τον χρόνο, να μην χάσω ούτε ένα λεπτό – και να φτάνω στην αφοσίωση.

    18.25: Δεν είναι αρκετοί οι φωτισμένοι παράγοντες. Αλλά με κάθε νέα επιτυχία γίνονται περισσότεροι.

    18.30: Κατά κανόνα, παράλληλα με την αφοσίωση στο ίδιο ακόρντο εμφανίζεται το «ατελείωτο ταξίδι» και  «κάλεσμα», και το κάλεσμα τέτοιας εντατικότητας, ότι δεν υπάρχουν αμφιβολίες – πάω κατευθείαν μπροστά.

    18.35: Έρχεται η αποφασιστικότητα και σοβαρότητα – μανιασμένη επιθυμία να προχωρήσω. Ελαφριά δόνηση στο στήθος, η αναπνοή μου επιταχύνει, εμφανίζεται η κατανόηση, ότι εκτός από αφοσίωση, νιώθω και κάτι άλλο. Αυτή η αντίληψη… δεν μπορώ να πω με ακρίβεια – που αντανακλάται στο κορμί μου – πιο δυνατά στην αριστερή πλευρά του θώρακα. Αυτή έχει δυνατό αντίκτυπο με την τρυφερότητα και εικόνα «η καταιγίδα τελείωσε, πάνω από τη θάλασσα πετάει ένας γλάρος, στον αέρα πλανάται  η δροσερή θαλασσινή αλμύρα.  Από το πέρασμα της καταιγίδας η θάλασσα δεν έπαψε να είναι εξίσου συναρπαστική, μεγάλη και βαθιά, δεν σταμάτησε να λάμπει με διάφορα χρώματα και να με εκπλήσσει, απλώς η θαλασσοταραχή έφυγε».

    18.40: Όταν βιώνω την αφοσίωση, πάνω στο φόντο της εκδηλώνονται διάφορες χαρούμενες επιθυμίες. Παρατήρησα, ότι τέτοιες επιθυμίες διαφέρουν ουσιαστικά από τις υπόλοιπες  με την εντατικότητα και ιδιαίτερη απόχρωση τους, αντιλαμβάνονται ως πιο πλήρεις, ολοκληρωμένες, πυκνές. Θέλω να τις ονομάσω  «οξείες  χαρούμενες επιθυμίες». Για παράδειγμα, αισθάνομαι αφοσιωμένη σε όλα τα πλάσματα, τα οποία επιθυμούν να καταπολεμούν τους σκοτισμούς και να βιώνουν τις ΦΑ, και πάνω στο φόντο αυτής της αφοσίωσης μέσα μου γεννιέται η οξεία επιθυμία να συμπράξω στην πρακτική τέτοιων πλασμάτων, ακόμα νιώθω οξεία επιθυμία να εξερευνήσω τα ταξίδια στα συνειδητοποιημένα οράματα, για να βρεθεί η ευκαιρία για επαφή με πλάσματα από εκείνους τους κόσμους, ανάμεσα στους οποίους επίσης βρίσκονται  αυτά, που επιδιώκουν τις ΦΑ. Έχω οξεία επιθυμία να ασχολούμαι με τα μικράκια – όπως ο Κρέμερ. Θέλω επίσης να ονομάσω τέτοιες επιθυμίες ορισμένα «οξείες», επειδή συνοδεύονται με έντονη προσμονή, αφοσίωση, δυνατή θέληση να πραγματοποιώ τις χαρούμενες επιθυμίες.

    18.50:  Σημειώνω τις αισθήσεις, οι οποίες εμφανίζονται κατά διάρκεια της εκδήλωσης των οξειών επιθυμιών: γαργαλιστική αίσθηση στο μουνάκι και στα κάτω άκρα, πίεση στον θώρακα, εμφανίζεται μια μορφή – σαν να με τραβάει κάτι «εκεί»,  θέλω να πραγματοποιώ τις επιθυμίες, να κάνω ο, τι είναι δυνατόν για τις εκτελέσω. Αίσθηση αδύναμου ηλεκτρικού φορτίου γύρω από το στόμα – από τη μύτη προς το πιγούνι απλώνονται μικρά γαργαλιστικά νηματάκια.

    Υπόθεση 1:  οι επιθυμίες μεταλλάσσονται, όταν αισθάνεσαι την αφοσίωση σε συνδυασμό με αυτές.

    Υπόθεση 2:  όταν νιώθω αφοσίωση σε ακόρντο μαζί με άλλες ΦΑ, μεταλλάσσεται και η ίδια αφοσίωση, και αυτές οι ΦΑ. Στο ακόρντο «αφοσίωση-τρυφερότητα»  η αφοσίωση έχει διαφορετική απόχρωση, απ` ότι στο ακόρντο«αφοσίωση-σοβαρότητα». Θέλω να ερευνήσω την αφοσίωση σε ζεύγη με άλλες ΦΑ και να καταγράψω τις διαφορές.

    18.55: Εμφανίστηκε εκστατική ΦΑ εντάσεως έως 3. Εικόνα με αντίκτυπο – σαν να λάμπουν οι ΦΑ μέσα του, έγιναν τόσες πολλές, ότι χάθηκαν τα όρια –  η μια ΦΑ περνάει στην άλλη,  δυναμώνουν η μια την άλλη, εμφανίζονται νέες και νέες αποχρώσεις.  Έρχεται η μηχανική επιθυμία οπωσδήποτε να διακρίνω αυτές τις αποχρώσεις – απομακρύνω τις σκέψεις-αμφιβολίες και φόβους – οι ΦΑ δυναμώνουν.  Μορφή του τρένου, που άρχισε να κινείται, μορφή της χιονοστιβάδας, που πέφτει, και τίποτα δεν μπορεί να τη σταματήσει. Θέλω να απολαύσω αυτό, που αισθάνομαι, θέλω να χαζεύω αυτή  τη φοινικομουσούδα και να αισθάνομαι αφοσίωση για αυτήν. Νέες αισθήσεις στο στήθος μου, έχουν αντίκτυπο με τις λέξεις «διάσπαση μέσα στον θώρακα».  Είναι σαν να προσπαθεί κάποιος να βγει από το στήθος μου, προσπαθεί να σπάσει το τσόφλι, και  το σπάσιμο αυτό συνοδεύεται με απόλαυση.

    19.10: Παίρνω τη στάση « είμαι ανειλικρινής για 10», μανία – θέληση να καταβάλλω τις προσπάθειες.

    19.15: Χαρά-6,  ανατριχίλες στα κάτω άκρα, «γδαρμένο δέρμα» –  πόδια από τα γόνατα ως το μουνάκι – όταν τα αγγίζω, ανταποκρίνονται διάφορες ΦΑ, δεν υπάρχει επιθυμία να τα αγγίζω πολύ, θέλω να ακουμπήσω ίσα-ίσα– δημιουργείται τρυφερότητα και απόλαυση από αυτό. Στα πάνω άκρα από τους αγκώνες ως τις άκρες των δάχτυλων και όλη η μουσούδα – τα πάντα καίγονται από μέσα.

    19.30: Κάψα στο σώμα, δεν μειώνεται η εντατικότητα, στο κορμάκι συνέχεια κατά κύματα περνάει ρίγος, από το οποίο ανατριχιάζω ολόκληρη; δόνηση στο στήθος. Αφοσίωση.

    19.35: Φωτισμένο φόντο της ανοιχτοσύνης+ τρυφερότητα-5, αίσθηση, σαν να ξεχύνεται από τα δάχτυλα «κάτι» κολλώδες, ρευστό, στάζει έξω και έχει δυνατό αντίκτυπο με απόλαυση. Στις άκρες των δαχτύλων δεν αντιλαμβάνονται τα όρια, αυτά λες και λιώνουν μέσα στο ζεστό θαλασσινό αέρα».